Του Tim Worstall
Είναι προφανώς δύσκολο να εξηγήσει κανείς μια οικονομική ιδέα στον Owen Jones - ο τύπος είναι σοσιαλιστής για όνομα του Θεού, και μάλιστα σοσιαλιστής που εξυμνούσε φωναχτά την πολιτική της Βενεζουέλας για κάποια χρόνια - αλλά μάλλον χρειάζεται, ε;
Στο τελευταίο του άρθρο στην Guardian, μας λέει ότι η κυβέρνηση του Clement Attlee παρήγαγε την σοσιαλιστική νιρβάνα που προκάλεσε την μεταπολεμική ανάπτυξη:
“Αυτό το μοντέλο - δημόσια ιδιοκτησία, υψηλή φορολόγηση στους πλούσιους, ισχυρά εργατικά συνδικάτα - παρήγαγε μια χωρίς προηγούμενο αύξηση στα επίπεδα διαβίωσης και την οικονομική ανάπτυξη. Η αύξηση των τιμών του πετρελαίου και η κατάρρευση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού πλαισίου του Bretton Woods προκάλεσαν το τέλος αυτής της εποχής”.
Λοιπόν, δεν ήταν έτσι τα πράγματα. Αυτή η μεταπολεμική ανάπτυξη συνέπεσε χρονικά με εκείνες τις πολιτικές καθώς και με άλλα μέτρα ελέγχου, όπως το να χρειάζεται κανείς κρατική άδεια για να βγάλει τα χρήματά του έξω από τη χώρα. Αλλά δεν ήταν αυτές οι αιτία της ανάπτυξης.
Μια χρήσιμη νύξη εδώ είναι ότι η αναπτυξιακή έκρηξη συνέβη ταυτόχρονα σε πολλές χώρες παρά το γεγονός ότι αυτές εφάρμοζαν διαφορετικές μεταξύ τους οικονομικές πολιτικές. Το Χονγκ Κονγκ αναπτύχθηκε αξιοποιώντας ό,τι κοντινότερο έχουμε δει στο laissez faire στα νεώτερα χρόνια. Η Σουηδία ήταν σημαντικά πιο φιλελεύθερη ως προς τις αγορές απ' ό,τι το Ηνωμένο Βασίλειο εκείνα τα χρόνια, και αναπτύχθηκε κι αυτή.
Ακόμα, είναι ιδιαίτερα δύσκολο να εντοπίσει κανείς το γιατί αυτές οι πολιτικές προήγαγαν, ή θα μπορούσαν να προαγάγουν, την ανάπτυξη. Μπορούσαν όντως να την αναδιανείμουν - αλλά να την προκαλέσουν; Πώς ακριβώς;
Ένα εσφαλμένο μοντέλο
Το δεύτερο επιχείρημα του Jones - ότι το μοντέλο απέτυχε λόγω της κατάρρευσης του Bretton Woods - είναι κι αυτό λάθος. Η κατάρρευση του μοντέλου οφείλεται στα σφάλματά του.
Έτσι, αν δεν ήταν η οικονομική πολιτική που προκάλεσε τα Λαμπρά 30, κατά την ονομασία των Γάλλων, τότε τι ήταν; Ήταν η απουσία οικονομικής ανάπτυξης κατά τις προηγούμενες δύο παράξενες δεκαετίες.
Είναι κοινός τόπος στην οικονομική βιβλιογραφία το ότι να προφτάσεις την ανάπτυξη είναι ευκολότερο από το να προσπαθείς να βρεις τι κάνεις όταν βρίσκεται στην τεχνολογική γραμμή αιχμής. Το Μπαγκλαντές και η Ινδία αναπτύσσονται αυτή την εποχή με ρυθμούς 6% και 8% το χρόνο, κυρίως λόγω του ότι οι τεχνολογίες που χρειάζονται ήδη υπάρχουν.
Το να βρει κανείς πώς θα κάνει νέα πράγματα είναι πολύ δυσκολότερο και είναι μέρος του λόγου που οι πλούσιες χώρες παιδεύονται για να πετύχουν ανάπτυξη 2% και 3% αν σταθούν τυχερές.
Και στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημάνουμε ότι, πώς να το κάνουμε, δεν υπήρξε ιδιαίτερη οικονομική ανάπτυξη μετά το 1929. Και δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τα χρόνια του πολέμου. Τα στατιστικά στοιχεία για το ΑΕΠ που αφορούν την κατασκευή πραγμάτων που στη συνέχεια είτε βυθίστηκαν είτε εξερράγησαν αφού πρώτα βύθισαν ή ανατίναξαν άλλα πράγματα, δεν είναι ένας αξιόπιστος οδηγός για οτιδήποτε άλλο πέρα από την ικανότητα να ανατινάζει ή να βυθίζει μια χώρα πράγματα.
Απαιτείται ένα ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο αυταπάτης για να προσπαθήσει κανείς να επιμείνει ότι οι συνθήκες διαβίωσης ήταν καλύτερες το 1945 από ό,τι το 1939, ότι κι αν λένε τα οικονομικά στατιστικά στοιχεία για τη συνολική παραγωγή. Και δεν υπήρχε ιδιαίτερη ανάπτυξη ούτε την περίοδο από το 1929 μέχρι το 1939. Η Βρετανία τα πήγε καλύτερα από τις ΗΠΑ κυρίως γιατί υποτίμησε τη λίρα και δεν ενεπλάκη με τις ανοησίες του New Deal. Οι επιδόσεις των ΗΠΑ εκείνη την περίοδο δεν παρήγαγαν καμία σωρευτική καθαρή ανάπτυξη.
Παρ' όλα αυτά, κι αυτό είναι σημαντικό, η τεχνολογική πρόοδος συνεχίστηκε με γοργά βήματα. Να ένα παράδειγμα του είδους του αεροπλάνου που ο Παππούς συνέτριψε το 1928, και να με τι πετούσε το 1945. Και το 1950 δεν είχαμε ακόμη πλήρως αξιοποιήσει το αυτοκίνητο, τον ηλεκτρισμό ή τα τρανζίστορ, για να μη μιλήσω για τα αεριωθούμενα αεροσκάφη.
Κι αυτό είναι το μυστικό της μεταπολεμικής ανάπτυξης: δεν υπήρξε ιδιαίτερη ανάπτυξη κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, αλλά η τεχνολογία συνέχισε να αναπτύσσεται. Κι αυτό σημαίνει ότι οι οικονομίες σχεδόν όλων των χωρών βρέθηκαν μέσα σ' εκείνον τον τεχνολογικό φάκελο όπου η ανάπτυξη είναι πολύ ευκολότερη.
Η προσέγγιση της αγοράς παρήγαγε καλύτερα αποτελέσματα
Έχουμε ακόμη μια απόδειξη για να επιμένουμε ότι δεν παρήγαγαν την ανάπτυξη εκείνοι οι φόροι, τα συνδικάτα και η δημόσια ιδιοκτησία. Κι αυτό γιατί οι επιδόσεις της Γερμανίας ήταν μάλλον καλύτερες από αυτές της Βρετανίας. Και η γερμανική οικονομία είχε επικεφαλής τον Ludwig Erhard ο οποίος χρησιμοποίησε μια πολύ πιο φιλελεύθερη ως προς τις αγορές προσέγγιση. Ο Erhard υπήρξε μέλος της Mont Pelerin Society, πηγή του Χάγιεκ και του είδους εκείνου του φιλελευθερισμού που μας εμπνέει στο Adam Smith Institute.
Αντίθετα με τον ισχυρισμό του Jones, ένα λιγότερο σοσιαλδημοκρατικό και κρατικιστικό σύνολο πολιτικών παρήγαγε ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Δεν ήταν λοιπόν η σοσιαλδημοκρατία που παρήγαγε την ανάπτυξη. Στην πραγματικότητα, οι κρατικιστικές πολιτικές την παρεμπόδισαν.
Οι έλεγχοι του Attlee επί της οικονομίας συνέπεσαν με την έντονη ανάπτυξη - δεν την προκάλεσαν. Και αυτή η έντονη ανάπτυξη δεν θα επιστρέψει με το να επαναφέρουμε τους ελέγχους εκείνους.
Για να πετύχουμε αυτές τις δεκαετίες της πάνω από το μέσο όρο ανάπτυξης, χρειαζόμαστε είτε μια καλή κρίση που θα ακολουθηθεί από κάποιον πόλεμο, ή, πράγμα προτιμότερο, περισσότερο από εκείνον τον φιλελευθερισμό ως προς τις αγορές που προκάλεσε την υπεραπόδοση της Γερμανίας εκείνη την εποχή.
Αναδημοσίευση από το CapX
--
Ο Tim Worstall είναι μέλος του Adam Smith Institute στο Λονδίνο
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 3 Ιουλίου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education (FEE) και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.