Του James Pethokoukis*
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Αυτοκρατορίας, ο καθηγητής ιστορίας του Χάρβαρντ Richard Pipes έγραψε σε ένα δοκίμιό του με τίτλο “Human Nature and the Fall of Communism” (Η ανθρώπινη φύση και η πτώση του κομμουνισμού) πως “μια κυβέρνηση που μονοπωλεί τον πλούτο μιας χώρας και εμποδίζει τους πολίτες της να συσσωρεύσουν ιδιοκτησία πέρα από τα απολύτως αναγκαία προσωπικά τους αντικείμενα διασφαλίζει την ίδια της την καταστροφή - αν όχι από κοινωνική ή πολιτική έκρηξη, τότε από χρόνια απάθεια, το κοινωνικοπολιτικό ισοδύναμο μιας ολέθριας αναιμίας”.
Με άλλα λόγια, η μαρξιστική-λενινιστική ιδέα ότι η ανθρωπότητα είναι μια λευκή πλάκα πάνω στην οποία το Κομμουνιστικό Κόμμα θα γράψει και θα δημιουργήσει τον Νέο Σοβιετικό Άνθρωπο ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Παραγνώριζε τόσο την πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσης, όσο και την ανθεκτικότητά της. Πράγματι, το αποτέλεσμα της Σοβιετικής Ρωσίας ήταν μια οικονομία που χαρακτηριζόταν από απάθεια και τελμάτωση, και μια κοινωνία που χαρακτηριζόταν από διαφθορά και καταπίεση. Ξανά από τον Pipes:
“Οι Κομμουνιστές ήθελαν οι πολίτες τους να εγκαταλείψουν, μαζί με την ιδιωτική τους ιδιοκτησία, και τις προσωπικές τους φιλοδοξίες, και να αφιερωθούν πλήρως στο συλλογικό καλό. Αυτή η φιλοδοξία αποδείχθηκε πολύ δύσκολη στην υλοποίησή της, ακόμη και σε μικρές ουτοπιστικές κοινότητες που αποτελούνταν από ιδεαλιστές εθελοντές. Σε μια τεράστια αυτοκρατορία που είχε ως συγκολλητική ουσία τη βία, αυτό ήταν εντελώς ανέφικτο. Στην τεράστια πλειονότητά τους, οι Σοβιετικοί πολίτες αντί να αφιερωθούν 100% στο συλλογικό καλό, αφιερώθηκαν 100% στην ιδιωτική τους ευημερία. Για τα μέλη της ελίτ, το καθεστώς αποτελούσε ένα ανεξάντλητο κέρας της αμάλειας το οποίο εκμεταλλεύονταν ανελέητα. Οι απλοί πολίτες ερμήνευαν την κρατικοποίηση κάθε ιδιοκτησίας ως απόδειξη ότι δεν είχαν κανένα συμφέρον στην τύχη της χώρας, καθώς αυτή ανήκε σε κάποιον άλλο: εφόσον “τους” ανήκει, ας τη φροντίζουν “εκείνοι”. Όπως λέει ένα σοβιετικό ανέκδοτο: “Αυτοί υποκρίνονται πως μας πληρώνουν, κι εμείς υποκρινόμαστε πως δουλεύουμε”. Αυτή η στάση οδήγησε σε μια ολοένα και μεγαλύτερη αποξένωση των πολιτών από το πολιτικό σώμα”.
Ένα άλλο αντικαπιταλιστικό κίνημα χαρακτηρίζεται επίσης από μια παρανόηση της ανθρώπινης φύσης: πρόκειται για τους οπαδούς της αποανάπτυξης που καταγγέλλουν την οικονομική ανάπτυξη ως περιβαλλοντικά μη βιώσιμη και επωφελή μόνο για ένα ελάχιστο μέρος της ανθρωπότητας. Βεβαίως, αυτή η άποψη παραγνωρίζει τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που ακόμη ζουν υπό συνθήκες φτώχειας και θα ήθελαν να ζουν όπως και οι συνάνθρωποί τους στις χώρες του ΟΟΣΑ. Και βεβαίως, υπάρχουμε κι εμείς που ήδη ζούμε σε πλούσιες χώρες και θα θέλαμε επίσης υψηλότερα εισοδήματα για να αποκτήσουμε νέα αγαθά, υπηρεσίες, εμπειρίες και ευκαιρίες. Μήπως όμως εμείς στις πλούσιες χώρες ήδη έχουμε αρκετά; Μήπως δεν θα μας πείραζε και τόσο η τελμάτωση ή ακόμη και να χάσουμε λίγα από όσα έχουμε; Σίγουρα, όποιος έχει ζήση στην αργοκίνητη οικονομία μετά την κρίση, ξέρει καλά να μην διατυπώνει καν τέτοια ερωτήματα. Θα ήθελα επίσης να παραθέσω αυτό το χαρακτηριστικό παράδειγμα από το newsletter του οικονομολόγου Branko Milanovic:
“Νομίζω ότι θα μπορούσε κανείς εύλογα να υποστηρίξει ότι καμία ομάδα ανθρώπων στον κόσμο μας δεν έχει ζήσει τόσο ευχάριστα όσο οι σημερινοί Ιταλοί. Τα πλεονεκτήματά τους είναι γνωστά: πολύς πλούτος, ειρήνη, όχι υπερβολικές ώρες εργασίας, ισχυροί οικογενειακοί και φιλικοί δεσμοί, όμορφο ιστορικό και φυσικό περιβάλλον, εξαιρετικό και υγιεινό φαγητό. Ποιος χρειάζεται λοιπόν ανάπτυξη; Και η Ιταλία δεν αναπτύχθηκε. Σήμερα, γνωρίζει την τελμάτωση εδώ και μια γενιά, και ενώ το 1999 το κατά κεφαλή ΑΕΠ της ήταν 3,5 φορές μεγαλύτερο από τον παγκόσμιο μέσο όρο, σήμερα είναι 2,5 φορές. Θα μπορούσε κανείς να πει “αυτό δεν έχει σημασία, αν οι άνθρωποι είναι χαρούμενοι”. Αλλά το πρόβλημα είναι ότι, ενώ επιφανειακά οι άνθρωποι μπορεί να είναι χαρούμενοι αυτό το καλοκαίρι όταν μαζευτούν στις παραλίες για να πιουν Απερόλ, υπάρχει μια βαθιά δυσαρέσκεια που προκαλείται ακριβώς από την απουσία ανάπτυξης. Οι νέοι δεν είναι χαρούμενοι γιατί δεν έχουν ευκαιρίες, οι μεσήλικες δεν είναι χαρούμενοι γιατί δεν βρίσκουν πρόκληση στις δουλειές τους, οι ηλικιωμένοι δεν είναι χαρούμενοι γιατί οι συντάξεις τους έχουν τελματωθεί. Ακόμη λοιπόν κι αν πετύχει κανείς ένα τελματώδη βουκολικό παράδεισο, δεν μπορεί να είναι είναι χαρούμενος και να σταματήσει να προσπαθεί, καθώς οι άλλοι θα τον ξεπεράσουν, και τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του καπιταλισμού, στην Ιταλία και αλλού, είναι αυτά που περιέγραψα παραπάνω”.
Αυτά τα εξαιρετικά επιχειρήματα πρέπει να τα έχουν κατά νου οι υποστηρικτές του καθολικού βασικού εισοδήματος.
*Ο James Pethokoukis είναι αρθρογράφος και μπλόγκερ στο American Enterprise Institute (ΑΕΙ).
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 28 Ιουνίου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.