Η διάψευση των προβλέψεων έχει υπάρξει μία από τις παρακαταθήκες της πανδημίας, κάτι που φάνηκε πολύ καλά κυρίως το 2020, οπότε η υγειονομική απειλή εκδηλώθηκε. Ταυτόχρονα, όμως, ένα από τα διδάγματα του κορονοϊού, όπως αναφέρει στο Liberal Markets αναλυτής, είναι ότι η αγορά ακινήτων στην Ελλάδα «άντεξε». Και όχι μόνο αυτό, αλλά έχει διαψεύσει και ειδικούς που «έχοντας μελετήσει εμβριθώς τα μακροοικονομικά μοντέλα και την πορεία εξάπλωσης της πανδημίας» την πρώτη χρονιά του Covid προέβλεπαν με έμφαση ότι οι εποχές που θα έρθουν θα είναι ιδιαίτερα δύσκολες για το real estate. Η αναδρομή στα πέτρινα χρόνια της πανδημίας, που εδώ και ενάμιση χρόνο έχει πάψει να προκαλεί συστημικό ρίσκο, γίνεται προκειμένου να τονιστεί ότι οι προβλέψεις διαχρονικά εμφανίζουν χαμηλό ποσοστό επιτυχίας.
Παρόλ’ αυτά, δεν μπορεί να μην τεθεί το ερώτημα για το τι φέρνει το 2023 στο real estate; Οι ειδικοί αισιοδοξούν ότι οι προοπτικές της αγοράς ακινήτων την επόμενη χρονιά θα είναι θετικές χωρίς βέβαια να απουσιάζουν οι αβεβαιότητες. Έτσι, το 2023 αναμένονται οι παρακάτω εξελίξεις που θα επηρεάσουν την αγορά ακινήτων.
-Θα ξεκινήσει η εφαρμογή των μέτρων της παροχής επιδότησης για ανακαίνιση και εξοικονόμηση ενέργειας κατοικιών και το πρόγραμμα χαμηλότοκου δανεισμού για αγορά πρώτης κατοικίας από νέους και νέα ζευγάρια έως 39 ετών. Επίσης, θετικά θα επηρεάσουν το real estate οι επενδύσεις που αναμένεται να υλοποιηθούν στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την ενεργειακή αναβάθμιση δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων (π.χ. προγράμματα «Εξοικονομώ»). Όπως και οι επενδύσεις που αποσκοπούν στη διαφοροποίηση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος.
-Υπάρχουν, ωστόσο, και σημαντικές πηγές αβεβαιότητας στο τρέχον περιβάλλον. Καθώς τα επιτόκια έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, σε συνέχεια και της συσταλτικής πολιτικής που ακολουθεί η ΕΚΤ με σκοπό τη συγκράτηση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη και σε συνδυασμό με την άνοδο των τιμών των οικοδομικών υλικών, ενδέχεται να επιβραδυνθεί η ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων και η οικοδομική δραστηριότητα στη χώρα μας.
-Θα τεθεί σε εφαρμογή το νέο καθεστώς της Χρυσής Βίζας, βάσει του οποίου διπλασιάζεται σε 500.000 ευρώ η ελάχιστη επένδυση σε ακίνητα από υπηκόους τρίτων χωρών για την εξασφάλιση άδειας διαμονής. Ο διπλασιασμός του τιμήματος θα ισχύσει στις Περιφερειακές Ενότητες Βορείου, Κεντρικού και Νοτίου Τομέα Αθηνών της Περιφέρειας Αττικής, στη Μύκονο, τη Σαντορίνη και τον Δήμο Θεσσαλονίκης. Για τις υπόλοιπες περιοχές της χώρας, η ελάχιστη αξία του ακινήτου ορίζεται στις 250.00 ευρώ. Η αλλαγή των δεδομένων στη Χρυσή Βίζα εκτιμάται ότι θα επηρεάσει τις ξένες επενδύσεις σε real estate.
-Η αύξηση των επιτοκίων σε συνέχεια και της συσταλτικής πολιτικής που ακολουθεί η ΕΚΤ με σκοπό τη συγκράτηση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη και σε συνδυασμό με την άνοδο των τιμών των οικοδομικών υλικών, ενδέχεται να επιβραδυνθεί από την ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων και την οικοδομική δραστηριότητα την επόμενη χρονιά.
-Η ζήτηση για αποθηκευτικούς χώρους που είναι απαραίτητοι για την εξυπηρέτηση του λεγόμενου «last mile» των εταιρειών λιανικής, θα αυξήσει τις ζητούμενες τιμές και θα διατηρήσει τις αποδόσεις σταθερές. Έτσι, αναμένεται αυτή η κατηγορία του κλάδου των επαγγελματικών ακινήτων να εξακολουθήσει να κρατά τα σκήπτρα της ζήτησης, τροφοδοτώντας νέα deals.
-Η ενεργειακή κρίση και ο υψηλός πληθωρισμός αναμένεται να αυξήσουν τις επενδύσεις σε πράσινα -βιοκλιματικά κτίρια. Δεν είναι τυχαίο ότι η Prodea Investments έχει θέσει στόχο το 80% του ενεργητικού της να αποτελείται από πράσινα ακίνητα και κτίρια σε ορίζοντα πενταετίας. Σε αντίστοιχες επενδύσεις προχωράει η Dimand, όπως και άλλοι παίκτες του εγχώριου real estate.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, την επόμενη χρονιά δεν θα λείπουν οι προκλήσεις για το real estate, ενώ ορόσημο αποτελούν οι εθνικές εκλογές. Η επικράτηση μιας κυβέρνησης υπέρ των επενδύσεων και των μεταρρυθμίσεων, εκτιμάται ότι θα τροφοδοτήσει τον κύκλο ανόδου της αγοράς ακινήτων.