Η εισβολή στην Ουκρανία έφερε τη Ρωσία στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Τα επιτόκια έχουν διπλασιαστεί, το χρηματιστήριο έχει κλείσει και το ρούβλι έχει υποχωρήσει στο ιστορικά χαμηλότερο του επίπεδό.
Το στρατιωτικό κόστος του πολέμου έχει επιδεινωθεί από ένα άνευ προηγουμένου επίπεδο διεθνών κυρώσεων, που επιβλήθηκαν από έναν μεγάλο συνασπισμό χωρών. Οι Ρώσοι πολίτες, που τώρα δεν μπορούν να ψωνίσουν στο IKEA, στα McDonald's ή στα Starbucks, και δεν επιτρέπεται να μετατρέψουν τα χρήματα που διαθέτουν σε ξένο νόμισμα.
Οι αισιόδοξες εκτιμήσεις δείχνουν ότι η ρωσική οικονομία θα μπορούσε να συρρικνωθεί κατά 7% το επόμενο έτος, αντί της ανάπτυξης 2% που προβλεπόταν πριν από την εισβολή. Άλλοι λένε ότι η πτώση θα μπορούσε να φτάσει έως και το 15%.
Μια τέτοια πτώση θα ήταν μεγαλύτερη από το κραχ των ρωσικών χρηματιστηρίων το 1998 – ένα σημαντικό σοκ για μια οικονομία που δεν γνώρισε σχεδόν καμία ανάπτυξη την τελευταία δεκαετία και δεν κατάφερε να διαφοροποιηθεί από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Εν τω μεταξύ, η Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδιάζει να μειώσει δραστικά την ενεργειακή της εξάρτηση από τη Ρωσία, ενώ οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν αρχίσει να καταργούν σταδιακά τις δικές τους, πιο περιορισμένες, εισαγωγές.
Το οικονομικό σενάριο φαίνεται στην πραγματικότητα ακόμη χειρότερο εάν ο Πούτιν φτάσει σε ένα σημείο όπου αξιώσει τη νίκη στην Ουκρανία. Η κατάληψη της χώρας και η εγκατάσταση μιας κυβέρνησης-μαριονέτας θα συνεπαγόταν σίγουρα την ανάληψη της ευθύνης για την ανοικοδόμηση των κατεστραμμένων υποδομών. Και με τους Ουκρανούς πολίτες να είναι όλο και πιο φιλοευρωπαίοι, η διατήρηση της ειρήνης σε ένα τόσο εχθρικό περιβάλλον θα ανάγκαζε τον Πούτιν να εκτρέψει ένα τεράστιο ποσό πόρων από τον ρωσικό προϋπολογισμό.
Για να έχουμε μια αίσθηση του τι θα συνεπαγόταν αυτό, μπορούμε να δούμε τι έχει συμβεί στο παρελθόν. Μετά από δύο πολέμους και την καταστροφή του Γκρόζνι της Τσετσενίας το 1999–2000, η Ρωσία ξοδεύει ετησίως έως και 3,8 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ για να διατηρήσει το καθεστώς της στη χώρα. Οποιαδήποτε μείωση των χρηματικών μεταβιβάσεων θα έθετε τη Ρωσία σε κίνδυνο περαιτέρω εξέγερσης - και η Κριμαία κοστίζει στη Ρωσία ένα ανάλογο ποσό.
Ο πληθυσμός της Ουκρανίας που ανέρχεται περίπου σε 40 εκατομμύρια ανθρώπους είναι περίπου 40 φορές μεγαλύτερος από τον πληθυσμό της Τσετσενίας και 20 φορές μεγαλύτερος από αυτόν της χερσονήσου της Κριμαίας. Η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα στην Ευρώπη σε έκταση (μετά τη Ρωσία), θα είναι ένα πολύ ακριβό μέρος για να διατηρηθεί μια κατάσταση κατοχής.
Σήμερα, αν και οι ρωσικές απώλειες αποτελούν στρατιωτικό μυστικό, οι ουκρανικές εκτιμήσεις ανεβάζουν το υλικό κόστος για τον Πούτιν από την καταστροφή τανκς, αεροπλάνων και όπλων σε περίπου 5 δισεκατομμύρια δολάρια μόνο για τις δύο πρώτες ημέρες του πολέμου.
Το απόλυτο τίμημα
Αλλά δεν είναι μόνο το στρατιωτικό υλικό αυτό που κοστίζει χρήματα. Μπορεί να ακούγεται παράξενο, ακόμη και δυσάρεστο, αλλά οι κυβερνήσεις και οι οικονομολόγοι αποδίδουν χρηματική αξία σε κάθε ανθρώπινη ζωή. Αυτού του είδους οι υπολογισμοί αποφασίζουν, για παράδειγμα, ποια φάρμακα ή ιατρικές θεραπείες θα παρέχει το κρατικό σύστημα υγείας με τον περιορισμένο προϋπολογισμό του.
Μέχρι στιγμής υπάρχουν εκτιμήσεις ότι έως και 12.000 Ρώσοι στρατιώτες έχουν σκοτωθεί στην Ουκρανία. Συγκριτικά, κατά τη διάρκεια της σοβιετικής εισβολής στο Αφγανιστάν σκοτώθηκαν περίπου 15.000 στρατιώτες, 8.000 κατά τον πρώτο πόλεμο της Τσετσενίας και ένας ελαφρώς μεγαλύτερος (αλλά αβέβαιος αριθμός) κατά τον δεύτερο.
Μια πρόχειρη εκτίμηση με βάση το προσδόκιμο ζωής και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ υποδηλώνει ότι ένας αριθμός θανάτων 10.000 Ρώσων στρατιωτών θα αντιστοιχούσε σε κόστος άνω των 4 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Σε αυτό, θα πρέπει κανείς να προσθέσει και το τεράστιο τίμημα ψυχικής υγείας στις οικογένειές τους και σε όλους τους στρατιώτες που συμμετείχαν σε έναν ενεργό πόλεμο.
Αυτά τα κόστη όμως δεν αφορούν άμεσα τον κρατικό προϋπολογισμό. Το ίδιο ισχύει και για την ασήμαντη αποζημίωση που ανακοίνωσε ο Πούτιν για τις οικογένειες των νεκρών στρατιωτών, η οποία θα καταβληθεί σε τοπικό νόμισμα, πράγμα που σημαίνει ότι η πραγματική της αξία μπορεί σύντομα να πλησιάσει το μηδέν. Οι περισσότερες υλικές και ανθρώπινες απώλειες μπορούν ουσιαστικά να ταξινομηθούν υπό την κατηγορία των «υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων» και το κόστος αντικατάστασής τους θα καταβληθεί μόνο στο μέλλον.
Το αν το κόστος του πολέμου αποδειχθεί πολύ υψηλό για τον Πούτιν τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες θα εξαρτηθεί από δύο παράγοντες: Μπορεί η ρωσική στρατιωτική και αμυντική βιομηχανία να επιβιώσει χωρίς τεχνολογικές εισαγωγές όπως ηλεκτρονικά και βιομηχανικά ρομπότ από τη Δύση; Και θα είναι επαρκής ο αντίκτυπος των κυρώσεων και των ανθρώπινων απωλειών για να μετατοπιστεί η κοινή γνώμη με τρόπο που να απειλεί το Κρεμλίνο;
Τα υπόλοιπα πολύ ζοφερά προειδοποιητικά σύννεφα για την οικονομία που συγκεντρώνονται πάνω από τη Ρωσία θα έχουν σημασία μόνο για έναν ηγέτη που ενδιαφέρεται για τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του πολέμου στους συμπολίτες του.
--
Ο Renaud Foucart διδάσκει οικονομικά στο Τμήμα Οικονομικών του Lancaster University Management School.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 14 Μαρτίου 2022 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του CapX.co και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.