Αν και για το 2023 αναμένεται υποχώρηση του πληθωρισμού το αυξημένο κόστος στα οικοδομικά υλικά έχει έρθει για να μείνει. Ενδέχεται δηλαδή, ο ρυθμός ανόδου των τιμών να σταθεροποιηθεί, αλλά δύσκολα, το σημερινό κόστος ανά τετραγωνικό που κυμαίνεται από 1500 έως 1700 ευρώ θα επανέλθει στα προ ενεργειακής κρίσης και ανατιμήσεων επίπεδα, δηλαδή σε περίπου 1000 ευρώ.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι μία νεόδμητη οικοδομή, σχεδόν σε όλες της περιοχές της Ελλάδας, δύσκολα θα μπορεί να πωληθεί σε τιμή χαμηλότερη από 3000 ευρώ ανά τ.μ., γεγονός που καθιστά την εξασφάλιση στέγης ακριβή υπόθεση και σπορ για ακόμη λιγότερους. Που οδηγεί όμως, την οικοδομή το αυξημένο κόστος (οικοδομικών υλικών και πρώτων υλών) σε ποσοστό της τάξεως του 20% το 2022, συγκριτικά με το 2021;
Δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να διατυπώσει την πιο εύστοχη πρόβλεψη. Ωστόσο, το μόνο βέβαιο είναι ότι η ζήτηση για στέγαση παραμένει πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με την προσφορά, γεγονός που παίζει καθοριστικό ρόλο σε κάθε αγορά πόσω μάλλον σε αυτή του real estate. Ενδεικτικό άλλωστε, της ζήτησης είναι ότι οι υπηρεσίες και οι εφαρμογές αναζήτησης συγκάτοικου πολλαπλασιάζονται, μιας και τα υφιστάμενα ακίνητα δεν επαρκούν και συνοδεύονται από υψηλό κόστος ενοικίασης και βέβαια αγοράς.
Ως αποτέλεσμα, στις περιοχές υψηλής ζήτησης, όπως το κέντρο της Αθήνας και τους δημοφιλείς νησιωτικούς προορισμούς, η κατασκευαστική δραστηριότητα παραμένει ισχυρή. Αυτό δεν μαρτυρούν μόνο τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, αλλά και μία βόλτα στο αθηναϊκό down town που αποκαλύπτει ότι ένας μεγάλος-αν όχι ο μεγαλύτερος- αριθμός οικοπέδων και παλαιών μονοκατοικιών έχει κατεδαφιστεί ή είναι υπό κατεδάφιση.
Φυσικά, ορισμένοι developers, κυρίως σε περιπτώσεις όπου δεν έχει καταστεί εφικτό η ζήτηση να «κλειδώσει» από τα σχέδια, αναγκάζονται να αναβάλουν την έναρξη ή ακόμη και να «παγώσουν» τις -σε εξέλιξη- κατασκευαστικές εργασίες. Μία ακόμη «φόρμουλα», που υιοθετούν ορισμένοι developers, προβλέπει την ανέγερση του κορμού του κτιρίου, την προσωρινή αναστολή των εργασιών ή τη συνέχισή τους με βραδύτερους ρυθμούς και την εκκίνηση της διαδικασίας σταδιακής πώλησης των διαμερισμάτων.
Σε κάθε περίπτωση, οι Κασσάνδρες που προέβλεπαν τσουνάμι λουκέτων εργολάβων, δεν έχουν επαληθευτεί, καθώς οι τεχνικές εταιρείες φαίνεται ότι έχουν βρει σημείο ισορροπίας. Κι αυτό με δεδομένο ότι η ζήτηση για νεόδμητα θα αργήσει να αποδυναμωθεί, κάτι που γίνεται αντιληπτό εάν ληφθεί υπόψη ότι τα ενοίκια έχουν εκτοξευτεί και ο πληθωρισμός που ροκανίζει τις αποταμιεύσεις ενθαρρύνει τις επενδύσεις σε real estate. Αλλά και το ότι λόγω της βελτίωσης των ρυθμών ανάπτυξης και της αύξησης των καλοπληρωμένων θέσεων εργασίας σε κλάδους για παράδειγμα, όπως η Πληροφορική, η φαρμακοβιομηχανία, η ναυτιλία ή η ανάπτυξη ακινήτων, το ενδιαφέρον για αγορά νεόδμητων παραμένει ισχυρό.
Ωστόσο, η ανυπαρξία μαζικών λουκέτων δεν σημαίνει ότι απουσιάζουν οι περιπτώσεις «λουκέτων» κατασκευαστών που πούλησαν ακίνητα από τα σχέδια και είναι υποχρεωμένοι να απορροφήσουν τις όποιες αυξήσεις, χωρίς να έχουν προβλέψει ρήτρες αναπροσαρμογής βάσει του τιμαρίθμου, με αποτέλεσμα να έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με οικονομικό αδιέξοδο.
Την ίδια στιγμή, η αύξηση των τιμών στα νεόδμητα στρέφει ολοένα και περισσότερους σε παλαιά διαμερίσματα όπου όμως, απαιτείται προσοχή καθότι είναι πολύ εύκολο ο προϋπολογισμός να ξεφύγει. Κι αυτό διότι μπορεί να βγουν κόστη που δεν είχε, αρχικά, προβλέψει ο ιδιοκτήτης. Με το σκεπτικό αυτό, μία σημαντική κατηγορία όσων αναζητούν στέγη, στρέφεται σε παλιά σπίτια που έχουν ανακαινιστεί ή που χρειάζονται μερική μόνο ανακαίνιση.