Του Jon Miltimore
Οι προοδευτικοί στην Αμερική εδώ και καιρό θρηνούν την απουσία του Μπάρακ Ομπάμα. Ο πρώην πρόεδρος είναι σε μεγάλο βαθμό απών από την πολιτική σκηνή από την άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία.
Αυτό είναι βεβαίως ο κανόνας για τους πρώην προέδρους. Όμως, όπως επεσήμανα το 2017, αυτή η παράδοση αποδεικνύεται δύσκολο να γίνει αποδεκτή από τους προοδευτικούς για διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων και η σχεδόν θρησκευτική ζέση με την οποία περιέβαλαν τον Ομπάμα, την απέχθειά τους έναντι του Τραμπ, και το γεγονός ότι δεν έχει αναδυθεί κάποιος ηγέτης που θα ενώσει το Δημοκρατικό Κόμμα.
Την Τρίτη, στη Νότιο Αφρική, σε μια ομιλία προς τιμή του Νέλσον Μαντέλα, ο Ομπάμα μίλησε για τις “περίεργες και αβέβαιες εποχές” τις οποίες ζούμε. Μεγάλο μέρος της ομιλίας του εστίασε στον Μαντέλα και την ανάδυση της “πολιτικής του ισχυρού άνδρα” - μια αναφορά που χωρίς αμφιβολία είχε ως στόχο τον διάδοχό του, η οποία φυσικά βρέθηκε στους περισσότερους τίτλους. Πολύ λιγότερη προσοχή δόθηκε στην ακόλουθη παράγραφο:
“Η δημοκρατία απαιτεί να μπορούμε επίσης να μπούμε στην πραγματικότητα των ανθρώπων που διαφέρουν από μας, ώστε να κατανοήσουμε τη δική τους άποψη. Μπορεί εμείς να αλλάξουμε τις απόψεις τους, μπορεί εκείνοι τις δικές μας. Δεν θα μπορέσουμε να το κάνουμε αυτό αν εξαρχής αδιαφορούμε διαμιάς για το τι έχει να πει ο αντίπαλός μας. Και δεν μπορούμε να το κάνουμε αν επιμένουμε πως όσοι δεν είναι σαν εμάς, επειδή είναι για παράδειγμα λευκοί ή άνδρες, για κάποιο λόγο δεν είναι δυνατόν να κατανοήσουν τι αισθανόμαστε, ότι για κάποιο λόγο δεν δικαιούνται να μιλούν για συγκεκριμένα ζητήματα”.
Όπως επεσήμανε ο Robby Soave στο Reason, αυτό μοιάζει με “μια ευθεία απόρριψη της ιδέας ότι μόνο οι άνθρωποι που για κάποιο λόγο είναι καταπιεσμένοι - εξαιτίας της φυλής, του φύλου, της σεξουαλικότητας, της αναπηρίας, του μεγέθους τους κλπ - θα πρέπει να επιτρέπεται να μιλούν για συζήματα που σχετίζονται με αυτές τις δυσκολίες” (Αν νομίζετε πως αυτό δεν συμβαίνει, ρίξτε μια ματιά στην κριτική που δέχτηκε πρόσφατα ο William Shatner στο τουίτερ όταν ο ίδιος άσκησε κριτική στην απόφαση για τη μετονομασία του βραβείου Laura Ingalls Wilder).
Επισημάναμε ξανά και ξανά την ανησυχητική τάση, ιδίως στα πανεπιστήμια, ομάδες και άτομα να χρησιμοποιούν την ιδιότητα του θύματος ή την αρετή των σκοπών τους ως λόγο για να καταπιέζουν, να παρενοχλούν ή να εκφοβίζουν ομιλητές των οποίων οι ιδέες δεν συνάδουν με τις δικές τους. Ο Ομπάμα επέκρινε αυτή την τάση στην ανώτατη εκπαίδευση και στο παρελθόν, μεταξύ άλλων και με τα σχόλια που έκανε σε μια ομιλία του στην Άιοβα το 2015. Η αποστροφή του όμως ότι οι άνθρωποι δεν θα πρέπει να λένε σε συνανθρώπους τους ότι η άποψή τους δεν μετρά αν δεν ανήκουν σε μια συγκεκριμένη φυλή ή φύλο - “γιατί είναι λευκοί ή γιατί είναι άνδρες” - συνιστά μια ομοβροντία εναντίον της πολιτικής που βασίζεται στην ταυτότητα.
Πολλοί Αμερικανοί - τόσο από την Αριστερά, όσο και από τη Δεξιά - πίστεψαν κάποτε ότι ο Ομπάμα μπορεί να γιατρέψει το φυλετικό χάσμα της Αμερικής. Αυτό δεν συνέβη. Ίσως δεν είναι υπερβολικά αργά.
--
O Jonathan Miltimore είναι συντάκτης στο Intellectual Takeout.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 19 Ιουλίου 2018 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ “Μάρκος Δραγούμης”.
AP Photo/Themba Hadebe, Pool