Του Ramesh Ponnuru
«Ανέλαβα εκφράζοντας ένα ισχυρό πνεύμα διακομματικότητας» είπε ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα «και αυτό που έγινε σαφές ήταν ότι ακόμη και εν μέσω της κρίσης, υπήρχαν κάποιοι που λάμβαναν αποφάσεις βασεί ενός γρήγορου πολιτικού υπολογισμού και όχι βάσει των αναγκών της χώρας».
Στην αρχή του 2010, κατά το δεύτερο έτος της θητείας του, ο Ομπάμα θυμόταν αυτό που ο ίδιος αποκαλούσε «το κλασικό παράδειγμα» της αδιαλλαξίας των Ρεπουμπλικανών από το πρώτο έτος του: Πήγε να μοιραστεί ιδέες με Ρεπουμπλικανούς βουλευτές για το νομοσχέδιο ενίσχυσης της οικονομίας, για να διαπιστώσει ότι ο επικεφαλής τους, John Boehner, είχε ήδη εκδώσει μια ανακοίνωση με την οποία το απέρριπτε.
Κατά τα χρόνια της διακυβέρνησης Ομπάμα, οι Δημοκρατικοί αναφέρονταν σε παρόμοια περιστατικά για να παρουσιάσουν αρνητικά τους Ρεπουμπλικανούς. Ο Ομπάμα και αρκετοί άλλοι Δημοκρατικοί εξέφρασαν το έντονο παράπονο ότι ο Ρεπουμπλικανός επικεφαλής της Γερουσίας Mitch McConnell είχε ανακοινώσει στην αρχή της πρώτης θητείας του ότι η πρώτη προτεραιότητά του ήταν να εμποδίσει μια δεύτερη θητεία. Οι Δημοκρατικοι είπαν ότι προσπάθησαν ξανά και να ξανά να συναντηθούν στη μέση του δρόμου με τους Ρεπουμπλικανούς σε ό,τι αφορά τη φροντίδα υγείας, και απορρίφθηκαν.
Με τον Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο, οι Δημοκρατικοί λένε ότι η τότε συμπεριφορά των Ρεπουμπλικανών δικαιολογεί την αδιαφορία γι’ αυτούς τώρα: Δεν υπάρχει λόγος να χαθεί χρόνος σε μια προσπάθεια διαπραγμάτευσης.
Αυτά τα περιστατικά όμως δεν συνέβησαν ομως ή τουλάχιστον δεν συνέβησαν με τον τρόπο που τα θυμάται ο Ομπάμα. Πριν συναντηθεί με τους Ρεπουμπλικανούς βουλευτές τον Ιανουάριο του 2009, οι Δημοκρατικοί βουλευτές είχαν ήδη εισαγάγει ένα νομοσχέδιο ενίσχυσης της οικονομίας χωρίς να αναζητήσουν συνεννόηση με τους Ρεπουμπλικανούς, και οι τελευταίοι είχαν ήδη εκφράσει δημοσίως την αντίθεσή τους. Στη συνάντησή του με τους Ρεπουμπλικανούς, ο Ομπάμα φέρεται να είπε ότι είναι ανοιχτός σε αλλαγές στο νομοσχέδιο. Στη συνέχεια, οι Ρεπουμπλικανοί καταψήφισαν το νομοσχέδιο στο οποίο δεν είχαν γίνει καθόλου αλλαγές. Και ο Boehner εξέδωσε μια ανακοίνωση στην οποία έλεγε ότι συνεχίζει να θέλει να συνεργαστεί με τον Ομπάμα πάνω σ’ αυτό το θέμα.
Στο μεταξύ, το σχόλιο του McConnell έγινε εν μέσω της θητείας του Ομπάμα, λίγο πριν τις ενδιάμεσες εκλογές του 2010. Είπε στο ίδιο μήκος κύματος ότι θα συνεργαζόταν με τον Ομπάμα αν αυτός διαμεσολαβούσε κατά το παράδειγμα του προηγούμενου Δημοκρατικού Προέδρου, Μπιλ Κλίντον. Είχε δηλώσει: «Δεν θέλω να αποτύχει ο Πρόεδρος - θέλω να αλλάξει».
Και επανέλαβε το ίδιο μήνυμα μετά τις εκλογές: Ενώ ήλπιζε ότι ο Ομπάμα θα συνεργαζόταν επί των νομοθετικών στόχων των Ρεπουμπλικανών, η επίτευξή τους πιθανότατα θα προϋπέθετε να μην επανεκλεγεί. Μολονότι ήταν μια δήλωση του προφανούς, αυτό δεν σταμάτησε τη Νάνσι Πελόσι από το να τη θυμηθεί οκτώ χρόνια μετά για να τη χαρακτηρίσει «ρατσιστική».
Ακόμη, οι Δημοκρατικοί υπερτονίζουν το πόσο έντονα προσπάθησαν να συνεργαστούν με τους Ρεπουμπλικανούς για την παροχή φροντίδας υγείας πριν από 10 χρόνια. Έχουν δίκιο να επισημαίνουν ότι το νομοσχέδιό τους, το Affordable Care Act, περιλάμβανε ιδέες που κάποιοι Ρεπουμπλικανοί είχαν προηγουμένως υποστηρίξει, όπως η ατομική εντολή την οποία είχε θεσπίσει ως νόμο ο Μιττ Ρόμνι κατά τη θητεία του ως κυβερνήτης της Μασαχουσέτης. Περιλάμβανε όμως επίσης και προβλέψεις τις οποίες οι Ρεπουμπλικανοί ποτέ δεν υποστήριξαν ιδιαίτερα: Για παράδειγμα, πάνε δεκαετίες από τότε που ο οποιοσδήποτε Ρεπουμπλικανός στο Κογκρέσο ψήφισε υπέρ της αύξησης φόρων στην κλίμακα που απαιτούσε το νομοσχέδιο.
Η κυβέρνηση Ομπάμα έκανε μια σημαντική υποχώρηση εγκαταλείποντας τη δημόσια επιλογή από τη νομοθεσία. Αλλά χρειαζόταν να κάνει αυτή την κίνηση προκειμένου να διασφαλίσει επαρκή υποστήριξη από τους Δημοκρατικούς. Και αρνήθηκε να κάνει άλλες τροποποιήσεις. Αν προσέθετε αλλαγές ως προς την ιατρική ευθύνη στο νομοσχέδιο για παράδειγμα, δεν θα άλλαζαν τα βασικά χαρακτηριστικά του αλλά θα γινόταν πιο εύπεπτο για τους Ρεπουμπλικανούς. Ο Λευκός Οίκος επί Ομπάμα απέρριψε αυτή την ιδέα με τον φόβο ότι θα προσβάλει τους μαχητικούς δικηγόρους.
Ακόμη κι αν παραμερίσουμε την πραγματική ιστορία της πρώτης θητείας Ομπάμα, υπάρχει κάτι το παράξενο στην προσπάθεια των Δημοκρατικών να πάνε τόσο πίσω ώστε να δικαιολογήσουν τη συμπεριφορά τους σήμερα. Υπάρχουν πιο πρόσφατα και σχετικά προηγούμενα.
Οι Ρεπουμπλικανοί και οι Δημοκράτες συνεργάστηκαν για να ψηφίσουν ένα μεγάλο νομοσχέδιο για την ανακούφιση από την πανδημία τη περασμένη άνοιξη, και το έκαναν ξανά πριν από μόλις λίγες εβδομάδες. Το δεύτερο νομοσχέδιο ψηφίστηκε μετά την εκλογική νίκη του Μπάιντεν και τη συνεδρίαση του Κολεγίου των Εκλεκτόρων. Οι Ρεπουμπλικανοί ήξεραν ότι τυχόν θετικά αποτελέσματα θα παρείχαν πολιτική στήριξη στον Μπάιντεν, και παρ’ όλα αυτά συνεργάστηκαν.
Δεν υπάρχει κάποια ηθική ή συνταγματική ένσταση στο να διαπραγματευτούν οι Δημοκράτες με τους Ρεπουμπλικανούς. Ο Ομπάμα ανέλαβε την προεδρία με μεγάλες πλειοψηφίες των Δημοκρατικών στο Κογκρέσο και είχε τις ψήφους που χρειαζόταν για να περάσει τα πακέτα στήριξης και το νομοσχέδιο για την παροχή υπηρεσιών υγείας χωρίς τους Ρεπουμπλικανούς.
Μπορεί κι αυτή τη φορά οι Δημοκρατικοί να έχουν τις ψήφους που χρειάζονται στο Κογκρέσο. Θα ήταν ωραίο όμως αν σταματούσαν αν υποκρίνονται ότι δεν έχουν άλλη επιλογή.
--
Ο Ramesh Ponnuru είναι επισκέπτης ερευνητής στο American Enterprise Institute.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 17 Φεβρουαρίου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.