Του Mikko Arevuo
Μπορεί να μην γνωρίζουμε τι μας επιφυλάσσει το μέλλον, αλλά παρ’ όλα αυτά χρειάζεται να λαμβάνουμε αποφάσεις με μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Αντίθετα με τον Φρίντριχ Χάγιεκ, ο οποίος είχε πει ότι προτιμά την αληθή αλλά ατελή γνώση από την επηρμένη αξίωση της ακριβούς γνώσης που πιθανότατα είναι ψευδής, αναζητούμε βεβαιότητες που δεν υπάρχουν και εφευρίσκουμε γνώση που δεν μπορούμε να έχουμε προκειμένου να υποστηρίξουμε τη διαδικασία λήψης των αποφάσεών μας.
Στο βιβλίο τους Radical Uncertainty (Ριζική Αβεβαιότητα), οι γνωστοί Βρετανοί οικονομολόγοι John Kay και Mervyn King υποστηρίζουν ότι αντί ο κλάδος των οικονομικών να προσπαθεί να κατανοήσει το διαρκώς μεταβαλλόμενο, αβέβαιο και αμφιλεγόμενο περιβάλλον όπως αυτό όντως λειτουργεί, αντιθέτως κυριαρχείται από μια προσέγγιση προς την αβεβαιότητα που προϋποθέτει έναν εξαντλητικό κατάλογο των πιθανών αποτελεσμάτων με καλώς ορισμένες μαθηματικές πιθανότητες για το καθένα. Οι συγγραφείς, αντλώντας ευρέως από τα πεδία της φιλοσοφίας, της ανθρωπολογίας, των οικονομικών, της γνωσιακής επιστήμης και της στρατηγικής διοίκησης και οργάνωσης, παρουσιάζουν το επιχείρημα ότι η πιθανολογική σκέψη μας δίνει μια ψευδή κατανόηση της ικανότητάς μας να διατυπώνουμε προβλέψεις καθώς και την ψευδαίσθηση μιας συμπεριφοράς που μεγιστοποιεί την ωφέλεια. Αντί να προσπαθούμε να παραγάγουμε υπολογισμούς πιθανοτήτων για να καλύψουμε τα άγνωστα κενά στη γνώση μας, θα πρέπει να αποδεχθούμε την αβεβαιότητα υιοθετώντας εύρωστες και ανθεκτικές στρατηγικές και αφηγήσεις για να αναλογιστούμε εναλλακτικά μέλλοντα και να αντιμετωπίσουμε απρόβλεπτα συμβάντα.
Οι Kay και King πλαισιώνουν τον εντυπωσιακό τους τόμο στον διάλογο που προσδιόρισε το μέλλον των οικονομικών στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα - στη μία γωνία ο Maynard Keynes και o Frank Knight και στην άλλη ο Frank Ramsey και ο Jimmie Savage. Οι Keynes και Knight πίστευαν ότι η “ριζική αβεβαιότητα” είναι πανταχού παρούσα και βασίζεται στο ότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τι θα συμβεί ενώ ταυτόχρονα έχουμε μια πολύ περιορισμένη ικανότητα ακόμη και να περιγράψουμε τα πράγματα που θα μπορούσαν να συμβούν. Οι Keynes και Knight διακρίνουν μεταξύ αφενός του ρίσκου μπορεί να ποσοτικοποιηθεί με υπολογισμούς πιθανοτήτων και αφετέρου της πραγματικής αβεβαιότητας που δεν είναι ποσοτικοποιήσιμη. Στον κόσμο του Knight, οι ριζικές αβεβαιότητες παράγουν επιχειρηματικές ευκαιρίες που αποτελούν το θεμέλιο και τη δυναμική μιας καπιταλιστικής οικονομίας, ενώ ο Keynes θεωρούσε αυτές τις αβεβαιότητες ως πηγή αστάθειας. Αντιθέτως οι Ramsey και Savage - και αργότερα ο Μίλτον Φρίντμαν - επέμεναν ότι όλες οι αβεβαιότητες μπορούν να περιγραφούν πιθανολογικά, και ότι τα οικονομικά υποκείμενα μπορούν να κάνουν ορθολογικούς υπολογισμούς για τη βελτιστοποίηση της ωφέλειας που καθοδηγούν την λήψη των αποφάσεών τους.
Οι Ramsey και Savage, και η μετέπειτα γνωστή ως οικονομική σχολή του Σικάγο, κέρδισαν τη διαμάχη, ίσως διότι ο πιθανολογικός κόσμος ήταν βολικός καθώς μπορούσε να περιγραφεί αξιωματικώς και μαθηματικώς. Με την ολοκλήρωση αυτής της διαμάχης, η άσκηση και η μελέτη των οικονομικών κυριαρχήθηκε από μια εννοιολόγηση της ορθολογικότητας που δεν βασίζεται στην παρατήρηση ή την ενδοσκόπηση αλλά σε α πριόρι αξιώματα, και όπου η αβεβαιότητα μειώνεται σε ένα ποσοτικοποιημένο ρίσκο. Έχοντας εξημερώσει την αβεβαιότητα και διατυπώσει την υπόθεση μιας τέλειας ορθολογικότητας, τα οικονομικά ολοένα και περισσότερο έφτασαν να μοιάζουν με τις φυσικές επιστήμες με τους θεμελιώδεις τους νόμους, όπως αυτόν της βαρύτητας. Οι Kay και King γράφουν (σ. 133):
“Θα χαρακτηρίσουμε αυτόν τον τρόπο σκέψης ‘αξιωματική ορθολογικότητα’. Έχει τη λογική συνεπαγωγή ότι υπάρχει κάτι που μπορεί να περιγραφεί ως “υποκειμενική αναμενόμενη ωφέλεια” την οποία μεγιστοποιούν τα ‘ορθολογικά’ άτομα. Η υπακοή σε αυτά τα αξιώματα υποστηρίχθηκε ότι ορίζει την ‘ορθολογική’ συμπεριφορά”.
Έτσι, οι επιχειρήσεις υποτέθηκε ότι μεγιστοποιούν την αξία για τους μετόχους τους, οι διαμορφωτές της πολιτικής ότι μεγιστοποιούν την κοινωνική ευημερία, και εσείς και εγώ ότι μεγιστοποιούμε ορθολογικά την ευτυχία ή την ωφέλειά μας. Αντλώντας από τη δική τους ακαδημαϊκή και πρακτική εμπειρία, οι Kay και King επισημαίνουν (σσ. xiv-xv):
“Μολονότι μπορούμε να μάθουμε πολλά σκεπτόμενοι κατ’ αυτό τον τρόπο, η δική μας πρακτική εμπειρία είναι ότι κανείς από αυτούς τους οικονομικώς δρώντες δεν προσπαθούσε να μεγιστοποιήσει τίποτα απολύτως. Η εντολή για μεγιστοποίηση της αξίας για τους μετόχους, ή της κοινωνικής ευημερίας, ή της ωφέλειας του νοικοκυριού δεν είναι ένας συνεπής γνώμονας δράσης. Οι επιχειρηματίες, οι διαμορφωτές της πολιτικής και οι οικογένειες δεν θα μπορούσαν καν να φανταστούν ότι έχουν την πληροφορία που απαιτείται για τον προσδιορισμό των δράσεων που θα μεγιστοποιούσαν την αξία για τους μετόχους, την κοινωνική ευημερία ή την ωφέλεια για το νοικοκυριό. Ή για να γνωρίζει κανείς αν όντως πέτυχαν κάτι τέτοιο κατόπιν εορτής”.
Η “ριζική αβεβαιότητα σύμφωνα με τους συγγραφείς δεν αφορά τις “μακρές ουρές” (για παράδειγμα, τα διανοητά και καλώς ορισμένα γεγονότα των οποίων η χαμηλή πιθανότητα μπορεί να εκτιμηθεί. Οι συγγραφείς υπογραμμίζουν το τεράστιο εύρος των πιθανοτήτων που βρίσκεται ανάμεσα στον κόσμο των λίγο πιθανών γεγονότων που μπορούν μολαταύτα να περιγραφούν με τη βοήθεια των κατανομών των πιθανοτήτων, και στον κόσμο του αδιανόητου. Αυτός είναι ο κόσμος του αβέβαιου μέλλοντος και των απρόβλεπτων συνεπειών για τον οποίο αναγκαστικά υπάρχουν διάφορες υποθέσεις και αναπόφευκτες διαφωνίες που συχνά ποτέ δεν θα επιλυθούν. Στην πραγματική ζωή, αυτός είναι ο κόσμος που ως επί το πλείστον συναντάμε, και εκτείνεται στις ατομικές και τις συλλογικές αποφάσεις, όσο και στις αντίστοιχες χρηματοπιστωτικές, οικονομικές και πολιτικές.
Η λήψη αποφάσεων υπό συνθήκες “ριζικής αβεβαιότητας” απαιτεί ένα ευρύ φάσμα δεξιοτήτων που σπανίως απαντώνται σε ένα μόνο άτομο. Η επιτυχημένη λήψη αποφάσεων υπό τέτοιες συνθήκες είναι αποτέλεσμα συνεργατικών διαδικασιών, συλλογικής νοημοσύνης και κρίσης. Οι Kay και King διατυπώνουν το επιχείρημα ότι η χρήση αφηγήσεων και ο σεβασμός για τις διαφορετικές απόψεις μπορεί να παραγάγουν μια καλύτερη κατανόηση του “τι συμβαίνει εδώ πέρα” απ’ ό,τι η υπερβολική εξάρτηση σε άκαμπτα οικονομετρικά μοντέλα. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να πετάξουμε εντελώς τα μοντέλα αυτά, καθώς μας δίνουν μια αίσθηση κατεύθυνσης και θεώρησης, αλλά η εξάρτηση μόνο σ’ αυτά μπορεί να μην μας επιτρέψει να δούμε το δάσος πέρα από τα δάση και να κατανοήσουμε τη φύση του πραγματικού ζητήματος.
Το βιβλίο των Kay και King είναι μια τεκμηριωμένη και ευπρόσδεκτη έκκληση προς τους οικονομολόγους και τους πολιτικούς να αποδεχθούν τη “ριζική αβεβαιότητα” και να αναθεωρήσουν τα μοντέλα τους. Μια ευρύτερη προοπτική είναι αναγκαία για να κατανοήσουμε “τι συμβαίνει εδώ πέρα” και τι μπορεί να συμβεί στη συνέχεια, όχι μόνο στην οικονομία και τις αγορές, αλλά και σε άλλες πολιτικές, κοινωνικές και τεχνολογικές εξελίξεις και αλλαγές.
Kay, J. and King, M. (2020) Radical Uncertainty: Decision-making for an unknowable future. London: The Bridge Street Press.
--
Ο Mikko Arevuo είναι λέκτορας στρατηγικής και ηγεσίας στο πανεπιστήμιο Regent’s στο Λονδίνο.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά την 1η Απριλίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.