Του Sean Malone
“Πώς μπορούν κάποιοι να με μισούν, όταν καν δεν με γνωρίζουν;”
Αυτό είναι το ερώτημα που αποτελεί το κεντρικό θέμα ενός φανταστικού νέου ντοκιμαντέρ στο Netflix με τίτλο “Accidental Courtesy: Daryl Davis, Race, and America” (Κατά λάθος ευγένεια: ο Daryl Davis, η φυλή και η Αμερική), που σκηνοθέτησε ο Matt Ornstein.
Τα τελευταία τριάντα χρόνια, ο μουσικός της soul Daryl Davis ταξιδεύει σε ολόκληρη τη χώρα αναζητώντας μια απάντηση στο ερώτημα αυτό, με τον πιο επικίνδυνο τρόπο για έναν μαύρο άνδρα στην Αμερική: συναντώντας μέλη της Κου Κλουξ Κλαν.
Έχει καλέσει μέλη της ΚΚΚ στο σπίτι του, είχε αμέτρητες συζητήσεις μ' αυτούς, και όσο απίθανο κι αν φαίνεται, θεωρεί σήμερα κάποιους απ' αυτούς, φίλους του.
Ο Daryl μπορεί μάλιστα να πει ότι δεν κάνει τίποτε το σπουδαίο πέρα από το να συμπεριφέρεται προς τους εχθρούς του με σεβασμό και καλοσύνη ελπίζοντας ότι θα καταφέρει να τους τραβήξει μακρυά από τις ιδέες του μίσους.
Κι όμως, αυτό είναι κάτι που σχεδόν κανείς άλλος δεν είχε το θάρρος να κάνει, ακόμη και όταν οι κίνδυνοι είναι σημαντικά μικρότεροι.
Οι διαφωνίες είναι αγχωτικές και δύσκολες, και όσο πιο φρικιαστική είναι η οπτική γωνία κάποιου, τόσο ευκολότερο είναι να απορρίψει κανείς όσους έχουν αυτές τις πεποιθήσεις ως απάνθρωπα καθάρματα που απλά δεν μπορεί κανείς να συζητήσει μαζί τους με επιχειρήματα. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν κάνει αυτή τη διαδικασία της απανθρωποίησης πολύ ευκολότερη, καθώς όλοι συναστρεφόμαστε με ανθρώπους από ολόκληρο τον κόσμο χωρίς καν να βλέπουμε τα πρόσωπά τους ή να αναλογιζόμαστε τα συναισθήματά τους.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ζούμε σε μια εποχή ολοένα και μεγαλύτερης πόλωσης με πολλούς ανθρώπους να λένε ότι η μόνη απάντηση στο μίσος και τις απαίσιες ιδέες είναι η αντιμετώπισή τους με ακόμη περισσότερο μίσος, με περισσότερο θυμό, οργή, ακόμη και με βία.
Και δεν πρόκειται για ένα πρόβλημα που αφορά μόνο τις χειρότερες ιδέες στην ανθρώπινη ιστορία όπως η φυλετική υπεροχή και ο φασισμός. Πολλοί άνθρωποι έχουν πλέον αυτή την προσέγγιση ακόμη και για μικρής σημασίας και ακαδημαϊκού χαρακτήρα διαφωνίες.
Δεν σου αρέσει ένας ομιλητής που έρχεται να μιλήσει στο πανεπιστήμιο; Φίμωσέ τον και εμπόδισέ τον να φτάσει στο αμφιθέατρο.
Δεν σου αρέσει αυτό που έχει να πει ένας φίλος στο Facebook; Μπλόκαρέ τον.
Και φυσικά, αν νομίζεις πως κάποιος που συνάντησες πιστεύει στην υπεροχή των λευκών ή είναι νεοναζί, το μόνο που απομένει είναι να του ρίξεις μια γροθιά στη μούρη.
Οι γροθιές δεν έχουν αποτέλεσμα
Αναλογιστείτε όμως ότι το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας είναι γεμάτο από ανθρώπους που επέτρεψαν στις διαφωνίες τους να μετατραπούν σε αιματηρές, φρικτές πολεμικές συγκρούσεις. Αν κάτι μας επέτρεψε να γίνουμε πιο πολιτισμένοι, αυτό είναι είναι η δέσμευσή μας να αντιμετωπίζουμε τους αντιπάλους μας ειρηνικά, μέσω του διαλόγου. Η βίαιη κλιμάκωση λοιπόν των διαφωνιών θα πρέπει να θεωρείται ως το χειρότερο είδος κοινωνικής αποτυχίας.
Και πέρα απ' αυτό, το να χτυπά κανείς τους ανθρώπους με τους οποίους διαφωνεί δεν τους αλλάζει μυαλά - ούτε σ' αυτούς, ούτε σε κανέναν άλλο - κι έτσι μένουμε με το ίδιο παραπλανητικά δύσκολο ερώτημα πριν και μετά:
Όταν οι άνθρωποι πιστεύουν σε λάθος ή απαίσια πράγματα, πώς μπορούμε όντως να τους πείσουμε να σταματήσουν να πιστεύουν σε κακές ιδέες και να τους κάνουμε ν' αρχίσουν να πιστεύουν σε άλλες καλές;
Κρίνοντας από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι περισσότεροι άνθρωποι φαίνεται πως πιστεύουν ότι είναι πιθανό να φωνάζουν στους ανθρώπους ή να τους προσβάλλουν και να τους γελοιοποιούν μέχρι να αλλάξουν μυαλά. Δυστυχώς, όσο καθαρτικό αποτέλεσμα κι αν έχει το να ξεσπά κανείς τον θυμό του έναντι των απαίσιων ανθρώπων, αυτό δεν συνιστά μια αποτελεσματική στρατηγική για τη μείωση του αριθμού εκείνων που πιστεύουν σε απαίσιες ιδέες.
Στην πραγματικότητα, αν το κάνετε αυτό, τότε οι αντίπαλοί σας (και ακόμα περισσότεροι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν με συμπάθεια τις ιδέες τους ή απλώς βλέπουν τους εαυτούς τους ως μέρος της ίδιας κοινωνικής ομάδας) μπορεί να αποχωρήσουν με ακόμη μεγαλύτερη δέσμευση στις κακές τους ιδέες απ' ό,τι προηγουμένως.
Τα δεδομένα της ψυχολογίας είναι ξεκάθαρα ως προς αυτό.
Ξέρουμε από μελέτες νευροεπιστημόνων όπως ο Joseph LeDoux ότι οι αμυγδαλές των ανθρώπων - το μέρος του εγκεφάλου που επεξεργάζεται τα συναισθήματα - μπορούν να παρακάμψουν τον ορθολογικό τους νου και να δημιουργήσουν μια αντίδραση πάλης-ή-φυγής όταν αισθάνονται ότι δέχονται απειλή ή επίθεση. Ο ψυχολόγος Daniel Goleman ονομάζει αυτή την αντίδραση “κατάληψη της αμυγδαλής” (Amygdala Hijack) και φαίνεται ότι δεν αφορά μόνο τις απειλές σωματικής βίας.
Συχνά ολόκληρη η προσωπική ταυτότητα των ανθρώπων περιστρέφεται γύρω από τις πολιτικές ή φιλοσοφικές τους πεποιθήσεις, και μια ισχυρή λεκτική επίθεση εναντίον αυτών των πεποιθήσεων δημιουργεί στην πράξη μια αντίδραση στον εγκέφαλο του στόχου που μοιάζει με ένα απειλητικό άλμα επίθεσης.
Ακόμη και το να παρουσιάσει κανείς γεγονότα ή επιχειρήματα που έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τις πεποιθήσεις ή τις ταυτότητες πυρήνα των ανθρώπων μπορεί να προκαλέσει την ακόμη πιο έντονη προσκόλλησή τους σε αυτές τις πεποιθήσεις, ακόμη και αφού τους παρουσιαστούν οι αποδείξεις περί του αντιθέτου. Πολιτικοί επιστήμονες όπως ο Brendan Nyhan και ο Jason Reifler μελετούν το φαινόμενο αυτό εδώ και 10 χρόνια και το ονομάζουν “Φαινόμενο της αντανακλαστικής πυροδότησης” (Backfire Effect).
Και όταν οι άνθρωποι των οποίων τα μυαλά θέλουμε απεγνωσμένα να αλλάξουμε είναι ρατσιστές και φασίστες (ή σοσιαλιστές και κομμουνιστές), μια στρατηγική που προκαλεί τα αντίθετα αποτελέσματα και σπρώχνει περισσότερους ανθρώπους σ' αυτές τις πεποιθήσεις είναι το τελευταίο πράγμα που χρειαζόμαστε.
Αρχές πειθούς
Τα καλά νέα είναι ότι πέραν του ότι γνωρίζουμε το τι δεν δουλεύει, ξέρουμε επίσης πολλά πράγματα ως προς το πώς να μιλάμε στους ανθρώπους κατά τρόπο που είναι όντως πειστικός - και τα στοιχεία των ερευνών ενισχύουν σε μεγάλο βαθμό την προσέγγιση του Daryl Davis.
Στο βιβλίο του Influence (Επιρροή), ο ψυχολόγος Robert Ciadini περιγράφει τις, όπως ο ίδιος τις ονομάζει, “Αρχές της Πειθούς”.
Μία από αυτές τις αρχές ονομάζεται “ανταποδοτικότητα” και βασίζεται στην ιδέα ότι οι άνθρωποι αισθάνονται υποχρεωμένοι να σου συμπεριφέρονται όπως τους συμπεριφέρεσαι κι εσύ. Έτσι, αν τους συμπεριφέρεσαι με καλοσύνη και ταπεινότητα, οι περισσότεροι άνθρωποι θα σου ανταποδώσουν την ευγένειά σου. Από την άλλη πλευρά, αν τους αντιμετωπίσεις με περιφρόνηση, τότε…
Μια άλλη αρχή που περιγράφει ο Ciadini είναι η ιδέα της “συμπάθειας” (liking).
Είναι σχεδόν υπερβολικά προφανές, αλλά απ' ό,τι φαίνεται αν κάποιος σε συμπαθεί προσωπικά και πιστεύει ότι τον συμπαθείς κι εσύ, είναι ευκολότερο να τον πείσεις ότι αξίζει να αναλογιστεί τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεσαι. Ένα εύκολο βήμα στην κατεύθυνση να σε συμπαθήσουν άλλοι άνθρωποι είναι να τους ακούσεις και να βρεις κοινό έδαφος σε κοινά ενδιαφέροντα. Αυτό μπορεί να είναι μια γέφυρα - ή ένα συντομότερο μονοπάτι - στην προσπάθειά σου να καταφέρεις να σε δουν άλλοι άνθρωποι ως φίλο ή ως μέρος της φυλής τους.
Μπορεί να σκεφτείτε ότι κάποιος σαν τον Daryl Davis δεν έχει τίποτε το κοινό με ένα μέλος της ΚΚΚ, αλλά σύμφωνα με τον Daryl “αν περάσεις 5 λεπτά μιλώντας με κάποιον, θα βρεις κάποιο κοινό σας στοιχείο” και “αν περάσεις 10 λεπτά, θα βρεις και κάτι άλλο κοινό”.
Στο ντοκυμαντέρ, ο Daryl συνδέεται με διάφορους ανθρώπους χρησιμοποιώντας τη μουσική, και μπορεί κανείς να δει ότι αυτές οι συνδέσεις αποδίδουν - ρίχνουν τα φράγματα και δίνουν σε πολλά μέλη της Κου Κλουξ Κλαν μια σπάνια (και σε μερικές περιπτώσεις, τη μόνη) ευκαιρία να συναναστραφούν με έναν μαύρο άνδρα ως ένα ανθρώπινο ον που αξίζει το σεβασμό σου, και όχι ως έναν εχθρό.
Ακόμη καλύτερα οι σχέσεις αυτές έχουν μακροπρόθεσμα και ένα ενδιαφέρον παράπλευρο αποτέλεσμα.
Μόνο τις τελευταίες δύο δεκαετίες, πάνω από διακόσιοι από τους πιο φανατικούς υπέρμαχους της λευκής υπεροχής εγκατέλειψαν την Κου Κλουξ Κλαν και κρέμασαν μια και καλή τις στολές και τις κουκούλες τους.
Πολλές από αυτές τις στολές βρίσκονται σήμερα στην ντουλάπα του Daryl.
Και σε πολλές περιπτώσεις, αυτές οι ατομικές μεταστροφές έχουν πολύ μεγαλύτερες συνέπειες και τερματίζουν κύκλους μισαλλοδοξίας που κρατούσαν για πολλές γενιές. Όταν μια μητέρα ή ένας πατέρας φεύγει από το σκοτάδι της Κου Κλουξ Κλαν, παίρνουν μαζί τους στο φως και τα παιδιά τους. Κάποιες από αυτές τις περιπτώσεις απεικονίζονται και στο “Accidental Courtesy” και είναι αφάνταστα συγκινητικές.
O Daryl Davis μπορεί να λειτουργήσει ως πρότυπο του πώς αλλάζουν τα μυαλά των ανθρώπων και, με όσα συμβαίνουν στον κόσμο σήμερα, χρειαζόμαστε πρότυπα επιτυχίας περισσότερο από ποτέ.
Κάνοντας τους εχθρούς, φίλους.
Υπάρχει ακόμη κάτι σ' όλο αυτό που πιστεύω ότι συχνά δεν αναφέρεται.
Σε αντίθεση με τον Daryl, οι περισσότεροι από μας δεν συναστρεφόμαστε μέλη της ΚΚΚ και δεν προσπαθούμε να αλλάξουμε τα μυαλά των ανθρώπων που πιστεύουν σε πραγματικά απάνθρωπες ιδεολογίες - και παρ' όλα αυτά συχνά υποκύπτουμε στον πειρασμό να φωνάξουμε, να βρίσουμε και να χρησιμοποιήσουμε όλες εκείνες τις τεχνικές πειθούς που έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα απ' αυτό που σκοπεύουμε ή θέλουμε.
Είναι εύκολο να αφήνουμε την οργή και το συναίσθημα να μας κάνει να αντιμετωπίζουμε τους άλλους ως απάνθρωπους εχθρούς που πρέπει να συντρίψουμε, αντί για ανθρώπινα όντα που πρέπει να πείσουμε.
Αν όμως οι τεχνικές του Daryl μπορούν να πετύχουν να πείσουν σκληροπηρυνικούς υπέρμαχους της λευκής υπεροχής ότι ένας μαύρος άνδρας αξίζει τον σεβασμό - και ίσως τελικά τον αξίζουν και όλοι οι μαύροι άνθρωποι - φανταστείτε πόσο αποτελεσματικές μπορεί να είναι αυτές οι τεχνικές όταν ανακύπτουν διαφωνίες με τους φίλους, τους γείτονες και τους συνεργάτες σας που δεν μισούν ούτε εσάς, ούτε αυτά που πιστεύετε.
Ποιος ξέρει - αν εμπλακείτε σε περισσότερες πραγματικές συζητήσεις με ανθρώπους έξω από τη φούσκα σας, μπορεί και να ανακαλύψετε ότι κι εσείς έχετε αλλάξει λίγο προς το καλύτερο.
Το “Accidental Courtesy” μας διδάσκει ότι ο τρόπος να αντιμετωπίζουμε λάθος ή κακές ιδέες δεν είναι με φωνές και καυγάδες: είναι να έχουμε το θάρρος να κάνουμε αυτό που έκανε ο Daryl και να κάνουμε έναν εχθρό, φίλο μας.
--
Ο Sean Malone είναι Διευθυντής Μέσων Ενημέρωσης στο FEE. Οι ταινίες του έχουν προβληθεί στα παραδοσιακά μέσα και σε όλη την εκπαιδευτική κοινότητα της ελεύθερης αγοράς.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 7 Σεπτεμβρίου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.