Γράφει η Thea Dunlevie
Παρ’ όλο που η Ουκρανία είναι μεταξύ των κορυφαίων προμηθευτών σπορέλαιων, σιταριού και λιπασμάτων στον κόσμο, ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει κλείσει τα ουκρανικά λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας, καταστρέφοντας τις εξαγωγικές δυνατότητες της Ουκρανίας. Σε ένα κανονικό έτος, η Ουκρανία θα παρήγε το 45% του γενικού εισοδήματός της από τον αγροτικό τομέα, μεγάλο μέρος του οποίου θα εξαγόταν στο εξωτερικό.
Την 1η Αυγούστου απέπλευσε για πρώτη φορά από τα μέσα του Φεβρουαρίου του 2022 ουκρανικό φορτηγό πλοίο στη Μαύρη Θάλασσα. Ο απόπλους διευκολύνθηκε μέσω μιας συμφωνίας σιτηρών μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας που επετεύχθη με τη μεσολάβηση της Τουρκίας και την υποστήριξη των Ηνωμένων Εθνών. Η συμφωνία δημιούργησε συλλογικά διασφαλισμένες εξαγωγικές διαδρομές μέσω της Μαύρης Θάλασσας από τρία ουκρανικά λιμάνια: την Οδησσό, το Τσερνομόρσκ και το Γιούζνι. Τη Δευτέρα, ένα μόνο φορτηγό πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι της Οδησσού με ουκρανικά γεωργικά προϊόντα λειτουργώντας ως πειραματόζωο για την εκτίμηση της βιωσιμότητας της εξαγωγικής αυτής συμφωνίας.
Μέσω της συμφωνίας, τα Ηνωμένα Έθνη (ΟΗΕ) φέρεται να στοχεύουν στη διευκόλυνση της μεταφοράς πέντε εκατομμυρίων τόνων σιτηρών από την Ουκρανία κάθε μήνα. Η Ουκρανία πιθανότατα έχει προετοιμάσει περίπου 20 εκατομμύρια τόνους σιτηρών προς αποστολή. Αυτές οι εξαγωγές θα μπορούσαν να αποφέρουν περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια για την ουκρανική οικονομία και να καθησυχάσουν τις ολοένα και πιο επείγουσες προειδοποιήσεις σχετικά με την παγκόσμια επισιτιστική ανασφάλεια που θα μπορούσε να επηρεάσει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.
Ωστόσο, η πραγματοποίηση των φιλόδοξων σχεδίων του ΟΗΕ εξαρτάται από την υπό καλή πίστη δέσμευση της Ρωσίας στη συμφωνία και από τη μείωση της ρωσικής στρατιωτικής επιθετικότητας στη Μαύρη Θάλασσα. Υπάρχουν όμως καλοί λόγοι για να είμαστε επιφυλακτικοί, ειδικά καθώς οι ρωσικές στρατιωτικές επιθέσεις κατά των ουκρανικών λιμανιών και εντός της περιοχής συνεχίζονται. Μία ημέρα μετά την υπογραφή, η Ρωσία εκμεταλλεύτηκε τη συμφωνία εξαπολύοντας στρατιωτική επίθεση στο λιμάνι της Οδησσού -ένα από τα τρία λιμάνια που προστατεύονται από τη συμφωνία- υπό την πρόφαση της καταστροφής ουκρανικού στρατιωτικού εξοπλισμού. Η Ρωσία δεν υπέστη κυρώσεις και η συμφωνία παραμένει σε ισχύ.
Το status quo καταδεικνύει ότι η Ρωσία μπορεί να «τηρήσει» το πλαίσιο ασφαλών εξαγωγών, ενώ παράλληλα όχι μόνο διεξάγει πόλεμο κατά της Ουκρανίας ευρύτερα, αλλά και κατά των ουκρανικών εξαγωγικών υποδομών πιο συγκεκριμένα. Οι επιθέσεις, όπως οι εκτοξεύσεις των ρωσικών πυραύλων το περασμένο Σάββατο, αποτελούν προφανείς απειλές για την ασφάλεια των ουκρανικών πλοίων και την ελευθερία ναυσιπλοΐας από ξένα σκάφη.
Μετά από αυτή τη συμφωνία θα πρέπει να περιμένουμε περισσότερη και όχι λιγότερη ρωσική στρατιωτικοποίηση της Μαύρης Θάλασσας, εξέλιξη η οποία αναγκαστικά θα εμποδίσει την ελευθερία της ναυσιπλοΐας και την ασφάλεια των θαλάσσιων μεταφορών. Η Ρωσία συνεχίζει τις στρατιωτικές επιδρομές εναντίον μη στρατιωτικών θαλάσσιων υποδομών. Επιπλέον, αυτή η συμφωνία δεν προσφέρει ούτε κίνητρα, ούτε τιμωρία για την καταστροφή άλλων θαλάσσιων υποδομών ή πλοίων.
Η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί να εμπιστευτεί τη Ρωσία σε ό,τι αφορά τη διατήρηση της ασφάλειας της Μαύρης Θάλασσας, δεδομένου του ιστορικού της ιδιότροπης περιφερειακής αποσταθεροποίησης για πολιτικούς σκοπούς. Ήδη πολύ πριν από την εισβολή του 2022, η Ρωσία προσπαθούσε να διεκδικήσει περιφερειακή κυριαρχία. Για παράδειγμα, το 2018 δημιούργησε εντάσεις καταλαμβάνοντας πολλά ουκρανικά πλοία.
Τον Ιούλιο του 2021, η Ρωσία απείλησε να αποκλείσει τμήματα της Μαύρης Θάλασσας σε ξένα πλοία για έξι μήνες. Λίγους μήνες αργότερα, η Ρωσία εκτέλεσε ένα πολεμικό παιχνίδι με το σκάφος του στόλου της Μαύρης Θάλασσας Moskva - το οποίο επρόκειτο να βυθιστεί κατά τη στρατιωτική εκστρατεία του 2022 - και ενέτεινε την περιφερειακή αστάθεια παρενοχλώντας βρετανικά και ολλανδικά πολεμικά πλοία στη Μαύρη Θάλασσα.
Η στρατιωτική παρουσία της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα, η οποία διαρκώς αυξάνεται, προκαλεί απώλειες αμάχων και απειλεί τη ναυτιλία. Επί του παρόντος, περίπου μισή ντουζίνα ρωσικά στρατιωτικά σκάφη πλέουν στα ανοιχτά της ουκρανικής ακτογραμμής. Σύμφωνα με τον ουκρανικό στρατό μόλις την περασμένη εβδομάδα, η Ρωσία εξαπέλυσε αεροπορικές επιθέσεις στην Οδησσό και το Μικολάιβ, μια άλλη πόλη-λιμάνι της Ουκρανίας, από τον στόλο της στη Μαύρη Θάλασσα. Ο ρωσικός στρατός κατέστρεψε επίσης πολιτικά σκάφη στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένου μεταξύ άλλων ενός δεξαμενόπλοιου αερίου στις αρχές Ιουλίου και ενός φορτηγού πλοίου τον Μάρτιο.
Η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να παρακολουθεί προσεκτικά πιθανές καταχρήσεις αυτής της συμφωνίας από το Κρεμλίνο ώστε να τη χρησιμοποιήσει ως εφαλτήριο για περαιτέρω στρατιωτικοποίηση και αποσταθεροποίηση στη Μαύρη Θάλασσα καθώς και για προπαγανδιστικούς σκοπούς. Οι Ρώσοι εκπρόσωποι τύπου θα μπορούσαν να επικαλεστούν τη νομιμότητα των «προσπαθειών» της Ρωσίας να επιλύσει τη διεθνή κρίση σιτηρών και ναυτιλίας μέσω αυτής της συμφωνίας.
Η Ρωσία διατηρεί το αντι-ουκρανικό ρητορικό επιχείρημα περί «απελευθέρωσης» και σκοπεύει να «απελευθερώσει» την Οδησσό και το Μικολάιβ. Επί του παρόντος, το Κρεμλίνο διατηρεί τον έλεγχο του λιμανιού της Χερσώνας, έχει καταλάβει το ουκρανικό λιμάνι της Μαριούπολης και ανακοίνωσε ότι επαναλαμβάνει τις κανονικές επιχειρήσεις υπό ρωσική κατοχή. Ο κόσμος πρέπει να παρακολουθεί στενά ώστε η Ρωσία να μην στρατιωτικοποιήσει περαιτέρω και να εκμεταλλευτεί αυτή τη ναυτιλιακή κρίση στη Μαύρη Θάλασσα για τους δικούς της πολιτικούς στόχους.
Καθώς αντιμετωπίζουμε την άμεση απειλή ενός παγκόσμιου λιμού, και καθώς τα ουκρανικά λιμάνια παραμένουν υπό ρωσική κατοχή ή έχουν υποστεί ζημιές από ρωσικές στρατιωτικές επιδρομές, η Ρωσία συνεχίζει να παίζει πολιτικά παιχνίδια και να αρνείται την ευθύνη για τη ναυτιλιακή κρίση που δημιούργησε. Ενώ ο κόσμος μπορεί να είναι αισιόδοξος για αυτήν την πρόσφατη συμφωνία, οι διαμεσολαβητές πρέπει να συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν την κατάσταση με ρεαλιστικό σκεπτικισμό. Δεν πρέπει να δοθεί η άδεια στη Ρωσία να υπαγορεύει κανόνες εμπλοκής για τη ναυτιλία της Μαύρης Θάλασσας, και θα πρέπει να επιβάλλονται κυρώσεις για στρατιωτικές επιθέσεις εναντίον θαλάσσιων υποδομών και πλοίων.
* Η Thea Dunlevie είναι βοηθός ερευνήτρια στο American Enterprise Institute.
** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 5 Αυγούστου 2022 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.