Του Marian L. Tupy
Πώς να ενθαρρύνεις την οικονομική ανάπτυξη σε φτωχές χώρες με προβληματικούς θεσμούς; Στο παρελθόν, κάποιοι πίστευαν ότι η απάντηση είναι η ξένη βοήθεια. Όπως όμως διαπιστώσαμε τα τελευταία περίπου εξήντα χρόνια, η ξένη βοήθεια δεν μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης σε χώρες χωρίς νομοκρατία, ιδιοκτησιακά δικαιώματα και μια κυβέρνηση που υπόκειται σε λογοδοσία.
Σε πολλά μέρη, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη Δημοκρατία του Κονγκό - Κινσάσα, δισεκατομμύρια δολάρια ξένης βοήθειας εκλάπησαν από άπληστους κρατικούς αξιωματούχους. Στο μεταξύ, οι απλοί άνθρωποι παραμένουν το ίδιο φτωχοί, αν όχι φτωχότεροι, σε σύγκριση με την εποχή της αποικιοκρατίας.
Καθώς θεσμοί όπως η νομοκρατία συνιστούν ένα σημαντικό μέρος της οικονομικής ανάπτυξης, οι προβληματικοί θεσμοί πρέπει να διορθώνονται. Το πρόβλημα είναι το πώς μπορεί να γίνει αυτό.
Οι καθηγητές Daron Acemoglu από το MIT και James Robinson από το Πανεπιστήμιο του Σικάγο συνέγραψαν το 2012 μια κατά πολλούς καθοριστικής σημασίας έκθεση της σημασίας των καλών θεσμών στο βιβλίο τους Why Nations Fail: The Origins of Power, Prosperity and Poverty (Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη: Οι καταβολές της ισχύος, της ευημερίας και της φτώχειας).
Οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι οι καλοί ή “περιεκτικοί” θεσμοί επιτρέπουν στους απλούς πολίτες να συμμετέχουν στην πολιτική και οικονομική ζωή της χώρας. Αυτό οδηγεί σε μεγαλύτερη ισότητα έναντι του νόμου, που με τη σειρά της παρέχει μια δομή κινήτρων που επιβραβεύει το ταλέντο και τη δημιουργικότητα.
Η νομοκρατία με τη σειρά της μειώνει τη πιθανότητα της διαφθοράς και της κατάχρησης εξουσίας, αντικαθιστώντας την ευχέρεια στην άσκηση της εξουσίας με γενικούς κανόνες. Ακόμη, μια λειτουργική νομοκρατία προϋποθέτει τη διάκριση των εξουσιών: αφαιρεί τις νομοθετικές και δικαστικές λειτουργίες από την εκτελεστική εξουσία που ασκούν άνθρωποι όπως ο Ζαϊρινός δικτάτορας Mobutu Sese Seko Kuku Ngbendu Wa Za Banga (που μεταφράζεται ως: ο πολεμιστής που δεν γνωρίζει την ήττα χάρη στην ανθεκτικότητα και την αδάμαστη βούλησή του και είναι πανίσχυρος, αφήνοντας πίσω του φωτιά καθώς πορεύεται από κατάκτηση σε κατάκτηση) και τις επιστρέφει στα εκλεγμένα νομοθετικά σώματα και στο ανεξάρτητο δικαστικό σώμα.
Επαρκούν όμως οι καλοί θεσμοί για την επίτευξη της ανάπτυξης; Η καθηγήτρια Deirdre McCloskey του University of Illinois at Chicago διαφωνεί και, σε μια τριλογία βιβλίων με θέμα “την εποχή της αστικής τάξης”, υποστηρίζει ότι οι ιδέες και η ρητορική (το να χαίρουν για παράδειγμα υψηλής εκτίμησης οι καινοτόμοι και οι επιχειρηματίες) είναι επίσης ένα κομβικό στοιχείο του πλούτου μιας κοινωνίας. Όπως εξηγεί:
“Υποστηρίζω ότι η Βιομηχανική Επανάσταση, και στη συνέχεια ο νεώτερος κόσμος, γεννήθηκαν χάρη σε μια μεγάλη αλλαγή στην κοινή γνώμη σχετικά με τις αγορές και την καινοτομία. Η αλλαγή αυτή συνέβη κατά τον 17ο και 18ο αιώνα στην βορειοδυτική Ευρώπη. Ξαφνικά οι Ολλανδοί και οι Βρετανοί, και στη συνέχεια οι Αμερικανοί και οι Γάλλοι, άρχισαν να μιλούν για την μεγάλη ή μικρή μεσαία τάξη, την “μπουρζουαζία” - σαν αυτή να είναι αξιοπρεπής και ελεύθερη. Το αποτέλεσμα ήταν η νεώτερη οικονομική ανάπτυξη”.
Ό,τι και να ισχύει, κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει ότι μια διεφθαρμένη δικτατορία με αυθαίρετη εφαρμογή των νόμων και των ρυθμίσεων και με ασταθή ιδιοκτησιακά δικαιώματα έχει πολλές πιθανότητες ανάπτυξης. Έτσι, οι θεσμοί μιας τέτοιας χώρας θα πρέπει να αλλάξουν από κακοί σε καλοί.
Αυτό όμως είναι ένα δύσκολο εγχείρημα και δεν υπάρχει κάποιος αποτελεσματικός οδικός χάρτης για τη δημιουργία καλών θεσμών. Υπάρχουν μάλιστα μέρη του κόσμου, όπως για παράδειγμα η Αφρική, που μετά την ανεξαρτησία τους γνώρισαν μια βαθιά χειροτέρευση των θεσμών τους και βρίσκουν πολύ δύσκολο το να αλλάξουν πορεία.
Ο Paul Romer, επικεφαλής των οικονομολόγων και αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας πιστεύει ότι η λύση μπορεί να είναι οι αυτόνομες πόλεις (“charter cities”). Σύμφωνα με το σχέδιο του Romer, μια αναπτυσσόμενη χώρα θα μπορούσε να “αφιερώσει ένα μέρος γης για μια νέα αυτόνομη πόλη. Αυτή η πόλη θα μπορούσε να διοικείται από μια εγγυήτρια κυβέρνηση μιας αναπτυγμένης τρίτης χώρας, και οι πολίτες της φιλοξενούσας χώρας (και πιθανόν και άλλων χωρών) θα μπορούσαν να μεταναστεύσουν προς και από την πόλη αυτή κατά βούληση. Το νόημα της ιδέας των αυτόνομων πόλων είναι να παράσχουν στους πολίτες την επιλογή για το πού θέλουν να ζήσουν καθώς και τους βασικούς κανόνες και τις εγκαταστάσεις που απαιτεί η οικονομική ανάπτυξη”.
Η κυβέρνηση της διαβόητης για τη διαφθορά της Ονδούρας επεχείρησε να εφαρμόσει μια παρόμοια ιδέα, αλλά η προσπάθεια εμποδίστηκε από το εκεί Ανώτατο Δικαστήριο.
Μια άλλη λύση θα ήταν να ανατεθούν (“outsourcing”) μέρη της δικαστικής εξουσίας μιας αναπτυσσόμενης χώρας σε μια άλλη χώρα με ανεπτυγμένη νομοκρατία, ή ακόμα και σε ιδιωτικές μορφές διαιτησίας. Μια τέτοια διαρρύθμιση μπορεί να αποδειχθεί αποτελεσματική στο να πείσει τους ξένους και εγχώριους επενδυτές ότι ένα συγκεκριμένο μέρος είναι ασφαλές για επενδύσεις. Αυτό μπορεί να φέρνει στο νου περασμένες εποχές, αλλά ένας αριθμός υπεράκτιων κτήσεων και πρώην αποικιών της Μεγάλης Βρετανίας έχουν διατηρήσει τη βρετανική Δικαστική Επιτροπή του Ανακτοβουλίου (Judicial Committee of the Privy Council) ως δικαστήριο τελευταίας καταφυγής. Για να είμαστε δίκαιοι, οι προσφυγές στο Ανακτοβούλιο έχουν λειτουργήσει καλύτερα σε κάποιες χώρες, όπως η Αγία Λουκία, απ' ό,τι σε άλλες, όπως η Τζαμάικα. Άλλωστε, και οι αποφάσεις του Ανακτοβουλίου θα πρέπει στη συνέχεια να εφαρμοστούν από την τοπική, συχνά διεφθαρμένη ή δυσλειτουργική κυβέρνηση. Όμως η επίπτωση των αλλαγών στις νομικές διαρρυθμίσεις, όπως η προαναφερθείσα, μπορεί να είναι εξαιρετικά σημαντική. Η Μπελίζ για παράδειγμα, επέτρεπε στο παρελθόν την προσφυγή στο Ανακτοβούλιο, αλλά αργότερα, το 2003, αντικατέστησε την ύπατη νομική αρχή με το Δικαστήριο της Καραϊβικής (Caribbean Court of Justice). Το αποτέλεσμα ήταν να πληγεί η επίδοσή της σε ό,τι αφορά τη νομοκρατία.
Καθώς η νομοκρατία χρειάστηκε χιλιάδες χρόνια για να εξελιχθεί στη Δύση, δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι δεν έχει ακόμη ανθήσει στις αναπτυσσόμενες χώρες των οποίων η ιστορία και οι παραδόσεις διαφέρουν κατά πολύ. Γι' αυτό τον λόγο, αν οι χώρες αυτές δεν μπορούν να μεταφυτέψουν τη νομοκρατία από το εξωτερικό, θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο να την αναθέσουν σε ανεξάρτητα μέρη αλλού. Ναι, αυτό μπορεί να πλήξει κάπως την εθνική υπερηφάνεια, αλλά σίγουρα είναι πολύ πιο ντροπιαστικό να μένει μια χώρα βυθισμένη στην αιώνια φτώχεια.
Αναδημοσίευση από το CapX
--
Ο Marian L. Tupy είναι υπεύθυνος έκδοσης του HumanProgress.org και διακεκριμένος αναλυτής δημόσιας πολιτικής στο Center for Global Liberty and Prosperity.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 25 Μαΐου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του HumanProgress.org και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.