Λίγο πριν ξεκινήσει επίσημα η προεκλογική περίοδος, στις αρχές Φεβρουαρίου εκδόθηκε η 176/2023 απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ που έπεσε σαν «βόμβα» σε όσους ασχολούνται με την εκτός σχεδίου δόμηση. Μπορεί ο τεχνικός κόσμος, να είναι πλέον συνηθισμένος στην αναστάτωση που φέρνουν οι αποφάσεις του ΣτΕ και στη ραθυμία των αρμόδιων υπουργείων, αλλά οι ιδιοκτήτες των ακινήτων που βρίσκονται σε αυτές τις περιοχές, οι υποψήφιοι αγοραστές και οι επενδυτές καλούνται να «κολυμπήσουν» σε αχαρτογράφητα νερά.
Τι έχει συμβεί;
Μετά τον περασμένο Δεκέμβριο όπου μπήκε ένα τέλος στη δόμηση των κατά παρέκκλιση άρτιων και οικοδομήσιμων αγροτεμαχίων, δηλαδή ακινήτων που βρίσκονται στις εκτός σχεδίου περιοχές, πλέον, απαγορεύεται η δόμηση και στα άρτια και οικοδομήσιμα αγροτεμάχια που «δημιουργήθηκαν» μετά το 1985. Ακόμα και αν τα αγροτεμάχια αυτά, έχουν έκταση εκατοντάδες στρέμματα.
Ως επακόλουθο των παραπάνω, η αξία εκατομμυρίων ακινήτων εκμηδενίζεται ξαφνικά και απρόσμενα. Αρκετές μικρές και μεγάλες επενδύσεις που ήταν σε διαδικασία αδειοδοτήσεων σταματούν και οι αγοραπωλησίες που είναι σε εξέλιξη παγώνουν.
Οι συνέπειες αυτής της απόφασης δεν σταματάνε εκεί. Όπως είναι αναμενόμενο, οι αρμόδιες πολεοδομικές υπηρεσίες έχουν κατεβάσει τα «μολύβια» αναμένοντας οδηγίες και κατευθύνσεις από το αρμόδιο υπουργείο. Αυτό οδηγεί σε καθυστερήσεις άγνωστου χρονικού διαστήματος, ελέω επικείμενων εκλογών, ακόμα και για έκδοση οικοδομικών αδειών ακινήτων που πληρούν τις προϋποθέσεις.
Δυστυχώς τα αντανακλαστικά του υπουργείου αποδείχθηκαν αργά, μιας και είναι σε εξέλιξη η συζήτηση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο νομοσχεδίου, που ρυθμίζει σχετικά ζητήματα.
Μπαίνοντας σε μια προεκλογική περίοδο, είναι άγνωστο πότε μπορεί το παραπάνω ζήτημα να λυθεί. Σίγουρα μετά από μήνες, από τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης.
Το μέγεθος του προβλήματος και η ισχύς που κρύβει η βόμβα αυτή, δεν αφορά μόνο στο σήμερα. Ο κίνδυνος που υπάρχει είναι οι διάφοροι «κακοί» γείτονες και οι «απογοητευμένοι», πλέον, ιδιοκτήτες ακινήτων που αγόρασαν οικοδομήσιμα αγροτεμάχια και έχουν ξαφνικά αγροτική γη, να καταφύγουν στα δικαστήρια και να δικαιωθούν. Η κοινωνική αναστάτωση, μελλοντικά, μπορεί να είναι πολλαπλάσια.
Δυστυχώς, όλα τα παραπάνω αποδεικνύουν ξανά, ότι η ελληνική πολιτεία έχει μάθει να συζητά και να νομοθετεί για το σήμερα και όχι για το αύριο. Να τσακώνεται αντί να οραματίζεται. Να προτιμά να αφήνει τα προβλήματα για τους επόμενους, και όχι να προετοιμάζει την πρόταση που θα δώσει οριστική λύση. Να ασχολείται με δημοφιλή θέματα και να ξεχνά ουσιαστικά ζητήματα που δεν φέρνουν άμεσα αποτελέσματα. Ακόμα και αν αφορούν στην ποιότητα ζωής των πολιτών.
Ένα τέτοιο ζήτημα είναι η διαχείριση του χώρου, του δομημένου και μη περιβάλλοντος. Η πίεση και ο κορεσμός του αστικού ιστού, δεν φαίνεται να συζητείται δημόσια, παρά μόνο όταν φτάνει στο «μη παρέκει», όπως στο ζήτημα της στεγαστικής ασφυξίας, του κυκλοφοριακού προβλήματος και των διάφορων κοινωνικών ζητημάτων.
Επιτέλους θα πρέπει να ξεκινήσει ο δημόσιος διάλογος για τις πόλεις μας, τους οικισμούς, τις αγροτικές και ημιαστικές περιοχές, τα δάση και τις παραλίες της χώρας μας. Τι θέλουμε και τι δε θέλουμε. Μακριά από εμμονές, αλλά με επιχειρήματα, που θα οδηγήσουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής όλων μας.