Του Mitchell Harvey
Έχω μία φίλη που πρόσφατα επέστρεψε στο σπίτι της στη Γερμανία μετά την ολοκλήρωση των σπουδών της στο Monash. Έχοντας περάσει τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής της παραμετροποιώντας την συμπεριφορά που βελτιστοποιεί το κέρδος και μεγιστοποιεί την ωφέλεια, δεν μπορεί τώρα να βγάλει άκρη με τις συνήθειες των γονιών της.
Απ' ό,τι φαίνεται, στη Γερμανία είναι απίστευτα εύκολο να αγοράσει κανείς υψηλής ποιότητας ανταλλακτικά ποδηλάτου από το διαδίκτυο σε πολύ χαμηλές τιμές. Παρ' όλα αυτά, οι γονείς της συνεχίζουν να πηγαίνουν στο ποδηλατάδικο της γειτονιάς που προσφέρει μικρότερη ποικιλία προϊόντων σε υψηλότερες τιμές. Γιατί; Διότι τους αρέσει να έχουν μαγαζιά της γειτονιάς όπου μπορούν να μιλήσουν σε κάποιον.
Είναι αυτό αποτελεσματικό;
Θα ήταν εύκολο να επικαλεστεί κάποιος αυτό το παράδειγμα και να πει: “Είδατε; Οι άνθρωποι δεν είναι υπολογιστικές μηχανές!”, δικαιολογώντας έτσι την απόρριψη της μαθηματικής επιστήμης συλλήβδην. Πολύ περισσότερο, αυτός ο κάποιος μπορεί να έχει ένα δίκιο: Ας υποθέσουμε ότι οι γονείς της φίλης μου είχαν επιλέξει το φθηνότερο και υψηλότερης ποιότητας προϊόν από το διαδίκτυο. Πρώτον, θα είχαν έτσι στείλει ένα μικρό αλλά κομβικό σήμα ανταμοιβής στον συγκεκριμένο παραγωγό. Το σήμα αυτό όχι μόνο ανταμείβει αυτόν τον παραγωγό για το αποτελεσματικό του επιχειρηματικό μοντέλο, αλλά στέλνει και ένα έμμεσο σήμα σε άλλους ανταγωνιστές και επιχειρηματίες να μιμηθούν αυτή την αποτελεσματική συμπεριφορά.
Ομοίως, τιμωρεί τους αναποτελεσματικούς παραγωγούς που απέτυχαν να προσφέρουν παρόμοια αγαθά σε καλύτερες τιμές. Αυτή η τιμωρία είτε θα ενθαρρύνει την αναποτελεσματική εταιρία να αναδιαμορφώσει αναλόγως την παραγωγική της διαδικασία είτε, εναλλακτικά, μπορεί εντέλει να την ωθήσει να βγει από την αγορά. Αν βγει, θα απελευθερώσει την εργασία και το κεφάλαιό της στην ευρύτερη οικονομία ώστε αυτά να αναληφθούν από άλλες εταιρίες ικανές να βρουν αποτελεσματικότερες χρήσεις γι' αυτά.
Ακόμη, αν οι γονείς της φίλης μου είχαν αγοράσει το φθηνότερο ανταλλακτικό από το διαδίκτυο, θα τους έμενε περισσότερο διαθέσιμο εισόδημα για να το ξοδέψουν σε κάποιο άλλο αγαθό. Αυτό με τη σειρά του θα αντάμειβε την εταιρία που παράγει αυτό το άλλο αγαθό και ούτω καθεξής. Αυτή η διαδικασία σηματοδοσίας των συναλλαγών μεταξύ συναινούντων ατόμων είναι η βάση της διαρκούς δημιουργίας πλούτου στις ελεύθερες κοινωνίες.
Οι γονείς της φίλης μου όμως δεν επέλεξαν τη φθηνότερη επιλογή. Φαίνεται ότι η συμπεριφορά τους αντιβαίνει προς την κυρίαρχη μικροοικονομική θεωρία. Οι αρχικές εντυπώσεις όμως μπορεί να απατούν.
Η κατανόηση του υποκειμενισμού
Κάποια στιγμή στο πρώτο ή το δεύτερο έτος των μικροοικονομικών, οι φοιτητές μαθαίνουν ότι η ατομική ωφέλεια είναι υποκειμενική: Το τι είναι επωφελές ή δαπανηρό για ένα άτομο εξαρτάται αποκλειστικά από το ίδιο. Με άλλα λόγια, δεν είναι δουλειά του οικονομολόγου να κρίνει αξιολογικά το τι αρέσει και τι δεν αρέσει στους ανθρώπους - αυτή η απόφαση είναι δική τους. Το μόνο που μπορεί να κάνει ο οικονομολόγος είναι να επιχειρήσει να αναλύσει το πώς οι άνθρωποι προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν την ωφέλειά τους δεδομένων των περιορισμών τους.
Δυστυχώς, αυτό το μάθημα εύκολα ξεχνιέται. Όταν βλέπουμε τα μικροοικονομικά ως τη μεγιστοποίηση των κερδών και την ελαχιστοποίηση του κόστους, μπορεί κατά λάθος να υιοθετήσουμε τη θέση ότι η ορθολογική οικονομική συμπεριφορά αφορά τη μεγιστοποίηση του εισοδήματος ή του πλούτου.
Όταν όμως πραγματικά υιοθετήσουμε τον υποκειμενισμό και παραδεχτούμε ότι τα άτομα έχουν τις δικές τους μοναδικές προτιμήσεις, οι κάθε είδους φαινομενικά “μη οικονομικές” συμπεριφορές καθίστανται εξίσου οικονομικές με οποιαδήποτε άλλη. Η φιλανθρωπική εργασία, ο αλτρουισμός, οι απίστευτες θυσίες που κάνουν οι άνθρωποι για όσους αγαπούν, ακόμη και ο ακραίος κίνδυνος στον οποίο εκτίθεται κανείς για να βοηθήσει έναν συνάνθρωπό του, όλα μπορούν να θεωρηθούν απολύτως ορθολογικά αν αναγνωρίσουμε την υποκειμενική φύση των προτιμήσεων.
Ας επιστρέψουμε στους γονείς της φίλης μου: Είναι σαφές ότι αποδίδουν μεγάλη αξία στο να μπορούν να μιλήσουν σε κάποιον απευθείας για το ποδήλατό τους. Εκτιμούν μάλιστα αυτή την υπηρεσία τόσο πολύ που προτιμούν να να χτίσουν αυτή την σχέση από το να πληρώσουν λιγότερα χρήματα για ένα καλύτερης ποιότητας προϊόν. Αν αναγνωρίσουμε ότι η ωφέλεια είναι υποκειμενική, θα συμπεράνουμε ότι η συμπεριφορά τους είναι απόλυτα ορθολογική από οικονομικής σκοπιάς.
Ισχύει αυτό ευρύτερα για την κοινωνία;
Μια εναλλακτική προσέγγιση θα ήταν η εξέταση της κοινωνικής ή μάκρο - ωφέλειας. Ενώ η συμπεριφορά των γονέων της φίλης μου μπορεί να βελτιστοποιεί την προσωπική τους ωφέλεια, μπορεί να μην είναι καλή για τη συνολική ωφέλεια στην κοινωνία: μπορεί κανείς να πει, όπως παραπάνω, ότι η συμπεριφορά τους εμποδίζει τη διαδικασία δημιουργίας πλούτου των ελεύθερων κοινωνιών, καθώς ανταμείβεται η αναποτελεσματική εταιρία ενώ η αντίστοιχη αποτελεσματική τιμωρείται.
Αυτό το επιχείρημα μάλιστα μάλλον ισχύει με όρους δημιουργίας χρηματικού πλούτου. Κι εδώ όμως, δεν αναγνωρίζει στην πραγματικότητα τις ριζοσπαστικές συνεπαγωγές του υποκειμενισμού. Ένα αποτελεσματικό σύστημα βελτιστοποιεί τα οφέλη και ελαχιστοποιεί τα κόστη. Όμως ξανά, τα οφέλη και τα κόστη είναι υποκειμενικά.
Φανταστείτε ότι σας καλούν σε ένα πάρτυ και σκέφτεστε αν θα πάτε. Κάποιοι θα αποφασίσουν αμέσως να πάνε γιατί τους αρέσουν τα πάρτυ. Κάποιοι άλλοι μπορεί να έχουν την απολύτως αντίθετη αντίδραση, είτε γιατί δεν τους αρέσουν τα πλήθη και η φασαρία, είτε γιατί προτιμούν να διαβάσουν ένα βιβλίο. Αν είστε τεμπέληδες σαν εμένα, η απόφασή σας μπορεί να εξαρτηθεί από το πόσο θα σας πάρει να φτάσετε εκεί, από το αν το μαγαζί χρεώνει είσοδο, το αν θα χρειαστεί να περιμένετε στην ουρά, και το αν θα πρέπει να πάρετε δημόσια συγκοινωνία ή να οδηγήσετε. Τα κόστη και τα οφέλη προσδιορίζονται αποκλειστικά από το εκάστοτε άτομο.
Ομοίως, ο προσδιορισμός του αν μια εταιρία έχει ένα αποτελεσματικό επιχειρηματικό μοντέλο είναι εξίσου υποκειμενικός και εξαρτάται αποκλειστικά από την οπτική γωνία του ατόμου. Επιστρέφοντας ξανά στους γονείς της φίλης μου, το χρηματικό κόστος να πληρώνουν περισσότερα για ένα χαμηλότερης τεχνικής ποιότητας ανταλλακτικό ποδηλάτου καλύπτεται προφανώς από το όφελος που αποκτούν από την ανάπτυξη μιας σχέσης με το άτομο στο κατάστημα. Πράγματι, από τη δική τους οπτική, η συνολική εμπειρία της απόκτησης του προϊόντος από το κατάστημα, σε συνδυασμό με την απόκτηση του προϊόντος προς χρήση έχει πολύ μεγαλύτερη αξία από την αποτελεσματικότητα που αποκτάται με τη διαδικτυακή αγορά.
Εντέλει συνεπώς ανταμείβουν την εταιρεία που οι ίδιοι θεωρούν την πιο οικονομικά αποτελεσματική. Η εταιρία που εκείνοι προτιμούν μάλιστα θα επιβιώσει αν συνεχίσει να αποκομίζει οικονομικό κέρδος. Και θα συνεχίζει να το κάνει αν αρκετοί άνθρωποι προτιμούν να συναλλάσσονται με αυτήν αντί για μια εναλλακτική που γνωρίζουν. Με άλλα λόγια, αν αυτή η εταιρία συνεχίζει να αποκομίζει οικονομικό κέρδος, τότε αναγκαστικά είναι αποτελεσματική από μια ευρύτερη κοινωνική οπτική.
Η ελευθερία της επιλογής
Αυτό αποκαλύπτει ένα από τα πιο υποτιμημένα πλεονεκτήματα του πώς οι ελεύθερες επιχειρήσεις κατανέμουν τους πόρους: Οι προτιμήσεις στην κοινωνία είναι εντελώς ετερογενείς! Κάποιοι άνθρωποι προτιμούν τις αγορές από το διαδίκτυο, ενώ κάποιοι άλλοι προτιμούν να συναλλάσσονται με πραγματικούς ανθρώπους. Σε μια ελεύθερη κοινωνία, και τα δύο αυτά επιχειρηματικά μοντέλα μπορούν να είναι διαθέσιμα εφόσον μπορούν να προσελκύουν αρκετούς πελάτες για να καλύπτουν τα οικονομικά τους κόστη. Θα συνεχίσουμε να έχουμε έχουμε ένα αποτέλεσμα οικονομικώς αποτελεσματικό, ακόμη κι αν αυτό μπορεί να μην είναι χρηματικώς αποτελεσματικό.
Τα απίστευτα κοινωνικά οφέλη αυτής της ελευθερίας συχνά δεν γίνονται αντιληπτά από γραφειοκράτες και διανοούμενους που ζητούν την κρατική παροχή αγαθών και υπηρεσιών. Για πολλούς λόγους, οι κρατικές υπηρεσίες συνήθως παρέχονται με μια προσέγγιση “το ίδιο για όλους” η οποία συχνά αδυνατεί να λάβει υπόψη τις ξεχωριστές ανάγκες και επιθυμίες των υποσυνόλων της κοινωνίας. Αρκεί να δει κανείς το εκπαιδευτικό σύστημα, μια υπηρεσία που παρέχει σχεδόν το ίδιο προϊόν με σχεδόν ακριβώς τον ίδιο τρόπο τα τελευταία εκατό χρόνια. Δεν είναι σύμπτωση το γεγονός ότι ο κλάδος αυτός κυριαρχείται από το κράτος.
Ομοίως, οι κρατικές ρυθμίσεις περιορίζουν κι αυτές την ελευθερία επιλογής. Οι ρυθμίσεις αναπόφευκτα εμποδίζουν την ελευθερία των επιχειρηματιών να πειραματίζονται με το πώς παρέχουν υπηρεσίες, ενώ ταυτόχρονα περιορίζουν και τις διαθέσιμες στους καταναλωτές επιλογές. Ενώ κάποιοι αποδέχονται αυτές τις ρυθμίσεις ως ένα αναγκαίο κακό σε ό,τι αφορά τον ποιοτικό έλεγχο, αυτες όχι μόνο εμποδίζουν την καινοτομία, αλλά και δημιουργούν ένα πρόβλημα ηθικού κινδύνου: Οι καταναλωτές δεν αισθάνονται πλέον την ανάγκη να εξετάσουν οι ίδιοι την ασφάλεια των αγαθών και των υπηρεσιών.
Αυτό που συχνά δεν συνειδητοποιούν οι σχολιαστές είναι πως αν δεν υπήρχαν αυτές οι ρυθμίσεις, θα υπήρχαν στη θέση τους αγορές για ειδικούς οι οποίοι θα εξέταζαν τα προϊόντα για θέματα ποιότητας και ασφάλειας. Ακόμη, οι ειδικοί αυτοί θα ήταν νομικώς υπόλογοι (μαζί με τους παραγωγούς) για κάθε ελαττώματα που θα προέκυπταν μετά την εξέταση.
Επιπροσθέτως, επειδή οι ρυθμίσεις περιορίζουν την επιχειρηματική επιλογή, μειώνουν και τον ανταγωνισμό που διαφορετικά θα λειτουργούσε ως μια φυσική πηγή ποιοτικού ελέγχου. Οι ρυθμίσεις αυτές δίνουν ισχύ σε μεγαλύτερες εταιρείες που μπορούν πολύ ευκολότερα να επωμιστούν το βάρος του κόστους συμμόρφωσης, αποθαρρύνοντας έτσι νέες εισόδους στις αγορές. Το αναπόφευκτο σωρευτικό αποτέλεσμα είναι μια πιο στάσιμη οικονομία και κοινωνία.
Εντέλει, τα οικονομικά είναι η μελέτη και η κατανόηση της κατανομής των πόρων σε έναν κόσμο σπανιότητας. Αν θέλουμε να κατανοήσουμε το πώς κατανέμονται οι πόροι, θα πρέπει να μπορούμε να λάβουμε υπόψη μας τις ιδιαίτερες προτιμήσεις που διέπουν την απίστευτα πολύμορφη συμπεριφορά των ανθρώπων στον κόσμο. Μου φαίνεται πως ο προφανέστερος τρόπος να το κάνουμε αυτό είναι να αναγνωρίσουμε ότι τα κόστη και τα οφέλη υπολογίζονται υποκειμενικώς. Ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η σαβούρα του ενός μπορεί να είναι θησαυρός για κάποιον άλλον.
--
Ο Mitchell Harvey είναι βοηθός καθηγητή και ερευνητής στο τμήμα οικονομικών του πανεπιστημιου Monash.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 22 Ιουλίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.