Της Brittany Hunter
Στο 10ο κεφάλαιο του Δρόμου προς τη Δουλεία, ο Χάγιεκ περιγράφει πώς κάποιοι από τους χειρότερους ανθρώπους φτάνουν πάντα να αναδυθούν στην κορυφή του πολιτικού σωρού. Συνεχίζοντας στο ενδέκατο κεφάλαιο, ο Χάγιεκ πηγαίνει ακόμη βαθύτερα και εξετάζει το πώς ο έλεγχος της πληροφόρησης λειτουργεί ως θεμέλιο της “αλήθειας” σε μια κοινωνία σχεδιασμού.
Σε μια κοινωνία όπου κυριαρχεί ο ολοκληρωτισμός, η αλήθεια δεν βρίσκεται σε αντικειμενικές αρχές, αλλά στους επιθυμητούς στόχους του κράτους. Από την στιγμή που εμπεδωθούν αυτοί οι στόχοι, όλες οι άλλες μορφές πληροφόρησης προσαρμόζονται για να ενισχύσουν αυτή την “αλήθεια”. Στο εξής, η λογική πετιέται από το παράθυρο και η κρατική εκδοχή της αλήθειας είναι αδιαμφισβήτητη. Όπως γράφει ο Τζορτζ Όργουελ:
“Όντως, η ναζιστική θεωρία ρητά αρνείται ότι υπάρχει 'η αλήθεια'... Ο εξυπονοούμενος στόχος αυτής της σκέψης είναι ένας εφιαλτικός κόσμος στον οποίο ο Ηγέτης, ή κάποια κυρίαρχη κλίκα, ελέγχει όχι μόνο το μέλλον, αλλά και το παρελθόν. Αν ο Ηγέτης πει ότι το τάδε γεγονός δεν συνέβη ποτέ, τότε αυτό δεν συνέβη. Αν πει ότι δύο και δύο μας κάνουν πέντε, τότε δύο και δύο μας κάνουν πέντε. Αυτή η προοπτική με φοβίζει περισσότερο απ' ό,τι οι βόμβες”.
Αυτό όμως από μόνο του δεν φτάνει για να παραπλανήσει ολόκληρες χώρες. Αντί οι άνθρωποι απλώς να αποδεχθούν αυτές τις “αλήθειες” είναι σημαντικό το κράτος να τους πείσει ότι οι αλήθειες αυτές είναι δικές τους. Όταν τα άτομα αρχίσουν να συνδέουν τα συμφέροντά τους με τα συμφέροντα του κράτους, τότε αναδύεται μια τρομακτική ενότητα παραδείγματα της οποίας μπορούμε να δούμε σχεδόν σε όλες τις παραπλανητικές δικτατορίες σε ολόκληρη την ιστορία.
Όπως γράφει ο Χάγιεκ:
“Ο αποτελεσματικότερος τρόπος να κάνει κανείς όλους να υπηρετούν το ένα και μόνο σύστημα σκοπών προς το οποίο κατευθύνεται το κοινωνικό σχέδιο, είναι να κάνει όλους να πιστέψουν σ' αυτούς τους σκοπούς. Για να λειτουργήσει αποτελεσματικά ένα ολοκληρωτικό σύστημα δεν επαρκεί να εξαναγκαστούν όλοι να εργάζονται για τους ίδιους σκοπούς - είναι σημαντικό να φτάσουν να τους θεωρούν δικούς τους”.
Για να επιτευχθεί αυτό, όλες οι μορφές προπαγάνδας συντονίζονται για να ενισχύσουν αυτούς τους σκοπούς προκειμένου να σπρώξουν τα άτομα στην επιθυμητή κατεύθυνση. Κοινά μοτίβα και συνθήματα επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά προκειμένου αυτοί οι στόχοι να εγγραφούν στο μυαλό των ανθρώπων. Οτιδήποτε αντιβαίνει τον τελικό στόχο πρέπει να συντρίβεται αμέσως. Οποιοσδήποτε εκφράζεται εναντίον όλων αυτών θα πρέπει ομοίως να εξοντώνεται στο όνομα της εθνικής ασφάλειας. Όπως τονίζει ο Χάγιεκ “Η μειονότητα που θα διατηρήσει μια κλίση προς την άσκηση κριτικής θα πρέπει κι αυτή να φιμωθεί”.
Και ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι συσχετίζουν την προπαγάνδα με πολιτικές αφίσες και μηνύματα στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, δεν υπάρχει ισχυρότερο εργαλείο προπαγάνδας από το κρατικό εκπαιδευτικό σύστημα.
Η κρατικά ελεγχόμενη εκπαίδευση
Ανεξάρτητα από το πόσο έξυπνος μπορεί να είναι κανείς, σχεδόν όλοι μας είμαστε επιρρεπείς στην προπαγάνδα. Κι αυτό γιατί πολλές φορές οι περισσότεροι δεν αντιλαμβανόμαστε ότι υποκύπτουμε σ' αυτήν καθώς εισβάλλει στη ζωή μας μέσω όλων των μορφών ψυχαγωγίας, αλλά ιδιαίτερα μέσω της κρατικά χρηματοδούμενης εκπαίδευσης.
Στη ναζιστική Γερμανία, η κατήχηση της νεολαίας ήταν ένας από τους ευκολότερους τρόπους να διασφαλιστεί η ένθερμη υποστήριξη των μελλοντικών γενεών Ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ είπε “Μόνο αυτός στον οποίο ανήκει η νεολαία κερδίζει το μέλλον”. Τα παιδιά εξαναγκάζονταν να μετέχουν σε ομάδες νεολαίας όπου ο ρόλος τους στο Τρίτο Ράιχ ενισχυόταν αδιαλήπτως. Η Γερμανία έφτασε μέχρι και στο σημείο να παράγει παιχνίδια και βιβλία που προήγαγαν τους επιθυμητούς στόχους του Ράιχ για να διασφαλίσει ότι τα παιδιά θα πιστέψουν οτιδήποτε ήθελαν οι επικεφαλής.
Ο Χάγιεκ γράφει:
“Αν όλες οι πηγές της τρέχουσας πληροφόρησης ελέγχονται αποτελεσματικά από έναν και μόνο φορέα, πλέον δεν τίθεται ζήτημα απλώς να πειστούν οι άνθρωποι για κάτι. Ο επιδέξιος προπαγανδιστής σ' αυτή την περίπτωση έχει τη δύναμη να πλάσει το μυαλό τους προς όποια κατεύθυνση αυτός επιλέξει, και ακόμη και ευφυέστεροι και πλέον ανεξάρτητοι άνθρωποι δεν μπορούν να ξεφύγουν εντελώς από την επιρροή αν απομονωθούν για μεγάλο διάστημα από όλες τις υπόλοιπες πηγές πληροφόρησης”.
Αυτός ακριβώς ήταν ο στόχος του Τρίτου Ράιχ. Προκειμένου ο γερμανικός λαός όχι μόνο να αποδεχθεί αλλά και να υιοθετήσει τις πράξεις της κυβέρνησής του, δεν υπήρχε καλύτερος τρόπος από το να διδάσκονται γι' αυτό ως νέοι άνθρωποι και να καθοδηγηθούν ώστε να πιστεύουν ότι πάντα τα πράγματα ήταν έτσι.
Επ' αυτού, ο Χάγιεκ υπογραμμίζει:
“Ο αποτελεσματικότερος τρόπος να κάνει κανείς τους ανθρώπους να αποδεχθούν την εγκυρότητα των αξιών που πρέπει να υπηρετήσουν, είναι να τους πείσει ότι οι αξίες αυτές είναι στην πραγματικότητα οι ίδιες που εκείνοι, ή τουλάχιστον οι καλύτεροι από αυτούς, υποστήριζαν πάντα, χωρίς όμως προηγουμένως να καταλαβαίνουν ή να αναγνωρίζουν επαρκώς”.
Ή αλλιώς, με τα λόγια του Όργουελ, ο στόχος είναι να κάνουμε τα παιδιά να πιστεύουν ότι “πάντα βρισκόμασταν σε πόλεμο με την Ανατολασία”.
Αυτή όμως η εσκεμμένη διάπλαση των μυαλών δεν συμβαίνει μόνο σε νέους μαθητές. Αφού μάλιστα αυτά τα παιδικά μυαλά ολοκληρώσουν την κατήχησή τους, προάγονται στη συνέχεια στους θεσμούς της ανώτερης εκπαίδευσης όπου τους ενσταλάζεται η πίστη στον διανοητικό ελιτισμό.
Η μορφωμένη ελίτ
Οι νέοι ενήλικες, εκπαιδευμένοι να μαθαίνουν μέσω αποστήθισης και όχι κριτικής σκέψης, πρόθυμοι να επιβεβαιώσουν την ανεξαρτησία τους, ρίχνονταν στα πανεπιστήμια όπου άκουγαν ότι πλέον ανήκουν στην πνευματική ελίτ. Αυτή όμως είναι η πηγή της επικίνδυνης τάσης να πάψουν να αμφισβητούν την πληροφορία που τους παρουσιάζεται. Άλλωστε οι καθηγητές τους χαίρουν υψηλής εκτίμησης για το πνεύμα τους. Γιατί να θέλουν να τους σπρώξουν στη λάθος κατεύθυνση;
Τα πραγματικά προβλήματα όμως ανακύπτουν όταν αυτοί οι καθηγητές αρχίζουν να παρουσιάζουν κρατικές απόψεις ως την αδιαμφισβήτητη αλήθεια.
Το αντικείμενο της ευγονικής για παράδειγμα, κάποτε διδασκόταν ως δογματική αλήθεια. Αν η φυλετική ανωτερότητα μπορούσε να αποδειχθεί “επιστημονικά”, ή ακόμη περισσότερο, αν το κράτος μπορούσε να επιβεβαιώσει ότι ισχύει, τότε η αμφισβήτηση αυτού του δόγματος μετατρεπόταν σε αίρεση.
Όπως τονίζει ο Χάγιεκ:
“Η ανάγκη για τέτοια επίσημα δόγματα ως εργαλεία χειραγώγησης και στρατολόγησης των ανθρώπων και της δράσης τους, έχει ξεκάθαρα προβλεφθεί από τους διάφορους θεωρητικούς του ολοκληρωτικού συστήματος. Τα “ευγενή ψεύδη” του Πλάτωνος και οι “μύθοι” του Σορέλ υπηρετούν τον ίδιο στόχο όπως το φυλετικό δόγμα των ναζιστών ή η θεωρία του κορπορατιστικού κράτους του Μουσολίνι. Όλα αυτά αναγκαστικά βασίζονται σε συγκεκριμένες απόψεις για τα γεγονότα οι οποίες στη συνέχεια διαμορφώνουν επιστημονικές θεωρίες προκειμένου αυτές να δικαιολογήσουν μια εκ των προτέρων σχηματισμένη άποψη”.
Και, όπως έχουμε δει στην πορεία της ιστορίας, από την στιγμή που μια θεωρία γίνει μέρος της επιστημονικής αφήγησης, συμβάλει στην κατεύθυνση όλων των κοινωνικών σκοπών. Ο Χάγιεκ το σχολιάζει αυτό λέγοντας, “Έτσι, μια ψευδοεπιστημονική θεωρία γίνεται μέρος του επίσημου δόγματος το οποίο σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό διέπει τις δράσεις όλων των ατόμων”. Ενώ το παράδειγμα της ευγονικής μπορεί σήμερα να φαίνεται ακραίο, ήταν ιδιαίτερα επίκαιρο την εποχή που ο Χάγιεκ έγραφε αυτές τις λέξεις.
Και ενώ δεν είναι εύκολο να κατανοήσουμε εκ των υστέρων το πώς ένας ολόκληρος πληθυσμός μπορεί να πέσει θύμα τέτοιων πωρωμένων θεωριών, ο Χάγιεκ μας υπενθυμίζει πως “δεν είναι δύσκολο να στερήσει κανείς την μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων από την ανεξάρτητη σκέψη”.
Μπορεί να είναι εύκολο να ρίξουμε την ευθύνη στα μέσα ενημέρωσης και τη βιομηχανία της διασκέδασης υποστηρίζοντας ότι είναι φυσικές μηχανές προπαγάνδας, αλλά η ιστορία μας διαψεύδει. Όπως έχουμε πλέον δει, η κρατικώς ελεγχόμενη εκπαίδευση είναι ένα από τα χειρότερα και αποτελεσματικότερα εργαλεία προπαγάνδας που υπήρξαν ποτέ.
--
Η Brittany Hunter είναι βοηθός συντάκτρια στο FEE. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες και συνταγματικές σπουδές στο Utah Valley University.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 14 Νοεμβρίου 2017 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Foundation for Economic Education (FEE) και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ “Μάρκος Δραγούμης”.