Του Andy Mayer*
Η πράσινη αριστερά είναι ενθουσιασμένη με την πανδημία. Πέραν του περιορισμού της πληθυσμιακής αύξησης, μια μακροχρόνια φιλοδοξία της μαλθουσιανής της φράξιας, πιστεύει ότι η αυταρχική αντίδραση πολλών κυβερνήσεων προσφέρει ένα πρότυπο για μελλοντικούς ελέγχους για τον περιορισμό των εκπομπών άνθρακα και άλλων μορφών ρύπανσης.
Κάποιοι φαίνεται να λένε στους πολιτικούς “Δείτε εδώ, δεν γίνονται πτήσεις, κυκλοφορούν λιγότερα αυτοκίνητα, εκπέμπονται λιγότεροι βιομηχανικοί ρύποι, οι κατσίκες γεμίζουν ξανά τους δρόμους της Ουαλίας - είναι εφικτό!”. Πιστεύουν ότι σίγουρα το κοινό θα δει σε αυτή την αντίδραση εκτάκτου ανάγκης ενώπιον της κρίσης έναν οδηγό μελλοντικής δράσης για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας υπερθέρμανσης, και θα τον καλωσορίσει.
Πιθανότατα κάνουν λάθος. Το κοινό σίγουρα δείχνει μια προθυμία να υποστεί τους προσωρινούς περιορισμούς στην ελευθερία του προκειμένου να διαχειριστούμε μια πραγματική και επιτακτική έκτακτη ανάγκη. Δεν είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς ότι, αν με το να βήξει κοντά στη γιαγιά αυτή μπορεί να πεθάνει μέσα σε δύο εβδομάδες, είναι φρόνιμο να μείνει στο σπίτι. Η απειλή είναι πιστευτή, απτή και αξιόπιστη. Το γεγονός ότι ο αριθμός παγκόσμιων θανάτων αυξάνεται κάθε μέρα και κανείς - πλούσιος ή φτωχός, νέος ή γέρος, πρίγκιπας ή υποτελής - δεν είναι άτρωτος, ενισχύει αυτό το μήνυμα. Σύντομα, όλοι θα ξέρουμε κάποιον που υπέφερε, που νοσηλεύτηκε, που έχασε τη δουλειά του ή ακόμη και πέθανε από τον ιό. Οι εντυπωσιοθηρικοί τίτλοι που συνοδεύονται από εικόνες με άδεια πάρκα δεν αλλάζουν το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, εκεί όπου έχουν εφαρμοστεί περιορισμοί, ακόμη συμμορφώνεται με αυτούς.
Αυτό είναι κάτι το πολύ διαφορετικό από μια προβολή πολλαπλών απρόσωπων επιπτώσεων μετά από 20, 30, 50 ή ακόμη και 100 χρόνια. Αν ήταν πιθανό να τρομάξει κανείς τον πληθυσμό ώστε αυτός να αλλάξει την συμπεριφορά του και να μειώσει τις εκπομπές άνθρακα φωνάζοντας δυνατότερα “Μα δεν θα σκεφτεί κανείς τα εγγόνια!”, αυτό θα είχε ήδη πετύχει. Οι διαδηλωτές και περισσότερο αξιόπιστοι επιστήμονες υποστηρικτές χρησιμοποιούν με διάφορους τρόπους ολοένα και περισσότερο την υπερβολή εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες, παραβλέποντας τις πολλές φορές που οι προβλέψεις τους δεν αποδείχθηκαν ακριβείς. Ακόμη και το συνήθως πραγματιστικό βρετανικό κοινοβούλιο κήρυξε “κατάσταση περιβαλλοντικής έκτακτης ανάγκης” πέρσι, χωρίς να υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτό προκάλεσε κάποια δράση πέρα από τίτλους στον Guardian, και τεχνοκρατικές συζητήσεις για ρυθμιστές με υπερβολικές εξουσίες.
Τώρα που ζούμε μια πραγματική κατάσταση έκτακτης ανάγκης, θανατηφόρα σήμερα και όχι ενοχλητική αύριο, αυτή η ρητορική φαίνεται ακόμη πιο ξένη προς την κοινή λογική.
Η κλιματική αλλαγή δεν είναι μια συνθήκη έκτακτης ανάγκης, ούτε μια κρίση. Είναι ένα απρόβλεπτο και αργά εξελισσόμενο υποπροϊόν των τεχνολογικών μας επιλογών που εδώ και δύο αιώνες έχουν πλουτίσει απίστευτα τη ζωή μας, τόσο ποσοτικά, όσο και ποιοτικά. Τα αεροπορικά ταξίδια, το αυτοκίνητο και η οικιακή θέρμανση με τη χρήση καυσίμων υδρογονανθράκων ήταν καλές επιλογές τότε και εξελίχθηκαν σταθερά για να μειώσουν τις περιβαλλοντικές τους συνέπειες με το πέρασμα του χρόνου. Αντικατέστησαν οικονομίες που βασίζονταν στη μετακίνηση με άλογα που προκαλούσε τραυματισμούς και βασανισμό των ζώων, και την καύση ξύλων που ακομη αποτελεί πηγή πρόωρης θνησιμότητας στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Τα σύγχρονα φάρμακα και ο ιατρικός εξοπλισμός εξαρτώνται σε τεράστιο βαθμό από τον κατασκευαστικό κλάδο που περιλαμβάνει τα πλαστικά, τα οποία βασίζονται σε χημικά που παράγονται από καύσιμα υδρογονανθράκων. Αυτά αντικατέστησαν την αλχημία, τις βδέλλες και τον επαναχρησιμοποιούμενο εξοπλισμό που προκαλούσε και διέδιδε μολύνσεις. Αυτές οι διαδικασίες όμως όντως προκαλούν εκπομπές άνθρακα, μόλυνση του αέρα και των ωκεανών και όντως χρειαζόμαστε καλύτερες επιλογές. Αυτές όμως απλά δεν θα εμφανιστούν αυτομάτως ή ως αποτέλεσμα κάποιας λαμπρής πολιτικής για τον περιορισμό των αεροπορικών μετακινήσεων που επιβάλλει απαγορεύσεις στην οικονομική δραστηριότητα, μέχρι να προκύψει κάτι καλύτερο.
Επίσης, η κλιματική αλλαγή δεν είναι ιός. Δεν μπορείς να την κολλήσεις στεκόμενος υπερβολικά κοντά σε κάποιο στέλεχος μιας πετρελαϊκής βιομηχανίας. Τα ορυκτά καύσιμα δεν είναι αυτοαναπαραγώμενοι παρασιτικοί οργανισμοί, ούτε η καύση τους μοιάζει με μια καταιγίδα κυτοκίνης στους πνεύμονές σας. Οι σχετιζόμενες διαδικασίες προκαλούν ζημιά, και γι’ αυτό τον λόγο αντικαθίστανται από λιγότερο επιβλαβείς εναλλακτικές όταν αυτές έχουν πλέον αναπτυχθεί. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η κλιματική αλλαγή μοιάζει περισσότερο με τα αποτελέσματα ενός πειραματικού φαρμάκου για την αντιμετώπιση ενός νέου ιού, και όχι με τον ίδιο τον ιό. Δεν θα πρέπει όμως να θέλουμε να σταματήσουμε την προσπάθεια αντιμετώπισης του ιού απλώς και μόνο επειδή οι πρώτες μας προσπάθειες να ανακαλύψουμε ένα εμβόλιο δεν ήταν τέλειες. Και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα με τον ουτοπικό περιβαλλοντισμό - συχνά υιοθετεί θέσεις όπως “καθαρές μηδενικές εκπομπές μέχρι το 2025” που καθιστούν το ανέφικτο τέλειο εχθρό του εφικτού επόμενου βήματος, χωρίς να εξετάζει τι άλλες συνέπειες θα παραχθούν. Αν απαγορεύαμε όλα τα φάρμακα που έχουν παρενέργειες, θα μέναμε σχεδόν χωρίς κανένα φάρμακο, και το προσδόκιμο ζωής θα ήταν αισθητά μικρότερο. Αναλόγως, χρειαζόμαστε την οικονομία του άνθρακα να λειτουργεί προκειμένου να φτάσουμε σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών, χωρίς να σκοτώσουμε στο μεταξύ τον ασθενή.
Αυτό δεν μπορεί να σχεδιαστεί κεντρικά. Το κινεζικό κομμουνιστικό κόμμα δεν μπορεί να βρει μέσω διατάγματος μια θεραπεία για τον κορονοϊό. Το εικοσαπενταετές σχέδιο για το περιβάλλον της βρετανικής κυβέρνησης δεν μπορεί να προβλέψει, πόσο μάλλον να διατάξει, τις προόδους στη γνώση μας που θα χρειαστούν προκειμένου να πετύχουμε μια ομαλή μείωση των εκπομπών στο καθαρό μηδέν. Το κεντρικό δίδαγμα που θα πρέπει να εξάγουν από την κρίση οι περιβαλλοντιστές είναι το ποια συστήματα φαίνεται πως παράγουν τις περισσότερες καινοτομίες γρηγορότερα προκειμένου οι γιατροί να δοκιμάσουν τι λειτουργεί καλύτερα και να τροφοδοτήσουν αυτά τα αποτελέσματα ξανά σε έναν κύκλο συνεχούς βελτίωσης. Αν ψάχνουμε μια αρκετά καλή αναλογία προς την πρόκληση της κλιματικής αλλαγής θα την βρούμε εκεί, και όχι στην αποφυγή ενός επικείμενου και φρικτού θανάτου από ασφυξία.
Η απάντηση σ’ αυτό δεν είναι εκείνοι που συνδέονται με τον πιο άκαμπτο τρόπο με τον κεντρικό σχεδιασμό και τον κεντρικό έλεγχο. Ούτε αυτοί που έχουν ρυθμιστεί ώστε να προκρίνουν τον περιορισμό του ρίσκου της απρόθετης βλάβης έναντι της προώθησης της καινοτομίας. Τα μικτά συστήματα με αποκεντρωμένους ελέγχους φαίνεται να είναι πιο ανθεκτικά - αυτά που διαθέτουν εγχειρήματα που λειτουργούν όπως οι κόμβοι στο διαδίκτυο, ανατροφοδοτώντας το ένα το άλλο ώστε να διαπιστωθεί τι λειτουργεί, και όχι μια άσκηση προσελήνωσης ώστε να βρεθεί μια θεραπεία. Σε μεγάλο βαθμό αυτό γίνεται σήμερα ορατό. Οι άνθρωποι μπορούν να δουν ότι τα σούπερ μάρκετ έχουν καταφέρει να διαχειρίζονται καλύτερα τη διανομή τροφίμων απ’ ό,τι οι υπηρεσίες υγείας με τη διαχείριση της διανομής των προστατευτικών εφοδίων. Μπορούν να δουν ότι το “χειροκρότημα για το NHS” δεν είναι ασύμβατος με την αναγνώριση της συμβολής των φαρμακοβιομηχανιών, των κατασκευαστών και των πανεπιστημίων που παρέχουν στους εργαζόμενους στο NHS καλύτερα εργαλεία.
Όμως οι νεορομαντικοί και οι καπιταλιστές συνεχίζουν να υποστηρίζουν πως αυτή η κρίση καταδεικνύει ότι μπορούμε να διάγουμε απλούστερες ζωές, πως δεν χρειαζόμαστε όλα αυτά τα πράγματα, πως δεν χρειαζόμαστε τα αεροπορικά ταξίδια, πως η μηδενική ανάπτυξη είναι εφικτή, και ούτω καθεξής. Και έχουν δίκιο - είναι εφικτό να διάγουμε μονίμως ασκητικές ζωές. Το ερώτημα είναι αν αυτό είναι και επιθυμητό. Οι επιβάτες που αποβιβάζονται από ένα πλοίο που βυθίζεται δεν “επιθυμουν” να βρίσκονται σε μια σωσίβια λέμβο. Απλώς το αποδέχονται σε μια κατάσταση ανάγκης, καθώς πρόκειται για λιγότερο κακή επιλογή από την εναλλακτική της. Σε μια τέτοια λέμβο, οι vegans θα έτρωγαν ψάρι και θα χρησιμοποιούσαν το λίπος των γλάρων για να κλείσουν διαρροές αν αυτό χρειαζόταν - δεν θα συνέχιζαν να το κάνουν όμως αυτό όταν θα βρίσκονταν στην στεριά.
Οι σημερινοί περιορισμοί στην οικονομική δραστηριότητα είναι σκληροί, και ακόμη δεν έχουμε δει τους χειρότερους από αυτούς. Οι αγορές πανικού και οι πρώιμες απολύσεις συμβαίνουν ενόσω η οικονομία είναι ακόμη ισχυρή. Οι πιο προβληματικές συμπεριφορικές συνέπειες πιθανότατα θα εμφανιστούν όταν τελειώσουν οι αποταμιεύσεις των ανθρώπων και αυτοί αισθανθούν πως δεν έχουν άλλη επιλογή από το να ψάξουν να βρουν δουλειά και όταν καταστεί σαφές ότι δεν θα επιβιώσουν όλες οι επιχειρήσεις και οι θέσεις εργασίας όταν αρθεί η καραντίνα και λήξουν τα προσωρινά μέτρα στήριξης. Αν οι αρχικές εκτιμήσεις είναι ορθές και οι επιπτώσεις φτάσουν περίπου στο ένα τρίτο της παραγωγικής οικονομίας, δεν υπάρχει τρόπος αυτό να μη σημαίνει χαμηλότερα επίπεδα διαβίωσης και λιγότερες ευκαιρίες, αλλά και υψηλότερους φόρους.
Η αριστερά νομίζει πως πουλά αλληλεγγύη και ένα καθαρότερο, πιο πράσινο μέλλον. Το πακέτο όμως περιλαμβάνει κατά πάσα πιθανότητα σώρευση αγαθών πρώτης ανάγκης και κοινωνικές εντάσεις, αν μια παρόμοια άσκηση γίνει απλώς και μόνο για να επιταχύνει την υιοθέτηση των βιοδιασπώμενων τσαντών και την άσκηση δελτίου επί των περιεχομένων τους. Η προώθηση του περιβαλλοντισμού ως ασκητισμού, και της βιωσιμότητας ως της αρετής της αποδοχής του πόνου, ποτέ δεν ήταν καλή ιδέα. Ο περιβαλλοντισμός είναι ισχυρότερος όταν παρουσιάζει αξιόπιστες και λογικές επιλογές στους ανθρώπους, και ιδίως όταν υιοθετεί καινοτόμες τεχνολογικές λύσεις. Η Tesla είναι καλύτερος γνώμονας από τον Sinclair C5 για το μέλλον αυτό, και η ζωή υπό συνθήκες οιονεί πανδημίας δεν αποτελεί λύση.
Μπορούμε ωστόσο εύλογα να περιμένουμε ότι τα πάρτι μετά την πανδημία θα είναι επικά, και ότι οι άνθρωποι δεν θα φτάσουν να πιστεύουν ότι η σημερινή κατάσταση είναι η νέα κανονικότητα, ή πολύ περισσότερο ότι θα θέλουν ακόμη περισσότερο απ’ αυτήν για να αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή.
*Ο Andy Mayer είναι ο διευθύνων σύμβουλος του Institute of Economic Affairs.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 14 Απριλίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.