Του Mate Hajba
Δώστε μια μια καλή παλιά ταινία του Ψυχρού Πολέμου και θα τη δω με άγρια ευχαρίστηση, καθώς δυτικά άτομα με ελεύθερη βούληση κλωτσούν τα προσήκοντα ανατομικά μέρη των κομμουνιστικών ρομπότ, εκμεταλλεύονται και κοροϊδεύουν τη μικροδιαχείριση των δικτατοριών, και φέρνουν στον κόσμο δάκρυα για τα βάσανα των πολιτών που ζουν σ’ αυτά τα φρικτά καθεστώτα.
Σοβαρά τώρα, κάντε αυτή την ταινία αντί για κάποιο χλιαρό σκουπίδι αυτομίσους που προβάλλεται ωραία στη μεγάλη οθόνη κατασκευασμένο στην εντέλεια ώστε να προσβάλλει όσο το δυνατόν λιγότερους ανθρώπους ανά τον κόσμο.
Πάρτε για παράδειγμα τον Τζέημς Μποντ. Από την επανέναρξη της σειράς ταινιών το 2006 με το Casino Royale, δεν υπήρξε ούτε μία εχθρική χώρα στις ταινίες, παρά το γεγονός ότι η Ρωσία ενέτεινε τις προσπάθειές της να χειραγωγήσει τις εσωτερικές πολιτικές σκηνές των χωρών της
Δύσης, και η Κίνα καμουφλάρει την ολοένα και πιο οργουελική της δυστοπία με μια πολύ επιτυχημένη προβολή ήπιας ισχύος που κυριαρχεί στις διεθνείς αγορές.
Και εδώ έγκειται το πρόβλημα. Οι παραγωγοί ταινιών φοβούνται να πάρουν θέση. Φοβούνται να προσβάλουν τις χώρες των οποίων οι κάτοικοι υποφέρουν ζώντας υπό ολοκληρωτικά καθεστώτα ώστε να μην απαγορευτούν οι ταινίες τους από συγκεκριμένες αγορές.
Αυτή είναι μόνο η μία πλευρά του προβλήματος. Υπάρχει όμως κι ένα άλλο είδος ολοκληρωτισμού που οι ταινίες δεν αντιμετωπίζουν: η πολιτική ορθότητα και μια ουτοπική μη πρακτικότητα που κάνει τη Δύση να χάσει τον λόγο ύπαρξής της και να υποπέσει σε ένα κλαψιάρικο αυτομίσος.
Αντί για κομμουνιστές και τρομοκράτες με σοβιετική υποστήριξη, πλέον ο Τζέημς Μποντ πολεμά εσωτερικούς εχθρούς, ταΐζοντας με το ζόρι τους θεατές με μια υπεροπτική κοινωνική κριτική του συστήματος που κατέστησε εφικτή την ταινία.
Το αποκορύφωμα αυτου του νέου, χωρίς ρίσκο, δήθεν ευαίσθητου κατευνασμού της σειράς ταινιών του Τζέημς Μποντ ήταν η πλοκή της δεύτερης ταινίας μετά την επανέναρξη, του Quantum of Solace, όπου ο Βρετανός μυστικός πράκτορας δεν νίκησε κάποια εγκληματική ιδιοφυία που καταστρώνει σχέδια για την καταστροφή του κόσμου από το κρυσφύγετό του κάτω από ένα ηφαίστειο. Αντιθέτως, ο εκμοντερνισμένος Τζέημς Μποντ αγωνίστηκε ενάντια… στην ιδιωτικοποίηση κάποιων αποθεμάτων νερού στην ρημαγμένη από κακοδιαχείριση Βολιβία.
Η πλοκή λασπώνει σαν το νερό σε μια κεντρικά σχεδιασμένη χώρα, καθώς ο Μποντ καλείται να αντιμετωπίσει όχι μόνο επιχειρηματίες που θέλουν να ανατρέψουν μια δικτατορία, αλλά και την κακή κυβέρνηση των ΗΠΑ, η οποία στην πραγματικότητα υποστηρίζει την ιδέα της ελευθερίας στη Νότια Αμερική.
Η επόμενη ταινία, το Skyfall είναι ένα δοκίμιο εναντίον της λογοδοσίας που πρέπει να αποτελεί θεμέλιο της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Ο Μποντ είναι στο πλευρό της Μ, της επικεφαλής της μυστικής υπηρεσίας η οποία αδιαφορεί κατάφωρα για τους ελέγχους και τις ισορροπίες της εξουσίας, ενώ οι κακοί της ιστορίας έχουν βαλθεί να την τιμωρήσουν γι’ αυτό.
Ας μην όμως μείνουμε στην χωρίς ειρμό πλοκή, κι ας πάμε στην τελευταία ταινία, το Spectre, που θέλει να μας κάνει για μια ακόμη φορά να πιστέψουμε, μιμούμενο χωρίς μεγάλη επιτυχία την κατήχηση εναντίον των ελεύθερων αγορών της δεύτερης ταινίας, ότι η ιδιωτική χρηματοδότηση και οι επιχειρήσεις είναι κάτι το κακό, όπως και η τεχνολογία.
Για να είμαστε δίκαιοι, η ταινία μπορεί να ερμηνευτεί ως μια αγωνιώδης προειδοποίηση εναντίον της παρακολούθησης των πολιτών από το κράτος και της παραβίασης του ιδιωτικού
ψηφιακού μας χώρου, όμως αντί να αναγνωρίζει τον ελέφαντα στο δωμάτιο (το γεγονός δηλαδή ότι η Κίνα έχει το πιο προηγμένο σύστημα παρακολούθησης κάθε πτυχής της ζωής των πολιτών της), η ταινία για μια ακόμη φορά δαιμονοποιεί τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, βάζοντας την Spectre, μια σκοτεινή τρομοκρατική οργάνωση, πίσω από ό,τι κακό συμβαίνει στον κόσμο. Ακόμη μια ταινία όπου οι επιχειρηματίες είναι οι κακοί.
Ακόμη και η πρώτη ταινία του νέου κύκλου, το Casino Royale, επιδιώκει να αρέσει σε κάθε ήπειρο, δείχνοντάς μας για παράδειγμα ένα τραπέζι πόκερ τόσο ποικιλόμορφο στους παίκτες του ώστε να φαίνεται μια κακοφτιαγμένη προσπάθεια να τραβήξει κοινό από κάθε γωνιά του κόσμου.
Αυτό από μόνο του δεν είναι βεβαίως κακό, όμως όταν οι σεναριογράφοι δεν βλέπουν πια τα καταπιεστικά καθεστώτα ως τους κακούς και προτιμούν να τους αντιμετωπίζουν ως πιθανές αγορές, τότε έχουμε πια χάσει τον κακό και παλιομοδίτικο Τζέημς Μποντ.
Η Δύση λοιπόν μπορεί να κέρδισε τον Ψυχρό Πόλεμο, όπως ο Τζέημς Μποντ έπεσε και έγινε πιόνι χωρών όπως η Κίνα.
Το Skyfall επί πολλά λεπτά μας δείχνει μια εικαστική πορνογραφία της ομορφιάς της Κίνας που κάλλιστα θα μπορούσε να είναι μια τουριστική διαφήμιση. Ο Μποντ θα μπορούσε μια χαρά να βγάλει το καλοραμμένο κοστούμι του και να φορέσει φτηνά κινεζικά ρούχα και ένα ρόλεξ- μαϊμού.
Η κινεζική ήπια ισχύς όμως είναι πολύ αποτελεσματική. Ακόμη και το Tomorrow Never Dies του 1997, η 18η ταινία του Τζέημς Μποντ, βρίσκει τον πρωταγωνιστή να ενώνει δυνάμεις με μια Κινέζα πράκτορα για αντιπαλέψει ένα διαβολικό μέσο ψευδούς ενημέρωσης. Τι ειρωνικό!
Η αλήθεια είναι πως η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης σκότωσε τον Τζέημς Μποντ. Δεν μπόρεσε να βρει τη θέση του στον γενναίο νέο κόσμο όπου τοποθετήθηκε ξανά και ξανά απέναντι σε μη φιλόδοξους επιχειρηματίες αντί εναντίον καταπιεστικών καθεστώτων που σχεδιάζουν να καταστρέψουν τον δυτικό πολιτισμό.
Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, ο Μποντ συνεργάστηκε με Ρώσους για να σταματήσει ληστές και μεγαλεμπόρους ναρκωτικών, εμπόδισε μάλιστα το τέλος του κόσμου στο The World is Not Enough και αντιμετώπισε μια από τις εναπομείνασες κομμουνιστικές δικτατορίες, τη Βόρεια Κορέα στο Die Another Day.
Όμως ο Μποντ δεν έζησε (μονάχα) δυο φορές. Πέθανε πολύ πριν την επανέξαρξη της σειράς των ταινιών. Οπότε, παρακαλώ, ας αναπαυθεί εν ειρήνη.
Καθώς πλησιάζει μια νέα πρεμιέρα ταινίας του Μποντ, τρέμω όταν σκέφτομαι τη νέα ανόητη πλοκή, η οποία είναι σίγουρο ότι θα προσπαθεί πολύ να μην προσβάλει κανέναν και να κατευνάσει ακόμη και τις πιο σαδιστικές δικτατορίες.
Ας σταματήσουμε να δαιμονοποιούμε τους επιχειρηματίες και τα δυτικά κράτη, κι ας επαναφέρουμε τον παλιό εχθρό, το Κρεμλίνο και τους Κινέζους κομμουνιστές. Ας κάνουμε για μια ακόμη φορά τον Τζέημς Μποντ τον ήρωα του ελεύθερου κόσμου, αντί για τον υπερασπιστή της σοσιαλιστικής διεθνούς που είναι σήμερα.
--
Ο Mate Hajba είναι διευθυντής του Free Market Foundation και αντιπρόεδρος της Civic Platform στην Ουγγαρία.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 19 Φεβρουαρίου 2020 και παρουσιάζεται σταελληνικά με την άδεια του 4Liberty.eu και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.