Της Sarah Skwire
Στο πρόσφατο άρθρο του στο Bloomberg View, ο Tyler Cowen υποστηρίζει ότι η αναταραχή που δημιουργήθηκε για εκείνη τη θεατρική παραγωγή του Ιούλιου Καίσαρα όπου ο Καίσαρας παρουσιαζόταν ως ο Trump είναι ένα σημάδι ότι ζούμε σε μια εποχή όπου ο Shakespeare είναι ιδιαίτερα επίκαιρος ως προς την πολιτική μας κατάσταση. Αυτό είναι κάτι κακό, υποστηρίζει ο Cowen, καθώς ο Shakespeare είναι ένας συγγραφέας που ειδικεύεται στην αποτύπωση του πολιτικού χάους.
Συμφωνώ απολύτως. Όπως έχω υποστηρίξει και αλλού, ο επεξεργασμένος σκεπτικισμός του Shakespeare ως προς την πολιτική τον καθιστά (μαζί με άλλους θεατρικούς συγγραφείς και ποιητές της πρώιμης νεοτερικότητας) έναν πνευματικό πρόδρομο των θεωρητικών της Δημοσίας Επιλογής όπως ο Buchanan και ο Tullock. Ένα πολιτικό συγκείμενο που παρακινεί κάποιον να παραθέσει αποσπάσματα από τον Βασιλιά Lear και τον Macbeth, δεν είναι κάτι που εύχεται κανείς.
Αργότερα όμως στο άρθρο του, ο Cowen υποστηρίζει ότι αν θέλουμε να ψάξουμε για πραγματικούς σεξπιρικούς παραλληλισμούς με τον Trump, πρέπει να ανατρέξουμε στους παλιάτσους (fools) του Shakespeare. Υποστηρίζει ότι “τα πιο κοινά χαρακτηριστικά αυτών των χαρακτήρων είναι ότι μιλούν ανάμεσα στα κενά της δράσης και διατυπώνουν συναισθήματα που κανείς άλλος δεν τολμά να ξεστομίσει. Αυτός είναι ο Trump στο twitter”.
Πρόκειται για έναν στιβαρό ορισμό του ρόλου του “παλιάτσου” σε πολλά από τα έργα του Shakespeare, αλλά διστάζω να τον εφαρμόσω στον Trump. Μπορεί να είναι μεγάλος ο πειρασμός να δει κανείς την προεδρία του Trump και τις περιπέτειές του στο twitter σαν κάποιου είδους παραστατική τέχνη που στοχεύει στην αποκάλυψη της τρέλας της αμερικανικής πολιτικής διαδικασίας. Μπορεί να είναι και ανακουφιστικό να πειστεί κανείς ότι αυτό πράγματι συμβαίνει. Αλλά πιστεύω ότι έτσι δίνουμε στον Trump υπερβολική αναγνώριση, πιστεύοντας ότι παίζει τρισδιάστατο σκάκι ενώ στην πραγματικότητα παίζει τους Χαρούμενους Ιπποποταμούληδες, πατώντας ξέφρενα τα κουμπιά ενώ προσπαθεί να καταβροχθίσει ό,τι μπορεί όσο πιο γρήγορα γίνεται.
Αν ψάχνετε για μια σεξπιρική αναλογία, ο Trump είναι ο Falstaff με εξουσία.
Ο Falstaff είναι ο παχύς και αστείος ακόλουθος του Πρίγκιπα Ερρίκου στον σεξπιρικό Ερρίκο Δ'. Έχει τις καλύτερες ατάκες. Συμμετέχει στα καλύτερα γλέντια. Και όταν βρίσκεται στη σκηνή, ολόκληρο το έργο φωτίζεται με ενθουσιασμό και ταραχή.
Αλλά η πληθωρική διατάραξη της αποδεκτής συμπεριφοράς από τον Falstaff έχει μεγάλο κόστος. Σκεφτείτε το πώς διαχειρίζεται το σώμα των στρατιωτών το οποίο του αναθέτει ο Πρίγκηπας στο πρώτο μέρος του Ερρίκου Δ'.
“Καταχράστηκα τη στρατολογία του βασιλιά κολάσιμα. Επήρα, για ν' απαλλάξω εκατόν πενήντα στρατιώτες, πάνω από τρακόσιες λίρες. Δε στρατολόγησα παρά καλούς νοικοκυραίους, παιδιά χτηματιών· έψαξα και βρήκα αρρεβωνιασμένα γεροντοπαλίκαρα, δυο φορές δηλωμένα για να στεφανωθούν· τέτοια πραμάτεια χουχουλιάρηδες σκλάβους, που προτιμούν ν' ακούσουν τον διάβολο παρά ταμπούρλο· τέτοιους που φοβούνται ν' ακούσουν ντουφέκι πιο πολύ κι από χτυπημένο πουλί ή λαβωμένη αγριόπαπια. Στρατολόγησα όλο τέτοιους κουραμπιέδες με καρδιές μες στα σωθικά τους όχι μεγαλύτερες από κεφάλι καρφίτσας κι αυτοί εξαγόρασαν την υπηρεσία τους· και τώρα όλος μου ο λόχος αποτελείται από απόμαχους σημαιοφόρους, δεκανέους, υπολοχαγούς, βοηθητικούς, σκλάβους κουρελήδες σαν τον Λάζαρο σε ζωγραφιστές μπάντες όπου τα σκυλιά του πλούσιου του γλείφουν τις πληγές του”.
Με άλλα λόγια, έχοντας επιφορτιστεί το καθήκον και τη μεγάλη τιμή να συγκροτήσει έναν λόχο για να πολεμήσει στο πλευρό του καλύτερου φίλου και μελλοντικού βασιλιά του, ο Falstaff στρατολογεί μόνο εκείνους που είναι υπερβολικά δειλοί ή υπερβολικά φορτωμένοι με ευθύνες για να πάνε με τη βούλησή τους στη μάχη.
Διασφαλίζοντας προσεκτικά ότι αυτοί οι στρατολογηθέντες είναι και σχετικά πλούσιοι, ο Falstaff καταφέρνει να αποκομίσει ένα τεράστιο κέρδος καθώς καθένας από αυτούς τον δωροδοκεί για να απαλλαγεί από την υπηρεσία. Στο τέλος, απομένει με πάνω από τριακόσιες λίρες και μ' ένα λόχο με κακομοίρηδες. Πράγματι, λίγο αργότερα ο Falstaff αναφέρεται τρυφερά στους στρατιώτες του ως “τροφή της μπαρούτης” που “σου γιομίζουν λάκκο σαν τον καλύτερο [στρατιώτη]”.
Ο Falstaff όμως από απλώς αξιόμεμπτος γίνεται δυνητικός προδότης. Αστειεύεται συχνά με τον Πρίγκηπα Ερρίκο λέγοντας ότι καταχράστηκε χρήματα από το θησαυροφυλάκιο για δικό του όφελος, παρακινώντας τον “Άρπαξέ μου το ταμείο το πρώτο που θα κάνεις, και κάν' το μ' άπλυτα χέρια”. Ακόμα και αφού έμαθε ότι ο Πρίγκηπας έχει αποπληρώσει τα χρήματα που πήρε ο Falstaff σε μια από τις πρόσφατες ληστείες του και ότι του διασφάλισε τα κέρδη του με μια θέση στον στρατό, ο Falstaff δυσαρεστημένος παραπονιέται ότι είναι “ελεεινά απαράσκευος”. Περιμένει με ανυπομονησία τη μέρα όπου ο Διάδοχος θα καθίσει στον θρόνο και ο ίδιος θα έχει τους νόμους της Αγγλίας στη διάθεσή του. Όσα κι αν καταβροχθίσει ο Falstaff, ποτέ δεν θα χορτάσει. Είναι μια ακόρεστη χαίνουσα μουσούδα.
Ο Πρίγκηπας όμως είναι αρκετά λογικός ώστε να αποκοπεί από τον Falstaff πριν ο ίδιος γίνει ο Βασιλιάς Ερρίκος Ε' και ο Falstaff πλησιάσει ακόμη πιο επικίνδυνα την έδρα της εξουσίας.
Όπως σημειώνει ο Cowen, οι βασιλείς πρέπει να καθοδηγούν. Η Αγγλία, όπως μας λέει ο Shakespeare , είχε την τύχη να γλιτώσει από την επιδρομή του Falstaff στους θεσμούς της. Αυτή η διαφυγή του κινδύνου κατέστη εφικτή καθώς ο Πρίγκηπας Ερρίκος αναγνωρίζει τους κινδύνους του να συνεχίσει να παίζει με τον αχόρταγο Falstaff τους Ιπποποταμούληδες και σταματά το παιχνίδι.
Αποκόβει τον Falstaff λέγοντάς του τα εξής:
“Δεν σε γνωρίζω γέρο: ρίξου στη μετάνοια·
Τι άσκημα παν άσπρα μαλλιά σε καραγκιόζη!
Πολύν καιρό έβλεπα όνειρο έναν τέτοιον άνθρωπο.
Φαγά πρησμένον, γέρο και θεομπαίχτη·
Μα ξύπνησα κι αηδιάζω τ' όνειρό μου”.
Εμείς έχουμε ακόμη σχεδόν άλλα τέσσερα χρόνια.
Σημείωμα μεταφραστή: Για την απόδοση των αποσπασμάτων από τον Ερρίκο Δ' χρησιμοποιήθηκε η μετάφραση των Βασίλη Ρώτα και Βούλας Δαμιανάκου.
--
Η Sarah Skwire είναι Συντάκτης Λογοτεχνίας του FEE.org και senior fellow του Liberty Fund Inc. Είναι ποιήτρια και συγγραφέας του εγχειριδίου γραφής Writing with a Thesis. Είναι μέλος του Δικτύου Στελεχών του FEE
Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στα αγγλικά στις 23 Ιουνίου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education (FEE) και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.