Η αποκέντρωση της χρηματοδότησης θα βελτιώσει τη νομοκρατία στην ΕΕ

Η αποκέντρωση της χρηματοδότησης θα βελτιώσει τη νομοκρατία στην ΕΕ

Του Niccolò Fantini

Σύμφωνα με τη νέα έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη νομοκρατία στην ΕΕ “υπάρχουν σοβαρές προκλήσεις, περιπτώσεις όπου η ανθεκτικότητα των εγγυήσεων της νομοκρατίας δοκιμάζονται και οι ελλείψεις γίνονται εμφανέστερες”. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Ουγγαρία και την Πολωνία, όπου η ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας αργά αλλά σταθερά διαβρώνεται, και όπου οι αυταρχικές τάσεις κερδίζουν έδαφος. Καθώς η ΕΕ είναι στη διαδικασία έγκρισης ενός χωρίς προηγούμενο πακέτου χορηγήσεων και δανείων, που έχει το πεζό όνομα “New Generation EU”, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις σοβαρές συνέπειες του σοκ της πανδημίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή “πιάνει το πορτοφόλι της” και πιέζει για αιρεσιμότητες που αφορούν τη νομοκρατία στον νέων προϋπολογισμό. Ενώ αυτή η κίνηση είναι στη σωστή κατεύθυνση, οι αιρεσιμότητες αυτές πρέπει να επεκταθούν σε όλα τα είδη των προγραμμάτων χρηματοδότησης της ΕΕ και οι κυρώσεις να εφαρμόζονται μόνο στους υπολόγους.

Η ηγεσία της ΕΕ πρέπει να αντιδράσει στους πολιτικούς ελιγμούς της Πολωνίας και της Πολωνίας έχοντας κατά νου φιλελεύθερες λύσεις. Η διαφύλαξη της νομοκρατίας είναι προϋπόθεση για κομβικής σημασίας προγράμματα όπως η Ενιαία Αγορά και η ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων και κεφαλαίων. Οι κυβερνήσεις κρατών μελών που εργάζονται ενεργά για τη διάβρωση βασικών νομικών διασφαλίσεων και λειτουργούν συνεπώς εναντίον των συμφερόντων των πολιτών τους δεν πρέπει να επιβραβεύονται με δισεκατομμύρια ευρώ. Οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι δεν οφείλουν σε κανέναν να ενισχύουν επίδοξους αυταρχικούς ηγέτες. Η ΕΕ πρέπει να διασφαλίσει ότι τα χρήματά τους δαπανώνται σωστά.

Οι στοχευμένες προς τούτο δράσεις προϋποθέτουν ταυτόχρονες κινήσεις σε δύο μέτωπα. Πρέπει να ενισχυθεί ο ήδη υπάρχων διάλογος μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών-μελών ώστε να εντοπιστούν πεδία βελτίωσης με την καθιέρωση τακτικών περιόδων περιεκτικών και πανευρωπαϊκών ερευνών, κατά το πρότυπο της πρόσφατης έκθεσης για τη νομοκρατία. Ακόμη, οι φορείς και οι εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών πρέπει να εμπλακούν σ’ αυτή τη διαδικασία, γεγονός που θα αναγνωρίζει τη δημοκρατική βάση της αρχής της ΕΕ. Εντέλει, είναι δεδομένο ότι η ουγγρική και η πολωνική κυβέρνηση στηρίζονται από μια σημαντική πλειοψηφία των πολιτών των δύο χωρών.

Για τον ίδιο αυτό λόγο, το δεύτερο μέτωπο πρέπει να περιλαμβάνει έναν επανασχεδιασμό της δομής χρηματοδότησης και διακυβέρνησης της ΕΕ. Οι εταιρίες και οι ΜΚΟ συνήθως δεν ευθύνονται ατομικά για τις αυταρχικές στροφές των κυβερνήσεών τους. Μπορεί να είναι αντιπαραγωγικό για την ΕΕ να αποσύρει τη σημαντική της επένδυση και στήριξη από την κοινωνία των πολιτών. Μια λύση θα ήταν η ΕΕ να παρακάμψει τις εθνικές κυβερνήσεις και να θεσπίσει εναλλακτικά σώματα για την κατανομή και τη διαχείριση των πόρων. Αυτά στη συνέχεια θα συνδέονται απευθείας με τοπικούς ενδιαφερόμενους, κοινότητες, εταιρίες και αρχές, δημιουργώντας ένα δίκτυο όπου τα εκάστοτε αιτήματα για χρηματοδότηση θα εξετάζονται ως προς τη συμβατότητά τους με τη νομοκρατία σε ατομική βάση. Αυτά τα “τοπικά δίκτυα” μπορούν θεωρητικά να επεκταθούν πέρα από τα σύνορα, ιδίως όταν η εκάστοτε κυβέρνηση παραβιάζει σοβαρά τις ευρωπαϊκές αρχές. Η στρατηγική αυτή θα επιτρέψει στην ΕΕ να υπογραμμίσει την ευθύνη των εθνικών κυβερνήσεων και να αποφύγει να τιμωρεί για τις κυβερνητικές αποφάσεις τα άτομα.

Αυτό το μοντέλο ήδη χρησιμοποιείται για τη διαχείριση των χορηγήσεων και των δανείων του ΕΟΧ και για την αφαίρεση του ελέγχου αυτών των προϋπολογισμών από τις κυβερνήσεις, προκαλώντας όπως ήταν αναμενόμενο την αντίδραση των τελευταίων. Αυτή η στρατηγική μπορεί ακόμη και να προκαλέσει μια θετική αντίδραση στις χώρες που δεν πληρούν τα κριτήρια της νομοκρατίας, καθώς μπορεί να ενισχύσει τους πολίτες έναντι των ολοένα και αυταρχικότερων κυβερνήσεών τους, να στηρίξει την Ενιαία Αγορά και να προάγει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση σε υπο-επίσημο επίπεδο. Ακόμη, πρέπει να σημειωθεί ότι πολλά προβλήματα που σχετίζονται με τη διαφθορά και την έλλειψη διαφάνειας προκαλούνται από την εκτεταμένη παρέμβαση του κράτους στην οικονομία. Η αξιοποίηση αυτού του μηχανισμού αιρεσιμότητας για τον περιορισμό του ποσού των γεωργικών επιδοτήσεων στις οποίες μπορεί να βασίζονται υπόλογες κυβερνήσεις μπορεί για παράδειγμα να δώσει μια περαιτέρω ώθηση σε καλές μεταρρυθμίσεις. Ενώ αυτή η πρακτική μπορεί εντέλει να πλήξει τον αγροτικό τομέα, αυτή η απόσυρση πόρων μπορεί να εξισορροπηθεί από μια στρατηγική χρηματοδότησης της γεωργίας που αντανακλά τα μέτρα περιβαλλοντικής βιωσιμότητας της ΚΑΠ.

Το επιχείρημα περί αποτελεσματικότητας μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για την υπεράσπιση μιας αποκεντρωμένης δομής χρηματοδότησης που παρακάμπτει την κρατική γραφειοκρατία. Όπως έχουν καταδείξει μελέτες με αντικείμενο τα δομικά κεφάλαια της ΕΕ, υπάρχουν σημαντικές αναποτελεσματικότητες που συνδέονται με την εφαρμογή και την κατανομή αυτών των επενδύσεων. Ιδίως εντοπίζεται ότι “τα κόστη διαχείρισης από την πλευρά της διοίκησης και των αρμοδίων για την οργάνωση εκτιμάται πως φτάνουν μέχρι και το 15% του συνολικού κόστους”. Μια λύση συνεπώς είναι η μεταφορά της ευθύνης για τη διάρθρωση του προϋπολογισμού και τις κατανομές στους άμεσα εμπλεκόμενες σε ένα πιο τοπικό επίπεδο.

Εν κατακλείδι, η ΕΕ πρέπει να σκεφτεί εκ νέου την αντιμετώπισή της για την προστασία της νομοκρατίας προκειμένου να τιμωρήσει τους πραγματικά υπεύθυνους για τη διάβρωσή της και να ενδυναμώσει εκείνους που δεν είναι υπόλογοι γι’ αυτήν. Στην πράξη, αυτό σημαίνει τη μετακίνηση της διαχείρισης των δομών χρηματοδότησης στην κατεύθυνση δικτύων με περισσότερο τοπικό χαρακτήρα προσανατολισμένων στην κοινωνία των πολιτών, τα οποία μπορούν επίσης να σχεδιαστούν διασυνοριακά. Ταυτόχρονα, η ΕΕ πρέπει να αναγνωρίσει τη δυναμική και τη συνεισφορά της κοινωνίας των πολιτών σε αυτές τις χώρες, προάγωντας τη συμμετοχή και τον εποικοδομητικό διάλογο με τις κυβερνήσεις στο ευρωπαϊκό επίπεδο.

--

Ο Niccolò Fantini σπουδάζει Δημόσια Διοίκηση και κάνει την πρακτική του στο Institute of Economic Affairs.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 12 Οκτωβρίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του δικτύου Epicenter και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.