Του Benedikt Koehler*
Η έκδοση του βιβλίου του Καρλ Μέγκερ Αρχές Οικονομικής Επιστήμης στη Βιέννη το 1871 θεωρείται συνήθως ως η πράξη γέννησης της Αυστριακής ΟΙκονομικής Σχολής. Η εστίαση όμως του βιβλίου του Janek Wasserman The Marginal Revolutionaries: How Austrian Economists fought the War of Ideas (Οι οριακοί επαναστάτες: Πώς οι Αυστριακοί οικονομολόγοι έδωσαν τη μάχη των ιδεών) έγκειται αλλού. Ο συγγραφέας επισημαίνει ότι είναι αμφισβητήσιμο το αν το βιβλίο του Μέγκερ είχε τη σημασία ή την πρωτοτυπία που του αποδίδεται. Το βιβλίο αυτό έλαβε λίγη προσοχή τότε. Σε κάθε περίπτωση, η “Οριακή Επανάσταση” που του πιστώνεται συχνά, θα συνέβαινε ούτως ή άλλως, δεδομένου του ότι ο Βρετανός οικονομολόγος William Stanley Jevons και ο Γάλλος οικονομολόγος Léon Walras ήδη εργάζονταν ανεξάρτητα προς αυτή την κατεύθυνση.
Ανεξαρτήτως του βαθμού που η ανάδυση της Αυστριακής Σχολής οφείλεται σε καινοτόμα μεθοδολογία, ένας άλλος παράγοντας που είχε ακόμη μεγαλύτερη σημασία, καταδεικνύει ο Wasserman, ήταν μια ιδιαίτερη ικανότητα οικοδόμησης σχέσεων με φορείς έξω από την θεσμική πανεπιστημιακή κοινότητα. Οι Αυστριακοί, με άλλα λόγια ήταν καλοί στον σχηματισμό δικτύων.
Στην αρχή, τα αυστριακά οικονομικά ήταν μια οικογενειακή υπόθεση. Οι ηγετικές μορφές τους συνδέονταν με χιλιάδες προσωπικές σχέσεις. Να μερικές από αυτές: ο παππούς του Φρίντριχ Χάγιεκ από την πλευρά της μητέρας του, ο Franz von Juraschek, ήταν καθηγητής οικονομικών, και η μητέρα του, Felicitas, ήταν ξαδέρφη των Βιτγκενστάιν, που σήμερα τους θυμόμαστε για τους γιούς που θα γίνονταν διάσημοι στη φιλοσοφία και τη μουσικοί. Ο Γούρασεκ ήταν επίσης φίλος με έναν από τους μαθητές του Μένγκερ, τον Eugen Böhm-Bawerk, ο οποίος, μαζί με άλλο μαθητή του Μένγκερ, τον Friedrich von Wieser, δίδαξε στη συνέχεια οικονομικά και υπηρέτησε στην κυβέρνηση. Οι Μπεμ-Μπάβερκ και Βίζερ μάλιστα έγιναν συγγενείς μέσω γάμων. Θα ήταν αδύνατο να ξεχωρίσουμε τους επαγγελματικούς από τους οικογενειακούς δεσμούς.
Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό των Αυστριακών οικονομολόγων είναι πώς ήταν ασυνήθιστα πετυχημένοι έξω από τα πανεπιστήμια. Ο Καρλ Μένγκερ σε ηλικία περίπου 25 ετών ίδρυσε μια εφημερίδα που πωλούσε 35.000 φύλλα, ενώ οι Μπεμ-Μπάβερκ και Βίζερ ήταν υπουργοί. Οι φοιτητές που προσελκύονταν στα αυστριακά οικονομικά είχαν εξίσου εκλεκτικά υπόβαθρα με τους καθηγητές τους. Σήμερα θα ακουγόταν σχεδόν αδιανόητο ένας πρώην υπουργός οικονομικών να είναι επικεφαλής ομάδων συζήτησης τόσο ευρέων όσο αυτών του Μπεμ-Μπάβερκ: ένα από τα σεμινάριά του είχε ως μέλος τον φιλόσοφο Otto Neurath, τον μελλοντικό σύμβουλο του Λένιν, Νικολάι Μπουχάριν (υποστηρικτή της Νέας Οικονομικής Πολιτικής, τον οποίο αργότερα εκτέλεσε ο Στάλιν), και τον σοσιαλιστική Rudolf Hilferding, που θα γινόταν αργότερα υπουργός στη Γερμανία της Βαϊμάρης.
Οι Αυστριακοί οικονομολόγοι συχνά εμπλέκονταν σε διάλογο με τους σοσιαλιστές οικονομολόγους, και μάλιστα ένας αδερφός του Καρλ Μένγκερ, ο Άντον Μένγκερ ήταν κοινωνικός στοχαστής με αριστερή κλίση. Τις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Αυστριακοί οικονομολόγοι είχαν καλλιεργήσει μια συγκεκριμένη εικόνα: πολύ στενές προσωπικές σχέσεις μεταξύ των μελών τους, απουσία δισταγμών σε ό,τι αφορά την υπέρβαση των συνόρων μεταξύ των επιστημονικών αντικειμένων, και προθυμία στον έντονο διάλογο με τους σοσιαλιστές. Αυτό μάλιστα θα γινόταν ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους: Η “Διαμάχη περί του Σοσιαλιστικού Υπολογισμού” ήταν πρώτα και κύρια μια διαμάχη ανάμεσα σε Αυστριακούς και Μαρξιστές. Οι μαρξιστές σπάνια ασχολούνταν με τα “αστικά” οικονομικά, τα οποία τα έβλεπαν ουσιαστικά ως φύλλο συκής για την απόκρυψη των καπιταλιστικών ταξικών συμφερόντων, αλλά έκαναν μια κάποια εξαίρεση για τους Αυστριακούς. Ένας από τους λόγους γι’ αυτό μπορεί να ήταν ότι ο σοσιαλιστικός οικονομικός σχεδιασμός στην πρώιμη Σοβιετική Ένωση όντως αντιμετώπισε τα προβλήματα που προέβλεπαν οι Αυστριακοί.
Οι Αυστριακοί οικονομολόγοι βγήκαν από τα ερείπια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου με το πολυτιμότερο περιουσιακό τους στοιχείο, τις δεξιότητες δικτύωσης, άθικτο. Με τις κυβερνητικές θέσεις να είναι επισφαλείς και τα πανεπιστήμια να υποχρηματοδοτούνται, επανεφηύραν τους εαυτούς τους σε νεοφυείς ερευνητικούς φορείς για την επιχειρηματικότητα. Αρχικά, οι πόροι προέρχονταν από επιχειρηματίες στην Αυστρία, και στη συνέχεια από δωρητές στο εξωτερικό. Το Ίδρυμα Ροκφέλερ χρηματοδότησε το Institute for Business Cycle Research που λειτούργησε ως βάση για τον Μίζες και τον Χάγιεκ, και συνέχισε να στέλνει επιταγές σε υποτρόφους στην Αυστρία μέχρι το 1938. Όταν η Αυστρία βούλιαξε στην ύφεση και τη δικτατορία, η χρηματοδότηση από το Ροκφέλερ έγινε μια έξοδος κινδύνου για τους Αυστριακούς οικονομολόγους σε ασφαλή καταφύγια στο Λονδίνο, το Παρίσι και τη Γενεύη, και καταλύτης για συναντήσεις όπως στο Λονδίνο με τον Κέυνς και στο Παρίσι με τα μέλη του Σεμιναρίου του Walter Lippmann. Οι Αυστριακοί οικονομολόγοι έγιναν ξανά επιδραστικοί μετά το 1945, με τρόπους που δεν θα μπορούσαν να είχαν προβλεφθεί το 1918, και αυτή τη φορά και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, οι δυτικές δημοκρατίες αντιμετώπιζαν μια έντονη σοσιαλιστική πρόκληση, και οι διαμάχες ανάμεσα στους υπερασπιστές των ελεύθερων αγορών και του κολλεκτιβισμού στην παγκόσμια κλίμακα ήταν, με πολλούς τρόπους, μια εντονότερη επανάληψη των επιχειρημάτων που είχαν γίνει πρόβα στην Αυστρία των Αψβούργων λίγες δεκαετίες πριν.
Παραδόξως όμως, παρά τα αναντίρητα ακαδημαϊκά τους διαπιστευτήρια, οι Αυστριακοί οικονομολόγοι συνέχιζαν να εξαρτώνται από αρχικούς πόρους εκτός του ακαδημαϊκού κόσμου. Ένα τέτοιο παράδειγμα ήταν η δωρεά του Anthony Fisher για την ίδρυση του Institute of Economic Affairs το 1955. Το ΙΕΑ βεβαίως ποτέ δεν ήταν μια “δεξαμενή σκέψης αυστριακών οικονομικών”. Είναι ένα κέντρο φιλελευθερισμού της ελεύθερης αγοράς, που δεν ευθυγραμμίζεται με καμία συγκεκριμένη σχολή οικονομικής σκέψης. Είναι όμως σίγουρα ένα μέρος όπου οι οικονομολόγοι της αυστριακής παράδοσης πάντα βρήκαν μια ανοιχτή πόρτα, αρκεί να μην τους ενοχλεί να σκοντάφτουν πάνω σε “φιλικούς ανταγωνιστές” από τη Σχολή του Σικάγο, τη Σχολή της Βιρτζίνια, ή τη Σχολή του Φράιμπουργκ.
Στο πλαίσιο αυτής της συμμαχίας, οι Αυστριακοί οικονομολόγοι έγιναν ξανά επιδραστικοί. Το 1979, η νεοεκλεγείσα πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ εξύμνησε το έργο του ΙΕΑ, και ο Υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησής της Geoffrey Howe ήταν μέλος της Mont Pèlerin Society, μιας ομάδας που ιδρύθηκε κυρίως από Αυστριακούς οικονομολόγους. Επίσης μέλη ήταν και πολλοί αξιωματούχοι της κυβέρνησης του Ρόναλντ Ρήγκαν.
Οι αναγνώστες που ήδη είναι εξοικειωμένοι με τις λεπτομέρειες των αυστριακών οικονομικών θα ενδιαφερθούν περισσότερο για τη συνολική αφήγηση του Wasserman. Κι αυτό γιατί η ιστορία που διαφαίνεται από την αφήγησή του είναι πως η πορεία των αυστριακών οικονομικών είναι ένα πρώτης τάξης παράδειγμα μιας κεντρικής έννοιας της αυστριακής σκέψης, της αυθόρμητης τάξης. Δεν θα περίμενε κανείς ότι μια προσέγγιση στην οικονομική σκέψη που γεννήθηκε στη Βιέννη των Αψβούργων θα γεννούσε παρακλάδια ανά τον κόσμο σε πεδία τόσο εξειδικευμένα όπως η θεωρία των παιγνίων (ο Oskar Morgenstern ήταν φοιτητής του Λούντβιχ φον Μίζες), τόσο πραγματιστικά όσο ο πολυμερής εμπορικός οργανισμός GATT (που επινοήθηκε από τον Gottfried von Haberler), και τόσο εύρωστα όσο η διαμόρφωση πολιτικών (κατά τα έτη Θάτσερ, ο Φρίντριχ Χάγιεκ ήταν άτυπος γκουρού). Η τροχιά που ακολούθησαν τα αυστριακά οικονομικά διαμορφώθηκε από προσωπικές επαφές, απρόβλεπτα γεγονότα και συνέπειες - δεν ήταν μια ευθεία γραμμή αλλά ένα ζιγκζάγκ. Τα αυστριακά οικονομικά άνθισαν ενάντια στις προβλέψεις καλλιεργώντας την ευγένεια, την περιέργεια και τον διανοητικό αντικομφορμισμό.
Το 2021 συμπληρώνονται 150 χρόνια από την έκδοση των Αρχών Οικονομικής Επιστήμης του Μένγκερ και την 100η επέτειο της έκδοσης του βιβλίου του Λούντβιχ φον Μίζες Σοσιαλισμός: Μια οικονομική και κοινωνιολογική ανάλυση. Είναι κάτι παραπάνω από ιστορικές επετείους. Δεδομένου του ότι ο σοσιαλισμός γνωρίζει νέα ανάκαμψη ως μαζικό κίνημα - αυτή τη φορά ως ένα μοντέρνο κίνημα νεολαίας υπό τον μανδύα του “σοσιαλισμού των Μιλένιαλ” - ίσως χρειαζόμαστε έναν “αυστριανισμό των Μιλένιαλ” για να τον αντιμετωπίσουμε. Πρέπει να μάθουμε εκ νέου τα αυστριακά επιχειρήματα, να τα επικαιροποιήσουμε, και να τα εφαρμόσουμε στις σημερινές συνθήκες. Χρειάζεται όμως επίσης να μάθουμε από τις δεξιότητες δικτύωσης των πρώιμων Αυστριακών, και από το ύφος του διαλόγου τους. Οι πρώιμοι Αυστριακοί ήταν σκληροί συνομιλητές, αλλά πάντα ήταν πρόθυμοι να συζητήσουν με τους σοσιαλιστές αντιπάλους τους, και να πάρουν τα επιχειρήματά τους στα σοβαρά. Αυτό το αμετακίνητο αλλά δίκαιο ύφος διαλόγου απέδωσε γι’ αυτούς. Γιατί λοιπόν να μην αποδώσει και για μας σήμερα;
*Ο Benedikt Koehler είναι ιστορικός της οικονομίας και στέλεχος του Institute of Economic Affairs.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 24 Σεπτεμβρίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.