Του Αντριάν Νικόλοφ
Οι κρίσεις, και ιδίως όσες έχουν τη βαρύτητα αυτής που αντιμετωπίσουμε σήμερα, έχουν την αναπόφευκτη τάση να επαναπροσδιορίζουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η οικονομική ζωή. Το πώς εργάζονται οι άνθρωποι, καθώς και η ίδια η αγορά εργασίας θα υποστούν σημαντικές αλλαγές.
Ας ξεκινήσουμε με μια μικρή ιστορική αναδρομή στην επίδραση που έχουν οι μεγάλες κρίσεις στη λειτουργία της αγοράς εργασίας. Το πρώτο καλά μελετημένο παράδειγμα είναι αυτό των δραστικών επιπτώσεων του λεγόμενου Μαύρου Θανάτου - η πανδημία βουβωνικής πανώλης θανάτωσε από το ένα πέμπτο ως το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού της Ευρώπης - που οδήγησε σε μια σημαντική αύξηση της τιμής της εργασίας, ενέτεινε την κοινωνική κινητικότητα και στο τέλος συνέβαλε (μάλιστα κάποιοι μελετητές θεωρούν ότι υπήρξε ο σημαντικότερος παράγοντας) στη διάλυση της φεουδαρχικής κοινωνικής τάξης στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Ομοίως, η πανδημία της ισπανικής γρίπης οδήγησε σε σημαντική ανάπτυξη των κλάδων έντασης κεφαλαίου, αλλά παραδόξως, και σε μείωση της συνολικής ποιότητας και των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού.
Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι δημιούργησαν μια μακρά κάμψη στην προσφορά εργασίας στις κύριες εμπόλεμες χώρες, και έτσι οδήγησαν στη μόνιμη ενσωμάτωση των γυναικών στο εργατικό δυναμικό, ουσιαστικά διπλασιάζοντάς το.
Δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι η σημερινή κρίση του κορονοϊού θα αφήσει άθικτη την αγορά εργασίας. Ευρύτερα, μπορούμε να διακρίνουμε τις πιθανές συνέπειες - με την αναγκαία διευκρίνιση ότι σε μια τέτοια περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας κάθε πρόβλεψη είναι μόνο πιθανή - σε βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες.
Οι πρώτες αφορούν τις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς εργασίας στις πληττόμενες χώρες, και οι δεύτερες στους θεμελιώδεις κανόνες και τις αρχές λειτουργίας της αγοράς εργασίας.
Βραχυπρόθεσμα, κατά πάσα πιθανότητα η προσφορά εργασίας θα μειωθεί στο βαθμό που μειώθηκε μετά από προηγούμενες πανδημίες.
Αυτό φυσικά εξαρτάται από το ρυθμό μεταδοτικότητας και τη θνησιμότητα του ιού. Καθώς προς το παρόν, δεν φαίνεται ότι θα σημειωθούν πολλοί θάνατοι μεταξύ των ανθρώπων ενεργής ηλικίας, δεν υπάρχει λόγος να περιμένουμε μια απότομη μείωση στην προσφορά εργασίας.
Η ζήτηση από την άλλη πλευρά, είναι κάτι το τελείως διαφορετικό. Η επιβράδυνση των ευρωπαϊκών οικονομιών θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε μείωση της ζήτησης για εργαζόμενους, ιδίως στους κλάδους που πλήττονται εντονότερα (για παράδειγμα, στον τουρισμό, τις τέχνες και τον αθλητισμό, τις μεταφορές).
Μολονότι αυτή η συνέπεια μπορεί ως έναν βαθμό να απορροφηθεί από μια αύξηση στη ζήτηση εργασίας σε άλλα πεδία που ακμάζουν στην κρίση (ένα προφανές παράδειγμα είναι οι διαδικτιακές λιανικές πωλήσεις), η πρόβλεψη ότι θα σημειωθεί αύξηση της ανεργίας και μείωση της απασχόλησης (ιδίως μεταξύ ανθρώπων με λιγότερες δεξιότητες και εκπαίδευση) είναι πολύ εύλογη.
Μια αναδόμηση της απασχόλησης - μια μετακίνηση από τους κλάδους που πλήττονται δριμύτερα σε εκείνους που σχετικά μένουν άθικτη - φαίνεται επίσης πολύ πιθανή. Όλα αυτά βεβαίως εξαρτώνται από τα μέτρα που υιοθετούν οι κυβερνήσεις στην προσπάθειά τους να μειώσουν την κρίση και τις επιπτώσεις της.
Πολύ μεγαλύτερη σημασία έχει όμως η μακροπρόθεσμη, δομική αλλαγή. Η φύση της διαφαίνεται στις αρχικές αντιδράσεις που είχαν ως στόχο τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού - το κλείσιμο των χώρων εργασίας που μπορούν να κλείσουν και η συνέχιση της εργασίας εξ αποστάσεως από το σπίτι με στόχο τον κατά το δυνατόν μεγαλύτερο περιορισμό της κοινωνικής επαφής
Χιλιάδες συσκέψεις μετατράπηκαν σε e-mail, συνέδρια που ακυρώθηκαν μετακινήθηκαν στο διαδίκτυο, πολλοί εργαζόμενοι (ιδίως στον κλάδο των υπηρεσιών) αντιμετωπίζουν την προοπτική της εργασίας από το σπίτι για εβδομάδες, αν όχι για μήνες.
Μέχρι πρόσφατα, σε πολλές εταιρίες η εργασία από το σπίτι θεωρούταν κάτι σαν ημιεργασία και ένα είδος μπόνους που ο εργοδότης μπορεί να επιλέξει να δώσει στους εργαζόμενους του, και δεν θεωρούταν σοβαρό μοντέλο για δομημένη εργασίας (υπάρχουν βεβαίως εξαιρέσεις, ιδίως στον κόσμο της ανεξάρτητης εργασίας).
Έτσι, η σημερινή κρίση είναι μεταξύ άλλων και μία δοκιμαστική περίοδος γι’ αυτό το μοντέλο της δομημένης εργασίας. Αν χρειαστεί να συνεχιστεί επί μακρόν η κατάσταση ανάγκης, και η παραγωγικότητα των εργαζόμενων από το σπίτι παραμένει η ίδια, αυτό αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε μια σημαντική αύξηση εμπιστοσύνης στην εξ αποστάσεως εργασία. Έτσι, πολλές επιχειρήσεις μπορεί σύντομα να μετακινηθούν σ’ αυτό το μοντέλο ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη την εξοικονόμηση του χώρου εργασίας και τα πάγια έξοδα που χρειάζεται να καταβάλλονται για τους εργαζόμενους σε γραφεία.
Οι μεγαλύτεροι κερδισμένοι σε ένα τέτοιο σενάριο μπορεί να είναι τα άτομα με αναπηρία που προηγουμένως δεν μπορούσαν να βρουν εργασία, και όσοι για κάποιον λόγο είναι αναγκασμένοι να μένουν στο σπίτι (για παράδειγμα, γιατί φροντίζουν έναν άρρωστο ασθενή) αλλά κατά τα άλλα είναι ικανοί προς εργασία, καθώς οι διαθέσιμες σ’ αυτούς ευκαιρίες εργασίας θα διευρυνθούν σημαντικά.
Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, είδαμε τη μαζική εισαγωγή της πληροφοριακής τεχνολογίας σχεδόν σε όλες τις πτυχές της καθημερινής ζωής. Σήμερα, μετατρέπεται σε ένα ανεκτίμητο εργαλείο επικοινωνίας και οργάνωσης των εργαζόμενων που βρίσκονται σκορπισμένοι στα σπίτια τους.
Γι’ αυτό τον λόγο, είναι πολύ πιθανό η κρίση του κορονοϊού να επιταχύνει περαιτέρω την εισαγωγή της πληροφοριακής τεχνολογίας σε ολοένα και περισσότερες πτυχές της εργασίας. Έτσι, οι κερδισμένοι (όσο μπορούν να υπάρχουν κερδισμένοι) αυτής της κατάστασης θα είναι οι κατασκευαστές υλικού εξοπλισμού και λογισμικού που ανταποκρίνονται στις ανάγκες των εργαζομένων.
Όσα αναφέρθηκαν παραπάνω αφορούν κυρίως τις υπηρεσίες. Στην παραγωγή προϊόντων η εξ αποστάσεως εργασία φαίνεται σχεδόν ανέφικτη. Παρ’ όλα αυτά, είναι μάλλον απίθανο ο κλάδος αυτός να παραμείνει άθικτος. Αλλαγές στην κατεύθυνση μιας μεγαλύτερης εστίασης στις συνθήκες υγιεινής και τη πρόληψη της ραγδαίας εξάπλωσης ασθενειών φαίνονται πιθανές.
Μια τέτοια αλλαγή θα έρθει με τη μορφή εντονότερων προδιαγραφών καθαριότητας και συχνότερων ιατρικών εξετάσεων και απολυμάνσεων, και μπορεί να οδηγήσει μέχρι και στην αναμόρφωση της παραγωγικής διαδικασίας ώστε οι εργαζόμενοι να έχουν μεγαλύτερο προσωπικό χώρο.
Η αυτοματοποίηση και η εισαγωγή περισσότερων ρομπότ θα δώσει την τελική απάντηση στον περιορισμό των μολύνσεων στα εργοστάσια όπου εργάζονται εκατοντάδες άνθρωποι.
Οι εργασιακές διαδικασίες της δημόσιας διοίκησης ομοίως δεν θα παραμείνουν άθικτες. Οι εβδομάδες (ή και μήνες) της κοινωνικής απομόνωσης υπογραμμίζουν την επιτακτική ανάγκη να μετακινηθούν όσο γίνεται περισσότερες διοικητικές διαδικασίες στο διαδίκτυο, καθώς και να παρέχονται διαδικτυακά περισσότερες υπηρεσίες e-government.
Το μεγαλύτερο μέρος των υποδομών (σε ό,τι αφορά τουλάχιστον τη Βουλγαρία), με την εξαίρεση της ηλεκτρονικής ταυτοποίησης όλων των πολιτών, που απαιτείται για την πλήρη παροχή των δημόσιων υπηρεσιών ήδη υπάρχει, και η απροθυμία να πάει κανείς αυτοπροσώπως στις υπηρεσίες και να κάτσει στην ουρά με άλλους ανθρώπους πιθανότατα θα ωθήσει πολλούς να προσπαθήσουν να κάνουν τις συναλλαγές τους με το κράτος διαδικτυακώς.
Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι οι κρατικοί υπάλληλοι θα πρέπει να αλλάξουν τη ροή εργασίας τους, ως αποτέλεσμα της αυξημένης ζήτησης των ηλεκτρονικών υπηρεσιών έναντι των υπηρεσιών σε χαρτί.
Όλα αυτά βεβαίως είναι υποθέσεις. Μόνο ο χρόνος θα δείξει αν μπορούμε να κρίνουμε τον ακριβή τρόπο που θα επηρεάσει η τρέχουσα κρίση το πώς σκεφτόμαστε και οργανώνουμε τους χώρους εργασίας και την εργασία καθαυτή.
--
Ο Αντριάν Νικόλοφ είναι ερευνητής στο βουλγαρικό Institute for Market Economics.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 6 Απριλίου και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του 4Liberty.eu και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.