Τις προάλλες, πήρα από τη βιβλιοθήκη μου ένα βιβλίο που είχα χρόνια να διαβάσω. Το The English Libertarian Heritage είναι μια επιλογή δοκιμίων που γράφτηκαν πριν από τρεις αιώνες από τον John Trenchard και τον Thomas Gordon, οι οποίοι υπέγραφαν ως “Cato” και δημοσίευαν τα προκλητικά τους δοκίμια με θέμα την ελευθερία στο London Journal και το British Journal κατά το διάστημα 1720-1723. Εμπνεύστηκαν το ψευδώνυμό τους από τον Κάτωνα τον Νεότερο, ο οποίος υπερασπίστηκε τη ρεπουμπλικανική Ρώμη εναντίον του Ιουλίου Καίσαρος.
Ο πρόλογος του βιβλίου αναφέρει ότι τα δοκίμια, που φέρουν τον συλλογικό τίτλο Οι επιστολές του Κάτωνα, επρόκειτο μετά από χρόνια να ασκήσουν “βαθιά επιρροή στα επιχειρήματα που διατυπώθηκαν από τους Αμερικανούς αποίκους στις διαμάχες τους με το βρετανικό στέμμα”. Η εισαγωγή παραθέτει ένα απόσπασμα από έναν ειδικό που επισημαίνει ότι τα δοκίμια αυτά ήταν “η πιο δημοφιλής, παραθέσιμη και αξιόλογη πηγή πολιτικών ιδεών κατά την αποικιακή περίοδο”.
Οι Αμερικανοί Ιδρυτικοί Πατέρες εξύμνησαν τα δοκίμια και δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί. Η Επιστολή #59 επιχειρηματολογεί υπέρ της θέσης ότι η “Ελευθερία είναι το απαλλοτρίωτο δικαίωμα ολόκληρης της ανθρωπότητας”. Η Επιστολή #62 όρισε την ελευθερία ως “την εξουσία που έχει κάθε άνθρωπος επί των δράσεών του, και το δικαίωμά του να απολαμβάνει τους καρπούς του μόχθου, της τέχνης και της εργατικότητάς του, αρκεί να μην βλάπτει μ’ αυτό την κοινωνία ή το οποιοδήποτε μέλος της αφαιρώντας από αυτό ή εμποδίζοντάς το να απολαύσει αυτό που ο ίδιος απολαμβάνει”.
Οι Επιστολές του Κάτωνα κατακρίνει έντονα τους εγωκεντρικούς αξιωματούχους του κράτους και τις λανθασμένες πολιτικές του. Αιώνες πριν τη θεωρία της δημόσιας επιλογής, οι Trenchard και Gordon περιέγραψαν το κράτος όπως λειτουργεί στην πραγματικότητα και όχι όπως τα παραμύθια περί δημοσίου συμφέροντος που οι κυβερνήσεις θέλουν τους ανθρώπους να πιστεύουν. Η Επιστολή #60 υποστηρίζει ότι “Η εμπειρία κάθε εποχής μας πείθει ότι δεν πρέπει να κρίνουμε τους ανθρώπους βάσει του τι πρέπει να κάνουν, αλλά βάσει του τι κάνουν. Και η ιστορία μας δίνει ελάχιστα παραδείγματα ανδρών που διαχειρίστηκαν μεγάλη εξουσία χωρίς να την καταχραστούν”.
Η Επιστολή #17 περιγράφει “τα μέτρα που λαμβάνονται στην πραγματικότητα από διεφθαρμένους και απελπισμένους αξιωματούχους για να καταστρέψουν και να υποδουλώσουν τη χώρα τους”. Κάποια από αυτά τα μέτρα “μηχανεύονται και διαμορφώνουν διεστραμμένα και επικίνδυνα εγχειρήματα που φτωχαίνουν τους ανθρώπους και πλουτίζουν τους ίδιους, ξέροντας καλά ότι η εξουσία έπεται της ιδιοκτησίας”, και κάποια άλλα “με κάθε δυνατό μέσο καταπίεσης, προκαλούν τη δυσαρέσκεια των ανθρώπων και στη συνέχεια την χρησιμοποιούν ως επιχείρημα για νέα καταπίεση”.
Αυτή η στρατηγική της κυβέρνησης θα ακουστεί οικεία στους αναγνώστες των σχολίων του Cato Institute:
“Θα μπλέξουν τη χώρα τους σε γελοίους, δαπανηρούς, φανταστικούς πολέμους, που κρατούν τη σκέψη των ανθρώπων σε διαρκή αναστάτωση και διαρκή φόβο και επιφυλακή: και με αυτό τον τρόπο τους στερούν τόσο από την αναψυχή, όσο και από την τάση να ερευνήσουν τα λάθη της δημόσιας πολιτικής Οι άνθρωποι αντιθέτως, αντί να δείξουν ένα τέτοιο ερευνητικό πνεύμα, έχουν την τάση να αποδεχθούν πειθήνια όλα τα μέτρα που τους προτείνονται δήθεν για την άμυνά τους, και να συμφωνήσουν σε κάθε απαίτηση που διατυπώνεται από εκείνους που τους προδίδουν”.
Μια ακόμη κρατική στρατηγική είναι να μετατρέπονται τα προσωρινά μέτρα σε μόνιμες επεκτάσεις της εξουσίας, όπως επισημαίνεται στην Επιστολή #115:
“Είναι στη φύση της εξουσίας διαρκώς να επεκτείνεται και να μετατρέπει κάθε έκτακτη εξουσία που εκχωρείται σε εξαιρετικές στιγμές και υπό ιδιαίτερες περιστάσεις σε μόνιμη εξουσία που ασκείται διαρκώς ακόμη όταν δεν συντρέχουν οι περιστάσεις, και ούτε ποτέ παραδίδει εθελουσίως το οποιοδήποτε προνόμιό της. Από αυτό ακριβώς το πνεύμα, οι έκτακτες επιτροπές μετατρέπονται ενιότε σε μόνιμες”.
Όταν πρωτοεκδόθηκαν, οι Επιστολές του Κάτωνα προκάλεσαν αναστάτωση. Το κράτος χρησιμοποίησε τακτικές καταστολής για τις φιμώσει, αλλά αυτό λειτούργησε ανάποδα και τα δοκίμια απέκτησαν μεγαλύτερη δημοτικότητα. Τότε το κράτος άλλαξε τακτική και κατάφερε να φιμώσει τους συγγραφείς επιδοτώντας τον ιδιοκτήτη του London Journal. Δυστυχώς, αυτή η πονηρή κρατική στρατηγική είναι βαθιά ριζωμένη στην πολιτική πρακτική των ΗΠΑ σήμερα. Τα 2.300 ομοσπονδιακά προγράμματα επιδότησης έχουν την τάση να σιγάζουν τη διαφωνία και να μετατρέπουν κατά τα άλλα ανεξάρτητους θεσμούς όπως επιχειρήσεις και φιλανθρωπικές ομάδες σε εργαλεία του κράτους.
Οι Trenchard και Gordon πίστευαν ότι η Αγγλία είναι η πιο ελεύθερη χώρα στην Ευρώπη. Με το Brexit, οι Βρετανοί σήμερα έχουν την ανεξαρτησία να ανακαλύψουν εκ νέου κάποιες από τις φιλελεύθερες ιδέες που ξεκίνησαν από τη χώρα τους.
Για τους Αμερικανούς, οι Επιστολές του Κάτωνα είναι μια υπόμνηση ότι ο αγώνας για την ελευθερία δεν ξεκίνησε το 1776, και ότι επίσης δεν θα σταματήσει ποτέ καθώς η δίψα για την εξουσία είναι ακόρεστη. Οι κρατικοί αξιωματούχοι “κάθε φορά που διαχειρίζονται υπερβολική εξουσία, πάντα την καταχρώνται”. Το κράτος είναι “ένα καταπίστευμα που πρέπει να πλαισιώνεται με πολλούς και ισχυρούς περιορισμούς, καθώς η εξουσία καθιστά τους ανθρώπους φαύλους, αυθάδεις έναντι των άλλων, και αυτάρεσκους”.
Οι αξιωματούχοι προσπαθούν να πείσουν τους πολίτες ότι οι κρατικές υποθέσεις χαρακτηρίζονται από “δυσκολίες και μυστήριο, που υπερβαίνει κατά πολύ τη χυδαία κατανόηση” του μέσου ανθρώπου. Όμως η Επιστολή #38 υποστηρίζει ότι το κράτος δεν είναι τόσο περίπλοκο όσο το παρουσιάζουν οι αξιωματούχοι: “Κάθε ζευγολάτης μπορεί να διακρίνει μια καλή κυβέρνηση από μια κακή, από τα αποτελέσματά της: γνωρίζει το αν οι καρποί της εργασίας του του ανήκουν, και αν τους απολαμβάνει με ειρήνη και ασφάλεια”. Το κοινό όμως χρειάζεται να επενδύσει σε “σκέψη και έρευνα” ώστε να δει όλες τις ιδιοτελείς φαυλότητες.
Οι Επιστολές του Κάτωνα είναι διαθέσιμες διαδικτυακά από το Liberty Fund εδώ. Μπορείτε να βρείτε σχολιασμό του Cato Institute στα δοκίμια εδώ και εδώ.
--
Ο Chris Edwards είναι διευθυντής των μελετών φορολογικής πολιτικής στο Cato Institute και αρθρογράφος στο www.DownsizingGovernment.org.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 3 Φεβρουαρίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Cato Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγoύμης.