Του Rainer Zitelmann
Μέχρι και το 1981, το 88% του πληθυσμού της Κίνας ζούσε υπό συνθήκες ακραίας φτώχειας - σήμερα το ποσοστό αυτό είναι χαμηλότερο από 1%. Πώς έγινε αυτό εφικτό;
Ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας δε βγήκαν τόσες εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι από την ακραία φτώχεια για να εισέλθουν στη μεσαία τάξη μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Η ανάπτυξη της Κίνας καταδεικνύει ότι η αύξηση της οικονομικής ανάπτυξης - ακόμη και όταν συνοδεύεται από αύξηση της ανισότητας - ωφελεί την τεράστια πλειονότητα των ανθρώπων. Η ανισότητα στην Κίνα έχει αυξηθεί, αλλά κανείς δεν θα επέλεγε να επιστρέψει στην εποχή του Μάο, όταν οι Κινέζοι ήταν πιο ίσοι μεταξύ τους αλλά, κυρίως, φτωχότεροι.
Σήμερα, υπάρχουν περισσότεροι δισεκατομμυριούχοι στην Κίνα απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο, με την εξαίρεση των Ηνωμένων Πολιτειών. Σήμερα στο Πεκίνο ζουν περισσότεροι δισεκατομμυριούχοι απ’ ό,τι στη Νέα Υόρκη. Αυτό επιβεβαιώνει την εγγενή πλάτη της αντικαπιταλιστικής “σκέψης του μηδενικού αθροίσματος”, που ισχυρίζεται ότι οι πλούσιοι είναι πλούσιοι μόνο και μόνο επειδή αφαίρεσαν κάτι από τους φτωχούς. Το ότι εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι στην Κίνα ζουν σήμερα πολύ καλύτερα δεν επετεύχθη παρά το γεγονός ότι υπάρχουν τόσοι πολλοί εκατομμυριούχοι και δισεκατομμυριούχοι, αλλά ακριβώς επειδή μετά τον θάνατο του Μάο, ο Ντενγκ Σιάοπινγκ υιοθέτησε το σλόγκαν: “Ας αφήσουμε κάποιους να πλουτίσουν πρώτοι”.
Ο Κινέζος οικονομολόγος Weiying Zhang στο βιβλίο του Ideas for China’s Future του 2020 γράφει ότι ο Ντενγκ Σιάοπινγκ αναφέρεται ως ο “αρχιτέκτονας” της μεταρρύθμισης στην Κίνα. “Ο Ντενγκ Σιάοπινγκ καταλάβαινε επίσης ότι η οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις διαφέρουν από την κατασκευή κτιρίων. Δεν μπορούν να οικοδομηθούν βάσει προαποφασισμένων σχεδίων. Αντί γι’ αυτό πρέπει να ακολουθηθεί η προσέγγιση “ας διασχίσουμε το ποτάμι πατώντας πάνω σε μια πέτρα τη φορά’”.
Ο Zhang υποστηρίζει ότι ο Ντενγκ εφάρμοσε μεταρρυθμίσεις μέσω πειραματισμού. Τίποτε σημαντικό δεν καθοριζόταν απλώς μέσω διατάγματος - ούτε οι μεταρρυθμίσεις στις τιμές, ούτε οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, ούτε αυτές στη φορολογία ή το διεθνές εμπόριο. Ο Ντενγκ διαρκώς δοκίμαζε νέες προσεγγίσεις σε συγκεκριμένα πεδία ή αντικείμενα (πχ., ειδικές οικονομικές ζώνες). Αν οι μεταρρυθμίσεις πετύχαιναν σε μια μικρότερη κλίμακα τις επεξέτεινε αν όχι τις εγκατέλειπε. Μεγάλο μέρος της επιτυχίας της Κίνας ήταν προϊόν πρωτοβουλιών “από τα κάτω” οι οποίες ενθαρρύνονταν ως εναλλακτικές έναντι των διαταγμάτων από την κεντρική διοίκηση. Η καθοριστική ικανότητα του Ντενγκ ήταν, όπως το διατυπώνει ο Ζανγκ ότι “Ο Ντενγκ Σιαοπίνγκ ήξερε ότι δεν ήξερε!”.
Ο Ντενγκ σωστά έδωσε προτεραιότητα στην οικονομική ανάπτυξη, όπως φαίνεται από τα παρακάτω δεδομένα: οι κινεζικές επαρχίες όπου τις τελευταίες δεκαετίες μειώθηκε περισσότερο οι φτώχεια είναι ταυτόχρονα εκείνες που γνώρισαν τη μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη. Ο Ζανγκ, που είναι σίγουρα ο ευφυέστερος αναλυτής της κινεζικής οικονομίας, απορρίπτει την ιδέα ότι η εντυπωσιακή επιτυχία της Κίνας είναι αποτέλεσμα του σημαντικού ρόλου που έπαιξε το κράτος.
Αυτή η παρερμηνεία είναι διαδεδομένη στη Δύση, αλλά και ολοένα και περισσότερο κυριαρχεί και στην Κίνα, όπου κάποιοι πολιτικοί και επιστήμονες πιστεύουν ότι η εξήγηση για την επιτυχία της χώρας έγκειται σε ένα ιδιαίτερο κινεζικό μοντέλο. “Οι υποστηρικτές του μοντέλου της Κίνας κάνουν λάθος γιατί συγχέουν το ‘παρά το’ με το ‘εξαιτίας του’. Η Κίνα αναπτύχθηκε γρήγορα όχι εξαιτίας, αλλά παρά του χωρίς όρια κράτους και του μεγάλου αναποτελεσματικού δημόσιου τομέα”.
Η ανάπτυξη αγορών και οι ιδιωτικοποιήσεις είναι μάλιστα οι κινητήριες δυνάμεις πίσω από την εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη της Κίνας. Ο Ζανγκ ανέλυσε δεδομένα από διάφορες περιοχές της Κίνας και συμπέρανε ότι “όσο περισσότερο προσανατολισμένες προς την αγορά ήταν οι μεταρρυθμίσεις που εφάρμοσε μια επαρχία, τόσο υψηλότερη ήταν και η οικονομική ανάπτυξη που πέτυχε, και όσες επαρχίες έμειναν πίσω ως προς τις μεταρρυθμίσεις για την ανάπτυξη των αγορών, έμειναν πίσω και στην οικονομική ανάπτυξη”.
Οι περιοχές όπου εφαρμόστηκαν με τη μεγαλύτερη συνέπεια μεταρρυθμίσεις στην κατεύθυνση της αγοράς, όπως η Γκουανγκντόνγκ, η Τσετσιάνγκ, η Φουτσιάν και η Τσιανγκσού ήταν και εκείνες που πέτυχαν τη μεγαλύτερη οικονομική ανάπτυξη.
Εδώ, κι αυτό είναι μια σημαντική διαπίστωση, “το καλύτερο κριτήριο της προόδου των μεταρρυθμίσεων είναι οι αλλαγές στις επιδόσεις ανάπτυξης της αγοράς στις υπό εξέταση περιόδους, και όχι οι απόλυτες επιδόσεις για κάποιο συγκεκριμένο έτος”. Ο ρυθμός ανάπτυξης είναι μεγαλύτερος όπου οι ιδιωτικές εταιρίες διαδραματίζουν τον καθοριστικό ρόλο. Τα δεδομένα του Ζανγκ το αποδεικνύουν: “Οι επαρχίες των οποίων οι οικονομίες είναι πιο ‘ιδιωτικοποιημένες’ είναι πιθανότερο να αναπτυχθούν ταχύτερα. Οι μη κρατικοί κλάδοι, και όχι ο δημόσιος τομέας, είναι οι κινητήριες δυνάμεις της υψηλής ανάπτυξης”.
Η μεταρρυθμιστική πορεία της Κίνας τις τελευταίες δεκαετίες ποτέ δεν υπήρξε ομοιόμορφη, και ποτέ δεν κινήθηκε μόνο προς μία κατεύθυνση. Υπήρξαν φάσεις όπου οι δυνάμεις της αγοράς γρήγορα ενισχύθηκαν, αλλά και φάσεις όπου το κράτος ανέκτησε τον ρόλο του. Ακόμη και αν μακροπρόθεσμα η κύρια τάση ήταν “έξω το κράτος, μέσα οι ιδιώτες” (guo tui min jin), υπήρξαν και περίοδοι καθώς και περιοχές όπου επικράτησε η ανάποδη τάση, δηλαδή “μέσα το κράτος, έξω οι ιδιώτες” (guo jin min tui). Ο Ζανγκ εξετάζει τους διαφορετικούς ρυθμούς ανάπτυξης στις περιοχές “έξω το κράτος, μέσα οι ιδιώτες” και στις “μέσα το κράτος, έξω οι ιδιώτες”. Ξανά, τα αποτελέσματα είναι ξεκάθαρα: η οικονομία αναπτύχθηκε σημαντικά πιο γρήγορα στις περιοχές “έξω το κράτος, μέσα οι ιδιώτες”.
Όπως εξηγεί ο Ζανγκ, αυτό αποδεικνύει ότι “η ραγδαία ανάπτυξη της Κίνας τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες είχε ως μοχλό τη δύναμη της αγοράς και των μη κρατικών τομέων, και όχι τη δύναμη του κράτους και του δημοσίου όπως ισχυρίζονται οι υποστηρικτές του κινεζικού μοντέλου”.
Ο βαθμός της καινοτομίας έχει κρίσιμη σημασία για την περαιτέρω ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας. Μια ανάλυση της έντασης της έρευνας και της ανάπτυξης στη βιομηχανία, τις ευρεσιτεχνίες που χορηγούνται κατά κεφαλή και το ποσοστό των πωλήσεων νέων προϊόντων επί των συνολικών βιομηχανικών εσόδων καθιστά σαφές ότι όλα αυτά τα κομβικά για την καινοτομία μεγέθη παρουσιάζουν μια σαφή θετική συσχέτιση με το βαθμό της ανάπτυξης αγορών.
Όταν συναντήθηκα με τον Γουέιγινγκ Ζανγκ στο Πεκίνο, μου τόνισε τον μεγάλο κίνδυνο της παρερμηνείας των λόγων που οδήγησαν στην ανάπτυξη της Κίνας, όχι μόνο για την Κίνα, αλλά και για τη Δύση. Αν οι άνθρωποι στη Δύση συμπεράνουν λανθασμένα ότι η οικονομική επιτυχία της Κίνας έχει ως θεμέλιο κάποιον μοναδικό “τρίτο δρόμο” ανάμεσα στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό, τον γνωστό και ως “κρατικό καπιταλισμό”, ο Ζανγκ ανησυχεί ότι θα εξάγουν λάθος συμπεράσματα για τις σχέσεις τους με την Κίνα.
Στο βιβλίο του Ideas for China’s Future, ο Ζανγκ χρησιμοποιεί μια πολύ εύστοχη μεταφορά: “Φανταστείτε ότι βλέπετε κάποιον μονόχειρα να τρέχει πολύ γρήγορα. Αν συμπεράνετε ότι η ταχύτητά του προέρχεται από το γεγονός ότι του λείπει ένα χέρι, τότε είναι φυσικό να πείτε σε άλλους να κόψουν το ένα χέρι τους. Αυτό θα ήταν μια καταστροφή… Οι οικονομολόγοι δεν πρέπει να συγχέουν το ‘παρά το’ με το ‘εξαιτίας του’”.
Οι υποστηρικτές ενός ισχυρού κράτους στην Ευρώπη και της Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν όλοι να πιστέψουμε ότι η οικονομική επιτυχία της Κίνας επιβεβαιώνει ότι η οικονομική ανάπτυξη συνδέεται αναπόδραστα με ένα ισχυρό κράτος. Οι αναλύσεις του Γουέιγινγκ Ζανγκ αποδεικνύουν ότι ισχύει το αντίθετο. Μήπως οι ίδιοι οι Κινέζοι ξεχνούν τις ρίζες της επιτυχίας τους; Τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, μαίνεται μια διαρκής μάχη μεταξύ δύο οικονομικών ιδεολογιών - της σοσιαλιστικής εναντίον της καπιταλιστικής. Άλλοτε το πάνω χέρι το κερδίζουν οι υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς κερδίζουν το πάνω χέρι, και άλλοτε οι υποστηρικτές του κράτους.
Αυτή η μάχη συνεχίζεται, το αποτέλεσμά της θα καθορίσει το μέλλον της Κίνας. Ο τρόπος με τον οποίο η Κίνα θα αντιμετωπίσει την πρόσφατη κτηματομεσιτική κρίση θα δώσει ενδείξεις για το αν η Κίνα - όπως και η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες - θα ακολουθήσει τον δρόμο του κρατικού παρεμβατισμού, ή θα αποδειχθεί αρκετά θαρραλέα ώστε να εφαρμόσει εναλλακτικές που βασίζονται στην αγορά. Οι εξελίξεις τα τελευταία χρόνια τείνουν να καταδείξουν ότι στην Κίνα (όπως και παντού αλλού στον σημερινό κόσμο) η πίστη στο κράτος είναι ισχυρότερη από την πίστη στις δυνάμεις της αγοράς. Βραχυπρόθεσμα αυτό μπορεί να ανακουφίσει τις τελευταίες δραματικού χαρακτήρα κρίσεις, αλλά μακροπρόθεσμα θα δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα.
*Ο Rainer Zitelmann είναι ιστορικός και κοινωνιολόγος. Είναι συγγραφέας του βιβλίου The Power of Capitalism.
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 9 Νοεμβρίου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.