Του Julian Jessop
Όλοι παρατηρήσαμε τα μισοάδεια ράφια των σουπερμάρκετ και τις ουρές για τα είδη πρώτης ανάγκης. Το χαρτί υγείας θύμιζε λουλούδια την Ημέρα της Μητέρας. Ευτυχώς, πρόκειται για μια φάση στην κρίση του κορονοϊού που σύντομα θα περάσει.
Υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στο τι λένε οι άνθρωποι ότι είναι κοινωνικώς
αποδεκτό και στο πώς συμπεριφέρονται στην πραγματικότητα. Από τη μία πλευρά, φαίνεται λάθος να αγοράζει κανείς μεγάλες ποσότητες ενός προϊόντος απλώς και μόνο επειδή φοβάται ότι τα καταστήματα πρόκειται να ξεμείνουν απ’ αυτό, ιδίως όταν έτσι μπορεί να το στερήσει από άλλους ανθρώπους που μπορεί να χρειάζονται περισσότερο. (Αν νομίζετε ότι δεν πρόκειται για πραγματικό πρόβλημα, παρακολουθήστε απλώς το βίντεο της εξαντλημένης νοσοκόμας που βρέθηκε μπροστά σε άδεια ράφια). Από την άλλη πλευρά, πολλοί άνθρωποι φαίνεται να κάνουν αγορές πανικού ούτως ή άλλως.
Για παράδειγμα, το 61% των ερωτηθέντων σε μια πρόσφατη έρευνα της Ipsos MORI
συμφώνησαν ότι είναι απαράδεκτο να αγοράζει κανείς μαζικές ποσότητες από ανησυχία για τον κορονοϊό. Μόλις το 19% είπε πρόθυμα ότι δεν είναι κακό να στοκάρει κανείς ρύζι ή ζυμαρικά, και μόλις το 14% είπε το ίδιο για το χαρτί υγείας. Αλλά αυτά τα αγαθά σημειώνουν σήμερα τις μεγαλύτερες ελλείψεις.
Απ’ ό,τι φαίνεται, οι αποθήκες που προμηθεύουν τα σουπερμάρκετε συνήθως έχουν
αποθέματα για μόλις μία εβδομάδα ή μόνο για μερικές μέρες. Αυτό ισχύει όχι μόνο στα
προφανή ευπαθή αγαθά, όπως τα φρέσκα τρόφιμα, αλλά και στα σχετικά μεγάλα αντικείμενα που πιάνουν πολύ χώρο. Ομοίως, υπό κανονικές συνθήκες, τα σουπερμάρκετ δεν θέλουν να έχουν τα ράφια τους γεμάτα από ογκώδη προϊόντα με χαμηλό περιθώριο κέρδους. Αυτό εξηγεί ως ένα βαθμό το γιατί φαίνεται πως ξέμειναν από χαρτί υγείας τόσο γρήγορα.
Για να είμαστε δίκαιοι, οι αγορές πανικού δεν είναι αναγκαστικά μη ορθολογικές, κι αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, ο φόβος των άδειων ραφιών μπορεί να πραγματωθεί καθώς είναι αυτοεκπληρούμενος.
Ένας τρόπος να το καταλάβουμε αυτό είναι το κλασικό “δίλημμα του φυλακισμένου, όπου δύο άνθρωποι που κατηγορούνται για ένα έγκλημα έχουν την επιλογή να ομολογήσουν και να δώσουν στοιχεία για τον συνεργό τους ή να παραμείνουν σιωπηλοί.
Η συλλογικά βέλτιστη επιλογή για τους δύο φυλακισμένους είναι να μην πουν τίποτα, και έτσι να καταδικαστούν για κάποια ελαφρύτερη παράβαση και με έναν χρόνο φυλάκιση. Αν και οι δύο προδώσουν ο ένας τον άλλο, καθένας θα φυλακιστεί για δύο χρόνια. Αν όμως μόνο ο ένας ομολογήσει και ο άλλος μείνει σιωπηλός, ο πρώτος θα απαλλαγεί εντελώς και ο δεύτερος θα φυλακιστεί για σοβαρότερο αδίκημα για πέντε χρόνια.
Το πρόβλημα εδώ είναι πως οτιδήποτε και να κάνει ο δεύτερος φυλακισμένος, η ατομικώς ορθολογική επιλογή είναι ο πρώτος να τον προδώσει - και το αντίστροφο. Έτσι, και οι δυο τους είναι πιθανό να ομολογήσουν και να καταλήξουν στη φυλακή για μεγαλύτερο διάστημα απ’ ό,τι αν δεν έλεγαν τίποτα.
Οι αγορές πανικού μοιάζουν με αυτή την ιστορία. Το καλύτερο θα ήταν κανείς να μην τις
κάνει. Αν όμως ανησυχείτε ότι οι προμήθειες μπορεί να εξαντληθούν γιατί κάποιοι άλλοι
μπορεί να σας προλάβουν, τότε έχει νόημα να τρέξετε κι εσείς στα μαγαζιά.
Υπάρχει όμως και ένας δεύτερος παράγοντας που πρέπει να λάβετε εδώ υπόψη σας. Ακόμη κι αν υπάρχουν αρκετά αγαθά στα αποθέματα και τα μαγαζιά σύντομα πρόκειται να έχουν αρκετά προϊόντα, κάποιοι μπορεί να μην μπορούν να φτάσουν σ’ αυτά. Καθώς εξαπλώνεται ο νέος κορονοϊός, κάθε νοικοκυριό στο Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να υποχρεωθεί να αυτοαποκλειστεί για αρκετές εβδομάδες ή για ακόμη περισσότερο με ελάχιστη προειδοποίηση. Μπορεί να είναι εύλογο λοιπόν κάθε νοικοκυριό να αγοράσει είδη πρώτης ανάγκης για αρκετές εβδομάδες δια παν ενδεχόμενο.
Ένα μέρος της λύσης και στα δύο αυτά προβλήματα είναι η καλύτερη πληροφόρηση. Αυτό σημαίνει τη διαβεβαίωση ότι τα καταστήματα σύντομα θα διαθέτουν ξανά αρκετά αγαθά.
Αυτό όμως είναι εύκολο να το λέει κανείς και δύσκολο να το κάνει, αν δούμε την σκληρή
πραγματικότητα των άδειων ραφιών.
Σημαίνει επίσης τη διαβεβαίωση ότι όποιος αναγκαστεί να αυτοαποκλειστεί θα έχει πρόσβαση σε τρόφιμα και άλλα είδη πρώτης ανάγκης. Η κυβέρνηση ήδη το σχεδιάζει αυτό για τους πιο ευπαθείς ανθρώπους από τους οποίους ζήτησε να παραμείνουν στο σπίτι για 12 εβδομάδες.
Ξανά όμως, θα χρειαστεί οι άνθρωποι να πειστούν, ιδίως όταν οι συνήθως αξιόπιστες
υπηρεσίες διαδικτυακής πώλησης δεν μπορούν να ανταποκριθούν.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν πολλοί καλοί λόγοι να πιστεύουμε ότι οι σημερινές ελλείψεις θα είναι προσωρινές. Πρώτα απ’ όλα, οι περισσότεροι άνθρωποι που ένιωσαν την ανάγκη να στοκάρουν σε βασικές προμήθειες είναι σίγουρο πως το έχουν ήδη κάνει. Συνεπώς βρισκόμαστε λογικά πέρα από την κορύφωση της ζήτησης. Για να το πω κι αλλιώς, πόσα ρολά χαρτί υγείας μπορεί να χρειαστεί κανείς;
Ακόμη, πρόσθετα μέτρα λαμβάνονται για την ανακούφιση των ελλείψεων. Η κυβέρνηση
χαλαρώνει τους κανόνες του ανταγωνισμού (που έχουν σχεδιαστεί για να εμποδίζουν τις
εταιρίες να λειτουργούν ως καρτέλ) για να επιτρέψει στις μεγάλες αλυσίδες σουπερμάρκετ να συνεργαστούν, μοιραζόμενες για παράδειγμα δεδομένα, αποθεματικά και οδηγούς. Οι περιορισμοί στα ωράρια εργασίας και τις ώρες που τα καταστήματα μπορούν να λαμβάνουν προϊόντα αίρονται.
Τα μεγάλα καταστήματα λιανικής πώλησης ειδών πρώτης ανάγκης έχουν επίσης προχωρήσει σε μαζικές προσλήψεις. Ένα μέρος αυτού του πρόσθετου προσωπικού θα χρειαστεί απλώς για να καλύψει τις απουσίες που οφείλονται σε ασθένεια ή αυτοαπομόνωση. Άλλοι όμως θα μπορέσουν να βοηθήσουν στην ανακούφιση των αναταράξεων στην αλυσίδα εφοδιασμού.
Κάποια σουπερμάρκετ ήδη έχουν ξεκινήσει να περιορίζουν το εύρος κάποιων προϊόντων για να εστιάσουν σε πιο αναγκαία αγαθά.
Τέλος, θα ήταν περίεργο αν δεν σχολίαζα το ζήτημα της τιμολόγησης. Κατά τη γνώμη μου, το βασικό ερώτημα είναι αν η αύξηση των τιμών όντως θα βοηθούσε στην ανακούφιση των ελλείψεων.
Στο ένα άκρο, δεν τρέφω καμία συμπάθεια σε όσους έχουν αγοράσει μαζικές ποσότητες από χαρτί υγείας ή απολυμαντικά χεριών και προσπαθεί να τα πουλήσει σε φουσκωμένες τιμές στο μπακάλικο του ή διαδικτυακά. Αυτό είναι καθαρή κερδοσκοπία και ακόμη κι εγώ είμαι εναντίον της.
Αν όμως μια αύξηση στην τιμή κάποιων αγαθών οδηγήσει σε αύξηση στη διαθεσιμότητά τους, είτε ενθαρρύνοντας κάποιες εταιρίες να εκτρέψουν την παραγωγή τους εκεί όπου η ζήτηση είναι μεγαλύτερη, είτε εξισορροπώντας τα πρόσθετα κόστη που συνεπάγεται η γρήγορη αύξηση της παραγωγής, τότε είναι σίγουρο ότι μιλάμε για κάτι διαφορετικό.
Με άλλα λόγια, αν μια αύξηση τιμής της τάξης του 10% είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να διασφαλιστεί η επαρκής προσφορά αγαθών πρώτης ανάγκης, και οι φτωχοί μπορούν να προστατευτούν με κάποιου είδους επιδότηση, δεν θα ήταν αυτό προτιμότερο από την εναλλακτική των ευρέων ελλείψεων;
Στην πραγματικότητα όμως αυτό το επιχείρημα πρέπει να είναι άκαιρο. Η καλύτερη ελπίδα μας για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα των άδειων ραφιών μπορεί να μην είναι κάποια αύξηση στις τιμές ή ακόμη και η παροχή καλύτερης πληροφόρησης, αλλά απλώς το πέρασμα του χρόνου. Υπάρχουν ήδη μάλιστα κάποια ενθαρρυντικά σημάδια ότι η προσφορά αρχίζει να καλύπτει τη ζήτηση: το τοπικό μου σουπερμάρκετ πουλά τώρα ξανά χαρτί υγείας. Πρέπει να τρέξω…
Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο μπλογκ του Julian Jessop.
--
Ο Julian Jessop είναι οικονομολόγος στο Institute of Economic Affairs.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 23 Μαρτίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.