Του Steven Horwitz
Όταν μιλώ σε ομάδες φοιτητών για την ανισότητα, ένα από τα πρώτα πράγματα που τους λέω είναι να σκεφτούν ένα νοητικό πείραμα. Φανταστείτε μια κοινωνία στην οποία, για παράδειγμα, το πλουσιότερο 20% των νοικοκυριών κερδίζει κατά μέσο όρο 60.000 δολάρια το χρόνο και το φτωχότερο 20% των νοικοκυριών κερδίζει κατά μέσο όρο 10.000 δολάρια το χρόνο. Φανταστείτε ότι το μέσο εισόδημα νοικοκυριού είναι συνολικά γύρω στα 35.000 δολάρια το χρόνο.
Τώρα, φανταστείτε μια διαφορετική κοινωνία στην οποία το πλουσιότερο 20% των νοικοκυριών κερδίζει κατά μέσο όρο 150.000 δολάρια και το φτωχότερο 20% περίπου 18.000 δολάρια. Ας υποθέσουμε ότι ο συνολικός μέσος όρος είναι γύρω στα 54.000 δολάρια.
Αν συγκρίνουμε αυτές τις δύο κοινωνίες, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πρώτη είναι πολύ πιο ίση. Η απόσταση μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών είναι πολύ μικρότερη. Αν όμως αναρωτηθούμε ποια κοινωνία είναι η πιο επιθυμητή, ή σε ποια θα ήθελαν οι άνθρωποι να ζουν αν δεν ήξεραν το αν θα ήταν πλούσιοι οι φτωχοί, τότε οι περισσότεροι άνθρωποι θα επέλεγαν τη δεύτερη, παρά το μεγαλύτερο βαθμό ανισότητας της. Η δεύτερη κοινωνία δεν είναι μόνο πλουσιότερη κατά μέσο όρο, αλλά είναι σαφές ότι εκεί είναι πιθανό κάποιος να γίνει πολύ πλούσιος και, ίσως το σημαντικότερο, ότι οι φτωχοί στην κοινωνία αυτή βρίσκονται σε πολύ καλύτερη κατάσταση απ' ό,τι στην πρώτη.
(Αξίζει να σημειωθεί ότι η δεύτερη κοινωνία χονδρικά αντιστοιχεί στις ΗΠΑ του 2017).
Το γεγονός ότι τόσοι πολλοί άνθρωποι απαντούν διαισθητικά ότι η δεύτερη κοινωνία είναι καλύτερη καταδεικνύει ότι ίσως αυτό που πραγματικά μας ενδιαφέρει είναι κάτι άλλο από την ανισότητα καθαυτή. Μας ενδιαφέρει η κινητικότητα προς τα πάνω, ή το συνολικό μέσο εισόδημα, ή το πόσο καλά ζουν οι φτωχότεροι.
Ανισότητα εναντίον Αδικίας
Ίσως όμως υπάρχει και κάποια άλλη παράμετρος σ' αυτό. Μια πρόσφατη μελέτη του Nature υποστηρίζει, με στοιχεία, ότι αυτό που ενδιαφέρει τους ανθρώπους περισσότερο από την ανισότητα καθαυτή είναι η “αδικία”. Οι άνθρωποι αποδέχονται την ανισότητα αν αισθάνονται ότι η διαδικασία που την παρήγαγε είναι δίκαια. Κατ' επέκταση, δεν θα υποστηρίξουν την ισότητα αν παραβιάζει τους κανόνες δικαιοσύνης που αποδέχονται.
Το βλέπουμε αυτό και σε μια άλλη αντίδραση των φοιτητών μου όταν τους μιλώ για την ανισότητα. Επισημαίνω τα προϊόντα της Apple που βλέπω στην αίθουσα και τους ρωτώ αν νομίζουν πως ο πλούτος που ο Steve Jobs και οι άλλοι ιδρυτές της Apple συσσώρευσαν κατά τη διάρκεια της ζωής τους είναι κατακριτέος. Άραγε σ' αυτό το είδος της ανισότητας αντιτίθενται; Οι φοιτητές συνήθως δυσκολεύονται να εξηγήσουν γιατί ο πλούτος του Jobs είναι λάθος, και κοιτούν ντροπαλά τα iPhone τους όταν τους ρωτώ πόσα χρήματα θα χρειαζόταν να τους πληρώσει κάποιος για να του τα παραδώσουν, και μαζί μ' αυτά και τη σύνδεσή τους στο διαδίκτυο. Αντιλαμβάνονται τότε ότι θα ζητούσαν πολύ περισσότερα χρήματα απ' όσα οι ίδιοι πλήρωσαν για να τα αποκτήσουν.
Τους θυμίζω ακόμη ότι οικονομικές μελέτες καταδεικνύουν πως μόλις το περίπου 4% των συνολικών ωφελειών από την καινοτομία πηγαίνουν στους ανθρώπους που την παράγουν. Το υπόλοιπο πάει στους καταναλωτές.
Γιατί λοιπόν μπορεί και να μην έχουμε πρόβλημα με την πιο άνιση κοινωνία όπου οι φτωχοί και οι μεσαίοι ζουν καλύτερα; Και γιατί μπορεί και να μην έχουμε πρόβλημα με τον πλούτο που αποκομίζουν καινοτόμοι άνθρωποι όπως ο Steve Jobs, ο Bill Gates ή ο Mark Zuckerberg; Ίσως διότι ο πλούτος αυτός ανταποκρίνεται σε κάποια έννοια “δικαιοσύνης”, είτε από την σκοπιά του ενδιαφέροντός μας για τους φτωχότερους, είτε από το γεγονός ότι ο πλούτος των πλουσίων συνδέεται με ακόμη μεγαλύτερα οφέλη για τους υπολοίπους από μας.
Πώς λοιπόν όσοι από μας πιστεύουμε ότι οι πραγματικά ανταγωνιστικές αγορές είναι το κλειδί για τη βελτίωση της ανθρώπινης κατάστασης, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή την πληροφορία για να απαντήσουμε στις ανησυχίες σχετικά με την ανισότητα; Πιστεύω ότι υπάρχουν δύο τρόποι να αναπτύξουμε τα επιχειρήματά μας για τη δικαιοσύνη.
Η δικαιοσύνη της εθελούσιας συναλλαγής.
Ο πρώτος τρόπος είναι αυτός στον οποίο αναφέρθηκα παραπάνω: να υπογραμμίζουμε διαρκώς την αμοιβαίως επωφελή φύση της εθελούσιας συναλλαγής. Πρέπει να επιμένουμε ότι ο πλούτος που αποκομίζει κανείς σε μια πραγματική αγορά, η οποία βασίζεται στην ελεύθερη είσοδο και έξοδο και σε εθελουσίως συμφωνημένες συναλλαγές, είναι δίκαιος καθώς όλα τα μέρη πιστεύουν ότι βελτιώνουν την κατάστασή τους εξαιτίας των συναλλαγών αυτών.
Όντως οι ιδιοκτήτες του κεφαλαίου συσσωρεύουν πλούτο, αλλά αυτό συμβαίνει μόνο επειδή εμείς πιστεύουμε ότι αυτό που εκείνοι δημιούργησαν και μας μεταβίβασαν είναι πολυτιμότερο από τον πλούτο που εμείς μεταβιβάσαμε σ' αυτούς. Είναι το ίδιο με το να πούμε ότι οι καταναλωτές συσσωρεύουν πλούτο μέσω αυτής της διαδικασίας, όπως καταδεικνύει το πείραμα για την παράδοση του κινητού και της σύνδεσής σας στο διαδίκτυο. Όπως υποστήριξε ο Robert Nozick στο βιβλίο του Anarchy, State and Utopia, αν κάθε βήμα στην εξέλιξη της αγοράς είναι καθαυτό δίκαιο, πώς μπορεί το σχήμα των εισοδημάτων που προκύπτει να είναι άδικο;
Δικαιοσύνη υπό τον νόμο
Το δεύτερο επιχείρημα για τη δικαιοσύνη προέρχεται από τον Hayek, ο οποίος παρατήρησε στο Σύνταγμα της Ελευθερίας πως, αν θέλουμε ισότητα αποτελεσμάτων, θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους άνισα. Αν όμως αντιμετωπίσουμε τους ανθρώπους ισότιμα, τότε τα αποτελέσματα θα είναι άνισα. Το επιχείρημα του Hayek θεμελιώνεται στο γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν είναι ίσοι σε ό,τι αφορά την ευφυΐα, την σωματική δύναμη, τις ικανότητες και τα ταλέντα τους. Αν και όλοι μας μπορούμε να αλλάξουμε και να βελτιώσουμε αυτά τα πράγματα, υπάρχουν πάντα περιορισμοί στις διαφορές μας ως προς τα δώρα της φύσης.
Αν θέλουμε να έχουμε κοινωνική πρόοδο, ιδίως για τους φτωχότερους, τότε χρειάζεται να βρούμε τρόπους να διασφαλίσουμε ότι θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε τη διαφορετική γνώση, τις ικανότητες και τα ταλέντα των άλλων ανθρώπων. Για τον Hayek, ο τρόπος που το πετυχαίνουμε αυτό είναι μέσω των συναλλαγών στην αγορά που καθοδηγούνται από τα σήματα των τιμών και του κέρδους. Αυτό που προϋποθέτει όμως αυτή η διαρρύθμιση, είναι τα άτομα να έχουν ίση μεταχείριση από τον νόμο.
Οι διαφορές μεταξύ των ανθρώπων είναι, κατά την άποψη του Hayek, λόγος να τους αντιμετωπίζουμε ισότιμα, και όχι διαφορετικά: “Είναι ουσιώδες για το αίτημα της ισότητας έναντι του νόμου οι άνθρωποι να αντιμετωπίζονται ίσα παρά το γεγονός ότι είναι διαφορετικοί μεταξύ τους”. Ή, με τα λόγια του ραββίνου Jonathan Sacks “Μέσω της συναλλαγής, η διαφορά γίνεται ευλογία αντί για κατάρα”.
Αν οι άνθρωποι ενδιαφέρονται πραγματικά για τη δικαιοσύνη, τότε οι υποστηρικτές της αγοράς θα πρέπει να επιμένουν ως προς τη σημασία της ισότητας έναντι του νόμου. Αν όντως θέλαμε να δημιουργήσουμε έναν κόσμο με ίσα αποτελέσματα, τότε θα έπρεπε να τιμωρούμε τους παραγωγικούς ανθρώπους με διάφορους τρόπους, και θα έπρεπε να παρέχουμε άνισα οφέλη σε εκείνους που θα ήταν λιγότερο παραγωγικοί. Στην ακραία τέτοια περίπτωση, θα καταλήγαμε στον κόσμο που περιγράφει ο Kurt Vonnegut στο διήγημά του Harrison Bergeron, όπου το κράτος κατασκευάζει ατομικευμένες μορφές παρέμβασης για να εμποδίζει τους πιο ταλαντούχους, όπως βομβητές στα αυτιά των ευφυών και βάρη στα άκρα των δυνατών.
Η ισότητα των αποτελεσμάτων προϋποθέτει να αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους διαφορετικά, και πολλοί άνθρωποι θα το θεωρήσουν αυτό άδικο. Η ισότητα έναντι του νόμου ανταποκρίνεται καλύτερα στις έννοιες της δικαιοσύνης, ακόμη και αν τα αποτελέσματα που παράγει είναι άνισα.
Ένα άλλο παράδειγμα μιας τέτοιας ανισότητας είναι οι τρόποι με τους οποίους όσοι έχουν τα πολιτικά μέσα μπορούν να στρέψουν το οικονομικό παίγνιο προς όφελός τους. Το να μπορούν οι πλούσιοι να χρησιμοποιήσουν την πολιτική διαδικασία για να προστατεύσουν τα κέρδη τους από νέους ανταγωνιστές ή νέα προϊόντα, χρησιμοποιώντας τη νομοθεσία για να περιορίσουν την είσοδο στον ανταγωνισμό ή της συνθήκες του, θα θεωρηθεί από πολλούς άδικο. Οι ίδιοι νέοι άνθρωποι που νοιάζονται για την ανισότητα βρίσκουν λάθος να χρησιμοποιούν οι εταιρίες ταξί την κυβέρνηση για να τους στερήσουν υπηρεσίες όπως το Uber και το Lyft.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το ότι πολλοί από τους τρόπους με τους οποίους οι κατεστημένες εταιρίες που διαθέτουν οικονομική ισχύ χρησιμοποιούν την κυβέρνηση για να προστατεύσουν τα κέρδη τους, καταλήγουν να βλάπτουν τους φτωχούς με άνισο τρόπο. Οι πολιτικές όπως η επαγγελματική αδειοδότηση, οι περιορισμοί των πολεοδομικών ζωνών, ο κατώτατος μισθός και τα προαναφερθέντα προνόμια για τους οδηγούς ταξί χρησιμοποιούνται για να θωρακίσουν τον πλούτο των σχετικώς πλουσιότερων και για να εγείρουν εμπόδια στην προς τα πάνω κινητικότητα των φτωχών.
Αν αυτό που φαίνεται ως έγνοια για την ανισότητα είναι στην πραγματικότητα έγνοια για την αδικία, τότε έχουμε τρόπους να το αντιμετωπίσουμε που καταδεικνύουν την δύναμη της συναλλαγής και των ανταγωνιστικών αγορών. Οι αγορές είναι δικαιότερες καθώς προϋποθέτουν πως οι κυβερνήσεις μάς αντιμετωπίζουν όλους ισότιμα και πως κανείς μας δεν έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει πολιτική ισχύ για να θωρακιστεί έναντι του ανταγωνισμού της αγοράς και των επιλογών των καταναλωτών. Επιπροσθέτως, οι κοινωνίες που βασίζονται στις αγορές έχουν ιστορικά υπάρξει η καλύτερη θεραπεία της φτώχειας που έχει γνωρίσει η ανθρωπότητα.
Δεν πρέπει να παραχωρούμε το ηθικό πλεονέκτημα της δικαιοσύνης και της ισότητας στους αντιπάλους μας. Η φιλελεύθερη παράδοση θεμελιώθηκε στην ισότητα έναντι του νόμου και στους υπόρρητους κανόνες δικαιοσύνης που αυτή η ισότητα συνεπάγεται. Ήρθε η ώρα να το ξαναθυμηθούμε αυτό στο πλαίσιο του ανθρωπιστικού και προοδευτικού επιχειρήματός μας υπέρ των αγορών.
--
Ο Steven Horwitz είναι καθηγητής Οικονομικών στην έδρα Charls A. Dana στο St. Lawrence University και συγγραφέας του βιβλίου Hayek''s Modern Family: Classical Liberalism and the Evolution of Social Institutions. Κατά το ακαδημαϊκό έτος 2016-7 είναι επισκέπτης επιστήμων στο John H. Schnatter Institute for Entrepreneurship and Free Enterprise στο Ball State University. Είναι μέλος του δικτύου στελεχών του FEE.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 28 Απριλίου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education (FEE) και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.