Η Δημοκρατία ενίκησεν ή της «Αμύνης τα παιδιά διώξανε τον βασιλιά»

Από τη χθεσινή ημέρα αν κάτι μου έμεινε ήταν οι αντιδράσεις γραφικών αντιμοναρχικών, που δεν ήταν λίγοι, οι οποίοι ξαναζούσαν τις ημέρες του αντιμοναρχικού αγώνα. Κάποιοι, γιατί νόμιζαν πως έτσι ξαναγίνονταν εικοσάχρονοι και κάποιοι άλλοι γιατί όντως πίστευαν πως κινδυνεύει το δημοκρατικό μας πολίτευμα από τη σύναξη των εστεμμένων. Δε γνωρίζω ποιοι ήταν πιο πολλοί, πάντως διαβεβαιώ τους πρώτους πως εικοσάχρονοι δεν πρόκειται ποτέ να ξαναγίνουν και τους δεύτερους πως «η δημοκρατία ενίκησεν». Συνεπώς ας σταματήσουν να άδουν το τραγούδι «της Αμύνης τα παιδιά» και…ψυχραιμία.

Πολλοί διερωτώνται πώς βρέθηκε τόσος κόσμος χθες έξω από τη Μητρόπολη, αν όλοι αυτοί ήταν βασιλόφρονες και πώς γίνεται στην ψηφιακή εποχή να υπάρχουν υποστηρικτές αυτού του θεσμού.

Προσωπικά ουδόλως με ενδιαφέρει αν όλος αυτός ο κόσμος ήταν βασιλόφρονες. Δημοκρατία έχουμε, ο καθένας πιστεύει σε αυτό που θέλει και μπορεί να το εκφράζει ελεύθερα και άφοβα. Κι ούτε με ενδιαφέρει πού ήταν κρυμμένοι όλοι αυτοί. Στα σπίτια τους, στις δουλειές τους, στα μπαράκια και στα καφενεία, παντού όπου πηγαίνουν οι άνθρωποι.

Τέλος πραγματικά δεν αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν βασιλόφρονες σήμερα, γιατί τότε θα έπρεπε να θέσω προς συζήτηση πολλά «πώς είναι δυνατόν». Πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν κομμουνιστές στον 21ο αιώνα και μετά τα δεινά που υπέστη η ανθρωπότητα από το πέρασμά του, πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν αρνητές της επιστήμης και υπέρμαχοι δοξασιών, πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν ακόμα αρνητές του Ολοκαυτώματος και πολλά άλλα παρόμοια «πώς είναι δυνατόν». Για να υπάρχουν όλοι αυτοί, προφανώς και είναι δυνατόν.

Έγινε η τελετή ανθρώπινα, χωρίς παρατράγουδα και γραφικότητες, με απόλυτη τάξη και έτσι ετάφη ο τελευταίος βασιλιάς των Ελλήνων. (Εδώ δεν υπάρχει το «τέως»). Και η δημοκρατία ξανανίκησε, χωρίς να υποχρεωθεί να συμμετάσχει στον αντιμοναρχικό αγώνα η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όπως της το ζητούσε με tweet χθες ο κ. Ν. Κοτζιάς, ο οποίος προφανώς αισθανόταν την απειλή του Χουάν Κάρλος και της βασίλισσας της Δανίας ή του βλοσυρού Γουσταύου της Σουηδίας. Πάει, έφυγαν οι εστεμμένοι και τέλος καλό, όλα καλά.

Βέβαια το γεγονός ότι κατέλυσαν όλοι οι γαλαζοαίματοι στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» που ήταν και τον Δεκέμβριο του 1944 η έδρα των μοναρχοφασιστών, εκπέμπει έναν ισχυρό συμβολισμό, που προς στιγμή κι εμένα με ενέβαλε σε υποψίες και σε μια ανησυχία. (Παιδιόθεν είχα την απορία γιατί τους εστεμμένους τους αποκαλούμε γαλαζοαίματους και όχι πρασινοαίματους ή ασπροαίματους ή με κάποιοι άλλο χρώμα τέλος πάντων. Ρωτούσα τη μητέρα μου, φανατική βασιλικιά, και δεν είχε απάντηση).

Τώρα αυτό που απομένει είναι η αξιοποίηση της πρώην βασιλικής περιουσίας. Η ερήμωση και η σταδιακή καταστροφή του Τατοΐου δεν οφειλόταν στη ραστώνη και στις αβελτηρίες που χαρακτηρίζουν το πολιτικό μας σύστημα και τη δημόσια διοίκηση. Ήταν μια εκδικητική πράξη απέναντι στον Θρόνο για τα όσα λάθη έκανε σε όλα αυτά τα χρόνια που βασίλευε. Βέβαια οι δημοκρατίες δεν εκδικούνται και κυρίως δεν αφήνουν να καταστραφούν κειμήλια, θησαυροί και χώροι που σε τελική ανάλυση ανήκουν στους Έλληνες πολίτες γιατί αποτελούν μέρος της Ιστορίας τους.