Του Eric Clifford Graf
Οικονομολόγοι της Αυστριακής Σχολής έχουν εδώ και καιρό υποστηρίξει ότι η νοοτροπία των ελεύθερων αγορών, που άγγιξε το απόγειό της κατά την περίοδο του κλασικού φιλελευθερισμού του 18ου και 19ου αιώνα, έχει τις απαρχές της στην πρώιμη νεώτερη εποχή και ιδίως στις ιδέες των νεο-σχολαστικών στοχαστών της Ισπανίας του 16ου και 17ου αιώνα που έμειναν γνωστοί και ως εκπρόσωποι της Σχολής της Σαλαμάνκας.
Για να ονομάσουμε κάποιους απ' αυτούς, στοχαστές όπως ο Domingo de Soto (1494-1560), o Martin de Azpilcueta (1491-1586), o Diego de Covarrubias (1512-77), o Luis Saravia de la Calle (1500s), o Tomas de Mercado (1525-75), o Luis de Molina (1535-1600), o Juan de Mariana (1536-1624), και ο Felipe de la Cruz Vasconcillos (περίπου στα 1500) με ενάργεια όρισαν, ανέλυσαν, εξέτασαν και εξήγησαν φαινόμενα όπως τα επιτόκια δανεισμού, την τιμολόγηση αγαθών και υπηρεσιών, της αιτίες και τα αποτελέσματα του πληθωρισμού, την ορθότητα διαφόρων νομισματικών πολιτικών και τη σχέση μεταξύ προσφοράς και ζήτησης.
Ο Miguel de Cervantes (1547-1616), συγγραφέας του πρώτου μυθιστορήματος της νεωτερικότητας, του Δον Κιχώτη της Μάντσα (πρώτο μέρος 1605, δεύτερο μέρος 1615), γνώριζε την Σχολή της Σαλαμάνκα. Ως απόδειξη γι' αυτό, ακολουθούν πέντε κύριες ιδέες του πυρήνα της σκέψης των ελεύθερων αγορών, που βρίσκονται επίσης και στον πυρήνα του Δον Κιχώτη:
Υποκειμενική Αξία
Οι οικονομολόγοι της Σχολής της Σαλαμάνκα και της Αυστριακής Σχολής υιοθετούν την ιδέα ότι η ελεύθερη και εθελούσια συναλλαγή συνεπάγεται ότι ακόμη και δύο λάθη μπορεί να οδηγήσουν σε ένα σωστό. Αν και τα δύο συναλλασσόμενα μέρη φύγουν χαρούμενα, η "πραγματική" αξία των πραγμάτων που ανταλλάσσουν έχει λιγότερη σημασία από το γεγονός ότι τα ανταλλάσσουν. Οι προτιμήσεις, οι επιθυμίες και οι ανάγκες είναι υποκειμενικές. Πράγματι, αυτού του είδους οι διαφορές είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο παράγουμε και εμπορευόμαστε πράγματα. Χωρίς αυτές, θα ήμασταν όλοι φτωχά και πεινασμένα κτήνη.
Το έργο του Θερβάντες βρίθει από παραδείγματα της υποκειμενικής θεωρίας της αξίας. Για παράδειγμα, στο 21ο κεφάλαιο του πρώτου μέρους του Δον Κιχώτη, ο εκκεντρικός ιδαλγός (ευγενής) ρωτά τον Σάντσο "Δεν βλέπεις αυτόν τον ιππότη που έρχεται προς το μέρος μας, καβάλα σ' ένα πιτσιλωτό γκρίζο άλογο φορώντας στο κεφάλι του ένα χρυσό κράνος;" Ο ακόλουθος δεν πείθεται: "Αυτό που βλέπω και μπορώ να διακρίνω. είναι απλώς ένας άνθρωπος πάνω σ' έναν γάιδαρο γκρίζο σαν και τον δικό μου, που φορά κάτι γυαλιστερό στο κεφάλι του".
Η αξία του χρήματος σε χρόνο
Στον προτεσταντικό κόσμο, άνθρωποι όπως ο Ιωάννης Καλβίνος και ο Ερρίκος Η' άρχισαν να αποδομούν τους νόμους για την τοκογλυφία γύρω στα 1550. Στην Ισπανία, οι εκπρόσωποι της Σχολής της Σαλαμάνκα συζητούσαν το ζήτημα. Το έργο του Saravia Instrucion de mercaderes (1544) αποτελεί το σημείο τομής μεταξύ διαφορετικών τρόπων αντίληψης της επιχειρηματικότητας. Το έργο του Mercado Suma de tratos y contratos (1569) προωθούσε μια φιλελεύθερη θεώρηση της χρέωσης επιτοκίου. Το έργο του Vasconcillos Tratado unico de intereses (1637) επισήμανε τη βασική αδικία του να δανείζεται κανείς χρήματα δωρεάν.
Η κριτική του Θερβάντες έναντι των νόμων για την τοκογλυφία εμφανίζεται στο τέταρτο κεφάλαιο του πρώτου μέρους του Δον Κιχώτη, στον διάλογο μεταξύ του ήρωα και του Juan Haldudo με θέμα τα αναδρομικά που χρωστά ο χωρικός σε έναν βοσκό. Ο Δον Κιχώτης υπολογίζει ότι "εννιά μήνες, με επτά ρεάλες τον μήνα μας κάνει 73 ρεάλες" που περιλαμβάνει έναν τόκο 10 ρεάλες. Πρόκειται για ένα παιχνίδι διαφορετικών οπτικών. Αν γελάσουμε με τον Δον Κιχώτη, τότε υιοθετούμε την επίσημη πολιτική εναντίον του τόκου. Αν αποδεχθούμε τον υπολογισμό του, σκεφτόμαστε σαν ορθολογικά μέλη της αγοράς.
Παρεμπιπτόντως, μια επιπλέον χρέωση 10 ρεάλες για τη χρήση 63 ρεάλες για εννιά μήνες, δηλαδή ένας τόκος 21% ετησίως, ήταν ένα λογικό επιτόκιο γύρω στα 1600.
Αγορές ελευθερίας της εργασίας
Ο Καρλ Μαρξ και ο Φρίντριχ Ένγκελς πιστώνουν τον Τόμας Χομπς ως τον εμπνευστή της υλιστικής θεώρησης του πώς λειτουργεί ο κόσμος. Τους άρεσε η κριτική του Χομπς εναντίον της μεταφυσικής σκέψης, αλλά και ο τρόπος που αυτός κατανοούσε την εργασία ως αγαθό που υπόκειται στο νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Μια θεμελιώδης πλευρά της μετάβασης από την φεουδαρχία στον αστικό καπιταλισμό αφορά τη συνειδητοποίηση ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να αποζημιώνονται για τα περιουσιακά τους στοιχεία ή τις υπηρεσίες που προσφέρουν.
Ο Χομπς ήταν ένας σοβαρός αναγνώστης του Δον Κιχώτη. Σε όλο το βιβλίο, ο ακόλουθος και ο ευγενής διαπραγματεύονται τον μισθό του Σάντσο. Στο εικοστό κεφάλαιο του πρώτου μέρους, ο Σάντσο πιέζει τον αφέντη του: "Θα ήθελα να ξέρω. πόσα ακριβώς έβγαζε ένας ακόλουθος από έναν περιπλανώμενο ιππότη εκείνη την εποχή, και αν πληρωνόταν κάθε μήνα ή ημερησίως σαν τους χτίστες". Όταν ο Σάντσο απειλεί να απεργήσει στο έβδομο κεφάλαιο του δεύτερου μέρους, ο Sanson Carrasco, γνωστός και ως "η διαρκής διασκέδαση και χαρά της αυλής των σχολών της Σαλαμάνκα" προσφέρει τις υπηρεσίες του. Ο Δον Κιχώτης αντιλαμβάνεται την ύπαρξη μιας αγοράς: "Δεν σου είπα Σάντσο ότι θα είχα ένα μάτσο ακολούθους να διαλέξω;"
Το σταθερό νόμισμα
Ο John Maynard Keynes παρατήρησε ότι μόνο ένας άνθρωπος στο εκατομμύριο αντιλαμβάνεται τις καταστροφικές συνέπειες του πληθωρισμού. Ελπίζοντας για το ίδιο, οι Αψβούργοι βασιλείς της Ισπανίας του 17ου αιώνα ξεκίνησαν την πρώτη βιομηχανοποιημένη παραγωγή χρήματος χωρίς μεταλλική βάση για να χρηματοδοτήσουν τους πολέμους, τη διαφθορά και τις σπατάλες τους. Τα αποτελέσματα συσχετίζονται έντονα με την πτώση της Ισπανικής Αυτοκρατορίας με τη Συνθήκη της Βεστφαλίας το 1648 (βλέπε το παρακάτω γράφημα). Ο τεχνητός πληθωρισμός κατακρίθηκε από τα μέλη της Σχολής της Σαλαμάνκα και ιδίως τον Mariana. Ο Φίλιππος Γ' έκαψε τα βιβλία του Mariana και η Ιερά Εξέταση τον κατηγόρησε για εσχάτη προσδοκία και προσβολή του μονάρχη.
Στο 1ο κεφάλαιο του πρώτου μέρους του Δον Κιχώτη, η πρώτη μεταφορά αυτού του σπουδαίου λογοτεχνικού έργου αφορά τη σύγκριση ανάμεσα στις οπλές του Ροσινάντε και την κατεστραμμένη αγοραστική αξία του ισπανικού νομίσματος της εποχής. Αργότερα, στο 17ο κεφάλαιο του δεύτερου μέρους, ο Θερβάντες βάζει τον ήρωά του να επιτεθεί σε κάτι που αρχικά περιγράφεται ως η άμαξα χρηματαποστολής του βασιλιά. Πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα κάρο που μεταφέρει τα λιοντάρια του βασιλιά, τα οποία αρνούνται να παλέψουν με τον Δον Κιχώτη. Όταν όμως αυτός δωροδοκεί με χρυσά νομίσματα τον οδηγό και τον θηριοδαμαστή για να πουν ότι νίκησε τα θηρία, αυτό έχει συμβολική σημασία: ο χρυσός είναι τρόπος αποταμίευσης αξίας έναντι των χρημάτων του Φιλίππου Γ'. Ο αφηγητής αναφέρει ότι ο θηριοδαμαστής "υποσχέθηκε να αφηγηθεί αυτή τη γενναία πράξη στον ίδιο τον βασιλιά μόλις φτάσει στην αυλή".
Το γλυκό εμπόριο
Η έννοια του "doux-commerce" του Μοντεσκιέ, ενός οράματος των θετικών συνεπειών του εμπορίου, είναι πρόδρομος της σκέψης του Adam Smith, του James Madison, του David Ricardo, του Norbert Elias, του Steven Pinker και του Niall Ferguson. Πρόδρομος του Μοντεσκιέ ήταν ο Mariana, ο οποίος είπε "δεν υπάρχει τίποτε τελειότερο στην ανθρώπινη ζωή από την καλή πίστη με την οποία εγκαθιδρύονται οι εμπορικές σχέσης και συνίσταται η κοινωνία μεταξύ των ανθρώπων".
Αυτό το μάθημα υπάρχει και στον Δον Κιχώτη. Η τρέλα του πρωταγωνιστή διαλύεται καθώς αυτός συμβιβάζεται με τις αστικές αξίες. Στο πρώτο κεφάλαιο του πρώτου μέρους, διαχειρίζεται τόσο λάθος την οικιακή του οικονομία που ούτε ο Αριστοτέλης δεν θα μπορούσε να τον βοηθήσει. Μόλις ένα κεφάλαιο μετά, μαθαίνει ότι, αντίθετα με το τι συμβαίνει στα ιπποτικά μυθιστορήματα, ο πραγματικός κόσμος απαιτεί πληρωμή για αγαθά και υπηρεσίες. Με ταιριαστό τρόπο, ο πανδοχέας τον χρίζει ιππότη προσποιούμενος ότι διαβάζει λατινικά από ένα λογιστικό τετράδιο. Μέχρι το έβδομο κεφάλαιο του πρώτου μέρους, ο ήρωάς μας αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να χρηματοδοτεί τις περιπέτειές του: "Πουλώντας το ένα πράγμα και υποθηκεύοντας το άλλο, πάντα για λιγότερα χρήματα απ' ό,τι θα έπρεπε, έφτασε να έχει ένα κάπως αξιόλογο ποσό". Ο Δον Κιχώτης είναι πιθανότατα περισσότερο αστός στο 44ο κεφάλαιο του πρώτου μέρους, όπου ήρεμα επιλύει, χωρίς να καταφύγει στη συνήθη του βία, μια διαφωνία σχετικά με την πληρωμή ανάμεσα στον πανδοχέα και δύο φιλοξενούμενους.
Η μεγαλύτερη ειρωνεία σχετικά με το εμπόριο στον Δον Κιχώτη είναι ότι η αγορά διασώζει το μυθιστόρημα έναντι της βίας κατά του εαυτού του. Στο ένατο κεφάλαιο του πρώτου μέρους, ο αφηγητής εξηγεί το πώς απόκτησε τη συνέχεια του κειμένου που τελείωνε στη μέση της μάχης του ιππότη με τον Βάσκο στο όγδοο κεφάλαιο του πρώτου μέρους. Η ασύμμετρη πληροφόρηση για δέσμες χαρτιών που βρίσκει ο αφηγητής στην αγορά του Τολέδο καταλήγει στην αγορά τους και στην πρόσληψη ενός ντόπιου Μαυριτανού για τη μετάφρασή τους. Σκεφτείτε το: δεν θα μπορούσαμε να διαβάσουμε τι συνέβη πέρα από το όγδοο κεφάλαιο του πρώτου μέρους χωρίς αυτό το θαύμα της πολυεθνικής αγοράς αγαθών και υπηρεσιών.
Ήταν ο Θερβάντες καπιταλιστής; Αυστριακός; Ραντιανός οπαδός των ελεύθερων αγορών; Ελευθεριακός; Άγγλος φιλελεύθερος; Θα έλεγα ότι ήταν ένας πρόδρομος.
Παρ' όλα αυτά, όταν εξετάζουμε την οικονομική σκέψη, υπάρχει ένας χειροπιαστός μηχανισμός διανοητικής ανάδρασης που μεγεθύνει την επιρροή του πρώτου μυθιστορήματος της νεωτερικότητας. Οι σκέψεις της σχολής της Σαλαμάνκα για την πολιτική οικονομία επηρέασαν τον Θερβάντες. Αργότερα, οι πρωτοφιλελεύθεροι και οι κλασικοί φιλελεύθεροι που επίσης διάβασαν τους εκπροσώπους της Σαλαμάκα συχνά επιβεβαίωναν τις ιδέες τους όταν διάβαζαν τον Δον Κιχώτη. Ο John Locke, ο Thomas Jefferson και ο Frederic Bastiat ήταν κι αυτοί λάτρεις του Δον Κιχώτη. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Αναδημοσίευση από την PanAm Post.
--
Ο Eric Clifford Graf είναι διευθυντής, συγγραφέας, και υπεύθυνος του προγράμματος Discover Don Quijote de la Mancha, ένα μαζικό ανοιχτό διαδικτυακό μάθημα (massive open online course - MOOC) του Universidad Fransisco Marroquin, διαθέσιμο στα αγγλικά και τα ισπανικά.