Η πολιτικώς απέλπιδα, εντελώς ασυνάρτητη και τελείως ανόητη οικονομική ατζέντα του Δημοκρατικού Κόμματος

Η πολιτικώς απέλπιδα, εντελώς ασυνάρτητη και τελείως ανόητη οικονομική ατζέντα του Δημοκρατικού Κόμματος

Του John Tamny

Σε μία στήλη της στην Wall Street Journal τον Δεκέμβριο του 2015, η Mary O'Grady αποκάλυψε μια άβολη αλήθεια που οι πολεμιστές εναντίον της φτώχειας στην αμερικανική Αριστερά και Δεξιά ίσως να προτιμούσαν να παραμείνει κρυφή: από το 1980 μέχρι το 2000, την περίοδο που η οικονομία των ΗΠΑ βρισκόταν σε άνθιση, ο αριθμός των Μεξικανών που μετανάστευσαν στις ΗΠΑ αυξήθηκε από τα 2,2 εκατομμύρια το 1980 στα 9,4 εκατομμύρια το 2000. Ο αριθμός αυτός είναι ένα ξεκάθαρο σήμα της αγοράς ότι οι ΗΠΑ είναι το μέρος όπου η φτώχεια πάντα θεραπευόταν, και όχι μια συνθήκη που απαιτεί συγκεκριμένες πολιτικές αντιμετώπισης από τις αρχές της χώρας.

Τα στατιστικά στοιχεία της O'Grady μου ήρθαν στο μυαλό καθώς διάβαζα στους New York Times ένα πρόσφατο άρθρο του Jared Bernstein, ο οποίος είναι μέλος του Center on Budget and Policy Priorities (Κέντρου για τον Προϋπολογισμό και τις Προτεραιότητες των Πολιτικών). Γράφει ότι “μια έντονα προοδευτική ατζέντα (από Δημοκρατικούς ακαδημαϊκούς και πολιτικούς) συντίθεται τους τελευταίους μήνες, με το δυναμικό να ενώσει τις ομάδες “Hillary” και “Bernie” του κόμματος, προχωρώντας πέρα τόσο από τα Clintonomics όσο και τα Obamanomics”.

Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η ατζέντα που ενθουσίασε τόσο πολύ τον Bernstein δεν έχει τίποτε να κάνει με την οικονομική ανάπτυξη που πάντα υπήρξε η πηγή των μεγαλύτερων οικονομικών δυνατοτήτων για τους φτωχούς, τους μεσαίους και τους πλούσιους.

Περισσότερη κοινωνική πρόνοια

Εξ αρχής, ο Bernstein εκφράζει τον ενθουσιασμό του για ένα πρόγραμμα 190 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, το οποίο περιγράφει ως ένα “καθολικό επίδομα τέκνου”. Το επίδομα αυτό αφορά ομοσπονδιακές επιταγές των 3.000 δολαρίων ανά παιδί που θα στέλνονται σε οικογένειες χαμηλού εισοδήματος. Αυτό κατ' αρχάς ακούγεται πολύ συμπονετικό σε όσους θεωρούν πολύ ευγενές το να ξοδεύει το Κογκρέσο τα χρήματα των άλλων, αλλά με μια δεύτερη ματιά ακόμη και οι λίγοι συνειδητοποιημένοι θα κατανοήσουν ότι η οικονομική ευκαιρία δεν πηγάζει ποτέ από μία βίαιη μεταφορά χρημάτων από τη μία τσέπη στην άλλη. Αν συνέβαινε το αντίθετο, τότε η μεταφορά αυτή θα ήταν νόμιμη και θα ενθαρρυνόταν.

Η οικονομική ανάπτυξη στις ΗΠΑ που έχει αποδειχθεί μαγνήτης για τους φτωχότερους του πλανήτη δεν πηγάζει από την αναδιανομή του πλούτου, αλλά από την σύνδεση πολύτιμων κεφαλαίων με επιχειρηματίες πρόθυμους να μεταμορφώσουν τις ιδέες τους σε πραγματικότητα. Όπως ακριβώς η οικονομία των ΗΠΑ δεν θα προωθούταν αν οι Αμερικανοί με ζυγό αριθμό διεύθυνσης “σήκωναν” στα κρυφά 3.000 δολάρια ο καθένας από αυτούς που έχουν μονό αριθμό, δεν θα αναπτυχθεί ούτε αν η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είναι αυτή που θα παίρνει από κάποιους για να δώσει σε κάποιους άλλους.

Η οικονομική πρόοδος πάντα και παντού πηγάζει από την ανάπτυξη. Ο Bernstein όμως υποστηρίζει στα σοβαρά ότι οι φτωχότεροι Αμερικανοί θα βρεθούν σε καλύτερη θέση αν το ομοσπονδιακό κράτος αφαιρέσει 190 δισεκατομμύρια δολάρια πολύτιμου κεφαλαίου από τη δεξαμενή επενδύσεων. Όπως μπορούν να φανταστούν οι αναγνώστες, ο Bernstein δεν σταματά εκεί.

Κρατικές θέσεις εργασίας

Έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι η επόμενη αφελής πρόταση του Bernstein περιλαμβάνει “πολιτικές άμεσης δημιουργίας θέσεων εργασίας, δηλαδή είτε θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν από το κράτος, είτε επιδοτούμενες απ' αυτό θέσεις στον ιδιωτικό τομέα”. Εντάξει, αλλά κάθε θέση εργασίας είναι συνάρτηση της δημιουργίας ιδιωτικού πλούτου, όπως και ο ίδιος ο Bernstein άθελά του παραδέχεται, δεδομένου του αιτήματός του να αφαιρεθούν πόροι από τον ιδιωτικό τομέα για να δημιουργηθούν οι θέσεις αυτές.

Αυτό εγείρει το προφανές ερώτημα γιατί οι οικονομικές ευκαιρίες θα βελτιωθούν στην περίπτωση που ο επιχειρηματικός τομέας θα έχει λιγότερους πόρους για καινοτομία. Αυτό όμως ακριβώς επιζητά o Bernstein με το “καθολικό επίδομα τέκνου” των 190 δισεκατομμυρίων δολαρίων, και με το κάλεσμά του για περισσότερες “θέσεις εργασίας από το κράτος”.

Για να πούμε αυτό που είναι προφανές ακόμη και στον Bernstein, το κράτος δεν μπορεί να δημιουργήσει θέσεις εργασίας χωρίς τον πλούτο του ιδιωτικού τομέα - οπότε, γιατί να μην αφήσουμε τους πολύτιμους αυτούς πόρους στα χέρια των πραγματικών δημιουργών του πλούτου; Ακριβώς επειδή αυτοί επικεντρώνονται στον πλούτο, τα κεφάλαια που διατηρούνται υπό τον έλεγχό τους θα επενδυθούν έτσι ώστε να δημιουργηθούν περισσότερες ευκαιρίες απ' ό,τι μπορούν να δημιουργήσουν οι πολιτικοί καταναλώνοντας τον πλούτο που δημιούργησαν άλλοι.

Μια πληθώρα αντιφάσεων

Παρ' όλα αυτά, ο Bernstein είναι σαφές ότι δεν μπορεί να δει πόσο αντιφατικές είναι οι προτάσεις του, οι οποίες ρητά αναγνωρίζουν την πηγή κάθε οικονομικής ευκαιρίας. Αντίθετα, ζητά περισσότερα κρατικά προγράμματα. Συγκεκριμένα, προτείνει την επέκταση κατά 1 τρισεκατομμύριο δολάρια της “φορολογικής πίστωσης για κερδηθέν εισόδημα” που έχει ως στόχο να πληρώνει τους Αμερικανούς για να πηγαίνουν στη δουλειά.

Όπως προτείνει, το τρισεκατομμύριο αυτό των πόρων που θα αφαιρεθεί από τους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας θα οδηγήσει σε πιστώσεις 6.000 δολαρίων για μια οικογένεια τεσσάρων ατόμων αντί του “τρέχοντος ωφελήματος των περίπου 2.000 δολαρίων”. Εντάξει, αλλά αυτό που δεν εξηγεί εδώ, είναι το γιατί χρειάζεται να πληρώνουμε όσους κατοικούν στις ΗΠΑ προκειμένου να εργάζονται.

Αυτό που ενισχύει το παραπάνω ερώτημα είναι η προαναφερθείσα εισροή Μεξικανών βιοπαλαιστών στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της οικονομικής άνθησης των δεκαετιών του 1980 και του 1990. Αυτό που καταδείχθηκε σαφώς από αυτό το κύμα της μετανάστευσης είναι είναι ότι η οικονομική ανάπτυξη είναι ο μεγαλύτερος εχθρός που έχει γνωρίσει ποτέ η φτώχεια. Καταδείχθηκε ακόμη ότι η εργασία είναι διαθέσιμη σε όσους την αναζητούν, και ακόμη περισσότερο, ότι η διαθέσιμη εργασία είναι σημαντικά πιο επικερδής από οπουδήποτε αλλού στον κόσμο.

Να είστε σίγουροι ότι ο λόγος που οι ΗΠΑ γνώρισαν ιστορικά μεγάλες και ωραίες εισροές μεταναστών δεν ήταν επειδή οι ευκαιρίες εδώ ήταν περιορισμένες. Οι άνθρωποι έρχονται εδώ γιατί οι ΗΠΑ είναι για μια ακόμη φορά η χώρα όπου οι φτωχοί μπορούν σταδιακά να υπερβούν την φτώχεια τους χάρη στις άφθονες ευκαιρίες για εργασία. Αν οι Μεξικανοί, που συχνά δεν μιλούν αγγλικά, μπορούν να βελτιώσουν την οικονομική τους κατάσταση στις ΗΠΑ, για ποιον ακριβώς λόγο πρέπει η πολιτική τάξη να πληρώνει τους ντόπιους που μιλούν τη γλώσσα μας ώστε να επιδιώκουν την εργασία την οποία ζηλεύει ένα τόσο μεγάλο μέρος του υπόλοιπου κόσμου;

Για να το πούμε απλούστερα, αυτοί που ζητούν πληρωμή πέρα και πάνω από το μισθό τους για να σηκωθούν το πρωί και να πάνε στις δουλειές τους έχουν προβλήματα που δεν σχετίζονται καθόλου με την έλλειψη εργασίας, αλλά με την έλλειψη κινήτρων. Και οι δωρεές της Ουάσιγκτον δεν πρόκειται λογικά να διορθώσουν ένα πρόβλημα που αφορά την έλλειψη φιλοδοξίας. Στην καλύτερη περίπτωση, θα επιδεινώσουν το πρόβλημα ακριβώς που ο Bernstein διατείνεται ότι θέλει να διορθώσει.

Η ανισότητα δεν βλάπτει κανέναν

Ακόμη πιο αστείος είναι ο ισχυρισμός του Bernstein ότι οι φορολογικές πιστώσεις θα αντιμετωπίσουν τάχα “τη ζημιά που υφίστανται όσοι αμείβονται με χαμηλούς και μεσαίους μισθούς από τις δυνάμεις της ανισότητας που απομάκρυναν την ανάπτυξη απ' αυτούς” τα τελευταία χρόνια. Τι μπορεί να εννοεί εδώ; Οι ΗΠΑ εδώ και καιρό έχουν μεγάλη οικονομική ανισότητα, κι όμως οι φτωχότεροι του πλανήτη συστηματικά διακινδυνεύουν τις ίδιες τις ζωές τους για να φτάσουν εδώ, ακριβώς επειδή οι διαφορές στον πλούτο συσχετίζονται θετικά με την οικονομική ελευθερία.

Αυτό σημαίνει ότι οι επενδύσεις ρέουν με αφθονία σε κοινωνίες όπου τα άτομα είναι ελεύθερα να επιδιώξουν οτιδήποτε θα αξιοποιήσει περισσότερο τα ταλέντα τους (ναι, μια επιδίωξη του πράγματος εκείνου που τα καθιστά άνισα), και με τις επενδύσεις αυτές έρχονται ευκαιρίες εργασίας για όλους. Οι δύσπιστοι αρκεί να ταξιδέψουν στο Σιάτλ και την Silicon Valley, όπου έχουν την έδρα τους οι πέντε εταιρίες με την μεγαλύτερη αξία στον κόσμο, για να δουν από κοντά τους λόγους για τους οποίους ισχύει αυτό.

Ο μπερδεμένος αυτός οικονομολόγος υπεκφεύγει επίσης να εξετάσει το γεγονός ότι η αύξηση της ανισότητας είναι το ασφαλέστερο σημάδι της συρρίκνωσης της ανισότητας ως προς τον τρόπο ζωής μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών. Δουλεύουμε για να αποκτήσουμε - και χάρη στους πλούσιους επιχειρηματίες ολοένα και περισσότεροι Αμερικανοί έχουν άμεση πρόσβαση σε ολοένα και χαμηλότερες τιμές - υπολογιστές, κινητά τηλέφωνα, τηλεοράσεις, ρουχισμό και τροφή που κάποτε ήταν το αποκλειστικό προνόμιο των πλουσίων.

Θα ήταν ωραίο αν για μία μόνο φορά ο Bernstein και οι υπόλοιποι ταξικοί πολεμιστές με τους οποίους συντάσσεται, εξηγούσαν το πώς η ατομική επιτυχία που οδηγεί στον πλούτο πλήττει όσους δεν είναι πλούσιοι. Αυτό που θα διαπίστωνε αν αντικαθιστούσε το συναίσθημα με τη λογική είναι πως στις καπιταλιστικές κοινωνίες, οι άνθρωποι κατά κανόνα πλουτίζουν παράγοντας αφθονία για όλους. Με λίγα λόγια, χρειαζόμαστε περισσότερη και όχι λιγότερη ανισότητα, αν θέλουμε να βελτιώσουμε τις συνθήκες ζωής εκείνων που σήμερα κερδίζουν λιγότερα.

Είναι εντυπωσιακό το ότι ο Bernstein χαρακτηρίζει “τολμηρές” και “προοδευτικές” τις ιδέες που παρουσιάζει, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για τις ίδιες ανόητες πολιτικές αναδιανομής που προωθεί η Αριστερά εδώ και δεκαετίες. Και εφόσον, όπως παραδέχεται και ο ίδιος ο Bernstein, η Αριστερά είναι εναντίον της δημιουργίας κεφαλαίου, είναι και εχθρική ως προς την ίδια την ευημερία που κατάστησε τις ΗΠΑ την χώρα όπου θεραπεύεται η φτώχεια. Για να είμαστε σαφείς, αν αυτό είναι το καλύτερο που διαθέτουν οι Δημοκρατικοί, τότε θα παραμείνουν στην αντιπολίτευση για πολύ καιρό.

--

Ο John Tamny είναι συνεργάτης του Forbes, υπεύθυνος έκδοσης του RealClearMarkets, μέλος του τομέα οικονομικών του Reason, και οικονομικός σύμβουλος στην Toreador Research & Trading. Είναι συγγραφέας των βιβλίων Who Needs the Fed? (2016) και Popular Economics (2015).

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 13 Ιουνίου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education (FEE) και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.