Ήρθε η ώρα οι δημοκρατίες να υπερασπιστούν τα πιστεύω τους

Ήρθε η ώρα οι δημοκρατίες να υπερασπιστούν τα πιστεύω τους

Της Danielle Pletka και του Vikram Singh

Οι ειδικοί αναφέρονται συχνά στη διάβρωση της δημοκρατίας και των κανόνων της που παρατηρείται από το 2005 ως «ύφεση». Στην πραγματικότητα, όμως, είμαστε αντιμέτωποι με μια παγκόσμια δημοκρατική κρίση η οποία εντέλει θα διαταράξει τη διεθνή σταθερότητα και την ασφάλεια πολύ περισσότερο από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.

Δεν πρόκειται για υπερβολή. Το περασμένο φθινόπωρο, οι οργανισμοί μας - το φιλελεύθερο (υπό την αμερικανική έννοια του όρου) Center for American Progress και το συντηρητικό American Enterprise Institute - ένωσαν τις δυνάμεις τους για να μελετήσουν τα προβλήματα που πλήττουν τα δημοκρατικά κράτη και την επίδραση που θα έχει η δημοκρατική ύφεση στη διατλαντική ασφάλεια. Ενώ συχνά διαφωνούμε ως προς σημαντικά ζητήματα πολιτικής, μας ενώνει περισσότερο από ποτέ ο φόβο μας έναντι ενός επερχόμενου κύματος δημοκρατικής κατάρρευσης.

Οι άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο ακόμη προτιμούν τη δημοκρατία ως σύστημα διακυβέρνησης, αλλά οι κύριοι δείκτες καταδεικνύουν σήμερα ότι, σε ένα μεγάλο εύρος χωρών, οι δημοκρατίες βρίσκονται σε κρίση. Ακόμη τα στοιχεία δείχνουν μια μεγαλύτερη από ποτέ άλλοτε οπισθοχώρηση ως προς τους δείκτες της δημοκρατίας. Χώρες με εμπεδωμένη δημοκρατία αποτυγχάνουν σε θεμελιώδη πεδία όπως οι δίκαιες εκλογές, η προστασία των μειονοτήτων και η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης. Άλλοτε ισχυρές δημοκρατίες όπως η Τουρκία και η Βενεζουέλα είναι σήμερα δημοκρατίες κατ' όνομα μόνο.

Ένα κεντρικό αποκαλυπτικό συμπέρασμα της έρευνάς μας είναι πως αυτές οι ανησυχητικές παγκόσμιες τάσεις σχετίζονται περισσότερο με τις αποτυχίες της κατεστημένης τάξης απ' ό,τι με την πολιτική ελκυστικότητα του εξτρεμισμού και της μισαλλοδοξίας. Η δημοκρατία που αποτυγχάνει να υπηρετεί τους πολίτες καταλήγει να διαφθαρεί, καθώς οι πολίτες υιοθετούν τον ακραίο κομματισμό και εκλέγουν λαϊκιστές, που λίγο ενδιαφέρονται για τους δημοκρατικούς θεσμούς.

Τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι εξτρεμιστές της Δεξιάς και της Αριστεράς καλύπτουν το κενό που αφήνουν τα παραδοσιακά κόμματα. Αυταρχικές δυνάμεις όπως η Ρωσία αξιοποιούν αυτό το κενό για να σπείρουν το χάος και να αποδυναμώσουν τις δυτικές πολιτικές και αμυντικές δομές, όπως η ΕΕ και το ΝΑΤΟ - διαδίδοντας διχαστική προπαγάνδα, χακάροντας και επιτιθέμενες επιλεκτικά εναντίον πολιτικών προσώπων και εκλογικών διαδικασιών.

Για να αντιμετωπίσουμε τον αναδυόμενο κύμα του αυταρχισμού, πιστεύουμε ότι οι χώρες με εμπεδωμένες δημοκρατίες χρειάζονται τρία πράγματα: την αποκατάσταση των προνομίων που συνεπάγεται η υιοθέτηση της πραγματικής δημοκρατίας, την επιβολή κόστους για τις οπισθοχωρήσεις από τη δημοκρατία, και την ενίσχυση εκ νέου της αίσθησης δημοκρατικής υπερηφάνειας.

Μέχρι την κατάρρευση του κομμουνισμού, τα οφέλη του εμπορίου και των επενδύσεων, της συνεργασίας σε θέματα εθνικής ασφάλειας και τεχνολογίας, και της μετακίνησης των ανθρώπων για εργασία και εκπαίδευση ήταν σε μεγάλο βαθμό προνόμια των ελεύθερων εθνών. Στην αρχή της δεκαετίας του 1990, η μεταρρυθμιστική Κίνα και οι χώρες του υπό κατάρρευση Συμφώνου της Βαρσοβίας έσπευσαν να ενταχθούν σε υπερεθνικές δομές όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου.

Οι εμπεδωμένες δημοκρατίες πίστεψαν ότι οι νεοεισελθέντες αυτοί θα μεταρρυθμιστούν. Κάποιοι όμως αυταρχικοί ηγέτες ανέστρεψαν αυτή τη διαδικασία. Οι δημοκρατίας συνήθισαν στη φτηνή εργασία και στο φτηνό χρήμα από τις κινεζικές επενδύσεις και τους πλούσιους Ρώσους ολιγάρχες. Οι ανησυχίες για την κλοπή της πνευματικής ιδιοκτησίας, ή για τις επιδοτήσεις σε κρατικής ιδιοκτησίας επιχειρήσεις, ή για τις καταπατήσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε μεγάλο βαθμό μπήκαν στην άκρη.

Τώρα οι συνέπειες φαίνονται καθαρά, αλλά η απάντηση των δημοκρατιών σ' αυτές παραμένει θολή. Τα αμυντικά μέτρα, όπως η διαμόρφωση συμμαχιών εναντίον της ρωσικής επιθετικότητας και η ανταποδοτικότητα έναντι παραβιάσεων εμπορικών συμφωνιών είναι σημαντικά, αλλά αποδεδειγμένα ανεπαρκή.

Αντί γι' αυτό, χρειάζεται νέα οφέλη που θα κρατήσουν ενωμένες της δημοκρατικές χώρες να πάρουν προτεραιότητα έναντι της τιμωρίας των μη δημοκρατιών. Για παράδειγμα, καθώς ανανεώνουν τις εμπορικές τους συμφωνίες, οι δημοκρατίες θα μπορούσαν να δεσμευθούν να εφαρμόζουν προνομιακούς όρους που επιβραβεύουν την αμοιβαία δέσμευση στη νομοκρατία και τα εργασιακά δικαιώματα - και να συντονίζουν τις αντιδράσεις τους έναντι αυταρχικών εταίρων όταν αυτοί εκμεταλλεύονται αθέμιτα το σύστημα.

Οι δημοκρατίες θα πρέπει να συνεργαστούν στην προσπάθεια της διασφάλισης εκλογών ελεύθερων από ξένη παρέμβαση. Μπορούν να ενισχύουν την συνεργασία τους σε θέματα ασφάλειας, να μοιράζονται περισσότερη τεχνολογία και να χορηγούν ευκολότερη πρόσβαση σε πολίτες τους που αναζητούν ευκαιρίες για εργασία ή εκπαίδευση.

Η ορθολογική επένδυση στη δημιουργία εταίρων προς αμοιβαίο όφελος μπορεί να βασιστεί σε υφιστάμενες δομές όπως η Κοινότητα των Δημοκρατιών ή το G-7 - η σε ένα άτυπο κλαμπ χωρών όπως αυτές που συμμετέχουν στην Πρωτοβουλία Συνεργασίας για την Ανοιχτή Διακυβέρνηση. Με την Κίνα να οικοδομεί σήμερα δομές για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της, όπως τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σανγκάης και την Ασιατική Τράπεζα Υποδομών και Επενδύσεων, οι πρόθυμες δημοκρατίας μπορούν ακόμη και να πάρουν την πρωτοβουλία σύστασης ενός δικού τους πολυεθνικού σώματος.

Πέρα από τα νέα αυτά οφέλη, οι δημοκρατίες που οπισθοχωρούν θα πρέπει να αντιμετωπίζουν συνέπειες. Η εισδοχή στο ΝΑΤΟ ή την ΕΕ είναι μια επίπονη διαδικασία. Καθώς η ιδιότητα του μέλους συνεπάγεται σημαντικά προνόμια, οι χώρες που την επιθυμούν δεσμεύονται να τηρούν τις αρχές των σχετικών συνθηκών και να αναλάβουν δύσκολες μεταρρυθμίσεις σε πεδία που κυμαίνονται από τα τελωνεία, μέχρι τα εργασιακά δικαιώματα και τη νομοκρατία.

Με την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, πολλοί δημοκρατικοί ηγέτες εύλογα ανησυχούν μήπως αυτό το ξήλωμα επεκταθεί και διστάζουν να επιβάλουν κυρώσεις σε χώρες όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Τουρκία που παραβιάζουν τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν ως μέλη της ΕΕ ή του ΝΑΤΟ. Αυτό είναι λάθος. Η δημοκρατική λογοδοσία έχει κρίσιμη σημασία, ακόμη και αν προκαλέσει αντιδράσεις ή νέες αποχωρήσεις.

Το κλειδί είναι η βαθμονόμηση. Οι οργανισμοί αυτοί που μπορεί να ζητούν από τις χώρες που οπισθοχωρούν το εκ νέου άνοιγμα των διαπραγματεύσεων μόνο στα πεδία της οπισθοχώρησης, όπως στη δικαστική ανεξαρτησία ή την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης. Οι χώρες αυτές μπορεί να τίθενται σε καθεστώς επιτήρησης ή ακόμη και να επιστρέφουν στο καθεστώς της υποψήφιας προς ένταξη χώρας. Μόνο ο Πρόεδρος της Ρωσίας Vladimir Putin θα επωφεληθεί από την ανέκκλητη παρακμή που θα ακολουθήσει αν οι δημοκρατίες εγκαταλείψουν σταδιακά τα πρότυπά τους.

Τέλος, οι δημοκρατικοί πολιτικοί χρειάζεται να επανασυνδεθούν εκ νέου με τον πατριωτισμό και με έναν θετικό - ακόμη και λαϊκιστικό - εθνικισμό που έχει τις ρίζες του σε αξίες του δημοκρατικού πυρήνα. Χρειάζεται να δώσουν τη μάχη για την ισότητα έναντι του νόμου, για τις ελεύθερες αγορές, την ελευθερία του λόγου και του τόπου και για ελεύθερες και δίκαιες εκλογές ως ζητήματα εθνικής προτεραιότητας.

Οι συντηρητικοί και οι φιλελεύθεροι, όπως εμείς, θα συνεχίσουν να διαφωνούν σε όλα τα άλλα τα ζητήματα: από τις φοροελαφρύνσεις μέχρι τη συμφωνία με το Ιράν για τα πυρηνικά. Μπορούν όμως να ενωθούν έναντι της απειλής του αυταρχισμούς. Κάποιοι πολιτικοί ανακαλύπτουν αυτή την προοπτική στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, αλλά τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα της κεντροαριστεράς και της κεντροδεξιάς έχουν μακρύ δρόμο μπροστά τους.

Οι δημοκρατίες του κόσμου παραλύουν από την αδράνεια έναντι αυτής της παγκόσμιας κρίσης. Τώρα είναι η ώρα να δώσουμε μια συντονισμένη απάντηση που θα ανανεώσει το δημοκρατικό πνεύμα και θα αποκαταστήσει τις σχέσεις αμοιβαίου οφέλους μεταξύ των δημοκρατικών κρατών. Διαφορετικά, μας περιμένει ένας κόσμος λιγότερης ευημερίας και ασφάλειας.

-

O Vikram J. Singh είναι σύμβουλος για θέματα εθνικής ασφάλειας, δημοκρατίας και τεχνολογίας στο Center for American Progress.

Η Danielle Pletka είναι αντιπρόεδρος των διεθνών μελετών και μελετών αμύντικής πολιτικής στο American Enterprise Institute.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 21 Φεβρουαρίου 2018 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ «Μάρκος Δραγούμης».