Γράφει ο Laurynas Peluritis*
Μερικές φορές είναι τόσο ωραίο να αφήνεται κανείς και να παραδίδει τις δικές του ανησυχίες και έγνοιες στα χέρια κάποιου άλλου. Προτιμά κανείς να εμπιστεύεται αυτές τις ανησυχίες σε επαγγελματίες που τις κατανοούν καλύτερα και είναι καλύτερα εξοπλισμένοι για να τις αντιμετωπίσουν.
Η λιθουανική (και όχι μόνο) κοινωνία και οι πολιτικοί της φαίνεται να γνωρίζουν αυτόν τον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, ή τουλάχιστον τον αντιλαμβάνονται διαισθητικά. Η πατερναλιστική προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία το κράτος παρεμβαίνει ενεργά στην ιδιωτική σφαίρα και αρχίζει να ρυθμίζει τη ζωή των ενήλικων πολιτών, κατ' αρχήν δεν είναι ξένη σε κανένα από τα μεγάλα πολιτικά κόμματα.
Η μόνη διαφορά αφορά τα αντικείμενα του επιθυμητού ελέγχου: ορισμένοι πιστεύουν ότι η νομοθεσία πρέπει να επιλύει κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, άλλοι ελπίζουν να αλλάξουν τα πρότυπα συμπεριφοράς και τα κίνητρα των πολιτών, ενώ άλλοι θα ήθελαν να ορίσουν και να ελέγξουν τα ήθη και τις αξίες των πολιτών με πολιτικά μέσα. Τουλάχιστον κάποιοι πολίτες περιμένουν από τους δημόσιους φορείς να λύσουν τα προβλήματά τους, να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους και να ανταποκριθούν στις προσδοκίες τους. Αλλά το πράγμα δεν είναι τόσο απλό – πέρα από τις προφανείς πρακτικές προκλήσεις, υπάρχουν και ευρύτερα πολιτικά και ηθικά ζητήματα.
Πρώτον, είναι χρήσιμο να ορίσουμε την έννοια του πατερναλισμού. Ένας γονιός που εμποδίζει το παιδί του να φάει σπασμένα γυαλιά στην παιδική χαρά, ασκεί πατερναλισμό με την κυριολεκτική έννοια της λέξης. Αν δεν το έκανε, δεν θα ήταν ιδιαίτερα καλός γονέας. Ο πατερναλισμός προέρχεται από τη λατινική λέξη pater, που σημαίνει «πατέρας». Άρα, ο πατερναλισμός σχετίζεται νοηματικά με την πατρότητα.
Ωστόσο, μας ενδιαφέρει περισσότερο η στενότερη έννοια του πατερναλισμού, δηλαδή ο περιορισμός των ελευθεριών των πολιτών ή η παρέμβαση στη ζωή τους από τις δημόσιες αρχές στα πεδία όπου θα μπορούσαν ή θα έπρεπε να οι ίδιοι να φροντίσουν τον εαυτό τους ή τους συγγενείς τους. Ως πολιτική έννοια, ο πατερναλισμός αναφέρεται σε μια ορισμένη αναλογία μεταξύ της εξουσίας των γονέων επί των τέκνων τους και της εξουσίας του κράτους επί των υπηκόων του (πολιτών και κατοίκων).
Οι υποστηρικτές του κρατικού πατερναλισμού πιστεύουν ότι εάν κάποιοι άνθρωποι (ή η πλειονότητά τους) δεν είναι σε θέση να φροντίσουν τον εαυτό τους, να λάβουν υπεύθυνες αποφάσεις για το ένα ή το άλλο θέμα, τότε η προσωπική τους ελευθερία και αυτονομία είναι θεμιτό να περιοριστεί από το νόμο και τους κρατικούς θεσμούς. Η απαγόρευση της απεριόριστης πώλησης δηλητηρίων μπορεί να είναι μια μορφή πατερναλισμού, αλλά πολλοί άνθρωποι, ακόμη και αυτοί που το βλέπουν ως πατερναλισμό, θα τη θεωρούσαν κάτι το δικαιολογημένο. Ωστόσο, υπάρχουν σοβαρά ζητήματα εδώ που αξίζει συνεχώς να υπενθυμίζουμε και να τα ξανασκεφτόμαστε.
Περιορίζοντας, για παράδειγμα, τη ζάχαρη στα τρόφιμα στοχεύουμε να πετύχουμε κάτι καλό για το άτομο, για την κοινότητα, για το κράτος (εξοικονόμηση πόρων για φάρμακα, κοινωνικές ανάγκες και υπηρεσίες κ.λπ.). Ο βαθμός στον οποίο αυτοί οι περιορισμοί επιτυγχάνουν τους στόχους τους για την αντιμετώπιση των κοινωνικών δεινών είναι ένα ξεχωριστό ερώτημα.
Ωστόσο, το τελευταίο ερώτημα μας επιτρέπει συχνά να ξεφύγουμε από το πιο περίπλοκο ερώτημα: ποια κριτήρια θα χρησιμοποιήσουμε για να δούμε τον πατερναλισμό ως επιτρεπτό, επιθυμητό ή ως στόχο που αξίζει να επιδιώξουμε σε ορισμένες καταστάσεις, και πού θα θεωρήσουμε ότι αξίζει να τραβήξουμε τη γραμμή και να δώσουμε προτεραιότητα στην ανθρώπινη ελευθερία και ευθύνη;
Η πατερναλιστική προσέγγιση μπορεί επίσης να λάβει άλλες σχετικές μορφές: μηχανισμοί κοινωνικής ασφάλισης που κάνουν τους ανθρώπους να εξαρτώνται από τα επιδόματα αντί να τους βοηθούν να σταθούν ξανά στα πόδια τους και να τους ενδυναμώνουν. Νομοθετικές και νομολογικές πρακτικές που επιδιώκουν να ρυθμίσουν και να νομοθετήσουν το σύνολο της κοινωνικής πραγματικότητας σε σημείο που να μην αφήνεται περιθώριο ελευθερίας, είτε έξω από τα όρια του νόμου είτε εντός των ορίων του ίδιου του νόμου.
Ο πειρασμός για δημιουργία πατερναλιστικών σχέσεων είναι προφανής. Υπάρχει λόγος που η λατινική res publica αναφέρεται σε κοινές ή δημόσιες υποθέσεις. Εξάλλου, η πολιτική κοινότητα αφορά τη συνεργασία για την επίλυση των προκλήσεων, των προβλημάτων και των συγκρούσεων που αντιμετωπίζουμε και για την επιδίωξη κοινών στόχων. Αν δούμε ότι κάποιοι συμπολίτες μας αδυνατούν να φροντίσουν τον εαυτό τους, δεν αξίζει να τους βοηθήσουμε με πολιτικά όργανα ή ακόμα και να περιορίσουμε την ελευθερία τους για το καλό τους;
Ο Michael Oakeshott, ένας από τους μεγάλους Βρετανούς φιλοσόφους, είδε το πρόβλημα του πατερναλισμού ως ηθικό και πολιτικό: ένα πατερναλιστικό κράτος αντιμετωπίζει τους πολίτες του ως παιδιά. Αλλά αν οι ενήλικες γίνουν παιδιά, τότε ποιος θα πάρει τη θέση των ενηλίκων στο κράτος; Ναι, οι άνθρωποι απέχουν πολύ από το να είναι λογικοί ή σοφοί, και συχνά κάνουν λάθη. Αλλά η κατανόηση των ανθρώπινων περιορισμών θα πρέπει επίσης να ισχύει για το πώς αντιλαμβανόμαστε το κράτος που χτίζουμε και τους θεσμούς του.
Από την οπτική του Oakeshott, η φροντίδα για την ηθική ή υλική ευημερία των συμπολιτών μας δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να νοηθεί ως η εντολή κάποιος απλώς να τους κατευθύνει ή να ελέγχει τη στάση και τη συμπεριφορά τους. Μπορεί επίσης να εκφραστεί μέσω της αναγνώρισης της αυτονομίας και της αξιοπρέπειάς τους.
Το κεντρικό όμως επιχείρημα του Βρετανού φιλοσόφου είναι ότι η πολιτική κοινότητα των πολιτών δεν είναι ούτε προέκταση της οικογένειας ή της φυλής, ούτε μια ένωση με συγκεκριμένο σκοπό (όπως μια εταιρεία ή άλλη οργάνωση). Ωστόσο, δεν είναι εύκολο να καταλάβει κανείς ότι η ελευθερία του ατόμου και της πολιτικής κοινότητας δεν μπορεί να ενταχθεί σε ένα σχέδιο, έναν εύκολα οριζόμενο στόχο ή ένα πιασάρικο σύνθημα.
* Ο Laurynas Peluritis είναι εμπειρογνώμονας στο λιθουανικό Free Market Institute (LFMI), έναν ιδιωτικό, μη κερδοσκοπικό, μη κομματικό οργανισμό που ιδρύθηκε το 1990 με στόχο την προώθηση των ιδεών της ατομικής ελευθερίας και υπευθυνότητας, της ελεύθερης αγοράς και του περιορισμένου κράτους.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 17 Απριλίου 2023 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του 4Liberty.eu και τη συνεργασία του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών.