Στους σοσιαλιστές αρέσουν τα επίθετα αυτές τις μέρες. “Δημοκρατικός Σοσιαλισμός”, “Σοσιαλισμός του 21ου αιώνα”, “Millenial Σοσιαλισμός”, και τα πιο παράλογα απ’ όλα “Φιλελεύθερος Σοσιαλισμός” (Libertarian Socialism) και “Φιλελεύθερος Κομμουνισμός” (Libertarian Communism).
Όταν τους ζητείται να εξηγήσουν τι υποτίθεται ότι σημαίνουν αυτοί οι όροι, οι σοσιαλιστές απαντούν ως εξής:
Ο σοσιαλισμός, όπως οι περισσότερες ιδεολογίες βγαίνει σε διάφορες αποχρώσεις. Βγαίνει σε αυταρχικές αποχρώσεις, όπως στην περίπτωση του λενινισμού. Αλλά βγαίνει και σε σαφώς μη αυταρχικές, μη ολοκληρωτικές εκδοχές, που συνδέονται με ονόματα όπως της Ρόζα Λούξεμπουργκ, του Καρλ Λίμπνεχτ, της Έμμα Γκόλντμαν ή του Αλεξάντερ Μπέρκμαν. Οι λενινιστές πιστεύουν ότι μια σοσιαλιστική κοινωνία πρέπει να διοικείται από μια τεράστια, ιεραρχικά δομημένη, κάθετη κρατική γραφειοκρατία. Οι φιλελεύθεροι όμως σοσιαλιστές πιστεύουν στη αποκαθήλωση των ιεραρχιών, στην από-τα-κάτω δημοκρατία και στην αυτο-χειραφέτηση. Οι περισσότεροι σύγχρονοι σοσιαλιστές βλέπουν τους εαυτούς τους στη δεύτερη παράδοση. Συνεπώς πιστεύουν πως είναι άδικο οι αντίπαλοί τους να παρουσιάζουν εναντίον τους τα ζοφερά αποτελέσματα του λενινισμού, ή άλλα παραδείγματα αυταρχικού σοσιαλισμού. Κατά τη γνώμη τους, αυτά είναι άσχετα μ’ εκείνους. Πρόκειται για έναν εντελώς διαφορετικό τύπο σοσιαλισμού. Οι σοσιαλιστές πιστεύουν ότι οι αντίπαλοί τους είτε είναι ανειλικρινείς, είτε απλώς δεν είναι αρκετά έξυπνοι ώστε να κατανοήσουν τις διαφορές ανάμεσα στις διάφορες ποικιλίες του σοσιαλισμού.
Εδώ, όπως και σε πολλά άλλα πράγματα, οι σοσιαλιστές είναι τελείως λάθος. Η διάκριση ανάμεσα σε έναν “φιλελεύθερο σοσιαλισμό” από τη μία πλευρά, και σε έναν “αυταρχικό σοσιαλισμό” από την άλλη, είναι εντελώς απατηλή. Τα σοσιαλιστικά εγχειρήματα πάντα ξεκινούν με την πρόθεση να διαλύσουν τις ιεραρχίες, να εκδημοκρατήσουν την οικονομία και να ενισχύσουν τους ανθρώπους της εργατικής τάξης. Ακόμη και ο Λένιν ξεκίνησε με αυτές τις φιλοδοξίες. Πάντα όμως καταλήγουν να κάνουν το αντίθετο - αλλά αυτό δεν οφείλεται στο ότι οι πρωταγωνιστές τους πιστεύουν στον “λάθος” σοσιαλισμό, τον αυταρχικό και όχι στον φιλελεύθερο. Οφείλεται αντιθέτως στο γεγονός ότι οι θεωρίες τους είναι λανθασμένες, και ότι ο “φιλελεύθερος σοσιαλισμός” δεν μπορεί να επιτευχθεί. Η επιλογή δεν είναι ανάμεσα σε έναν αυταρχικό και σε έναν φιλελεύθερο σοσιαλισμό, αλλά ανάμεσα σε έναν αυταρχικό σοσιαλισμό και σε καθόλου σοσιαλισμό. Όταν έρχονται αντιμέτωποι με αυτή την επιλογή, πάντα οι σοσιαλιστές διαλέγουν το πρώτο.
Ένα καλό παράδειγμα είναι το σημαντικό βιβλίο του Λένιν Το κράτος και η επανάσταση, στο οποίο διατυπώνει το όραμά του μίας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Το βιβλίο γράφτηκε τους μήνες που προηγήθηκαν της Οκτωβριανής Επανάστασης, και συνεπώς δεν μπορεί να απορριφθεί ως ένα γραπτό μιας νεότερης, αφελέστερης και πιο ιδεαλιστικής εκδοχής του Λένιν: επρόκειτο για τον ίδιο Λένιν που θα γινόταν ο κύριος αρχιτέκτονας της Σοβιετικής Ένωσης. Ούτε όμως είχε ακόμη αναλάβει την εξουσία, οπότε το βιβλίο δεν μπορεί να απορριφθεί ως κάποια καθεστωτική προπαγάνδα. Είναι το πλησιέστερο που διαθέτουμε σε ένα γνήσιο λενινιστικό μανιφέστο.
Το Κράτος και η Επανάσταση δεν μοιάζει καθόλου με ένα σχέδιο μιας ολοκληρωτικής κοινωνίας. Το είδος της κοινωνίας που περιγράφεται στο βιβλίο αυτό δεν έχει σχεδόν τίποτα το κοινό με τη Σοβιετική Ένωση όπως όντως υπήρξε. Και ο λόγος δεν είναι ότι ο Λένιν ωραιοποιεί ή παραλείπει τις μη ελκυστικές πτυχές της μέλλουσας Σοβιετικής Ένωσης όπως γραφειοκρατικοποίηση της κοινωνίας ή οι μαζικές συλλήψεις και εκτελέσεις. Όχι: συγκεκριμένα εξηγεί γιατί η μέλλουσα Σοβιετική Ένωση δεν θα ανέπτυσσε, και δεν θα μπορούσε να αναπτύξει τέτοια χαρακτηριστικά.
Απηχώντας τους Μαρξ και Ένγκελς, ο Λένιν πιστεύει ότι το κράτος, παντού και πάντα, είναι ένα όργανο της ταξικής εξουσίας, ένα όργανο της κυρίαρχης τάξης. Η άλλη όψη αυτής της πεποίθησης είναι πως σε μια κοινωνία χωρίς ταξικούς ανταγωνισμούς, δεν θα υπάρχει η ανάγκη για ένα κράτος. Ο σοσιαλισμός βεβαίως έχει ως στόχο τη δημιουργία μιας αταξικής κοινωνίας. Συνεπώς θα οδηγούσε εντέλει σε μια κοινωνία χωρίς κράτος - τον κομμουνισμό:
Πρόκειται για μια μακροπρόθεσμη φιλοδοξία. Ο Λένιν δεν είναι αναρχικός. Πιστεύει ότι το κράτος θα συνεχίσει να είναι αναγκαίο για αρκετό χρόνο μετά την επανάσταση. Το σημαντικό όμως είναι ότι πιστεύει πως ακόμη και κατά τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου, το σοβιετικό κράτος δεν θα χρειάζεται να κάνει πάρα πολλά πράγματα. Δεν κάνει καμία αναφορά, για παράδειγμα, σε πενταετή πλάνα. Ο Λένιν πιστεύει ότι η νέα κοινωνία θα χρειάζεται μεν κάποιες λίγες διοικητικές λειτουργίες, αλλά ως επί το πλείστον θα λειτουργεί από μόνη της:
“Τα μέσα παραγωγής ανήκουν στο σύνολο της κοινωνίας. Κάθε μέλος της κοινωνίας που επιτελεί ένα συγκεκριμένο μέρος της κοινωνικώς αναγκαίας εργασίας, λαμβάνει ένα πιστοποιητικό από την κοινωνία ότι έχει επιτελέσει ένα συγκεκριμένο ποσό έργου. Και με αυτό το πιστοποιητικό λαμβάνει από το δημόσιο κατάστημα καταναλωτικών αγαθών μία αντίστοιχη ποσότητα προϊόντων. [...] Τα αναγκαία προς τούτο λογιστικά και ο έλεγχος έχουν απλοποιηθεί στον ύστατο βαθμό από τον καπιταλισμό και έχουν ελαττωθεί σε εξαιρετικά απλές λειτουργίες - που κάθε εγγράμματος άνθρωπος μπορεί να επιτελέσει - οι οποίες αφορούν την επίβλεψη και την καταγραφή, τη γνώση των τεσσάρων πράξεων της αριθμητικής, και την έκδοση των προσηκουσών αποδείξεων”.
Η κρατική γραφειοκρατία καθαυτή δεν θα χρειάζεται πλέον. Γενικώς τα κρατικά αξιώματα θα αποτελούν γνώρισμα του παρελθόντος. Η χώρα θα λειτουργεί περισσότερο σαν μια εργατική λέσχη:
“Αντί για τους ειδικούς θεσμούς μιας προνομιούχας μειονότητας (τα προνομιούχα αξιώματα, οι επικεφαλής του μόνιμου στρατού), η ίδια η πλειονότητα μπορεί άμεσα να επιτελεί όλες αυτές τις λειτουργίες, και όσο περισσότερες λειτουργίες της κρατικής εξουσίας επιτελούνται από τον λαό συνολικά, τόσο λιγότερη είναι η ανάγκη για την ύπαρξη αυτής της εξουσίας. [...]
Ο έλεγχος από την κοινωνία και το κράτος επί του ποσού της εργασίας και της κατανάλωσης [...] πρέπει να ασκείται όχι από ένα κράτος γραφειοκρατών, αλλά από ένα κράτος ένοπλων εργατών [...]
Υπό τον σοσιαλισμό [...] για πρώτη φορά στην ιστορία της πολιτισμένης κοινωνίας, η μάζα του πληθυσμού θα ανέλθει ώστε να αποκτήσει ένα ανεξάρτητο μέρος, όχι μόνο στην ψηφοφορία και τις εκλογές, αλλά και στην καθημερινή διοίκηση του κράτους. Υπό τον σοσιαλισμό όλοι θα κυβερνούν με τη σειρά και σύντομα θα συνηθίσουν στο να μην κυβερνά κανείς”.
Η αυτοδιαχείριση της κοινωνίας χωρίς κρατικούς γραφειοκράτες, δεν είναι ένα όραμα για το απώτερο μέλλον, αλλά ένα σχέδιο βραχυπρόθεσμης εφαρμογής:
“Είναι πολύ πιθανό, μετά την ανατροπή των καπιταλιστών και των γραφειοκρατών, να προχωρήσουμε αμέσως, την ίδια μέρα, στην αντικατάστασή τους, στον έλεγχο επί της παραγωγής και της διάθεσης [...] από τους ένοπλους εργάτες, από το σύνολο του ένοπλου πληθυσμού [...]
Το «κράτος» που αποτελείται από τους ένοπλους εργάτες [...] δεν είναι πλέον «κράτος με τη συνήθη έννοια της λέξης».»
Ο Λένιν πιστεύει ακόμη ότι αυτή η οντότητα, την οποία περιγράφει ως «προλεταριακό κράτος ή ημικράτος» δεν θα είναι ιδιαίτερα καταπιεστική. Η λογική του είναι απλή. Υπό τον καπιταλισμό, μια μικρή μειονότητα (η καπιταλιστική τάξη) καταπιέζει την τεράστια πλειονότητα του πληθυσμού (τους εργάτες και αγρότες). Πρόκειται για σκληρή δουλειά. Χρειάζεται έναν εκτεταμένο μηχανισμό κρατικής ασφάλειας: ένα αστυνομικό σώμα, ένα σύστημα φυλακών, έναν μόνιμο στρατό κλπ. Υπό τον σοσιαλισμό από την απλή πλευρά, η κρατική εξουσία ασκείται άμεσα από τους εργάτες και τους αγρότες, και συνεπώς από την τεράστια πλειονότητα του πληθυσμού. Αυτοί χρειάζεται μόνο να καταστέλλουν μια μικρή μειονότητα, δηλαδή τους ανατραπέντες καπιταλιστές. Αυτό είναι κάτι πολύ εύκολο και συνεπώς δεν απαιτεί κάποιον εκτεταμένο μηχανισμό ασφαλείας, ή κάποιον ιδιαίτερο ευρύτερο μηχανισμό:
«Υπό τον καπιταλισμό έχουμε κράτος με τη συνήθη έννοια της λέξης, δηλαδή έναν ειδικό μηχανισμό για την καταστολή της μίας τάξης από την άλλη [...] Φυσικά [...] ένα τέτοιο εγχείρημα όπως η συστηματική καταστολή της εκμεταλλευόμενης πλειονότητας από την εκμεταλλευτική μειονότητα απαιτεί μέγιστη αγριότητα στην καταστολή, απαιτεί λουτρά αίματος [...]
Κατά τη μεταβατική περίοδο [...] η καταστολή παραμένει αναγκαία, αλλά πρόκειται πλέον για την καταστολή της εκμεταλλευτικής μειονότητας από τη πλειονότητα που υφίσταται την εκμετάλλευση. Ακόμη χρειάζεται ένας ειδικός μηχανισμός καταστολής, το «κράτος», αλλά [...] η καταστολή της μειονότητας των εκμεταλλευτών από την πλειονότητα των μέχρι πρότινος μισθωτών σκλάβων είναι συγκριτικά ένα τόσο εύκολο, απλό και φυσικό εγχείρημα ώστε να συνεπάγεται πολύ λιγότερη αιματοχυσία [...] Φυσικά, οι εκμεταλλευτές δεν μπορούν να καταστείλουν τον λαό χωρίς ένα πολύ περίπλοκο σχετικό μηχανισμό, αλλά ο λαός μπορεί να καταστείλει τους εκμεταλλευτές ακόμη και με ένα πολύ απλό «μηχανισμό», σχεδόν χωρίς έναν τέτοιο ειδικό μηχανισμό, με την απλή οργάνωση του ένοπλου λαού».
Με άλλα λόγια, ο Λένιν δεν ισχυρίζεται ότι η επανάσταση θα είναι ένας περίπατος: λέει, επανειλημμένα και πολύ ξεκάθαρα, ότι θα χρειαστούν μέτρα καταστολής. Πιστεύει όμως επίσης ότι θα υπάρχει πολύ λιγότερη καταστολή απ’ ό,τι με το προηγούμενο σύστημα.
Δεν χρειάζεται να πούμε ότι τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν έτσι. Στη χειρότερη καταγεγραμμένη του χρονιά (το 1905, έτος της αποτυχημένης επανάστασης) το τσαρικό καθεστώς εκτέλεσε περίπου 11.000 ανθρώπους. Σε μια «κανονική» χρονιά, εκτελούσε λιγότερους από είκοσι ανθρώπους. Υπό τους Μπολσεβίκους, ο αριθμός των εκτελέσεων εκτοξεύθηκε αμέσως στους περίπου 28.000 ετησίως - και αυτό, πριν αναλάβει την εξουσία ο Στάλιν.
Ομοίως, ενώ τα στρατόπεδα εργασίας ήδη υπήρχαν επί Τσάρου, λιγότεροι από 30.000 ήταν έγκλειστοι εκεί το 1917. Στα χρόνια μετά την επανάσταση αυτός ο αριθμός εκτοξεύθηκε στους 70.000 - και πάλι, αυτό πριν τον Στάλιν.
Η τσαρική μυστική αστυνομία όντως διαλύθηκε μετά την επανάσταση, αλλά η σοσιαλιστική διάδοχός Τσεκά, ήταν πολύ μεγαλύτερη σε ό,τι αφορά το μέγεθος, το εύρος και τη βιαιότητα - κι αυτό πριν τον Στάλιν.
Θα μπορούσε βεβαίως να υποστηρίξει κανείς ότι ολόκληρο το βιβλίο είναι γεμάτο ψέματα. Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι ο Λένιν πάντα ήθελε να δημιουργήσει την κόλαση του ολοκληρωτισμού που συνέβαλε να δημιουργήσει, και ότι απλώς έκρυψε τις πραγματικές του προθέσεις για λόγους δημοσίων σχέσεων. Ή θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι μπορεί να είχε αρχικά αυτές τις πεποιθήσεις, όμως αυτές ήταν μόνο επιφανειακές και ότι η εξουσία γρήγορα τον διέφθειρε. Ή ότι οι δύσκολες περιστάσεις, όπως ο εμφύλιος πόλεμος, εκτροχίασαν τα αρχικά του σχέδια.
Υπάρχει όμως μια πιο πιθανή εξήγηση: όταν ο Λένιν έγραψε αυτές τις λέξεις, τις εννοούσε. Στις φιλοδοξίες του, ο Λένιν ήταν ένας “φιλελεύθερος σοσιαλιστής”. Όταν όμως κατέλαβε την εξουσία, σύντομα αποδείχθηκε ότι δεν μπορείς απλώς να καταργήσεις τα σήματα και τις συναλλαγές της αγοράς και να περιμένεις ότι η κοινωνία θα οργανωθεί με κάποιον τρόπο αυτόματα χωρίς αυτά. Γρήγορα αποδείχθηκε ότι η “εργατική τάξη” είναι απλώς μια μαρξιστική αφηρημένη έννοια, και ότι μια τέτοια αφηρημένη έννοια δεν ξεπηδά στη ζωή ξαφνικά για να δράσει αυτόνομα.
Είναι φτηνό, και εύκολο, να ισχυριστεί κανείς ότι ο Λένιν και τόσοι άλλοι είχαν απλώς τις λάθος προθέσεις, ή ότι απλώς επέλεξαν το “λάθος είδος” σοσιαλισμού. Η υποτιθέμενη διάκριση ανάμεσα στον “φιλελεύθερο” και τον “αυταρχικό σοσιαλισμό” είναι μια εκ των υστέρων δικαιολογία για την αναπόφευκτη κατάπτωση του σοσιαλισμού στον αυταρχισμό.
Ο σοσιαλισμός είναι πάντα “φιλελεύθερος” ως προς τις φιλοδοξίες του. Και είναι πάντα αυταρχικός ως προς την εφαρμογή του στην πράξη. Αν ο Λένιν είχε πεθάνει κατά τη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης ή αμέσως μετά από αυτή, σήμερα κάποιοι θα τον θυμούνταν ως έναν σπουδαίο “φιλελεύθερο σοσιαλιστή” και οι σοσιαλιστές θα ήταν πεπεισμένοι ότι η Σοβιετική Ένωση θα εξελισσόταν τελείως διαφορετικά αν τον είχε στο τιμόνι. Αντιστρόφως, αν η Εξέγερση των Σπαρτακιστών είχε πετύχει στη Γερμανία, τότε το σύνολο της Γερμανίας γρήγορα θα μετατρεπόταν σε μια πολύ μεγάλη ΛΔΓ και κάποιοι θα θυμόταν σήμερα τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λίμπνεχτ ως “αυταρχικούς σοσιαλιστές” που “διέστρεψαν” τα ιδανικά του Μαρξ. “Όχι, απλώς δεν καταλαβαίνετε”, θα έλεγαν σήμερα. “Είμαι φιλελεύθερος σοσιαλιστής και όχι Λουξεμπουργκιστής!”.
*Ο Kristian Niemietz είναι επικεφαλής θεμάτων πολιτικής οικονομίας στο Institute for Economic Affairs.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 27 Φεβρουαρίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.