Κάθε μέρα βρισκόμαστε κι ένα βήμα πιο κοντά σε σύρραξη με την Τουρκία. Η κατάσταση τείνει να ξεφύγει από κάθε λογική, ακριβώς επειδή η Τουρκία επιδιώκει να οδηγήσει τα πράγματα σε αδιέξοδο και την Ελλάδα ταπεινωμένη στο τραπέζι των «διαπραγματεύσεων». Ίσως, δεν έχουν αντιληφθεί στην Άγκυρα ότι έχει αλλάξει το κλίμα στην Αθήνα, δεν βρισκόμαστε εκεί που ήμασταν με την τελευταία επίσκεψη Ερντογάν και ότι κάθε πειρατική απόπειρα θα έχει συνέπειες.
Η Τουρκία είναι τουλάχιστον συνεπής. Ξεκίνησε το 2016 μια νέα στρατηγική και την υπηρετεί πιστά. Στην Αθήνα αργήσαμε να καταλάβουμε ότι δεν επρόκειτο απλά και μόνο για μια ρητορική που εξυπηρετούσε τις εσωτερικές ανάγκες του καθεστώτος, αλλά κάτι περισσότερο: Μία προσπάθεια επανακαθορισμού του διεθνούς ρόλου της Τουρκίας. Και η προσπάθεια αυτή περνά αναγκαστικά από την υποταγή της Αθήνας και της Λευκωσίας. Δεν μπορεί κάποιος να θέλει να κυριαρχήσει στον πλανήτη και να «αμφισβητείται» στη γειτονιά του.
Η Αθήνα είχε δύο επιλογές. Η μία αποτυπώθηκε στη στάση Παυλόπουλου στην επίσκεψη Ερντογάν. Η άλλη είναι αυτή που ακολουθεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Δεν αρνούμαστε τον διάλογο, ούτε επιδιώκουμε την ένταση. Από την άλλη, όμως, δεν αφήνουμε περιθώρια να πιστέψει κάποιος ότι θα υποχωρήσουμε στα νταηλίκια. Αυτή την φορά δεν θα αφήσουμε τον άνεμο να πάρει μαζί του την ελληνική σημαία, ούτε θα ανεχτούμε νέα τετελεσμένα.
Το αντικειμενικό πρόβλημα είναι ότι αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχουν διαθέσιμες δυνάμεις στην Τουρκία που να επιθυμούν μια εξομάλυνση των σχέσεων με την Ελλάδα. Για να το πούμε και πιο ωμά, ο Ερντογάν είναι λιγότερο σκληρός απέναντι στην Ελλάδα απ’ ότι είναι οι πολιτικοί του αντίπαλοι! Πώς οδηγήθηκε η Τουρκία σε αυτό το σημείο; Τον χορό άνοιξε ο Ερντογάν το 2016 και από εκεί και πέρα το υπόλοιπο πολιτικό σύστημα της Τουρκίας σύρθηκε σε μια πλειοδοσία πατριωτισμού. Με άλλα λόγια, το τουρκικό πολιτικό σύστημα είναι σήμερα παγιδευμένο στους υψηλούς τόνους της ρητορικής απέναντι στην Ελλάδα. Είτε ο Ερντογάν, είτε οι διάδοχοί του θα αναγκαστούν στο τέλος να τραβήξουν τη σκανδάλη, προκειμένου να μην εισπράξουν το κόστος της ανακολουθίας απέναντι στο ακροατήριό τους.
Υπάρχει όμως και κάτι πιο σημαντικό! Η Τουρκία πίστευε μέχρι πρόσφατα ότι η Ελλάδα θα έπεφτε ως ώριμο φρούτο και ότι θα της ήταν εύκολο στη συνέχεια να πετύχει τους στόχους της εξαιτίας αυτού και μόνο του γεγονότος. Αλλά η Ελλάδα δεν της κάνει το χατίρι. Ούτε στην Τουρκία, ούτε στους συνεταίρους της στην Ευρώπη. Η Ελλάδα ισχυροποιείται, εξοπλίζεται, αναπτύσσει νέες συμμαχίες και κοιτάζει το μέλλον με σιγουριά και όχι με φόβο. Η Τουρκία, λοιπόν, έχει αγχωθεί, ότι μπορεί στο τέλος και να μην τα καταφέρει στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελλάδα θα προτιμούσε την οδό των συνομιλιών, της συνεργασίας και του εμπορίου. Αλλά η Τουρκία δεν βρίσκεται σε αυτήν τη φάση. Ο Ερντογάν συνομιλεί με τον Θεό και η ίδια η Τουρκία με την ιστορία. Πολύ φοβόμαστε ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για κάτι άλλο πέρα απ’ αυτό που βλέπουμε να εξελίσσεται μπροστά μας. Και το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να προετοιμαζόμαστε γι' αυτό.
Κι αν κληθούμε να συνομιλήσουμε με τον Ερντογάν; Ασφαλώς και συνομιλούμε. Αλλά δεν υποχωρούμε.
Θανάσης Μαυρίδης