Ο οικονομικός χειμώνας για τη Γερμανία

Ο οικονομικός χειμώνας για τη Γερμανία

Του Desmond Lachman*

Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης και η οικονομική της ατμομηχανή, ρίχνει ένα σκοτεινό σύννεφο στις προοπτικές της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας οικονομίας. Το πρόβλημα δεν είναι απλώς ότι η γερμανική οικονομία βρίσκεται ήδη σε τέλμα ως αποτέλεσμα του συνδυασμού του υψηλού πληθωρισμού, της πανδημίας και ενός ασυνήθιστα ξηρού καλοκαιριού, αλλά και το ότι, εξαρτώμενη από την ενέργεια και τις εξαγωγές είναι πολύ ευάλωτη έναντι ενδεχόμενης διακοπής της παροχής ρωσικού φυσικού αερίου και της οποιασδήποτε περαιτέρω επιβράδυνσης της κινεζικής οικονομίας.

Ακόμη και πριν από την έλευση του χειμώνα, η γερμανική οικονομία βρίσκεται σε κακή κατάσταση. Κυρίως ως αποτέλεσμα της εκτίναξης των τιμών της ενέργειας στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο γερμανικός πληθωρισμός έχει αυξηθεί στα επίπεδα ρεκόρ για πολλές δεκαετίες του 8,5%. Στο μεταξύ, η καταναλωτική εμπιστοσύνη έχει πέσει κατακόρυφα και η οικονομία σημείωσε μηδενική ανάπτυξη το δεύτερο τρίμηνο του έτους. Αυτές οι εξελίξεις ώθησαν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να υποβαθμίσει την πρόβλεψή του για την οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας σε μόλις 1,2% για το 2022, επίδοση που θα αποτελούσε την ασθενέστερη οικονομική ανάπτυξη μεταξύ των οικονομιών των κρατών της G-7.

Σε αυτή την αποδυναμωμένη κατάσταση, η γερμανική οικονομία θα βρεθεί αυτόν τον χειμώνα αντιμέτωπη με δύο μεγάλες προκλήσεις που θα μπορούσαν να ρίξουν τη χώρα σε μια βαθιά οικονομική ύφεση. Η πρώτη είναι ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν μπορεί να υλοποιήσει την απειλή του και να σταματήσει εντελώς την εξαγωγή φυσικού αερίου προς τη Γερμανία. Θα μπορούσε να το κάνει αυτό επιδιώκοντας να μειώσει τη στήριξη της Γερμανίας προς την Ουκρανία στον πόλεμο με τη Ρωσία. Η δεύτερη πρόκληση αφορά το ότι η οικονομική επιβράδυνση της Κίνας θα μπορούσε να επιδεινωθεί ως αποτέλεσμα της πολιτικής μηδενικής ανοχής που εφαρμόζει η χώρας έναντι του COVID καθώς και των έντονων προβλημάτων που αντιμετωπίζει στον τομέα των ακινήτων.

Ο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν κρύβει την πρόθεσή του να αποκόψει εντελώς τη Γερμανία από τις ρωσικές εξαγωγές ενέργειας αυτόν τον χειμώνα. Προκειμένου να αποτρέψει τη Γερμανία από τη δημιουργία αποθεμάτων φυσικού αερίου πριν από τον χειμώνα, έχει ήδη μειώσει τις εξαγωγές φυσικού αερίου στη Ρωσία στο 20% περίπου του κανονικού τους επιπέδου. Αυτό θα αποτελέσει ένα σημαντικό πλήγμα για τη γερμανική οικονομία, δεδομένου ότι περισσότερο από το ήμισυ της κατανάλωσης φυσικού αερίου αυτής της χώρας παρέχεται από τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου.

Μια πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ εκτίμησε ότι ένα πλήρες κλείσιμο των ρωσικών εξαγωγών ενέργειας θα μπορούσε να μειώσει το γερμανικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) έως και 1,5 ποσοστιαία μονάδα το 2022 και 2,75 ποσοστιαίες μονάδες το 2023.

Η Γερμανία, πέραν του ότι επέτρεψε την υπερβολική εξάρτηση της οικονομίας της από τις ρωσικές εισαγωγές ενέργειας,  επέτρεψε και την υπερβολική της εξάρτηση και από τον εξαγωγικό της τομέα. Η Γερμανία είναι πλέον η πιο ανοιχτή από τις οικονομίες της G-7, με τις εξαγωγές να αντιστοιχούν σχεδόν στο μισό της ΑΕΠ. Αυτό την καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτη σε οποιαδήποτε επιβράδυνση στην ευρωπαϊκή και την κινεζική οικονομία.

Ιδιαίτερη ανησυχητική για τη Γερμανία είναι η προοπτική απότομης επιβράδυνσης της κινεζικής οικονομίας της οποίας οι εισαγωγές από τη Γερμανία αντιστοιχούν στο 8% του ΑΕΠ της Γερμανίας. Αυτό σημαίνει ότι η γερμανική οικονομία μπορεί να δεχθεί μεγάλο πλήγμα από την πολιτική μηδενικής ανοχής της Κίνας έναντι του COVID και την τρέχουσα έκρηξη της φούσκας της κινεζικής αγοράς κατοικίας. Η γερμανική οικονομία θα μπορούσε επίσης να πληγεί από την πιθανή απότομη επιβράδυνση στις οικονομίες της Ιταλίας, της Ουγγαρίας και της Πολωνίας, εάν ο Βλαντιμίρ Πούτιν κλείσει επίσης τις ρωσικές εισαγωγές ενέργειας αυτών των χωρών αυτόν τον χειμώνα.

Όλα αυτά είναι πολύ ανησυχητικά όχι μόνο για τη Γερμανία αλλά για και τις οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη. Όταν το 1999 η Γερμανία μπήκε στο ευρώ και επέτρεψε στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αντικαταστήσει την Bundesbank, δεν πίστευε ότι θα γνώριζε τον υψηλό πληθωρισμό και το οικονομικό τέλμα που βιώνει τώρα. Αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να υπονομεύσει τη γερμανική πολιτική υποστήριξη προς την Ευρώπη την ίδια στιγμή που η νέα πολιτική αστάθεια της Ιταλίας θα μπορούσε να επισπεύσει ακόμη μία ιταλική κρίση δημόσιου χρέους.

Η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ, υιοθετώντας επιθετική νομισματική πολιτική, δεν είναι καθόλου σαφές ότι έχει λάβει υπόψη την πιθανότητα να υποκύψει η ευρωπαϊκή οικονομία σε ύφεση αυτόν τον χειμώνα. Αυτό εντείνει τις πιθανότητες μιας σκληρής οικονομικής προσγείωσης για τις ΗΠΑ, δεδομένου του ότι μια νέα ευρωπαϊκή ύφεση θα συνέβαινε την ίδια στιγμή που η κινεζική οικονομική ανάπτυξη επιβραδύνεται απότομα λόγω της μηδενικής ανοχής της πολιτικής αυτής της χώρας έναντι του COVID και των προβλημάτων στον τομέα των ακινήτων, την ώρα μάλιστα που οι αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς αρχίζουν να μην εξυπηρετούν τα χρέη τους.

--

*Ο Desmond Lachman είναι διακεκριμένο στέλεχος του American Enterprise Institute.

**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 29 Σεπτεμβρίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.