Η νέα εμπορική συμφωνία ΕΕ-Μερκοσούρ

Η νέα εμπορική συμφωνία ΕΕ-Μερκοσούρ

Του Daniel Abreu Costa*

Εδώ και σχεδόν 20 χρόνια, οι διαπραγματεύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη Μερκοσούρ, το νοτιοαμερικανικό εμπορικό μπλοκ, συνιστούν μια μεγάλη πρόκληση. Τα οικονομικά και πολιτικά ζητήματα της Μερκοσούρ, η αντίθεση της Γαλλίας στα αγροτικά ζητήματα, και η ισχύουσα εμπορική πολιτική της ΕΕ υπήρξαν οι τρεις κύριοι παράγοντες που συνέβαλαν στη μη κύρωση μιας συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου. Φαίνεται όμως ότι έχουν αρχίσει να πνέουν άνεμοι αλλαγής. Σήμερα η συμφωνία φαίνεται κοντά, καθώς υπάρχει ισχυρή πολιτική βούληση και στα δύο μπλοκ υπέρ μιας συμφωνίας. Η ΕΕ πρέπει να αξιοποιήσει αυτές τις εξελίξεις και να επιδιώξει το κλείσιμο της συμφωνίας.

Η σύναψη συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου ανάμεσα στην ΕΕ και τη Μερκοσούρ έχει κολλήσει τα τελευταία 20 χρόνια λόγω πολυάριθμων εμποδίων. Η διαδικασία οικονομικής ενοποίησης της Μερκοσούρ ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί και έχει σημαδευτεί από σφάλματα - για παράδειγμα τα κράτη-μέλη της δεν έχουν μια συντονισμένη εμπορική πολιτική ως προς τρίτες χώρες. Το 2016, η Βραζιλία ανακοίνωσε νέες έρευνες αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές από την Κίνα, ενώ η Αργεντινή δεν έκανε το ίδιο. Προφανώς η Μερκοσούρ δεν είναι τόσο συνεκτική όσο το ευρωπαϊκό της αντίστοιχο. Συνεπώς, είναι δύσκολο για τα μέλη της να διαπραγματευθούν ενιαία. Ακόμη, κάποιες χώρες της Μερκοσούρ είδαν να αναστέλλεται η ιδιότητα μέλους τους. Η Παραγουάη βρέθηκε σε αναστολή κατά το διάστημα 2012-2014 ενόσω η δημοκρατική τάξη στη χώρα διαταράχθηκε, και η Βενεζουέλα ομοίως όταν ο Μαδούρο κατέστειλε την αντιπολίτευση το 2016.

Δεν είναι όμως μόνο η λατινοαμερικανική πλευρά που δημιούργησε εμπόδια στη σύναψη της συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου. Ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας που εμπόδισε την ολοκλήρωση της συμφωνίας είναι η ισχυρή πίεση των Γάλλων αγροτών, που ασκούν κριτική στις προδιαγραφές της παραγωγής βοδινού κρέατος στη Νότια Αμερική. Πιστεύουν ότι μια τέτοια συμφωνία θα τους αφήσει χωρίς δουλειά εξαιτίας των πρακτικών παραγωγής των χωρών της Μερκοσούρ. Το θεμελιώδες πρόβλημα όμως δεν είναι ο τρόπος εκτροφής των βοοειδών στις χώρες της Μερκοσούρ. Το βασικό ζήτημα στις αγροτικές διαπραγματεύσεις αφορά την ερμηνεία από πλευράς ΕΕ της προληπτικής αρχής που δημιουργεί εκτεταμένα ρυθμιστικά εμπόδια στους Ευρωπαίους αγρότες. Αυτό τους καθιστά λιγότερο ανταγωνιστικούς στις παγκόσμιες αγορές καθώς τα προϊόντα τους είναι πιο ακριβά.

Αντί οι αγρότες να στοχεύουν στη μείωση της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας που θα τους επέτρεπε να γίνουν ανταγωνιστικότεροι, συχνά ζητούν περιορισμούς στον διεθνή ανταγωνισμό με το τίμημα να το πληρώνουν οι Ευρωπαίοι καταναλωτές. Μολαταύτα, φαίνεται ότι οι ομάδες των αγροτών έχουν χάσει την ισχυρή επιρροή που είχαν κάποτε στους Γάλλους νομοθέτες. Σήμερα η Γαλλία δεν συνιστά πλέον ένα τέτοιο εμπόδιο στις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία, και θα επιτρέψει την αυξημένη είσοδο των νοτιοαμερικανικών αγροτικών προϊόντων στην ευρωπαϊκή αγορά.

Οι χώρες της Μερκοσούρ, υπό την ηγεσία του Βραζιλιάνου προέδρου Μπολσονάρο και του Αργεντίνου ομολόγου του Μάκρι, πιέζουν σε πρωτόγνωρο βαθμό ώστε να ολοκληρωθεί η συμφωνία. Μια τέτοια συμφωνία ανάμεσα στην ΕΕ και τη Μερκοσούρ θα είναι η μεγαλύτερη εμπορική συμφωνία στην ιστορία και θα ανοίξει ευκαιρίες στην πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, όπου ζουν πάνω από 260 εκατομμύρια νέοι καταναλωτές.


Η προτεινόμενη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου θα εξαλείψει τους υψηλούς τελωνειακούς δασμούς σε κομβικούς κλάδους, κάποιοι από τους οποίους αντιπροσωπεύουν μεγάλο εμπορικό όγκο, όπως τα αυτοκίνητα (35%), τα μηχανήματα (35-20%), ή τα υφάσματα (35%). Οι ευρωπαϊκές εταιρίες που έχουν ήδη παρουσία σε χώρες της Μερκοσούρ θα μπορούν ακόμη να εισάγουν αγαθά ευκολότερα και να γίνουν έτσι ανταγωνιστικότερες. Αυτή η συμφωνία θα δημιουργήσει επίσης ευκαιρίες και για τους Ευρωπαίους αγροτικούς παραγωγούς. Οι ευρωπαϊκές εταιρίες εξάγουν τεράστιες ποσότητες ελαιόλαδο, φρούτα και κρασί στις χώρες της Μερκοσούρ και οι παραγωγοί θα επωφεληθούν πολύ από την κατάργηση των δασμών. Η συμφωνία θα αφορά ακόμη τους φόρους εξαγωγής που επιβάλλει η Μερκοσούρ σε πρώτες ύλες όπως η σόγια (23,5%), που θα επηρεάσουν την ασφάλεια προμήθειας και την ανταγωνιστικότητα του κλάδου κτηνοτροφίας της ΕΕ που βασίζεται σε τέτοιες καλλιέργειες.


Συνολικά, οι χώρες της Μερκοσούρ είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας βοδινού κρέατος, ζάχαρης, αιθανόλης και κατεψυγμένων πουλερικών. Μια ρεαλιστική συμφωνία ελεύθερου εμπορίου θα περιλαμβάνει την πρόσβαση στην αγορά για τέτοια προϊόντα. Η ποσόστωση των ευρωπαϊκών δασμολογικών συντελεστών (TRQs) θα επιτρέψει μόνο περιορισμένη πρόσβαση στην αγορά γι' αυτού του είδους τα προϊόντα - οι χώρες της Μερκοσούρ θα μπορούν να εξάγουν μόνο 99.000 τόνους βοδινού κρέατος ετησίως - και ταυτόχρονα, αυτό θα προστατεύσει τους Ευρωπαίους αγρότες. Ομοίως, η Μερκοσούρ ζήτησε μια δεκαπενταετή μεταβατική περίοδο για την εισαγωγή αυτοκινήτων. Η προστασία των κλάδων με συγκριτικό μειονέκτημα περιορίζει την ανάπτυξη και καθιστά ακριβότερα τα καταναλωτικά αγαθά και στις δύο περιοχές.


Πολλές χώρες εντός της Μερκοσούρ έχουν μια προστατευτική εμπορική πολιτική, κι έτσι μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την ΕΕ θα επιτρέψει τουλάχιστον τη μερική απελευθέρωση αυτών των αγορών. Η Βραζιλία και η Αργεντινή έχουν ήδη ξεκινήσει τον διάλογο για τη μείωση του κοινού εξωτερικού δασμού (14%) στα επίπεδα του 5 ή 6% μακροπρόθεσμα. Η ΕΕ πρέπει να αξιοποιήσει αυτή την ευκαιρία για να προωθήσει ένα αποτελεσματικότερο εμπορικό καθεστώς στην αμερικανική ήπειρο.


Η σύναψη μιας εμπορικής συμφωνίας προϋποθέτει πως και τα δύο μέρη θα επιτύχουν ένα επωφελές αποτέλεσμα. Αν η ΕΕ θέλει να αυξήσει την πρόσβασή της σ' αυτές τις μεγάλες λατινοαμερικανικές αγορές και να δρέψει τα οφέλη αυτής της εταιρικής σχέσεις, πρέπει να είναι ανοιχτή σε παραχωρήσεις σε πεδία που έχουν κομβική σημασία για τη Μερκοσούρ. Αυτό θα επιτρέψει στις εταιρίες της ΕΕ να εξάγουν περισσότερα, αλλά και στους καταναλωτές και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού να απολαμβάνουν φθηνότερα και υψηλότερης ποιότητας προϊόντα χάρη στην αύξηση του ανταγωνισμού. Η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να επικεντρωθεί στην επίτευξη αυτής της συμφωνίας, ώστε οι Ευρωπαίοι να απολαύσουν τα οφέλη μιας ιστορικής συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου.

 

*Ο Daniel Abreu Costa κάνει την πρακτική του στο Institute of Economic Affairs.

**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 24 Ιουνίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του δικτύου Epicenter και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.