Κοινοτισμός: Η τέχνη να παρουσιάζει κανείς κλισέ ως κάτι το βαθιά σοφό

Κοινοτισμός: Η τέχνη να παρουσιάζει κανείς κλισέ ως κάτι το βαθιά σοφό

Του Kristian Niemitz

Ο κοινοτισμός βρίσκεται σε άνοδο. Η Αριστερά έχει το πρόγραμμα “Blue Labour”, καθώς και συγγραφείς όπως ο Giles Fraser και ο Paul Embery. Η Δεξιά έχει το πρόγραμμα “One Nation Conservatism”, καθώς και συγγραφείς όπως ο Nick Timothy και ο Tim Montgomery. Διαφέρουν ως προς το πού αποδίδουν έμφαση, όμως τα κοινά σημεία είναι περισσότερα από τις διαφορές. Ο κοινοτισμός έλκει τόσο δεξιούς που αναζητούν μια εναλλακτική ως προς τον οικονομικό φιλελευθερισμό, όσο και αριστερούς που αναζητούν μια εναλλακτική στον “woke” υπερβολικό ηθικισμό.

Τι είναι ο κοινοτισμός; Οι ίδιοι οι κοινοτιστές πιθανότατα θα ορίζονταν ως άνθρωποι που αναγνωρίζουν τη σημασία της κοινότητας και των κοινωνικών σχέσεων, όμως αυτό μοιάζει κάπως με το να πει κανείς ότι οι περιβαλλοντιστές είναι άνθρωποι που νοιάζονται για το περιβάλλον, ή ότι οι φεμινιστές είναι άνθρωποι που πιστεύουν στην ισότητα μεταξύ των φύλων. Το να ορίζεται μια πολιτική θεώρηση με τόσο απλοϊκούς όρους ώστε να μην μπορεί να διαφωνήσει κανείς μ’ αυτή χωρίς να θεωρηθεί ψυχοπαθής, δεν είναι ιδιαίτερα χρήσιμο. Πέρα από τους τέσσερις ή πέντε οπαδούς της Άυν Ραντ στη Βρετανία, όλοι αναγνωρίζουν τη σημασία της κοινότητας και των κοινωνικών σχέσεων. (Και μπορεί και οι τέσσερις - πέντε οπαδοί της Ραντ να την αναγνωρίζουν σιωπηλά κι αυτοί).

Στην πράξη, ο κοινοτισμός είναι απλά ένας ανακλαστικός αντιφιλελευθερισμός. Οι κοινοτιστές ορίζουν τους εαυτούς τους σε αντιδιαστολή προς κάποιον φαντασιακό υπερβολικά υλιστή και ατομικιστή φιλελεύθερο, ο οποίος βλέπει τη ζωή μόνο ως ένα μακρύ νήμα οικονομικών συναλλαγών και την κοινωνία μόνο ως ένα σύνολο απομονωμένων ατόμων που συμβαίνει να ζουν κοντά ο ένας με τον άλλο. Οι κοινοτιστές ποτέ δεν μιλούν για κάποιο συγκεκριμένο άτομο που έχει αυτές τις ιδέες, κι αυτό δεν εκπλήσσει ιδιαίτερα καθώς, πέρα από τους προαναφερθέντες τέσσερις-πέντε ραντικούς της Βρετανίας (οι οποίοι στις κακές τους μέρες μπορεί όντως να πλησιάζουν κάπως υπερβολικά αυτή την καρικατούρα) κανένας τέτοιος άνθρωπος δεν υπάρχει.

Κι όμως, αυτοί οι μυθοπλαστικοί χαρακτήρες έχουν μια απολύτως κεντρική θέση στην αυτοεικόνα των κοινοτιστών. Οι κοινοτιστές αντλούν μια σημαντική αίσθηση αδικαιολόγητης αυταρέσκειας και φαντασιακής ανωτερότητας από αυτό. Αν κάποιος ορίζει τον εαυτό του σε αντιδιαστολή προς μια κοσμοθεωρία η οποία είναι προφανώς ανεπαρκής και μονοδιάστατη, μπορεί και να αυτοσυγχαίρεται διαρκώς που η δική του κοσμοθεωρία είναι πολύ πλουσιότερη, πολύ πιο πλήρης και πιο εξευγενισμένη από την αντίστοιχη των φαντασιακών του αντιπάλων.

Δεν ισχύει άραγε όμως η υπόθεση ότι οι οικονομικώς φιλελεύθεροι τείνουν να μιλούν πολύ περισσότερο για το ΑΕΠ, την παραγωγικότητα, τον πληθωρισμό, την ανεργία, τη συμμετοχή στο εργασιακό δυναμικό, τις συναλλαγματικές ισοτιμίες κλπ απ’ ό,τι για την αξία της κοινότητας και την αναζήτηση νοήματος στη ζωή; Δεν σημαίνει αυτό ότι η άποψή τους για την κοινωνία είναι κάπως μονόπλευρη;

Η απάντηση είναι όχι. Είναι προφανώς αλήθεια ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αγωνίζονται μόνο για την υλική ευημερία, αλλά αναζητούν και μια αίσθηση σκοπού και νοήματος που μπορεί να προέλθει από τη συμμετοχή σε μια κοινότητα, από ισχυρούς κοινωνικούς θεσμούς, από την αίσθηση ότι ανήκεις κάπου, από την συναισθηματική σύνδεση με μια πόλη, μια περιοχή ή μια χώρα. Αυτό όμως είναι μια τόσο προφανής και κοινότοπη παρατήρηση που απλώς δεν αξίζει να διατυπώνεται ρητώς. Εσύ, αγαπητέ αναγνώστη, επέλεξες να διαβάσεις αυτό το μπλογκ ενώ είχες χιλιάδες άλλα να διαλέξεις, πέρα από ειδησεογραφικά μέσα, πόντκαστ, βίντκαστ ή βίντεο με γάτες. Σε ευχαριστώ γι’ αυτό! Δεν θα στο ξεπληρώσω κάνοντάς σε να βαρεθείς με κλισέ, κοινοτοπίες και τρουισμούς.

Ακόμα, οι κοινοτιστές λειτουργούν υπό την παρανόηση ότι οι φιλελεύθεροι οικονομολόγοι έχουν με κάποιον τρόπο τη δύναμη να αλλάζουν τις κοινωνικές νόρμες. Είναι βεβαίως εύκολο να σκεφτεί κανείς παραδείγματα κοινωνικών εξελίξεων που μπορεί να ενισχύσουν το ΑΕΠ, αλλά ταυτόχρονα να αποδυναμώσουν τους κοινωνικούς δεσμούς. Αν όλα τα άλλα παραμένουν σταθερά, μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι επιδεικνύουν γεωγραφική κινητικότητα, και είναι πρόθυμοι να μετακινούνται εκεί όπου υπάρχουν καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας θα είναι πλουσιότερη από μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι είναι περισσότερο προσκολημμένοι στον τόπο προέλευσής τους. Αλλά σε μια τέτοια κοινωνία, μπορεί ταυτόχρονα να είναι δυσκολότερο να ριζώσει κανείς και να διαμορφώσει σταθερές κοινωνικές σχέσεις. Αν όλα τα άλλα παραμένουν σταθερά, μια κοινωνία με υψηλά επίπεδα κινητικότητας εργασίας, όπου οι άνθρωποι διαρκώς αναζητούν καλύτερες επιλογές και είναι πρόθυμοι να αλλάζουν δουλειές συχνά, θα είναι πλουσιότερη από μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι είναι πιο προσκολλημένοι στην εκάστοτε εργασία τους. Σε μια τέτοια κοινωνία όμως, οι εργασιακές σχέσεις μπορεί ταυτόχρονα να είναι πιο ρηχές. Αν όλα τα άλλα παραμένουν σταθερά, μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι βάζουν την καριέρα τους πάνω απ’ όλα τα υπόλοιπα, ακόμη κι αν αυτό επηρεάζει αρνητικά την οικογενειακή τους ζωής, θα είναι πλουσιότερη από μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι ιεραρχούν υψηλότερα την οικογενειακή τους ζωής. Αλλά υπάρχουν προφανή μειονεκτήματα σ’ αυτό. Και ούτω καθεξής. Είναι αλήθεια πως εκεί όπου υπάρχουν τέτοιες σταθμίσεις, τα οικονομικά στατιστικά δεν αποτυπώνουν αυτές τις μη υλικές πτυχές.

Αυτό όμως δεν είναι πρόβλημα, καθώς δεν χρειάζεται να τις αποτυπώνουν. Οι φιλελεύθεροι οικονομολόγοι δεν επηρεάζουμε το τι αξιολογούν υψηλά οι άνθρωποι, και δεν επιδιώκουμε να αποκτήσουμε αυτή την επιρροή. Δεν κάνουμε τους ανθρώπους να μετακομίζουν. Δεν τους κάνουμε να αλλάξουν δουλειές. Δεν τους κάνουμε να ιεραρχούν τις καριέρες τους πάνω από άλλα πράματα.

Αν αξιολογείτε το πνεύμα της κοινότητας μιας μικρής πόλης στην αγροτική Ουαλία υψηλότερα από την προοπτική μιας θέσης εργασίας στη νοτιοανατολική Αγγλία, ή αν εκτιμάτε τη συναδελφικότητα της τωρινής σας εργασίας περισσότερο από τον τον καλύτερο μισθό που θα μπορούσατε να έχετε κάπου αλλού, ή αν απορρίπτετε μια προαγωγή γιατί προτιμάτε να περνάτε περισσότερο χρόνο με την οικογένειά σας, όλα αυτά είναι τέλεια. Δεν υπάρχει ούτε ένας οικονομολόγος στον κόσμο, φιλελεύθερος ή κάτι άλλο, που θα σας έλεγε ότι κάνετε κάτι λάθος. (Και ακόμη κι αν υπήρχε, γιατί να σας νοιάζει η γνώμη κάποιου τυχαίου ανθρώπου;)

Οι κοινοτιστές στην πραγματικότητα απλώς ανακυκλώνουν τον παλιό αριστερό ισχυρισμό ότι ο “καπιταλισμός” κάνει με κάποιον τρόπο τους ανθρώπους πιο υλιστές, και ότι οι υποστηρικτές του καπιταλισμού είναι συνεπώς υποστηρικτές υλιστικών αξιών. Αυτό δεν ισχύει. Ο καπιταλισμός μας επιτρέπει να επιδιώξουμε υλιστικές φιλοδοξίες, όπως ακριβώς μας επιτρέπει να επιδιώξουμε κοινοτιστικές αξίες, ή κάτι ενδιάμεσο, ή και κάτι το εντελώς διαφορετικό. Εξαρτάται από μας. Μην κατηγορείτε “το σύστημα” αν άλλοι άνθρωποι δεν κάνουν τις επιλογές που πιστεύετε ότι θα έπρεπε να κάνουν.

Το κύριο πρόβλημα με τον κοινοτισμό όμως έγκειται στις πολιτικές του συνεπαγωγές. Οι κοινοτιστές είναι συχνά κάπως αόριστοι ως προς το είδος των πολιτικών που θα θέλουν να δουν να εφαρμόζονται. Κι αυτό δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, καθώς ενώ είναι εύκολο να μιλάμε για την κοινότητα, τις ρίζες κτλ δημιουργώντας ατάκες, εντέλει το κράτος δεν μπορεί να “κάνει” μια κοινωνία πιο συνεκτική. Πώς θα έμοιαζε μια κοινοτιστική πλατφόρμα πολιτικής; Θα επέβαλλε την υποχρεωτική παρακολούθηση εκδηλώσεων σε κοινοτικά κέντρα; Ένα σύστημα τοπικών αδειών κατοικίας, όπως στην πρώην Σοβιετική Ένωση, ώστε οι άνθρωποι να μην απομακρύνονται υπερβολικά από το μέρος όπου γεννήθηκαν; Θα απαγόρευε τη λιανική πώληση οινοπνευματωδών ποτών, ώστε οι άνθρωποι να υποχρεώνονται να έχουν κοινωνικές σχέσεις στις παμπ;

Καθώς οι κοινοτιστές δεν έχουν κάποια ιδιαίτερη ατζέντα πολιτικής, συνήθως μένουν σε αόριστες εκκλήσεις να “επενδύσουμε στις κοινότητες”. Και εδώ είναι που ελλοχεύει ο κίνδυνος. Εγώ είμαι κλασικός φιλελεύθερος, συνεπώς είμαι φύσει πιο επιφυλακτικός έναντι της κρατικής δράσης απ’ ό,τι τουλάχιστον το 95% του γενικού πληθυσμού. Ακόμη όμως κι αν δεν συμμερίζεστε αυτή τη γενική επιφυλακτικότητα, ελπίζω ότι τουλάχιστον μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι η κρατική δράση συνήθως έχει τα χειρότερα αποτελέσματα στα πεδία εκείνα όπου δεν έχουμε κάποιον ξεκάθαρο δείκτη του τι συνιστά “επιτυχία” και τι “αποτυχία”. Υπό αυτές τις συνθήκες δεν μπορεί να υπάρχει κανένας έλεγχος και καμία λογοδοσία.

Αυτός είναι ο λόγος που, ακόμη και αν κατ’ αρχήν έβλεπα ευμενέστερα τον κοινοτισμό, δεν θα ήθελα το κράτος να εμπλακεί σε σχέδια ενίσχυσης της αίσθησης της κοινότητας. Αυτό απλώς θα λειτουργούσε ως μια άδεια για τους ακτιβιστές να προωθήσουν τις δικές τους επιμέρους στοχεύσεις, καθώς αν το ψάξουμε, πάντα μπορεί να βρεθεί ένας τρόπος να ισχυριστεί κανείς ότι το σχέδιό του είναι κατά κάποιον τρόπο “ζωτικό” για τον “κοινωνικό ιστό” της κοινότητας. Ακόμη, δεν θα μπορούσαμε ποτέ να ασκήσουμε κριτική σε κάποιο τέτοιο σχέδιο καθώς αμέσως θα χαρακτηριζόμασταν ως φιλάργυροι υλιστές που ξέρουν την τιμή για τα πάντα, αλλά όχι και την αξία του οποιουδήποτε πράγματος.

Και αυτό, με λίγα λόγια, είναι ο κοινοτισμός: Είναι ένας ανεπεξέργατος “αντι-οικονομισμός”. Ο κοινοτισμός είναι ο ισχυρισμός ότι τα κοινότοπα κλισέ είναι ψήγματα βαθιάς σοφίας, και ότι η απροθυμία να απαντήσει κανείς σε οικονομικά επιχειρήματα τον καθιστά έναν εξαιρετικά σοβαρό στοχαστή.

--

Ο Kristian Niemietz είναι επικεφαλής θεμάτων πολιτικής οικονομίας στο Institute for Economic Affairs.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 14 Φεβρουαρίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.