Δεν αποκλείεται στον ΣΥΡΙΖΑ να μην έχουν δύο γραμμές για τις κυβερνήσεις συνεργασίας, δηλαδή μία που εκφράζει ο Αλ.Τσίπρας και μια άλλη των κ. κ. Δραγασάκη και Τσακαλώτου, παρά μόνο μία, την οποία απλώς δεν μπορεί να παραδεχτεί ο αρχηγός του κόμματος, λέει στο Liberal o πολιτικός αναλυτής Πάνος Σταθόπουλος.
Ο Διευθυντής του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής μιλά για την ανάγκη να ενημερώσει ο ΣΥΡΙΖΑ τον ελληνικό λαό για την επίσημη θέση του, πριν τις εκλογές, όχι μετά, και σημειώνει ότι οι όροι και προϋποθέσεις για ένα σχήμα ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ - Μέρα 25, προδιαθέτουν για μία εξ’ ορισμού προβληματική συνύπαρξη και βιωσιμότητα, αν και εφόσον καθίστατο εφικτό ένα τέτοιο σχήμα.
Μιλά για το σοβαρό πρόβλημα που θα δημιουργούσε κάτι τέτοιο στο μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ που αισθάνονται πιο κοντά στη ΝΔ και υπερτερεί έναντι εκείνων που αισθάνεται εγγύτερα στον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ επικαλείται και την πλούσια εμπειρία χωρών με παράδοση σε κυβερνήσεις συνεργασίας.
Σε αυτές θεωρείται απαράβατος όρος να γνωρίζουν εκ των προτέρων οι ψηφοφόροι τι μπορεί να προκύψει μετά τις εκλογές. Με το απλό σκεπτικό ότι, αν γνώριζαν ότι θα προκύψει κάτι με το οποίο δεν συμφωνούν, θα ψήφιζαν διαφορετικά.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Δύο κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, οι κκ. Δραγασάκης και Τσακαλώτος, δήλωσαν χθες θετικοί σε μια «κυβέρνηση ηττημένων», εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δεύτερος και μαζί με ΠΑΣΟΚ, Μέρα 25 αθροίζουν ένα 47% - 48%. Eίναι πιθανό ένα τέτοιο σενάριο;
Αν το δούμε αποκλειστικά με όρους εκλογικής αριθμητικής, θα έλεγα ότι με τα σημερινά δεδομένα, ένα μήνα πριν τις εκλογές, το σενάριο δεν μοιάζει εφικτό. Δεν διαγράφεται δηλαδή η δυνατότητα τα τρία κόμματα που αναφέρατε να διαθέτουν αθροιστικά 47%-48% των ψήφων.
Επειδή μάλιστα τα τρία συγκεκριμένα κόμματα είναι κατά κάποιο τρόπο «συγκοινωνούντα», δίνοντας και παίρνοντας το ένα από το άλλο ψηφοφόρους σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, θα εκτιμούσα ότι η πιθανή αθροιστική εμβέλειά τους δεν θα μπορούσε να μεταβληθεί ιδιαίτερα ακόμα κι αν θεωρηθεί ότι κάποιο από αυτά κινηθεί τελικά ανοδικά σε σχέση με τις σημερινές αποτυπώσεις.
Το θεωρητικό αυτό ενδεχόμενο δηλαδή θα μπορούσε να υπάρξει λογικά εις βάρος των άλλων δύο, με μάλλον σταθερό το συνολικό άθροισμα.
Πώς εκλαμβάνετε αυτές τις δηλώσεις όταν ο Αλέξης Τσίπρας έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει πως δεν θέλουμε «κυβέρνηση ηττημένων»;
Ομολογουμένως, οι σχετικές διατυπώσεις των κυρίων Δραγασάκη, Τσακαλώτου ηχούν περίεργα και σαφώς εκτός κομματικής γραμμής, όπως τουλάχιστον τέθηκε από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα για πρώτη φορά στη συνέντευξη του στο πλαίσιο της ΔΕΘ τον περυσινό Σεπτέμβριο και έκτοτε έχει επαναλάβει αρκετές φορές. Ότι δηλαδή, ενδιαφέρεται να σχηματίσει κυβέρνηση μαζί με άλλα κόμματα μόνο αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα, αλλιώς να πάμε σε δεύτερες εκλογές.
Πηγή φωτ.: Eurokinissi / Γιώργος Κονταρίνης
Βεβαίως, η επιλογή αυτή του κ. Τσίπρα θα μπορούσε να εκληφθεί και ως «επικοινωνιακό τέχνασμα» που θέτει σαφές δίλημμα στους ψηφοφόρους των άλλων κομμάτων προκειμένου να ενισχύσει το ποσοστό του κόμματός του. Αυτό όμως δεν είναι αθέμιτο, πάντα στις εκλογές τα πολιτικά κόμματα θέτουν διλήμματα που θεωρούν ότι τους συμφέρουν. Αλλά μαζί με αυτό γίνεται εν τέλει και κάτι πολύ ουσιαστικό.
Μπαίνουν κόκκινες γραμμές ως προς τα ανεξέλεγκτα όρια που μπορεί να φτάσει η εφαρμογή της αναλογικής, χωρίς να μετατρέπεται σε μετεκλογική διαδικασία Kinder-έκπληξη. Με την έννοια αυτή, είναι θεσμικά πολύ θετική η συγκεκριμένη στάση του κ. Τσίπρα.
Αρκεί πράγματι να την εννοεί. Γιατί, με την σαφή ύπαρξη δεύτερων φωνών, σκέφτεται κανείς, είναι ότι θα πρέπει προφανώς στον ΣΥΡΙΖΑ να δουν την επίσημη θέση που θα πουν τελικά στον ελληνικό λαό και μάλιστα πριν, και όχι μετά, τις εκλογές, κάνοντας όμως και δεύτερες σκέψεις.
Ότι, δεν αποκλείεται να μην υπάρχουν δυο γραμμές στον ΣΥΡΙΖΑ, μία που εκφράζει ο Αλ.Τσίπρας και άλλη οι κ.κ. Δραγασάκης, Τσακαλώτος. Να υπάρχει, δηλαδή μόνο μία γραμμή, την οποία απλώς δεν μπορεί να ομολογήσει ο κ. Τσίπρας.
Πόσο βιώσιμο μπορεί να είναι ένα τέτοιο σχήμα;
Πολύ εύλογο ερώτημα, αν και θα πρέπει πρώτα να επισημάνουμε ότι θεωρητικά δεν έχει στην ουσία μεγάλα περιθώρια υλοποίησης του με βάση τουλάχιστον τον γνωστό πολιτικό λόγο που έχει διατυπωθεί.
Ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει την προϋπόθεση να είναι πρώτο κόμμα, το ΠΑΣΟΚ λέει ότι δεν θα συμμετέχει σε τίποτα αν έχει μονοψήφιο ποσοστό, αλλιώς θα βάλει βέτο στο να είναι επικεφαλής ο κ. Τσίπρας και ταυτόχρονα ότι δεν θα συνεργαστεί σε καμία περίπτωση με τον κ. Βαρουφάκη «της δραχμής» όπως επεσήμανε η σχετική δήλωσή του.
Αλλά και ο επικεφαλής του ΜέΡΑ25 έχει επανειλημμένα τονίσει ότι δεν έχει κανένα νόημα η όποια μετεκλογική συνεργασία όταν δεν έχει συζητηθεί προεκλογικά σοβαρά και διεξοδικά. Άρα, θα συμπέραινε κανείς ότι το συγκεκριμένο σχήμα μοιάζει μάλλον μετέωρο, ενώ οι διατυπωμένοι όροι και προϋποθέσεις, προδιαθέτουν ασφαλώς για μία εξ’ ορισμού προβληματική συνύπαρξη και βιωσιμότητα, αν και εφόσον καταστεί τελικά εφικτό ένα τέτοιο σχήμα.
Τυχόν σύμπραξη ΠΑΣΟΚ με ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα δημιουργούσε σοβαρό πρόβλημα σε μεγάλο τμήμα του ΠΑΣΟΚ;
Είναι έτσι ακριβώς όπως το λέτε. Η σύμπραξη ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ θα δημιουργούσε μεγάλο πρόβλημα στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ. Όλες οι έρευνες δείχνουν ότι το μέρος των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ που αισθάνονται περισσότερο κοντά στη ΝΔ είναι υπέρτερο από το μέρος που αισθάνεται εγγύτερα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Αν θεωρήσουμε δηλαδή ότι το σημερινό ΠΑΣΟΚ είναι ένας ενδιάμεσος χώρος ανάμεσα σε δύο μεγαλύτερα και κυρίως ανταγωνιζόμενα κόμματα, η ΝΔ φαίνεται να υπερτερεί σχετικά, αν ήταν να διαλέξουν μεριά. Γι’ αυτό ακριβώς, έχει μεγάλη σημασία να έχουν διευκρινιστεί οι προθέσεις πριν τις εκλογές.
Πηγή φωτ.: Eurokinissi / Γιάννης Παναγόπουλος
Στις χώρες που έχουν παράδοση αναλογικής και συμμαχικών κυβερνήσεων, έχει σταδιακά αναδειχθεί ως απαραίτητη προϋπόθεση, περίπου ως απαράβατος όρος για την ομαλή δημοκρατική λειτουργία, να γνωρίζουν εκ των προτέρων οι ψηφοφόροι τις πιθανές συνεργασίες που μπορεί να προκύψουν μετά τις εκλογές. Με το απλό σκεπτικό ότι, αν γνώριζαν ότι θα προκύψει κάτι με το οποίο δεν συμφωνούν, θα ψήφιζαν διαφορετικά.
Έχει ακουστεί ακόμη και η σύμπραξη με την Ελληνική Λύση του Κυρ. Βελόπουλου. Ποιες προγραμματικές συγκλίσεις θα μπορούσαν να υπάρξουν μέσα σε ένα σχήμα που θα ξεκινάει από το Μέρα 25 και θα φτάνει ως την Ελληνική Λύση;
Αυτό είναι ένα άλλο θέμα που στην πραγματικότητα δεν έχει τεθεί από πουθενά. Δηλαδή, περίπου η «ενωμένη αντιπολίτευση» να αμφισβητήσει και να ανατρέψει την κυριαρχία του προπορευόμενου κόμματος.
Αυτές είναι ακραίες καταστάσεις που συμβαίνουν πολύ σπάνια και δεν θεωρώ ότι υπάρχει τέτοιου τύπου πολιτική δυναμική σήμερα στην Ελλάδα. Εννοείται, ότι τέτοιες γενικευμένες συμπράξεις δεν έχουν κανένα περιθώριο προγραμματικών συγκλίσεων και είναι προφανώς θνησιγενείς, με περιορισμένο ορίζοντα. Σε κάθε περίπτωση όμως, θα ήταν αδιανόητο να προκύψει μετά τις εκλογές, χωρίς να έχει αναφερθεί προεκλογικά, ώστε να το λάβουν υπόψη τους οι πολίτες πριν ψηφίσουν.
Έχει ξανασυμβεί στην Ελλάδα κάτι παρόμοιο, δηλαδή να σχηματισθεί κυβέρνηση, χωρίς τον νικητή των εκλογών; Τι κινδύνους θα εγκυμονούσε;
Αναφέρεστε προφανώς στην περίφημη δήλωση του Νίκου Ανδρουλάκη που επιζητά λαϊκή στήριξη για να επιβάλει κυβέρνηση συνεργασίας, χωρίς να έχουν ρόλο οι αρχηγοί των κομμάτων με τα οποία θα συνεργαστεί και παρότι αυτά θα υπερτερούν σημαντικά σε εκλογική δύναμη έναντι του δικού του.
Θέτει μάλιστα και κάποια αυθαίρετα όρια διψήφιου ποσοστού, ως επιβεβαίωση της επιλογής του, σαν να έχει κάποια μαγική διαφορά το 10.1% από το 9.9%. Νομίζω ότι οι διατυπώσεις αυτές δικαιολογούνται μόνο ως αμηχανία χειρισμού από ένα κόμμα που δεν έχει συμβιβαστεί με τον τρέχοντα ρόλο του. Είναι θεμιτό το ΠΑΣΟΚ να θεωρεί ότι θα ξαναγίνει κάποτε μεγάλο κόμμα και η προοπτική αυτή εξυπηρετείται προφανώς μόνο αν βρίσκεται στην αντιπολίτευση.
Πηγή φωτ.: Eurokinissi / Γιώργος Κονταρίνης
Αυτό νομίζω ότι υποκρύπτεται πίσω από το βέτο που θέτει ο κ. Ανδρουλάκης, χωρίς βεβαίως να έχει αντίκρισμα σε κάτι αντίστοιχο που έχουμε γνωρίσει στο παρελθόν, τουλάχιστον στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Η μοναδική περίπτωση που δεν ήταν πρωθυπουργός ο νικητής των εκλογών ήταν στην περίοδο 1989-90, σε αναγκαστικά προσωρινές όμως κυβερνήσεις, μέχρι να επιβληθεί τελικά, παρά το σύστημα αναλογικής που είχαμε και τότε.
Κάποιες έρευνες δείχνουν ότι η ΝΔ επιστρέφει σταδιακά στα προ Τεμπών ποσοστά. Έχει πιθανότητες και το σενάριο αυτοδυναμίας;
Σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παρέχουν οι δημοσκοπήσεις είναι σαφές ότι η ΝΔ είναι σε θέση να διεκδικήσει στις προσεχείς εκλογές με αξιόλογη διαφορά την πρώτη θέση, με ποσοστό που δεν θα περιορίζει την δυνατότητα αυτοδυναμίας σε επόμενες εκλογές.
Νομίζω όμως ότι το κυριότερο που πρέπει να αντιληφθούμε είναι ότι, μετά την περιπέτεια της αναλογικής, οι επόμενες εκλογές, θα δώσουν, στους πολίτες, με το νέο εκλογικό σύστημα που θα εφαρμοστεί, την ευκαιρία να αποφασίσουν. Αντί για την αναγκαστική συνεργασία που επιβάλει η αναλογική, η νέα απόφαση μπορεί να έχει δύο επιλογές, αυτοδυναμία ή συνεργασία και ο λαός μπορεί να επιλέξει.
* Ο Πάνος Σταθόπουλος είναι Διευθυντής Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής