Του Jeffrey A. Singer
Όπως έγραψα πρόσφατα εδώ, και μίλησα για το θέμα εδώ, η επιλεκτική απαγόρευση εγχειρήσεων που επιβάλλεται από κυβερνήτες σε ολόκληρη τη χώρα ως αντίδραση της πανδημίας του COVID-19 έχει πλήξει πολλούς ανθρώπους των οποίων η ζωή πιθανώς κινδυνεύει λόγω των καθυστερήσεων σε αναγκαία ιατρική φροντίδα. Υπάρχουν όμως και άλλοι λόγοι για τους οποίους η έκτακτη αυτή υγειονομική συνθήκη μπορεί να δημιουργήσει δευτερογενείς υγειονομικές κρίσεις.
Σε κάποιες περιπτώσεις, οι άνθρωποι αποφεύγουν να επισκέπτονται γιατρούς και μονάδες πρώτων βοηθειών καθώς ανησυχούν για τα έξοδα σε μια συγκυρία που βλέπουν τα εισοδήματά τους, και πιθανώς και τις αποταμιεύσεις τους, να εξαφανίζονται κατά τη διάρκεια του ισχύοντος κλεισίματος της οικονομίας. Σε άλλες περιπτώσεις άνθρωποι - και ιδίως οι ευάλωτοι - αποφεύγουν την ιατρική φροντίδα φοβούμενοι ότι μπορεί να εκτεθούν στον ιό.
Ο φόβος μεταξύ των ευάλωτων ασθενών ότι μπορεί να προσβληθούν και να υποκύψουν σε μόλυνση από τον COVID-19 είναι απολύτως κατανοητός. Λιγότερο κατανοητό είναι όμως όταν αυτός ο φόβος κάνει τους γονείς να μην πηγαίνουν τα παιδιά τους στον γιατρό για προγραμματισμένους εμβολιασμούς έναντι ασθενειών που είναι πολύ πιο θανατηφόρες και μεταδοτικές, όπως ανέφερε η Wall Street Journal στις 8 Μαΐου. Ο χρονισμός της χορήγησης συγκεκριμένων εμβολίων σε παιδιά μπορεί να έχει κρίσιμη σημασία. Η αποφυγή της ή απλώς η καθυστέρησή της μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις.
Παρά το γεγονός ότι οι οικογενειακοί γιατροί και οι παιδίατροι εφαρμόζουν στα ιατρεία τους στρατηγικές κοινωνικής απόστασης για να ελαχιστοποιήσουν τον κίνδυνο της έκθεσης των γονέων και των παιδιών τους στον COVID-19 αν τους επισκεφθούν για προγραμματισμένους εμβολιασμούς, η Wall Street Journal αναφέρει:
“Το ποσοστό χορήγησης για όλα τα συνιστώμενα παιδικά εμβόλια μειώθηκε κατά περίπου 40% στις ΗΠΑ από τα τέλη του Φεβρουαρίου μέχρι τα μέσα του Απριλίου σύμφωνα με την Physician’s Computer Co., έναν πάροχο ηλεκτρονικών συστημάτων αρχειοθέτησης υγείας. Τα δεδομένα βασίζονται σε εμβόλια που χορηγήθηκαν από πάνω από 1000 παιδιάτρους σε 40 πολιτείες που χρησιμοποιούν το σύστημα αρχειοθέτησης της εταιρίας”.
Οι ανησυχίες για μείωση του ποσοστού εμβολιασμού λόγω της πανδημίας δημοσιεύθηκαν επίσης από τα Κέντρα για τον Έλεγχο και την Πρόληψη των Λοιμώξεων.
Αυτό είναι ιδιαίτερα ατυχές, δεδομένου του ότι τα παιδιά φαίνεται να είναι σχετικά ασφαλή από την πανδημία του COVID-19. Σύμφωνα με τον CDC, μέχρι τις 3 Μαϊου, λιγότερο από το 2% των επιβεβαιωμένων περιστατικών COVID-19 αφορούν ασθενείς κάτω των 18 ετών. Τα περιστατικά αυτά είναι σχεδόν πάντα ήπια. Η έκθεση του CDC αναφέρει “στις ΗΠΑ, μέχρι τις 2 Απριλίου 2020, σημειώθηκαν τρεις θάνατοι μεταξύ παιδιών με επιβεβαιωμένη εργαστηριακώς μόλυνση από τον SARS‐CoV‐2 που αναφέρθηκαν στον CDC, αλλά η συμβολή της μόλυνση από τον SARS‐CoV‐2 στην αιτία του θανάτου σε αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι σαφής”. Το ποσοστό θνησιμότητας μεταξύ ενηλίκων κάτω των 50 ετών είναι παρομοίως εξαιρετικά χαμηλό.
Στο μεταξύ, ασθένειες όπως η ιλαρά και η πολιομυελίτιδα είναι πολύ πιο θανατηφόρες και μεταδοτικές. Η ιλαρά μπορεί να προκαλέσει πνευμονία, καθώς και εγκεφαλικό οίδημα και δευτερογενείς μόνιμες νευρολογικές συνέπειες, όπως απώλεια όρασης και ακοής και νοητική υστέρηση. Η ιλαρά μπορεί κι αυτή να είναι θανατηφόρα. Οι επιπλοκές της πολιομυελίτιδας περιλαμβάνουν την παράλυση. Οι γονείς πρέπει να αναλογιστούν αυτούς τους κινδύνους όταν δεν εμβολιάζουν τα παιδιά τους.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανέφερε 140.000 θανάτους από ιλαρά το 2018, ως επί το πλείστον παιδιά κάτω των πέντε ετών. Ακόμη και ο ιός της πολιομυελίτιδας, που θεωρούταν ότι σε μεγάλο βαθμό είχε εξαλειφθεί, δείχνει ίχνη επιστροφής, με τα παγκόσμια περιστατικά να αυξάνονται από 28 το 2018 σε 163 το 2019.
Και δεν είναι μόνο η ιλαρά που αποτελεί κίνδυνο. Ο ροταϊός, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει σοβαρή γαστροεντερική πάθηση σε παιδιά είναι επίσης μέρος του συνήθους πακέτου εμβολιασμού, καθώς και ο εμβολιασμός έναντι της Bordetella pertussis, του κοκκύτη. Πολλοί εμβολιασμοί μπορούν να προστατεύσουν έναντι προβλημάτων που μπορεί να εμφανιστούν αργότερα στη ζωή του ατόμου. Ένα παράδειγμα, είναι ο εμβολιασμός για τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV), που μπορεί να προκαλέσει καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, του πρωκτού, του πέους και του φάρυγγα σε ενηλίκους.
Το άρθρο της Wall Street Journal παραθέτει τις δηλώσεις ενός γιατρού, ο οποίος επισημαίνει “Οι αριθμοί μας λένε ότι είναι σίγουρο πως κάποιο σημερινό παιδί στην Αμερική θα πεθάνει σε δέκα ή είκοσι χρόνια από HPV ως αποτέλεσμα του κορονοϊού”.
Θα ήταν μεγάλη τραγωδία να δούμε νέες πανδημίες, από παθογόνους οργανισμούς που θεωρούσαμε μέχρι πρότινος ότι έχουμε νικήσει, να αναδύονται από τις στάχτες της σημερινής πανδημίας.
Οι ειδικοί της δημόσιας υγείας θα πρέπει να ενημερώνουν τους πολιτικούς ηγέτες καθώς και το κοινό ως προς τους κινδύνους του COVID-19 και τους καλύτερους τρόπους να αποφευχθούν. Όμως οι αρμόδιοι για τη χάραξη της πολιτικής και το κοινό θα πρέπει να γνωρίζουν επίσης και τις σταθμίσεις, καθώς και τους σχετικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι διάφορες δημογραφικές ομάδες. Οι πολιτικές και οι προσωπικές αποφάσεις πρέπει να βασίζονται στη λογική και όχι στον φόβο.--
Ο Jeffrey A. Singer είναι στέλεχος του Cato Institute και εργάζεται στο τμήμα μελετών δημόσιας υγείας.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 9 Μαΐου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Cato Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.