Των Jon Miltimore και Dan Sanchez
Τον Αύγουστο του 1989, το κοινοβούλιο της Πολωνίας έκανε το αδιανόητο: το κράτος-δορυφόρος της ΕΣΣΔ εξέλεξε έναν αντικομμουνιστή ως νέο πρωθυπουργό.
Ο κόσμος περίμενε με κομμένη την ανάσα να δει τι θα συνέβαινε μετά. Και μετά συνέβη… το τίποτα.
Όταν δεν εισέβαλαν στην Πολωνία σοβιετικά τανκ για να συντρίψουν τους επαναστάτες, σύντομα ακολούθησαν πολιτικά κινήματα και σε άλλες χώρες - πρώτα στην Ουγγαρία και στη συνέχεια στην Ανατολική Γερμανία, τη Βουλγαρία, την Τσεχοσλοβακία και τη Ρουμανία - στο πλαίσιο των μετέπειτα γνωστών ως Επαναστάσεων του 1989.
Η κατάρρευση του κομμουνισμού είχε ξεκινήσει.
“Οι ιδεολογικοί κληρονόμοι του Μαρξ”
Στις 25 Οκτωβρίου του 1989, δύο μόλις μήνες μετά τις κομβικές αυτές εκλογές στην Πολωνία, οι New York Times δημοσίευσαν ένα άρθρο με τίτλο “The Mainstreaming of Marxism in US Colleges” (Η κανονικοποίηση του μαρξισμού στα αμερικανικά πανεπιστήμια), όπου περιγραφόταν ένα περίεργο και φαινομενικά παράδοξο φαινόμενο. Ενώ το μεγάλο παγκόσμιο πείραμα του μαρξισμού κατέρρεε ενώπιον όλων, παρ’ όλα αυτά οι μαρξιστικές ιδέες αποκτούσαν ρίζες και καταλάμβαναν το κύριο ρεύμα στα αμερικανικά πανεπιστήμια.
“Καθώς οι ιδεολογικοί κληρονόμοι του Καρλ Μαρξ στις κομμουνιστικές χώρες παλεύουν να μεταμορφώσουν την πολιτική τους κληρονομιά, οι διανοητικοί του κληρονόμοι στα αμερικανικά πανεπιστήμια έχουν σχεδόν ολοκληρώσει τη δική τους μεταμόρφωση από αυθάδεις και ορμητικούς αποσυνάγωγους σε ενσωματωμένα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας” έγραφε η Felicity Barringer.
Υπήρχαν όμως κάποιες σημαντικές διαφορές. Η έντονη και αδιαμφισβήτητη αντίθεση ανάμεσα στην εξαθλιωτική φτώχεια των κομμουνιστικών χωρών και την ευημερία των δυτικών οικονομιών είχε εξαλείψει την αξίωση περί οικονομικής ανωτερότητας του σοσιαλισμού.
Έτσι, ο ορθόδοξος μαρξισμός, με την έμφαση που έδινε στα οικονομικά, δεν ήταν πλέον δημοφιλής. Ο παραδοσιακός μαρξισμός “υποχωρούσε” και είχε γίνει “αντιδημοφιλής” σύμφωνα με τους New York Times.
“Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που δεν θέλουν να αποκαλούνται μαρξιστές”, δήλωσε στην εφημερίδα ο διαπρεπής μαρξιστής πανεπιστημιακός Eugene D. Genovese. (Ο Genovese, που πέθανε το 2012, εγκατέλειψε αργότερα τον σοσιαλισμό και υιοθέτησε τον παραδοσιακό συντηρητισμό αφού ανακάλυψε εκ νέου τον καθολικισμό).
Ο μαρξισμός όμως δεν υποχωρούσε πραγματικά. Απλώς προσαρμοζόταν για να επιβιώσει.
Η αναστάτωση στην Πολωνία και σε άλλες χώρες του ανατολικού μπλοκ είχε πείσει ακόμη και τους μαρξιστές ότι ο καπιταλισμός δεν θα “υποχωρούσε ενώπιον του σοσιαλισμού” σύντομα. Αυτό όμως θα προκαλούσε την εξέλιξη των μαρξιστικών ιδεών και όχι την εγκατάλειψή τους.
“Ο Μαρξ έχει σχετικοποιηθεί” είπε στους New York Times ο ιστορικός στο ΜΙΤ Loren Graham.
O Graham ήταν μόνο ένας από τους περίπου δέκα πανεπιστημιακούς που μίλησαν στην εφημερίδα - ένα μείγμα οικονομολόγων, νομικών επιστημόνων, ιστορικών, κοινωνιολόγων και κριτικών λογοτεχνίας. Οι περισσότεροι φάνηκε ότι καταλήγουν στον ίδιο συμπέρασμα με τον Graham.
O μαρξισμός δεν πέθαινε, μεταλλασσόταν.
“Μαρξισμός και φεμινισμός, μαρξισμός και αποδομισμός, μαρξισμός και φυλή - εκεί βρίσκονται σήμερα οι συναρπαστικοί διάλογοι” δήλωσε στην εφημερίδα ο καθηγητής ιστορίας στο University of California at Irvine, Jonathan M. Wiener.
Ο μαρξισμός συνέχιζε να ακμάζει, κατέληγε η Barringer - όχι όμως στις κοινωνικές επιστήμες “όπου υπάρχει μια πιθανότητα πρακτικής εφαρμογής”, αλλά σε αφηρημένα πεδία όπως η λογοτεχνική κριτική.
Μια στρατηγική μετακίνηση
Ο μαρξισμός δεν είχε ηττηθεί. Απλώς οι μαρξιστές αναζήτησαν νέο έδαφος.
Και ήταν μια κίνηση υψηλής στρατηγικής. Η “πρακτική εφαρμογή” του μαρξισμού είχε αποδειχθεί καταστροφική. Ο κομμουνισμός είχε δοκιμαστεί ως φιλοσοφία διακυβέρνησης και είχε αποτύχει παταγωδώς, οδηγώντας σε μαζική λιμοκτονία, φτώχεια, καταδιώξεις και φόνους. Στον ελεφάντινο πύργο όμως του αμερικανικού πανεπιστημιακού συστήματος, οι καθηγητές μπορούσαν να εμφυσούν μαρξιστικές ιδέες στο μυαλό των φοιτητών τους χωρίς να κινδυνεύουν να διαψευστούν από την πραγματικότητα.
Αυτό όμως δεν συνέβαινε στα οικονομικά τμήματα των πανεπιστημίων, καθώς τα εχέγγυα του μαρξισμού στο πεδίο αυτό είχαν αμαυρωθεί υπερβολικά από τις “πρακτικές” του επιδόσεις. Αντίθετα, ο μαρξισμός άκμαζε στα τμήματα φιλολογίας και σε άλλα πιο αφηρημένα πεδία.
Στα αντικείμενα αυτά, τα οικονομικά υποβαθμίζονταν, και άλλες κομβικές πτυχές της μαρξιστικής κοσμοθεωρίας έβγαιναν στο προσκήνιο. Το μαρξιστικό δόγμα της πάλης των τάξεων συνέχιζε να τονίζεται. Αντί όμως για την πάλη μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, τώρα προβαλλόταν η πάλη της πατριαρχίας εναντίον των γυναικών, των φυλετικώς προνομιούχων εναντίον των περιθωριοποιημένων κλπ. Οι φοιτητές μάθαιναν να βλέπουν κάθε κοινωνική σχέση υπό το πρίσμα της καταπίεσης και της σύγκρουσης.
Αφού απορρόφησαν μαρξιστικές ιδέες (ακόμη και αν αυτές οι ιδέες δεν αποκαλούνταν “μαρξιστικές”), γενιές αποφοίτων μετέφεραν τις ιδέες αυτές σε άλλους σημαντικούς αμερικανικούς θεσμούς: στις τέχνες, τα μέσα ενημέρωσης, τη δημόσια διοίκηση, τα δημόσια σχολεία, εντέλει ακόμη και στα τμήματα ανθρώπινου δυναμικού και τα εταιρικά διοικητικά συμβούλια. (Αυτό είναι γνωστό ως “η μακρά πορεία διαμέσου των θεσμών”, μια φράση που διατύπωσε ο κομμουνιστής φοιτητικός ακτιβιστής Rudi Dutschke, του οποίου οι ιδέες επηρεάστηκαν από τον μαρξιστή θεωρητικό του πρώιμου 20ου αιώνα Αντόνιο Γκράμσι).
Πράγματι, αποκαλύφθηκε πράγματι ότι ομοσπονδιακοί φορείς έχουν δαπανήσει εκατομμύρια δολάρια φορολογουμένων σε προγράμματα εκπαίδευσης υπαλλήλων να αναγνωρίζουν το “λευκό τους προνόμιο”. Αυτά τα προγράμματα εκπαίδευσης βρίσκονται επίσης σε αμέτρητα σχολεία και εταιρίες, και οι άνθρωποι που αμφισβήτησαν την καταλληλότητά τους απολύθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες.
Ένα τεράστιο μέρος της σημερινής κουλτούρας είναι συνέπεια αυτού του κινήματος. Η διαδεδομένη ιδεολογία των “αφυπνισμένων”, η πανταχού παρούσα πολιτική των ταυτοτήτων, η θυματοποίηση, η ακυρωτική κουλτούρα, οι εξεγερμένοι που πιστεύουν ότι νομιμοποιούνται ηθικά να καταστρέφουν τις περιουσίες των ανθρώπων και να απειλούν τους περαστικούς - όλα αυτά πηγάζουν από μαρξιστικές αφετηριακές υποθέσεις (και ιδίως τη διεστραμμένη εμμονή του μαρξισμού στην καταπίεση και τη σύγκρουση) που επωάζονται για καιρό στα πανεπιστήμια, ιδίως από τα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Όπως αποδείχθηκε, αυτό που συνέβαινε στα αμερικανικά πανεπιστήμια το 1989, ήταν εξίσου κομβικό όπως αυτό που συνέβαινε στα ευρωπαϊκά κοινοβούλια.
Ιδίως σε μια χρονιά εκλογών, μπορεί να είναι εύκολο να εστιάζουμε στις πολιτικές φιλονικίες. Όμως το μάθημα του 1989 είναι πως η κουλτούρα και οι ιδέες του σήμερα είναι οι πολιτικές του αύριο.
Γι’ αυτό και η μοίρα της ελευθερίας εξαρτάται από την παιδεία.
*O Jonathan Miltimore είναι εκτελεστικός υπεύθυνος έκδοσης του FEE.org. Ο Dan Sanchez είναι διευθυντής περιεχομένου και εκτελεστικός υπεύθυνος έκδοσης του FEE.org.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά την 10η Σεπτεμβρίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.