Στο πρώτο debate της εκλογικής χρονιάς δεν υπήρξε νικητής. Κερδήθηκαν πράγματι εντυπώσεις σε επιμέρους σημεία, αλλά δεν έκαναν τη διαφορά. Μετά την τρίωρη τηλεθέαση αναδείχθηκε ως κυρίαρχο στοιχείο αυτό που αποτελεί και το ζητούμενο των εκλογών. Ακόμη και αν δεν γνωρίζουν οι πολίτες, λεπτομερώς τις πολιτικές θέσεις που πυροδοτούν την κομματική αντιπαράθεση, είχαν την ευκαιρία να «δουν» ανάγλυφα τον παράγοντα που θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το κριτήριο για την επιλογή της ψήφου:
Είναι η κανονικότητα, την οποία οι περισσότεροι επιζητούμε.
Το πρωτόκολλο της τηλεοπτικής αναμέτρησης είναι στενός κορσές για τους συμμετέχοντες πολιτικούς αρχηγούς. Αυστηροί οι κανόνες μέσα στους οποίους προσαρμόζουν την τακτική τους. Η στρατηγική τους είναι κτισμένη στην προσπάθεια αποφυγής του λάθους. Εννοείται, κανείς δεν μπαίνει στο γήπεδο για να χάσει. Εάν έρθει η νίκη, αυτή θα οφείλεται σε συμπτώσεις που, ανθρώπινα, είναι ευπρόσδεκτες. Το πρωταρχικό είναι να αποφευχθεί το λάθος. Δεν συνέβη.
Σε γενικές γραμμές οι πολιτικοί αρχηγοί στάθηκαν ενώπιον του τηλεοπτικού κοινού και έκαναν το παιχνίδι τους ανάλογα φυσικά με τα προσόντα τους: στη διαχείριση της αυτοκυριαρχίας τους, στη δεινότητα τους στον προφορικό λόγο, στην ικανότητα να εκφραστούν με επάρκεια μέσα σε περιορισμένο χρόνο και κυρίως ανάλογα με την άνεση τους μπροστά στον τηλεοπτικό φακό. Δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι και το ευκολότερο. Αυτό κι αν θέλει εκπαίδευση!
Ο Κ. Βελόπουλος γράφοντας χιλιόμετρα στο γυαλί στέκεται με αυτοπεποίθηση, όμως στην τηλεμαχία εμφανίστηκε χωρίς την άνεση του τηλεπωλητή αλοιφών.
Ο Γ. Βαρουφάκης δεν διακρίθηκε για το «αεράτο» στυλ του, όταν αναλύει τη «Δήμητρα», το νόμισμα του και ο Δ. Κουτσούμπας πιο άνετος σε σχέση πάντα με το συντηρητικό πλαίσιο του ΚΚΕ. Η επιλογή του Γραμματέα να φορέσει γραβάτα, για τη βραδινή εμφάνιση του, επίσης στο συν της ευπρέπειας.
Ο Ν. Ανδρουλάκης ήταν περισσότερο «άοσμος», πέραν της έξαρσης για το προσωπικό του θέμα της παρακολούθησης. Ο Α. Τσίπρας δεν έκρυψε ποτέ την δυνατότητα του να συμπεριφέρεται με την άνεση της απλότητας μέσα και μπροστά στο κοινό. Θα μπορούσε να σκεφτεί πόσο επικίνδυνος θα γινόταν για τους αντιπάλους του, εάν και το περιεχόμενο του λόγου του συνδυαζόταν με την ευχέρεια στη δημόσια παρουσία του; Ο Πρωθυπουργός δεν ξέφυγε από τη σοβαρή, στιβαρή, παρουσία που του επιβάλλει ο θεσμικός του ρόλος, νιώθοντας ότι είναι στραμμένα πάνω του κι όλα τα βλέμματα.
Προφανώς υπολόγιζε ότι θα δεχτεί ερωτήσεις που θα απαιτούσαν αυτοκριτική και σοβαρές απαντήσεις. Όπερ και εγένετο.Ούτε και ο Τσίπρας θα περίμενε την τόση ευθεία απόρριψη του από τον Δ. Κουτσούμπα στην πρόσκληση για την «προοδευτική κυβέρνηση». Όταν το αναμενόμενο για τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν να καταδικαστεί από κοινού η Δεξιά στο πρόσωπο του Πρωθυπουργού.
Δεν συνέβη.
Το δημοσιογραφικό σχόλιο που ακολουθεί συνήθως τις τηλεμαχίες ότι «δεν μας κάνουν σοφότερους» και πως δεν μαθαίνουμε κάτι νέο είναι μάλλον μια εγωιστική προσέγγιση επαγγελματιών που διαχειρίζονται ειδήσεις. Δεν σημαίνει πως το κοινό έχει την πολυτέλεια του χρόνου και τη διάθεση να γνωρίζει τόσες λεπτομέρειες ώστε να καθίσταται εντελώς αδιάφορη η τηλεοπτική αναμέτρηση.
Για τους πολίτες που δεν απεχθάνονται την πολιτική και ενδιαφέρονται στοιχειωδώς για τα κοινά το debate είναι μια ευκαιρία που δίνει τη δυνατότητα να ακούσουν όλους τους υποψήφιους και τις προτάσεις τους.
Ας μην αδικούμε την προσπάθεια των επαγγελματιών δημοσιογράφων που επιχειρούν να τους δυσκολεύουν με τις ερωτήσεις τους. Άλλοτε επιτυχώς, άλλοτε λιγότερο, αλλά σε κάθε περίπτωση υπηρετούν το ζητούμενο.
Κερδισμένη της πρώτης τηλεμαχίας η κανονικότητα. Κερδισμένος εκείνος που την υπηρετεί κατά γράμμα, χωρίς εντυπωσιασμούς, με χαμηλούς τόνους και κυρίως αποδεχόμενος τα λάθη του. Κάτι που έχει μετρήσει από την πρώτη στιγμή για τον Κ. Μητσοτάκη. Είναι στα συν που τον ξεχωρίζει από τον προκάτοχο του στο Μαξίμου.
Σιγουριά, σταθερότητα, κανονικότητα.
Ξεπερνούν τις διαχωριστικές γραμμές και τα κομματικά χαρακώματα που λέγαμε, κάποτε, στο παρελθόν. Οι βουλευτικές εκλογές του 2023 είναι οι πρώτες στην μετά-μεταπολίτευση που θα κριθούν στη σοβαρότητα με την οποία μπορούν να υπηρετήσουν την κανονικότητα οι μονομάχοι του (κατά κάποιου τρόπο) δικομματισμού.
Με γνώμονα το κριτήριο αυτό, πόσο λάθος αποδεικνύεται η τακτική Τσίπρα, να ψηφίσει την απλή αναλογική και να αντιπολιτευτεί ανερμάτιστα. Έχασε την ευκαιρία να αντιπαρατεθεί στον Μητσοτάκη, μέσα στο μεγαλύτερο περιβάλλον, με τους πιο πολλούς πολίτες να ψηφίζουν πρώτα απ´ όλα κανονικότητα.
Το τελικό αποτέλεσμα θα το δούμε το βράδυ της Κυριακής 21 Μαΐου. Και τότε θα αξιολογηθούμε όλοι…