Του Barry Brownstein
Όταν είδα αυτό το βίντεο, αναρωτήθηκα αν είναι κάποια φάρσα. Νόμισα ότι θα είναι μια ομάδα ηθοποιών που προσπαθούν να πουν κάτι για το πόσο μακριά έχουν πάει οι περιορισμοί στον λόγο. Δυστυχώς, το βίντεο αποτυπώνει την πραγματικότητα στη Σκωτία του 2019.
Το βίντεο καταγράφει μια συνομιλία ανάμεσα σε έναν Σκωτσέζο καθηγητή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και έναν μαθητή. Ζητήθηκε από τους μαθητές να εγγραφούν σε μια ιστοσελίδα και, σύμφωνα με τον μαθητή, ο καθηγητής σχολίασε το πόσο παλιομοδίτικη είναι αυτή ώστε να έχει ως επιλογές μόνο δύο φύλα. Ο μαθητής, ονόματι Murray, παρατήρησε “Μα κύριε, υπάρχουν μόνο δύο φύλα” και ο καθηγητής επέμεινε να συνεχίσουν τη συζήτηση εκτός της τάξης.
Η πολιτική της Εθνικής Σχολικής Αρχής
Ο Μάρεϊ κατέγραψε τη συνομιλία στο κινητό του. Να κάποια από τα χειρότερα σημεία του καταγεγραμμένου διαλόγου:
Μάρεϊ: “Γιατί με πετάξατε έξω από την τάξη; Δεν ήταν αυτό και πολύ συμπεριληπτικό εκ μέρους σας”.
Καθηγητής: “Λυπάμαι, αλλά αυτό που είπες δεν είναι ιδιαίτερα συμπεριληπτικό, και αυτό το σχολείο είναι συμπεριληπτικό”.
Μάρεϊ: (αναφερόμενος στην οπτική του καθηγητή ότι υπάρχουν περισσότερα από δύο φύλα): “Αυτή είναι η δική σας άποψη”.
Καθηγητής: “Αυτή είναι η δική μου άποψη, και η άποψη που είναι αποδεκτή σ' αυτό το σχολείο. Μπορείς σε παρακαλώ να κρατήσεις αυτή την άποψη [ότι υπάρχουν δύο φύλα] στο σπίτι σου και όχι σ' αυτή την αίθουσα;”
Μάρεϊ: “Δηλαδή εσείς διατυπώσατε τη δική σας άποψη στην τάξη, αλλά η δική μου πρέπει να μείνει μέσα στο σπίτι μου;”
Καθηγητής: “Δεν διατυπώνω τη δική μου άποψη. Εκφράζω την πολιτική της εθνικής σχολικής αρχής. Ξέρω τι πιστεύεις, και ξέρω τι πιστεύει η αρχή”.
Σύμφωνα με την “πολιτική της εθνικής σχολικής αρχής” του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με τον αριθμό των φύλων, τα παιδιά διδάσκονται ότι υπάρχουν 100 “ταυτότητες φύλου”.
Ο Μάρεϊ δεν εστάλη σε κάποιο στρατόπεδο επανεκπαίδευσης, αλλά το σχολείο τον απέβαλε για αρκετές εβδομάδες.
Όσο για τον καθηγητή, αυτός προσπαθεί να είναι ένας σωστός κρατικός λειτουργός. Ίσως ονειρεύεται τη συνταξιοδότησή του ή τουλάχιστον την ημέρα που μαθητές σαν τον Μάρεϊ δεν θα τολμούν πλέον να τον αμφισβητούν.
Αν είστε σίγουροι πως τέτοια περιστατικά δεν θα μπορούσαν να συμβούν στην Αμερική, ξανασκεφτείτε το.
Η υποστήριξη για τον ελεύθερο λόγο μειώνεται
Μια νέα έρευνα που διεξήχθη στις Ηνωμένες Πολιτείες από το Campaign for Free Speech βρήκε πως το 51% των Αμερικανών συμφωνεί με την ακόλουθη πρόταση: “Η Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος είναι υπερβολική στο ότι επιτρέπει τον λόγο μίσους στη σημερινή Αμερική και θα πρέπει να εκσυγχρονιστεί ώστε να αντανακλά τις σημερινές πολιτισμικές νόρμες”. Το 48% πιστεύει, και η πλειονότητα των ατόμων που ανήκουν στη γενιά των Millennial συμφωνεί πως ο “λόγος μίσους” θα πρέπει να καταστεί παράνομος. Ένα εντυπωσιακό 53% των ατόμων της γενιάς των Millennial πιστεύουν ότι η προσήκουσα ποινή για τον λόγο μίσους θα πρέπει να είναι η φυλάκιση. Ο λόγος μίσους δεν ορίστηκε στην έρευνα.
Το 57% των Αμερικανών δηλώνουν έτοιμοι έναντι της προοπτικής το κράτος να “αναλάβει δράση εναντίον των εφημερίδων και των τηλεοπτικών σταθμών που δημοσιεύουν περιεχόμενο προκατειλημμένο, εμπρηστικό ή ψευδές”.
Αυτά τα πορίσματα συμφωνούν με προηγούμενες μελέτες όπως η Μελέτη για τον Ελεύθερο Λόγο και την Ανεκτικότητα του Cato Institute για το 2017, σύμφωνα με την οποία το 40% των Αμερικανών πιστεύουν πως το κράτος θα πρέπει να αποτρέπει τον λόγο μίσους.
Πρόσφατα ο Richard Stengel, πρώην συντάκτης στο Time ζήτησε να τεθούν όρια στην Πρώτη Τροπολογία. Σε ένα άρθρο του στη Washington Post, έγραψε πως «η διανοητική θεμελίωση της Πρώτης Τροπολογίας διατυπώθηκε για μια απλούστερη εποχή» και χωρίς να ορίζει το μίσος ζήτησε νόμους που θα απαγορεύουν «τον λόγο που παρακινεί το μίσος». Για τον Στένγκελ είναι αρνητικό και όχι ισχυρό σημείο για την Αμερική το γεγονός ότι «το κριτήριο της Πρώτης Τροπολογίας αποτελεί εξαίρεση διεθνώς».
Αν νομίζατε ότι η τάση εναντίον της ελευθερίας του λόγου περιορίζεται στα πανεπιστήμια, κάνετε λάθος.
Το κράτος δεν μας δίνει το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου
Ίσως υπάρχουν ελαττώματα στον σχεδιασμό της μελέτης από το Campaign for Free Speech όμως τα πορίσματά της αποτελούν μια προειδοποίηση για την ολοένα και μικρότερη υποστήριξη των συνταγματικών μας δικαιωμάτων μεταξύ του κοινού.
Υπάρχει μια θεμελιώδης σύγχυση ως προς την πηγή του δικαιώματος μας για ελευθερία του λόγου. Το δικαίωμα αυτό που κωδικοποιήθηκε στην Πρώτη Τροπολογία δεν είναι κάποια εκχώρηση, αλλά μια απαγόρευση της παρέμβασης του κράτους σε ένα αναφαίρετο δικαίωμα των Αμερικανών:
Το Κογκρέσο δεν θα εγκρίνει νόμο που θα υποστηρίζει την εγκαθίδρυση θρησκείας ή που θα απαγορεύει την ελεύθερη θρησκευτική λατρεία ή που θα περιορίζει την ελευθερία του λόγου ή του τύπου...
Όταν συζητήθηκαν οι πρώτες τροπολογίες στο Σύνταγμα - η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων - ο Μάντισον και άλλοι ιδρυτικοί πατέρες αρχικά φοβούνταν ότι η απαρίθμηση δικαιωμάτων θα ερμηνευόταν αργότερα ότι σημαίνει πως μόνο τα δικαιώματα που ρητά κατονομάζονται στο Σύνταγμα απολαμβάνουν προστασίας.
Ο Μάντισον αντιμετώπισε αυτούς τους φόβους με την 9η Τροπολογία του Συντάγματος:
«Η απαρίθμηση στο Σύνταγμα κάποιων δικαιωμάτων δεν θα πρέπει να ερμηνευτεί ότι συνιστά άρνηση ή υποτίμηση άλλων που κατέχουν οι πολίτες».
Ο Μάντισον υποστήριζε ασυμβίβαστα την απόλυτη φύση της Πρώτης Τροπολογίας ακόμη και όταν τα αποτελέσματα δυσαρεστούν κάποιους ή πολλούς:
Οι ελευθερίες μας που καταγράφονται στην Πρώτη Τροπολογία μας δίνουν το δικαίωμα να σκεφτόμαστε και να λέμε ό,τι μας αρέσει. Και για να κυβερνάμε εμείς ο λαός τους εαυτούς μας θα πρέπει να έχουμε αυτά τα δικαιώματα ακόμη κι αν μια μειονότητα τα καταχράται.
Όπως ακριβώς δεν υπάρχει «ολίγον έγκυος», ομοίως δεν υπάρχει ελευθερία του λόγου που να ρυθμίζεται από την κυβέρνηση. Αν το κράτος κρίνει ποιος λόγος είναι αποδεκτός, τότε βρισκόμαστε στον δρόμο που οδηγεί σε έναν δυστοπικό εφιάλτη. Οι Ιδρυτές των ΗΠΑ ήταν σαφείς: σφαλερά άτομα, με περιορισμούς στις γνώσεις, δεν πρέπει να τα εμπιστευόμαστε με την εξουσία να παρεμβαίνουν στα δικαιώματά μας.
Ούτε, σύμφωνα με τον Μάντισον, μια δημοκρατική ψήφος παρέχει την οποιαδήποτε προστασία στην ελευθερία του λόγου. Στο Federalist Paper No. 10, ο Μάντισον εξηγεί ότι η δημοκρατία δεν παρέχει καμία προστασία έναντι του πάθους μια φράξιας που αντιτίθεται στην ελευθερία:
«Όταν μια πλειοψηφία εντάσσεται σε μια φράξια, η μορφή της λαϊκής διακυβέρνησης της επιτρέπει να θυσιάσει στο βωμό του κυρίαρχου πάθους της τόσο το κοινό καλό, όσο και τα δικαιώματα των άλλων πολιτών».
Η Βόρεια Κορέα, όπου κάθε λόγος πρέπει να εξυμνεί το κράτος.
Ο Μασάτζι Ισικάουα γεννήθηκε το 1947 στην Ιαπωνία από Κορεάτη πατέρα και Ιαπωνίδα μητέρα. Ο πατέρας του ήταν βίαιος αλκοολικός. Το 1960 η οικογένεια του Ισικάουα, βυθισμένη στη φτώχεια, μετακόμισε στη Βόρεια Κορέα στο πλαίσιο ενός μαζικού κινήματος παλιννόστησης που περιλάμβανε σχεδόν 100.000 Κορεάτες, τους οποίους δελέασαν οι υποσχέσεις ενός «επί γης παραδείσου».
Στο βιβλίο του με τίτλο A River in Darkness: One Man's Escape from North Korea, ο Ισικάουα έμαθε πως όπως ένα ψάρι δεν αντιλαμβάνεται το νερό, έτσι κι εκείνος δεν αντιλαμβανόταν τις ελευθερίες που είχε στην Ιαπωνία:
«Όταν ζούσα στην Ιαπωνία, ποτέ δεν είχα αναλογιστεί στην πραγματικότητα τη ζωή μου…Απέκτησα εμμονή με όλα τα πράγματα που προηγουμένως θεωρούσα δεδομένα και όλες τις δυσκολίες που χαρακτήριζαν πλέον τη ζωή μου. Αλλά αυτό δεν κράτησε πολύ. Σύντομα έμαθα ότι η σκέψη δεν είναι ελεύθερη στη Βόρεια Κορέα. Η ελεύθερη σκέψη μπορεί να σε οδηγήσει στον θάνατο αν κάτι σου ξεφύγει. Αν είσαι τυχερός, μπορεί να σε στείλουν σε κάποια μακρινή ορεινή περιοχή για καταναγκαστικά έργα. Ή μπορεί να σε στείλουν σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης για πολιτικούς κρατουμένους επειδή χαρακτηρίστηκες «φιλελεύθερος», «καπιταλιστής» ή «άνθρωπος με κακές συνήθειες». Και οι κακές συνήθειες πρέπει να ξεριζωθούν. Με μια κλωτσιές στα γεννητικά όργανα. Ή πάλι μπορεί απλώς να σε εκτελέσουν.
Η οικογένεια του Ισικάουα ήταν μια δυνητική πηγή επικίνδυνων ιδεών για το αστυνομικό κράτος της Βόρειας Κορέας.
«Συνεχώς μας παρακολουθούσαν οι τραμπούκοι της κρατικής ασφάλειας της Βόρειας Κορέας και της μυστικής αστυνομίας. Υποθέτω ότι συνιστούσαμε μια διπλή απειλή. Φέραμε μαζί μας κάποια επικίνδυνα αντικείμενα όταν μετακομίσαμε από την Ιαπωνία, όπως ποδήλατα, ηλεκτρικές συσκευές και κάποια σχεδόν αξιοπρεπή ρούχα. Τι θα γινόταν αν οι ντόπιοι χωρικοί συνειδητοποιούσαν ότι το δικό τους επίπεδο διαβίωσης ήταν θλιβερό; Ακόμη χειρότερα, τι θα συνέβαινε αν υποψιάζονταν από μας την ιδέα της ελευθερίας της σκέψης; Μπορεί να αμφισβητούσαν τη σοφία του Κιμ Ιλ Σουνγκ. Και αυτό απαγορευόταν.
Η εκπαίδευση στη Βόρεια Κορέα συνίσταται ως επί το πλείστον στη μελέτη της συλλογής των έργων «επαναστατικής σκέψης» των τυράννων Κιμ Ιλ Σουνγκ και Κιμ Τζονγκ Ιλ. Το δόγμα του Τζούτσε είναι το θεμέλιο της βορειοκορεατικής κοινωνίας. Ο Βίκτορ Τσα στο βιβλίο του με τίτλο The Impossible State: North Korea, Past and Future εξηγεί αυτή την κατήχηση:
«Το Τζούτσε εντυπώνεται στο μυαλό κάθε Βορειοκορεάτη καθημερινά μέσω επαναλαμβανόμενων κατηχήσεων. Υπάρχει μια σχεδόν βιολογική και ανατομική εκλογίκευση της αφοσίωσης που συμβαδίζει με την αντίστοιχη πνευματική. Τα γραπτά του Τζούτσε διδάσκουν ότι ο Μεγάλος Ηγέτης (Suryong) Κιμ Ιλ Σουνγκ ήταν το μυαλό, το κόμμα ήταν τα νεύρα, και ο λαός ήταν τα χέρια, τα πόδια, οι μυς και τα οστά του κράτους. Δύο μηνύματα υποταγής αναδύθηκαν: (1) πως χωρίς το μυαλό, το υπόλοιπο σώμα δεν λειτουργεί και συνεπώς πρέπει να υπάρχει απόλυτη αφοσίωση, και (2) ότι η ανεξάρτητη σκέψη δεν είναι αναγκαία, καθώς αυτή τη λειτουργία την επιτελεί το μυαλό. Η μόνη κριτική σκέψη που επιτρέπεται είναι η αυτοκριτική που βασίζεται στα αισθήματα ενοχής ότι κάποιος δεν υπηρετεί σωστά τον ηγέτη.
Στη Βόρεια Κορέα, το να λέει κανείς την άποψης του είναι ακατανόητο.
Διαβάζοντας το άρθρο μου αυτό, μπορεί να νομίσετε πως ανησυχώ υπερβολικά. Όσοι θέλουν να περιορίσουν τον λόγο μίσους σίγουρα δεν θέλουν «απόλυτη αφοσίωση» σε μια μελλοντική προεδρία της, ας πούμε, Ελίζαμπεθ Γουόρεν. Δεν θέλουν οι Αμερικανοί να απομνημονεύσουν τους λόγους της ή να μελετούν την σκέψη της στο σχολείο.
Αν πιστεύετε ότι οι ανησυχίες μου είναι αβάσιμες, διαβάστε ξανά τον διάλογο μεταξύ εκείνου του Σκωτσέζου καθηγητή και του Μάρεϊ. Ο καθηγητής πιστεύει ότι είναι αθώος όταν καταπνίγει τη διαφωνία. Απλώς διαδίδει την «πολιτική της εθνικής σχολικής αρχής». Ο καθηγητής ξέρει τι πιστεύει ο Μάρεϊ και ξέρει «τι πιστεύει η αρχή». Η άποψη της «αρχής» είναι ανώτερη από τις απόψεις του μαθητή.
Σε μια μελλοντική δημοκρατική σοσιαλιστική διακυβέρνηση, βυθισμένη στην οικονομική κατάρρευση, είναι άραγε υπερβολή να προβλέπει κανείς ότι η προστασία της ελευθερίας του λόγου θα συνεχίσει να φθίνει καθιστώντας απαγορευμένη την κριτική έναντι των κρατικών πολιτικών;
Αν η διαφωνία ως προς τον αριθμό των φύλων δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή, τότε σίγουρα οι διαφωνίες για μια έκρηξη του χρέους ή έναν φόρο επί του πλούτου ομοίως δεν θα γίνονται ανεκτές.
Ο Ισικάουα δεν συνειδητοποιούσε τις ελευθερίες που είχε στην Ιαπωνία μέχρι που έχασε την ελευθερία του στη Βόρεια Κορέα. Όπως και ο Ισικάουα στην Ιαπωνία, οι Αμερικανοί σήμερα δεν συνειδητοποιούμε ότι κολυμπάμε στα ζεστά νερά της ελευθερίας, έχοντας την ελευθερία να εκφράζουμε την άποψή μας.
Ως ένα βαθμό, η Αμερική απέχει πάρα πολύ από τον κόσμο της Βόρειας Κορέας. Όταν όμως δίνεται στο κράτος η εξουσία να καθορίζει ποιος λόγος είναι αποδεκτός, τότε λειτουργούμε με την νοοτροπία εκείνη που οδηγεί στην δυστοπική κόλαση. Αν ο ολοκληρωτισμός έρθει στην Αμερική, δεν θα μας φταίει κανείς άλλος.
—
*Ο Barry Brownstein είναι ομότιμος καθηγητής οικονομικών και ηγεσίας στο Πανεπιστήμιο της Βαλτιμόρης. Είναι συγγραφέας του βιβλιου The Inner-Work of Leadership. Για να λαμβάνετε τα κείμενά του, εγγραφείτε στο Mindset Shifts.
**Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 4 Νοεμβρίου 2019 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.