Γράφει ο Pierre Lemieux*
Δημιουργεί η κρατική παρέμβαση τις δικές της εξωτερικότητες (ή «επιδράσεις γειτονιάς»); Πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν πως ναι, και το ερώτημα αυτό φαίνεται ιδιαίτερα σημαντικό στην τρέχουσα καταιγίδα της κατευθυνόμενης οικονομίας. Πριν από εξήντα χρόνια, ο Μίλτον Φρίντμαν Friedman υπερασπίστηκε αυτή την ιδέα στο επιδραστικό βιβλίο του Καπιταλισμός και Ελευθερία. Ο Friedman, εκπρόσωπος του κύριου ρεύματος της νεοκλασικής οικονομικής σκέψης και μετριοπαθής κλασικός φιλελεύθερος, έγραφε (σελ. 32):
“Οι αρχές μας δεν προσφέρουν ένα εύκολο κριτήριο ως προς το βαθμό που σκόπιμο να χρησιμοποιήσουμε το κράτος για να επιτύχουμε από κοινού αυτό που είναι δύσκολο ή αδύνατο να επιτύχουμε ο καθένας χωριστά μέσω αυστηρά εθελοντικών ανταλλαγών. Σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση προτεινόμενης παρέμβασης, πρέπει να συντάξουμε έναν κάποιο ισολογισμό όπου θα καταγράψουμε χωριστά τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα. Οι αρχές μας μας λένε ποια αντικείμενα να βάλουμε στη μία πλευρά και ποια στην άλλη και μας δίνουν μια βάση για να αποδώσουμε βαρύτητα στα διαφορετικά αντικείμενα. Ιδιαίτερα, πάντα θα καταγράφουμε στην πλευρά των αρνητικών της οποιασδήποτε προτεινόμενης κυβερνητικής παρέμβασης τις επιπτώσεις γειτονιάς που θα επιφέρει σε ό,τι αφορά την απειλή της ελευθερίας, και θα αποδίδουμε σε αυτό το αποτέλεσμα ένα σημαντικό βάρος. Το πόσο βάρος πρέπει να του αποδοθεί, όπως και σε άλλα αντικείμενα, εξαρτάται από τις περιστάσεις. Εάν, για παράδειγμα, η υπάρχουσα κρατική παρέμβαση είναι ήσσονος σημασίας, θα δώσουμε μικρότερο βάρος στις αρνητικές επιπτώσεις της πρόσθετης κρατικής παρέμβασης.
Αυτός είναι ένας σημαντικός λόγος για τον οποίο πολλοί παλαιότεροι φιλελεύθεροι, όπως ο Henry Simons, που έγραφαν κατά την εποχή που το κράτος ήταν μικρό σε σχέση με τα σημερινά πρότυπα, ήταν πρόθυμοι να ζητήσουν από το κράτος να αναλάβει δραστηριότητες που οι σημερινοί φιλελεύθεροι δεν θα αποδέχονταν τώρα που η κυβέρνηση έχει γίνει τόσο υπερτροφική”.
Τεχνικά, οι εξωτερικότητες συνήθως μοντελοποιούνται ως μη σκόπιμες επιδράσεις δράσεων που αναλαμβάνονται για άλλους σκοπούς. Διαφορετικά, κάθε τι που επιβάλλει έμμεσο κόστος ή οφέλη σε κάποιον θα ήταν εξωτερικότητα - σχεδόν όλες οι δράσεις θα ενέπιπταν σε αυτήν την κατηγορία. Φαίνεται ότι συνεπάγεται από αυτό ότι η συνήθης κρατική παρέμβαση δεν πρέπει να υπολογίζεται ως θετική ή αρνητική εξωτερικότητα, διότι έχει ρητά σχεδιαστεί για να δημιουργεί οφέλη για ορισμένες ομάδες και να επιβάλλει το αντίστοιχο κόστος σε άλλες. Ωστόσο, εάν έχει επίσης έμμεσες συνέπειες ως προς την ελευθερία του καθενός, μπορεί να θεωρηθεί ότι δημιουργεί εξωτερικότητες ελευθερίας, όπως προτείνει ο Friedman. (Υπό αυτή τη θεώρηση, μια κρατική παρέμβαση που έχει σκοπό να αυξήσει την κρατική εξουσία και να μειώσει την ατομική ελευθερία δεν θα προκαλούσε εξωτερικότητες στην ελευθερία, αλλά μόνο άμεσο κόστος ελευθερίας).
Αυξάνει όμως η ολοένα και μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση, πέρα από τις εξωτερικότητες της ελευθερίας, και τον ρυθμό αύξησής τους, όπως φαίνεται να μας λέει το παραπάνω κριτήριο Friedman; Για κάθε άτομο, το κόστος μιας δεδομένης παρέμβασης από την άποψη της ατομικής του ελευθερίας θα είναι πιθανώς μεγαλύτερο, όσο υψηλότερο είναι το αρχικό επίπεδο της κρατικής παρέμβασης και εξουσίας. Ένας λόγος γι’ αυτό είναι ότι, σε υψηλότερα κατώφλια εξουσίας, είναι πιθανότερο μια πρόσθετη παρέμβαση να συνδυαστεί με υπάρχοντες ελέγχους για να δώσει ανεξέλεγκτη εξουσία στην κυβέρνηση και να υπονομεύσει σοβαρά την ελευθερία του υποκειμένου (ή του «πολίτη»). Εάν, για παράδειγμα, η κρατική επιτήρηση είναι ευρέως διαδεδομένη, είναι πιθανότερο να χρησιμοποιηθεί ένας νέος νόμος με αντικείμενο τη δημόσια ηθική ή τον τρόπο ζωής για να ασκηθεί παρενόχληση σε αντιδημοφιλείς μειονότητες. Ένας άλλος λόγος είναι απλώς ότι, όσο μειώνεται η ατομική ελευθερία, τόσο περισσότερο ένα άτομο θα βρίσκει πολύτιμη την ελευθερία που του έχει απομείνει.
Σημειώστε πώς για να αποφύγουμε το σοβαρό πρόβλημα της ανάλυσης κόστους-οφέλους - δηλαδή ότι δεν υπάρχει επιστημονική βάση για τη στάθμιση των οφελών ορισμένων ατόμων έναντι του κόστους που επιβάλλεται σε άλλα - θα πρέπει να διατυπώσουμε το πρόβλημα των εξωτερικοτήτων ελευθερίας με τον τρόπο του James Buchanan: κάθε άτομο εκτιμά το δικό του κόστος και όφελος από μια δεδομένη παρέμβαση και μπορεί να θεωρηθεί ότι συναινεί σε αυτήν μόνο εάν, για το ίδιο αυτό το άτομο, το δεύτερο είναι μεγαλύτερο από το πρώτο. Η μόνη υπόθεση που γίνεται εδώ είναι ότι, αν όλα τα άλλα παραμένουν ίσα, κανένα άτομο δεν θέλει να καταπιέζεται περισσότερο. Η καταπίεση είναι ένα κόστος, όχι μια ευεργετική ή ουδέτερη συνθήκη. Εάν σε ορισμένα άτομα αρέσει να είναι σκλάβοι απλώς γιατί χαίρονται με τη δουλεία τους, οι εξωτερικότητες της ελευθερίας δεν είναι αναμφισβήτητα θετικές ή αρνητικές. Εκεί το πρόβλημα γίνεται πιο περίπλοκο.
Λαμβάνοντας υπόψη μόνο τις αρνητικές εξωτερικότητες της ελευθερίας, η προειδοποίηση του Friedman έχει ισχύ: όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο της κρατικές παρέμβασης, τόσο μεγαλύτερες είναι οι αρνητικές εξωτερικότητες ελευθερίας της οποιασδήποτε νέας προτεινόμενης παρέμβασης. Προτείνω ότι δεν είναι εύκολο σήμερα να βρεθεί οποιαδήποτε νέα κρατική παρέμβαση —ή τουλάχιστον οποιαδήποτε «καθαρή» παρέμβαση— που θα επιβίωνε από το κριτήριο του Friedman.
*Ο Pierre Lemieux είναι οικονομολόγος στο Τμήμα Διοικητικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Κεμπέκ στο Outaouais.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 10 Ιουλίου 2022 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια της Library of Economics and Liberty και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.