Του Martin Vlachynsky*
Η ανθρωπότητα έχει προοδεύσει απίστευτα στα τελευταία εκατό χρόνια. Από τις άμαξες στις προσεληνώσεις, από τις επιδημίες τύφου στη μοριακή γενετική, από την συντηρητική πατριαρχία στους γάμους μεταξύ ομοφύλων. Ένα πράγμα όμως δεν αλλάζει: η καχυποψία, ή ακόμη και το μίσος έναντι των εμπόρων.
Το τελευταίο διάστημα ενισχύεται το κύμα της πολιτικής δράσης εναντίον των εμπορικών αλυσίδων λιανικής στη Σλοβακία. Όλα ξεκίνησαν με παράλογα πρόστιμα του ενός εκατομμυρίου ευρώ για ακόμη και τις μικρότερες παραβάσεις υγειονομικών κανόνων.
Μέχρι τώρα έχουν επιβληθεί 24 πρόστιμα, ενός εκατομμυρίου ευρώ το καθένα, σε αλυσίδες λιανικής. Σήμερα, οι εθνικιστές λαϊκιστές που βρίσκονται στην κυβέρνηση πιέζουν για μια “ειδική φορολόγηση” στις επιχειρήσεις αυτές. Η επίσημη εξήγηση είναι πως οι αλυσίδες λιανικής έχουν “υπερβολικά υψηλά κέρδη”.
Μια ματιά στους ετήσιους ισολογισμούς αυτών των επιχειρήσεων αρκεί για να δει κανείς πως αυτό δεν ισχύει. Το μέσο περιθώριο κέρδους των μεγαλύτερων αλυσίδων λιανικής κατά την περίοδο 2013-2016 είναι χαμηλότερο ακόμη και από τον μέσο όρο. Τέτοια επιχειρήματα όμως είναι εξ ορισμού παράλογα.
Η κυβέρνηση δεν θέλει άραγε να είναι κερδοφόρες οι εταιρίες στη Σλοβακία; Τι συμβολίζει καλύτερα την οικονομική επιτυχία απ' ό,τι τα αυξανόμενα κέρδη; Ως οικονομολόγος μπορώ απλώς να συμπεράνω ότι η προτεινόμενη φορολόγηση θα προκαλέσει την αύξηση των τιμών καταναλωτή, δεν θα ωφελήσει τους αγρότες (που συχνά παρουσιάζονται στη Σλοβακία ως θύματα των εμπόρων) και θα αποθαρρύνει πιθανούς νέους επενδυτές από το να μπουν στην αγορά στη Σλοβενία. Θα πρέπει όμως να πούμε περισσότερα για τον ρόλο των εμπόρων στην οικονομία.
Οι απόψεις για τους εμπόρους
Οι νέες επενδύσεις στην αυτοκινητοβιομηχανία (με πιο πρόσφατη την Jaguar-Land Rover) γίνονται δεκτές στο σλοβακικό έδαφος από την κυβέρνηση με τη μεγαλύτερη χαρά και ενθουσιασμό. Από την άλλη, το λιανικό εμπόριο απλώς “γίνεται ανεκτό” στην οικονομία, σαν κάποιο πανταχού παρόν ζιζάνιο.
Αυτή η στάση αντανακλάται εν μέρει στην κοινή γνώμη. Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν πως ένας έμπορος κερδίζει χρήματα από τον αέρα, κλέβοντας από όσους έχουν μια πραγματική δουλειά, αυτούς δηλαδή που μετατρέπουν την υλική πρώτη ύλη σε προϊόντα. Αποτελεί αποτυχία των οικονομικών εδώ και 150 χρόνια το γεγονός ότι δεν κατάφερε να μεταφέρει τη γνώση της υποκειμενικής αξίας στην κοινωνία.
Ο Βρετανός-Αμερικανός οικονομολόγος Richard A. Ratford περιέγραψε στο πιο γνωστό του επιστημονικό άρθρο τα οικονομικά ενός αιχμαλώτου πολέμου στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς υπήρξε αιχμάλωτος και ο ίδιος. Ένας από τους χαρακτήρες στο άρθρο αυτό είναι ο padre, που γυρίζει το στρατόπεδο συγκέντρωσης και ανταλλάσει τα πακέτα του Ερυθρού Σταυρού με άλλους κρατουμένους.
Κάποιοι χρειάζονταν τσιγάρα, σε άλλους δεν άρεσαν τα φασόλια ή άλλοι χρειάζονταν ένα μολύβι. Μετά από κάθε συναλλαγή, ο “πελάτης” του ήταν πιο χαρούμενος καθώς αντάλλαξε κάτι που ήθελε λιγότερο με κάτι που επιθυμούσε περισσότερο. Στο τέλος της κάθε μέρας, ο padre κατέληγε με ένα γεμάτο πακέτο του Ερυθρού Σταυρού για τον εαυτό του - ήταν το κέρδος του. Παρά το γεγονός ότι είχε πάρει ένα ολόκληρο πακέτο από άλλους κρατουμένους, όλοι ήταν ευχαριστημένοι.
Η υποκειμενική αξία της ιδιοκτησίας του καθενός είχε αυξηθεί. Ενώ ο φυσικός αριθμός των προϊόντων στο στρατόπεδο παρέμενε ο ίδιος, η οικονομική αξία αυξανόταν - απλώς μέσω της διαφορετικής διαρρύθμισης της κατανομής των προϊόντων.
Ο ρόλος των εμπόρων
Αυτός είναι ο ρόλος των εμπόρων στην οικονομία. Αναζητούν ενεργά την υπερπροσφορά σε ένα μέρος για να καλύψουν τη ζήτηση κάπου αλλού. Οι έμποροι δεν αποφασίζουν για την ανταγωνιστικότητα των παραγωγών, ούτε ελέγχουν τις προτιμήσεις των καταναλωτών.
Πρόκειται για ένα από τα πιο ανταγωνιστικά επαγγέλματα, καθώς οι έμποροι δεν έχουν το πλεονέκτημα των μοναδικών προϊόντων. Αυτό ισχύει και για τις αλυσίδες λιανικής. Ας θυμηθούμε την κατάρρευση της αλυσίδας Carrefour στη Σλοβακία πριν από λίγα χρόνια, που έπληξε έντονα τόσο τους προμηθευτές όσο και τους πελάτες.
Το εύρυθμο εμπόριο είναι απαραίτητη προϋπόθεση μιας λειτουργικής οικονομίας. Δεν εκπλήσσει συνεπώς το γεγονός ότι η Σιγκαπούρη ή το Χονγκ Κονγκ πέτυχαν τόσο θετικά οικονομικά αποτελέσματα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
*Ο Martin Vlachynsky είναι στέλεχος του σλοβακικού Ινστιτούτου Οικονομικών και Κοινωνικών Σπουδών (INESS), μιας ανεξάρτητης δεξαμενής σκέψης που εξετάζει τη λειτουργία και τη χρηματοδότηση του δημόσιου τομέα, αποτιμά τις συνέπειες των νομοθετικών αλλαγών στην οικονομία και την κοινωνία και σχολιάζει τρέχοντα οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 18 Ιουλίου 2018 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του 4Liberty.eu και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.