Γράφει η Johanna Grönbäck
Η φυγή μεγάλων εταιριών όπως η Ikea και η Apple από τη Ρωσία ασκεί πίεση στο καθεστώς Πούτιν. Οι επικριτές της παγκοσμιοποίησης αναγκάζονται να συνειδητοποιήσουν ότι οι πολυεθνικές εταιρείες απέχουν πολύ από τις ανήθικες οντότητες όπως συχνά τις περιγράφουν.
Εδώ και 30 χρόνια, οι πολυεθνικές εταιρείες αποτελούν μέρος της ρωσικής κοινωνίας. Οι Financial Times περιέγραψαν μάλιστα την επιρροή αυτών των εταιρειών στη Ρωσία ως πολύ σημαντική.
Πολλές εταιρείες πλέον κλείνουν ή διακόπτουν τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων των McDonald's, Starbucks, Coca-Cola, General Motors, Airbnb, Apple, IBM, Netflix, Disney, Shell, Mastercard, John Deere, Puma και FedEx, όπως καθώς και σουηδικών εταιρειών όπως η Ikea, η H&M και η Stora Enso. Ακόμη και το Spotify, το οποίο είχε σχεδιάσει να επεκτείνει τις δραστηριότητές του νωρίς κατά τη διάρκεια της εισβολής, έκλεισε πλέον τα γραφεία του στη Ρωσία. Περισσότερες από 300 διεθνείς εταιρείες ανακοίνωσαν ότι θα εγκαταλείψουν τη Ρωσία σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τον πόλεμο.
Για τις εταιρείες, αυτές οι αποφάσεις είναι δαπανηρές. Αλλά το να μην κάνουν τίποτα πιθανότατα θα τους κόστιζε περισσότερο.
Πολλές από τις εταιρείες που εγκαταλείπουν τη Ρωσία συγκαταλέγονται στις μεγαλύτερες στον κόσμο. Εάν οι εταιρείες αποτιμούνταν ως εθνικές οικονομίες, τότε μεταξύ αυτών που αποχώρησαν θα συγκαταλέγονταν κάποιες από τις 100 μεγαλύτερες στον κόσμο. Μια τέτοια κατηγοριοποίηση έκανε, μεταξύ άλλων, ο ακαδημαϊκός και ακτιβιστής David C. Korten, ο οποίος στο βιβλίο του, When Corporations Rule the World (2015), επεσήμανε ότι, για παράδειγμα, οι πωλήσεις της General Motors το 1992 ήταν τόσο μεγάλες όσο το συνδυασμένο ΑΕΠ της Τανζανίας, της Αιθιοπίας, του Νεπάλ, του Μπαγκλαντές, του Κονγκό-Κινσάσα (τότε Ζαΐρ), της Ουγκάντας, της Νιγηρίας, της Κένυας και του Πακιστάν. Αυτός ο υπολογισμός μπορεί φυσικά να αμφισβητηθεί, εν μέρει επειδή τα κέρδη των πολυεθνικών εταιρειών αποτελούν συνήθως ένα κλάσμα των πωλήσεών τους.
Ωστόσο, τέτοιες μεγάλες εταιρείες θεωρούνται συχνά ως ισχυροί παίκτες, στο ίδιο επίπεδο με τα κράτη και άλλους παγκόσμιους θεσμούς. Αυτό έχει οδηγήσει ιστορικά την αριστερά σε αυτό που συχνά εκδηλώνεται ως κριτική της παγκοσμιοποίησης.
Το πρόβλημα που τονίζουν οι αριστεροί ή ακόμη και τμήματα της δεξιάς είναι ότι οι κυβερνήσεις έχουν χάσει την εξουσία τους επί των εταιρειών. Λόγω του μεγέθους τους, οι εταιρείες έχουν αποκτήσει μια διαπραγματευτική θέση η οποία, τουλάχιστον θεωρητικά, τους επιτρέπει να επιλέγουν τις χώρες στις οποίες θέλουν να δραστηριοποιηθούν με βάση ποιες προσφέρουν τις καλύτερες γι’ αυτές συνθήκες. Πρόκειται για ένα «μεγάλο πρόβλημα», όπως γράφει για παράδειγμα μια ψηφιακή πηγή διδασκαλίας, το γεγονός ότι οι πολυεθνικές εταιρείες έχουν «όλο τον κόσμο» ως εναλλακτική αγορά και έτσι «έχουν μειώσει τις υποχρεώσεις τους προς τις χώρες υποδοχής τους».
Αλλά αυτό που προηγουμένως περιγραφόταν ως πρόβλημα, τις τελευταίες εβδομάδες αποδείχθηκε πλεονέκτημα. Στη διεθνή τάξη, η επιρροή της αγοράς έχει γίνει αυξηθεί. Στην ελεύθερη αγορά, οι κοινές αρετές και οι ηθικές αρχές πολλών πελατών συντονίζονται σε μια ισχυρή δύναμη και μπορούν, με την παρακράτηση δαπανών, να τιμωρήσουν τόσο εταιρείες όσο και κυβερνήσεις.
Στη Ρωσία, οι πολυεθνικές εταιρείες χρησιμοποιούν τώρα τις μειωμένες υποχρεώσεις τους για να ασκήσουν πίεση στο καθεστώς.
Η κοσμοθεωρία του Βλαντιμίρ Πούτιν είναι διαφορετική από αυτή που κυριαρχεί στον υπόλοιπο κόσμο. Ο ρόλος των κρατών στη διεθνή πολιτική αφορά πλέον λιγότερο την εξουσία, με την έννοια της επιβίωσης των κρατών, και περισσότερο την προσέλκυση και τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για τις εταιρείες, κάτι που με τη σειρά του συμβάλλει στην ευημερία μιας χώρας.
Η ευημερία είναι σημαντική για τη σταθερότητα μιας χώρας. Οι απειλές που υφίσταται ένα καθεστώς είναι σήμερα συχνότερα εσωτερικές παρά εξωτερικές, και ακόμη και ένα αυταρχικό κράτος χρειάζεται σχετικά ικανοποιημένους πολίτες για να επιβιώσει.
Οι εταιρείες προσφέρουν κάτι που θέλουν οι Ρώσοι πολίτες και θα τους λείψει. Και αυτό είναι κάτι που ο Πούτιν δεν μπορεί ποτέ να τους προσφέρει. Τα τελευταία χρόνια, ο Πούτιν βασίζεται ολοένα και περισσότερο στον εθνικισμό και ολοένα και λιγότερο στην επιδίωξη ενός υψηλού βιοτικού επιπέδου. Αλλά το να χάσει κανείς κάτι που έχει συνηθίσει, για παράδειγμα, τον τρόπο ζωής της Ikea, πονά περισσότερο από την αθέτηση μιας υπόσχεσης για μια μελλοντική αύξηση της ευημερίας.
Η σχέση μεταξύ επιχειρήσεων και κρατών θεωρείται από κάποιους ως ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, όπου το κέρδος της αγοράς σημαίνει απώλεια της δημοκρατίας και το αντίστροφο. Τώρα αποδεικνύεται ότι οι εταιρείες αποτελούν μέρος του δημοκρατικού κόσμου και των κυρώσεων που αυτός επιβάλλει εναντίον της Ρωσίας.
Υπάρχουν πτυχές των πολυεθνικών εταιρειών που αξίζουν κριτική και συζήτηση, αλλά η αγορά στην οποία αυτές οι εταιρίες υπάρχουν και λειτουργούν αποτελείται από ανθρώπους με ήθος και αξίες. Όταν αυτές οι αξίες δείχνουν ξεκάθαρα προς την ίδια κατεύθυνση, τότε και η αγορά προχωρά και αυτή σε αυτόν τον δρόμο.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά από την Timbro στα σουηδικά.
--
H Johanna Grönbäck είναι επικεφαλής επικοινωνίας στο σουηδικό ινστιτούτο Ratio.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 11 Απριλίου 2022 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του δικτύου Epicenter και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.