Του Frank Schäffler**
Τον μήνα που μας πέρασε ο Νόμος Ενοικιοστασίου για το Βερολίνο κρίθηκε ότι παραβιάζει το γερμανικό Σύνταγμα. Η απόφαση ήταν σωστή, αλλά το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο τη δικαιολόγησε επικαλούμενο υπερβολικά τεχνικά επιχειρήματα.
Αντί να υπογραμμίζει το γεγονός ότι το πρόγραμμα του ενοικιοστασίου αποτελεί μια βαθιά παραβίαση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, το δικαστήριο επικαλέστηκε την προτεραιότητα της εθνικής επί της περιφερειακής νομοθεσίας.
Καθώς η ομοσπονδιακή κυβέρνηση στο παρελθόν ρύθμισε αυξήσεις των ενοικίων το 2015, οι περιφερειακές κυβερνήσεις δεν έχουν περαιτέρω δικαίωμα νομοθέτησης επί του ζητήματος.
Έτσι, το φάσμα της ρύθμισης των τιμών πιθανότατα δεν θα εξαφανιστεί μετά την απόφαση αυτή. Αντιθέτως, είναι πιο ορατό απ’ ό,τι οι περισσότεροι παραδέχονται.
Οι φιλελεύθεροι θέλουν να προσκολληθούν στην ψευδαίσθηση ότι η Γερμανία ακόμη λειτουργεί σύμφωνα με την προσέγγιση της ελεύθερης αγοράς που αναπτύχθηκε από τον Ludwig Erhard και άλλους μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπό την ονομασία “κοινωνική οικονομία της αγοράς”.
Ο Έρχαρντ όμως ποτέ δεν αντιλήφθηκε την κοινωνική οικονομία της αγοράς ως ένα υβρίδιο μεταξύ του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού, αλλά ως μια οικονομία της αγοράς που δημιουργεί επωφελή αποτελέσματα για όλες τις κοινωνικές ομάδες. Δημιουργεί θέσεις εργασίας, που παράγουν κοινωνική ευημερία. Αναπτύσσει επαρκώς τη στέγαση, που παράγει κοινωνική ευημερία. Και επιτρέπει στον καθένα να δημιουργήσει μια ζωή για τον εαυτό του και τους αγαπημένους του, που παράγει κοινωνική ευημερία.
Παρά τις απλές αυτές αλήθειες, η Γερμανία παραμελεί τις αρχές που αποτελούν τα θεμέλιά τους για αρκετό καιρό τώρα. Κι αυτό που είναι ακόμη πιο θλιβερό είναι πως η στέγαση δεν είναι ο μόνος κλάδος τον οποίο καταπνίγουμε σήμερα στη Γερμανία με περίπλοκους κανόνες και πολιτικές παρεμβάσεις.
Οι συνέπειες είναι ζοφερές: η υπερβολική ρύθμιση αυξάνει το κόστος των οικοδομών και οδηγεί σε υψηλότερα ενοίκια. Οικοδομικές άδειες έξω από τα όρια των δήμων σχεδόν ποτέ δεν εγκρίνονται, γεγονός που φτωχαίνει τις μικρές πόλεις και τα χωριά.
Οι περίπλοκες χωροταξικές προβλέψεις και οι μακροχρόνιες διαδικασίες έγκρισης αποτρέπουν τα σχέδια κατασκευής και οδηγούν σε αδιέξοδα ιδίως στις μητροπολιτικές περιοχές. Η ανάγκη για την επέκταση της σύγχρονης ψηφιακής υποδομής στις αγροτικές κοινότητες παραμελείται εδώ και χρόνια, καθιστώντας τις περιοχές αυτές ακόμη λιγότερο ελκυστικές.
Οι πανεθνικοί περιορισμοί στις αυξήσεις των ενοικίων εμποδίζουν τις νέες οικοδομές στις μεγάλες πόλεις. Με άλλα λόγια, η ραγδαία αύξηση των τιμών των ενοικίων στις μητροπολιτικές περιοχές είναι σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα πολιτικών παρεμβάσεων. Η προσφορά δεν προσαρμόζεται όσο γρήγορα χρειάζεται καθώς οι κρατικές ρυθμίσεις καθιστούν την οικοδομή δαπανηρή και περίπλοκη υπόθεση.
Η στέγαση είναι απλώς ένα ζήτημα σε έναν μακρύ κατάλογο κλάδων που πλήττονται από παρόμοια από την υπερβολική επέκταση της δράσης του κράτους.
Σε ποικίλους τομείς όπως η υγεία, η ενέργεια, τα χρηματοπιστωτικά και οι μεταφορές, πολιτικοί και γραφειοκράτες επιβάλλουν τις δικές τους προτεραιότητες στις επιχειρήσεις. Βεβαίως, αυτές συχνά είναι σημαντικές και αξιέπαινες - η αντιμετώπιση της πανδημίας, η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής ή η ενίσχυση του νομίσματος.
Όμως συνήθως λειτουργούν ως δικαιολογίες για την παραβίαση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων. Η δυνατότητα ενός ατόμου να ελέγχει την ιδιοκτησία του σταδιακά αντικαθίσταται από τις αποφάσεις της δημοκρατικής πλειοψηφίας Έτσι, οι επιχειρηματικές αποφάσεις ολοένα και περισσότερο λαμβάνονται από πολιτικούς, γραφειοκράτες και κόμματα και όχι από επιχειρηματίες και εργοδότες.
Αυτή η κατάσταση διαφέρει πολύ από μία γνήσια ελεύθερη αγορά. Πρόκειται, κατά τον χαρακτηρισμό του Λούντβιχ φον Μίζες για “σοσιαλισμό του αναλογίου”, για έναν κεκαλυμμένο σοσιαλισμό που παρουσιάζεται ως φιλελευθερισμός της ελεύθερης αγοράς.
Έναντι αυτής της προοπτικής, πρέπει να κρατάμε υπόψη ότι η ανάληψη ρίσκου και ευθύνης είναι θεμελιώδεις αρχές της όποια ελεύθερης αγοράς. Όπως είπε και ο Walter Eucken: “Όσοι αποκομίζουν κέρδη πρέπει ομοίως να υφίσταται και τις ζημιές”.
Είναι σαφές ότι τα προβλήματα αυτά δεν περιορίζονται στις πολιτικές παρεμβάσεις στον κλάδο της στέγασης. Αντιθέτως, είμαστε μάρτυρες μιας συνολικής σύγκρουσης μεταξύ του κρατικού παρεμβατισμού από τη μία πλευρά, και της ατομικής ελευθερίας από την άλλη.
Το μέλλον μας, το πώς θέλουμε να μοιάζει και πώς θέλουμε να προετοιμαστούμε γι’ αυτό, διακυβεύεται. Για τους λόγους αυτούς, η απόφαση του Δικαστηρίου τον Απρίλιο ήταν απλώς μια σχετική νίκη. Ας ελπίζουμε ότι δεν θα αποδειχθεί πύρρεια.
Θυμίζω ότι αφού επικράτησε έναντι των Ρωμαίων στη μάχη του Άσκλου το 279 πΧ, ο βασιλιάς Πύρρος Α’ της Ηπείρου εκμυστηρεύτηκε σε έναν σύμβουλό του: “Ακόμη μια τέτοια νίκη εναντίον των Ρωμαίων, και θα καταστραφούμε εντελώς”.
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο Prometheus blog στα γερμανικά.
**Ο Frank Schäffler είναι στέλεχος του κόμματος των Ελευθέρων Δημοκρατών και μέλος του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου της Γερμανίας.
***Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 5 Μαΐου 2021 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του δικτύου Epicenter και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.