Γράφει ο Robert Pondiscio*
Μια αποθαρρυντική έρευνα γνώμης στη Wall Street Journal την περασμένη εβδομάδα δείχνει την κατάρρευση της σημασίας που δίνεται στον πατριωτισμό, τη σκληρή δουλειά, τη συμμετοχή στην κοινότητα και την ανεκτικότητα για τους άλλους, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων της χώρας. Μόλις το 23% των ενηλίκων κάτω των 30 ετών λένε ότι ο πατριωτισμός είναι πολύ σημαντικός για αυτούς προσωπικά, σε σύγκριση με το 59% των Αμερικανών ηλικιωμένων πολιτών.
Μια πηγή του προβλήματος πως οι νέοι επενδύουν λιγότερο προσωπικά στις αξίες που κάποτε καθόριζαν την Αμερική μπορεί να είναι τα δημόσια σχολεία μας, τα οποία έχουν απομακρυνθεί πολύ από τον ιδρυτικό τους σκοπό να δημιουργήσουν πολίτες και να σφυρηλατήσουν ένα ενιαίο έθνος από έναν ανόμοιο λαό σε - ένα ιδανικό που εκφράζεται με τον καλύτερο τρόπο στο μόττο της χώρας E Pluribus Unum («από πολλά, ένα»).
Μια ανασκόπηση των δηλώσεων αποστολής των 100 μεγαλύτερων σχολικών περιοχών στις ΗΠΑ, που εκπαιδεύουν συλλογικά περισσότερα από 10 εκατομμύρια παιδιά, αποκαλύπτει κάτι αξιοσημείωτο και θλιβερό: οι λέξεις «πατριωτικός» και «πατριωτισμός» δεν απαντώνται σε καμία από αυτές. Ακόμη πιο εντυπωσιακό: ούτε οι λέξεις «Αμερική» ή «Αμερικανός». Η λέξη «κοινότητα» εμφανίζεται περίπου στις μισές από τις δηλώσεις που έχουν υιοθετηθεί, αλλά συνήθως σε ανώδυνες φράσεις όπως «κοινότητα μαθητών».
Είκοσι εννέα δηλώσεις αποστολής περιλαμβάνουν κάποια παραλλαγή της λέξης «πολίτης», αλλά τις περισσότερες φορές σε σχέση με την «ιδιότητα του παγκόσμιου πολίτη». Η δήλωση αποστολής για την κομητεία Dade, τη σχολική περιφέρεια της Φλόριντα, για παράδειγμα, περιλαμβάνει μια έκκληση «να ενδυναμώσουμε όλους τους μαθητές ώστε να είναι παραγωγικοί δια βίου μαθητές και υπεύθυνοι παγκόσμιοι πολίτες». Τα σχολεία της Φιλαδέλφειας αναλαμβάνουν να «διασφαλίσουν ότι όλα τα παιδιά θα αποφοιτούν από το γυμνάσιο έτοιμα να επιτύχουν, πλήρως αφοσιωμένα ως πολίτες του κόσμου μας».
Οι πρώτοι στοχαστές μας σχετικά με την αμερικανική εκπαίδευση πιθανότατα θα ήταν απογοητευμένοι από την κατάρρευση του πατριωτικού συναισθήματος και θα ήταν αναστατωμένοι αν ήξεραν πόσο μακριά έχουμε απομακρυνθεί από την αποστολή των σχολείων σε σχέση με τους αυριανούς πολίτες.
Όπως σημείωσε ο μελετητής της εκπαίδευσης E.D. Hirsch, Jr. στο βιβλίο του The Making of Americans, μια «αγωνία διατρέχει τα γραπτά της επαναστατικής γενιάς των Αμερικανών θεωρητικών της εκπαίδευσης», όπως ο Benjamin Rush και ο Noah Webster, ακόμη και Ιδρυτών των ΗΠΑ όπως ο Τζορτζ Ουάσιγκτον και ο Τόμας Τζέφερσον, που έβλεπαν τα δημόσια σχολεία ως «την κεντρική και κύρια ελπίδα για τη διατήρηση των δημοκρατικών ιδεωδών και την αντοχή του έθνους μας ως μιας δημοκρατίας».
«Είναι ευρέως γνωστό ότι οι ισχυρότερες προκαταλήψεις μας υπέρ της χώρας μας διαμορφώνονται στα πρώτα είκοσι χρόνια της ζωής μας», έγραψε ο Ρας το 1798, σε ένα πολύ γνωστό δοκίμιο που ζητούσε «ένα γενικό και ενιαίο σύστημα εκπαίδευσης, που θα καταστήσει τη μάζα του λαού πιο ομοιογενή και, ως εκ τούτου, θα τους προσαρμόσει πιο εύκολα σε μια ομοιόμορφη και ειρηνική διακυβέρνηση».
Το να ζητήσουμε σήμερα μια «πιο ομοιογενή» κοινωνία θα ισοδυναμούσε με φλερτ με τη δημόσια ακύρωση. Δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι αναφορές στη «διαφορετικότητα» και την «ισότητα» εμφανίζονται σε τουλάχιστον το ένα τρίτο των δηλώσεων αποστολής των σχολικών περιφερειών.
Η δημοσκόπηση της Wall Street Journal έδειξε μια αυξανόμενη έμφαση στα χρήματα, τα οποία αναφέρθηκαν ως «πολύ σημαντικά» από το 43% των ερωτηθέντων, έναντι του 31% το 1998. Αυτό επαναλαμβάνεται επίσης στις δηλώσεις αποστολής των σχολικών περιφερειών, οι οποίες είναι πολύ πιο πιθανό να αντικατοπτρίζουν τους ιδιωτικούς στόχους της προετοιμασίας για το κολέγιο (31 φορές) και για την επαγγελιματική σταδιοδρομία (33) απ’ ό,τι τον οποιονδήποτε δημόσιο σκοπό.
Ούτε πρόκειται εδώ για μια περίπτωση γραφειοκρατών της εκπαίδευσης που επιβάλλουν επιταγές εργατικού δυναμικού στα σχολεία. Μια πολυετής έρευνα που ολοκληρώθηκε πέρυσι από το Populace, ένα μη κομματικό think tank, πρόσφερε στους Αμερικανούς μια λίστα με 57 στόχους για τους μαθητές της υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Η κορυφαία προτεραιότητα ήταν οι μαθητές να «αναπτύξουν πρακτικές δεξιότητες», συμπεριλαμβανομένης της ικανότητας διαχείρισης των προσωπικών τους οικονομικών. Η κατανόηση και η γνώση του τρόπου συμμετοχής σε μια δημοκρατία κατέλαβε την 23η θέση, ενώ η υιοθέτηση «ενός κοινού συνόλου αμερικανικών αξιών» την 37η.
Δεν πρέπει να υποθέσουμε ότι οι δηλώσεις αποστολής των σχολικών περιφερειών είναι ένας αξιόπιστος οδηγός για τη διδασκαλία στην τάξη ή για τα μηνύματα που λαμβάνουν τα παιδιά για την αμερικανική ζωή. Τα σχολεία είναι μόνο μία από τις επιρροές που διαμορφώνουν τις απόψεις και τις αξίες των παιδιών μας. Αλλά είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι όταν οι άνθρωποι που είναι υπεύθυνοι για τον καθορισμό των προσδοκιών και την επίβλεψη του έργου των σχολικών περιφερειών οι οποίες χρηματοδοτούνται από τους φορολογούμενους αναρωτιούνται «Ποιος είναι ο ρόλος μας;», τα δεδομένα δείχνουν ότι ο στόχος της ανάπτυξης «προκαταλήψεων υπέρ της χώρας μας» δεν παίζει πλέον κανένα ρόλο.
* Ο Robert Pondiscio είναι διακεκριμένο στέλεχος του American Enterprise Institute, όπου εστιάζει σε θέματα υποχρεωτικής εκπαίδευσης, προγραμμάτων σπουδών, διδασκαλίας και σχολικής επιλογής.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 5 Απριλίου 2023 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.