Του Jonathan Miltimore*
Με προϊόντα όπως το φυτικό “κρέας κοτόπουλου” Comrade Cluck, η No Evils Food γνώρισε στο παρελθόν επιτυχία παρουσιαζόμενη ως μια “επαναστατική” εταιρία τροφίμων που εκφράζει προοδευτικές αξίες.
Η εταιρία όμως αυτή μαθαίνει ότι το μάρκετινγκ των προοδευτικών ιδεών είναι ευκολότερο από την εφαρμογή οικονομικών σοσιαλιστικού τύπου.
Εδώ και μήνες, οι επικεφαλής της εταιρίας αντιστέκονται έναντι της προοπτικής δημιουργίας συνδικάτου από τους εργάτες που απασχολούνται στο εργοστάσιό τους στη Weaverville της Βόρειας Καρολίνας.
“Πιστεύω ειλικρινά ότι αυτή την στιγμή ένα συνδικάτο θα ήταν κάτι το πολύ κακό τόσο για σας, όσο και για τη No Evil Foods,” είπε ο συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της No Evil Foods, Mike Woliansky στους υπαλλήλους του λίγους μήνες πριν. “Θα είχατε ό,τι έχετε και τώρα. Θα παίρνατε λιγότερα απ’ όσα έχετε τώρα. Δεν νομίζω ότι χρειάζεστε συνδικαλιστική εκπροσώπηση εδώ”.
Τα λόγια του Woliansky είχαν απ’ ό,τι φαίνεται αποτέλεσμα.
Η προσπάθεια ίδρυσης συνδικάτου στη No Evil Foods, μια εταιρία βήγκαν τροφίμων της οποίας τα προϊόντα πωλούνται σε περισσότερα από 5.500 καταστήματα λιανικής, απέτυχε. Στις 13 Φεβρουαρίου, οι υπάλληλοι με πλειοψηφία 43-11 αποφάσισαν εναντίον της ίδρυσης συνδικάτου. Η μάχη όμως δεν είχε λήξει.
Δύο από τους συνδικαλιστικούς οργανωτές στη συνέχεια απολύθηκαν, υποτίθεται για παραβίαση των κανόνων περί κοινωνικής απόφασης και ενδυματολογικού κώδικα.
Πριν από λίγες μέρες, το VICE News ανέφερε ότι το Εθνικό Συμβούλιο Εργασιακών Σχέσεων εξέδωσε μία ομοσπονδιακή καταγγελία υποστηρίζοντας ότι η αξίωση πως η απόλυση των υπαλλήλων ήταν παράνομη έχει βάση, και λέγοντας ότι η No Evil Foods απέλυσε τους εργαζόμενους γιατί “συνέβαλλαν στη δημιουργία συνδικάτου” και “μάζευαν υπογραφές για πληρωμή επιδόματος επικίνδυνης εργασίας… για λόγους αλληλοβοήθειας και προστασίας.
Η No Evil Foods αρνήθηκε ότι οι απολύσεις είχαν ανταποδοτικό χαρακτήρα. Οι εργαζόμενοι διαφώνησαν, υποστηρίζοντας ότι η εταιρία δεν ήταν στην πραγματικότητα προοδευτική.
“Υποκρίνονται πως είναι σύμμαχοι στόχων αριστερής πολιτικής”, είπε στο Jacobin ο Jon Reynolds, ένας πρώην υπάλληλος της No Evil Foods, που ήταν και ένας από τους εργαζόμενους που απολύθηκαν.
Όταν η οικονομική πραγματικότητα συγκρούεται με τα ιδανικά
Είναι πιθανό οι υπάλληλοι της No Evil Foods να έχουν δίκιο και τα επαναστατικά θέματα να είναι απλώς ένα κόλπο του μάρκετινγκ με σκοπό την προσέλκυση προοδευτικών πελατών. Από την άλλη πλευρά, είναι πιθανό και ένα άλλο σενάριο: ο Mike Woliansky και η άλλη συνιδρύτρια της No Evil Foods Sandrah Schadel να είναι βαθιά προοδευτικοί άνθρωποι αλλά και να ενδιαφέρονται ταυτόχρονα για το προσωπικό τους συμφέρον στην προσπάθειά τους να κάνουν την επιχείρησή τους να πετύχει.
Δεν θα ήταν η πρώτη φορά που η οικονομική πραγματικότητα συγκρούεται με προοδευτικές αξίες. Πέρσι, η Vox Media υποχρεώθηκε να σταματήσει τη συνεργασία της με 200 μπλόγκερς στο SB Nation μετά την υπερψήφιση του Κοινοβουλευτικού Νομοσχεδίου 5 από την Καλιφόρνια, το οποίο υποχρέωνε πολλούς κλάδους να μετατρέψουν πρώην ελεύθερους συνεργάτες σε υπαλλήλους.
Κάποιοι παρατηρητικοί σχολιαστές επεσήμαναν ότι οι απολύσεις συνέβησαν λίγους μόλις μήνες αφού η Vox, μια προοδευτική εταιρία μέσων, είχε πανηγυρίσει για το νομοσχέδιο αυτό χαρακτηρίζοντάς το “νίκη για τους απανταχού εργάτες”.
Ένα παρόμοιο σενάριο μπορεί να συνέβη και με την No Evil Foods. Ο Woliansky μπορεί όντως να είναι προοδευτικός αλλά ταυτόχρονα να αναγνωρίζει ότι η οργάνωση συνδικάτου μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα τόσο για την εταιρία του, όσο και για τους εργαζόμενους.
Ενώ η απόλυση εργαζομένων ως αντίποινο για την προσπάθεια σύστασης συνδικάτου όντως αντίκειται στον νόμο - ο Νόμος για τις Εθνικές Εργασιακές Σχέσεις του 1935 καθιστά παράνομα τα αντίποινα της εργοδοσίας έναντι των εργατών που επιχειρούν να συστήσουν συνδικάτο - δεν υπάρχει τίποτα το κακό με την προσπάθεια της εργοδοσίας να πείσει τους εργάτες ότι η σύσταση συνδικάτου μπορεί να βλάψει τόσο την εταιρία όσο και τα δικά τους συμφέροντα.
Ένας από τους τρόπους με τους οποίους τα συνδικάτα βλάπτουν την εργασία είναι ότι στην πραγματικότητα μειώνουν τους συνολικους μισθούς. Οι οικονομολόγοι επισημαίνουν εδώ και δεκαετίες ότι οι μισθοί συνδέονται με την παραγωγικότητα. Όπως παρατήρησε ο Μίλτον Φρίντμαν, σε μια ελεύθερη αγορά η αύξηση των μισθών έρχεται από την αύξηση της παραγωγικότητας και την αύξηση των κεφαλαίων που επενδύονται. Η τεχνητή αύξηση των μισθών - είτε από συνδικάτα είτε μέσω του κατώτατου μισθού - μπορεί να συμβεί μόνο εις βάρος άλλων εργαζόμενων που βλέπουν τις δικές τους ευκαιρίες απασχόλησης να μειώνονται.
“Όταν τα συνδικάτα πετυχαίνουν υψηλότερους μισθούς για τα μέλη τους περιορίζοντας την είσοδο σε κάποιο επάγγελμα, αυτοί οι υψηλότεροι μισθοί είναι εις βάρος άλλων εργαζομένων που βρίσκουν τις δικές τους ευκαιρίες να μειώνονται” εξηγεί ο Φρίντμαν.
Η μείωση της απασχόλησης όμως δεν είναι το μόνο κόστος. Όπως παρατήρησε ο οικονομολόγος George Reisman, τα εργατικά συνδικάτα μειώνουν τους μισθούς γιατί μειώνουν την παραγωγικότητα.
“Από την οπτική των περισσότερων από εκείνους που υπήρξαν αρκετά τυχεροί ώστε να κρατήσουν τις δουλειές τους, η πιο σοβαρή συνέπεια των συνδικάτων είναι ο περιορισμός ή ακόμη και η μείωση της παραγωγικότητας της εργασίας. Με λίγες εξαιρέσεις, τα εργατικά συνδικάτα μάχονται ανοιχτά εναντίον της αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας. Το κάνουν αυτό σχεδόν από θέση αρχής. Αντιτίθενται στην εισαγωγή μηχανημάτων που εξοικονομούν εργασία με το επιχείρημα ότι προκαλούν ανεργία. Αντιτίθενται στον ανταγωνισμό μεταξύ των εργαζομένων. Όπως επεσήμανε ο Χένρι Χάζλιτ, υποχρεώνουν τους εργαζόμενους να ανέχονται υπερβολικά προστατευτικές πρακτικές, όπως την κλασική υποχρέωση οι πυροσβέστες, των οποίων η λειτουργία ήταν να φτυαρίζουν κάρβουνο σε ατμοκίνητα οχήματα, να διατηρηθούν και στα οχήματα που λειτουργούν με πετρέλαιο. Επιβάλλουν σχήματα που δημιουργούν τεχνητές ανάγκες για θέσεις εργασίες, όπως η υποχρέωση οι σωλήνες που παραδίδονται στα εργοτάξια με τρύπες για βίδες ήδη έτοιμες να κόβονται και να ανοίγονται νέες τρύπες στα εργοτάξια. Επιβάλλουν στενές εργασιακές ταξινομήσεις και υποχρεώνουν την απασχόληση ειδικών με πληρωμή μιας ολόκληρης μέρας εργασίας για καθήκοντα που θα μπορούσαν εύκολα να επιτελέσουν άλλοι - για παράδειγμα, υποχρεώνουν την απασχόληση σοβατζή για την επισκευή τυχόν ζημιών που ένας ηλεκτρολόγος μπορεί να προκαλέσει σ’ έναν τοίχο, ακόμη κι αν ο ίδιος ο ηλεκτρολόγος μπορεί να την επισκευάσει εύκολα.
Για καθέναν που κατανοεί τον ρόλο της παραγωγικότητας της εργασίας στην αύξηση των πραγματικών μισθών, πρέπει να είναι προφανές ότι η πολιτική των συνδικάτων να αντιμάχονται την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας τους καθιστά στην πραγματικότητα έναν από τους βασικούς εχθρούς της αύξησης των πραγματικών μισθών. Όσο ακραίο και να φαίνεται αυτό το συμπέρασμα, όσο κι αν αντιβαίνει προς την κυρίαρχη άποψη ότι τα συνδικάτα είναι η βασική πηγή της αύξησης των πραγματικών μισθών τα τελευταία 150 περίπου χρόνια ή και περισσότερο, η πραγματικότητα είναι πως αντιμαχόμενα την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, τα συνδικάτα αντιμάχονται ενεργά την αύξηση των πραγματικών μισθών!”.
Γνωρίζουν άραγε οι Woliansky και Schadel τις οικονομικές θεωρίες των Φρίντμαν και Ράισμαν; Μάλλον όχι.
Ως ιδιοκτήτες μιας επιχείρησης όμως πιθανότατα γνωρίζουν καλά ότι η αύξηση των μισθών χωρίς την αύξηση της παραγωγικότητας μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα λιγότερους εργαζόμενους, λιγότερη παραγωγή και λιγότερα επενδυόμενα κεφάλαια.
Η μαρξιστική θεωρία της εργασίας φυσικά τα απορρίπτει όλα αυτά. Στο κορυφαίο του έργο Το Κεφάλαιο (1867), ο Μαρξ εξήγησε τη θεωρία του ως εξής: η αξία ενός εμπορεύματος μπορεί να μετρηθεί απλά μέσω του αριθμού των ωρών που απαιτεί η παραγωγή του.
Αν χρειάζεται ο διπλός χρόνος για την παραγωγή ενός iPhone απ’ ό,τι ενός Apple Watch, τότε το iPhone έχει τη διπλή αξία του Apple Watch. Συνεπώς, η ανταγωνιστική τιμή ενός iPhone θα είναι η διπλή απ’ ό,τι ενός Apple Watch μακροπρόθεσμα, ανεξάρτητα από τους φυσικούς συντελεστές παραγωγής που απαιτούνται.
Η εργασιακή θεωρία της αξίας του Μαρξ βεβαίως καταρρίφθηκε περισσότερο από έναν αιώνα πριν. Οι ιδέες του όμως επιβιώνουν.
Δεν είναι σαφές αν οι επικεφαλής της No Evil Foods ή οι υπάλληλοί τους θα αυτοαποκαλούνταν μαρξιστές, όμως τα συμβάντα έχουν όλα τα χαρακτηριστικά της ατέρμονης πάλης που διέκρινε ο Μαρξ ανάμεσα στην αστική τάξη και το προλεταριάτο.
Δυστυχώς για τους ιδιοκτήτες της No Evil Foods, μαθαίνουν με τον δύσκολο τρόπο ότι οι σοσιαλιστικές αρχές είναι προβληματικές τόσο στην πρακτική τους εφαρμογή, όσο και στη θεωρία.
*O Jonathan Miltimore είναι ο εκτελεστικός υπεύθυνος έκδοσης του FEE.org. Ο Dan Sanchez είναι διευθυντής περιεχομένου στο FEE και υπεύθυνος έκδοσης του FEE.org.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 5 Οκρωβρίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.