Η αυτοδυναμία της ΝΔ κάθε άλλο παρά κρίθηκε. Παραμένει ακόμη στη σφαίρα της επιθυμίας. Πρόθεση, απλώς, εκ μέρους των πολλών εκδηλώθηκε την περασμένη Κυριακή. Προφανώς, τίποτε δεν είναι δεδομένο, προτού επιβεβαιωθεί το βράδυ της 25/6 με τα ψηφοδέλτια που θα έχουν γεμίσει από την αρχή τις κάλπες εκείνης της καλοκαιρινής Κυριακής. Αντιθέτως, σειρά από ενδεχόμενα προκαλούν ανησυχία. Πιθανές εκλογικές επιδόσεις μικρότερων κομμάτων, εάν επιτευχθούν, να αποτρέψουν την επιθυμητή -από τους περισσότερους- αυτοδυναμία της ΝΔ. Ανοίγοντας δρόμους σε Αυγουστιάτικες περιπέτειας.
Ήδη, συνασπισμένες «δυνάμεις» επιδιώκουν να ψαλιδίσουν το εύρος της αυτοδυναμίας και να κοντύνουν τον Μητσοτάκη. Η ευρεία νίκη και η συντριβή ΣΥΡΙΖΑ, που εξέπληξε τους πάντες, επιχειρείται να ερμηνευτεί σαν «παντοδυναμία» ικανή να επιτρέψει στον Μητσοτάκη να προχωρήσει στην αναθεώρηση του Συντάγματος χωρίς τις επιθυμητές για τον επιδιωκόμενο σκοπό συναινέσεις. Παραμικρή ένδειξη αντίστοιχων προθέσεων δεν προκύπτουν από δηλώσεις Μητσοτάκη. Παρά μόνο δημόσιες διαβεβαιώσεις ακριβώς για το αντίθετο. Φυσικά, στην προηγηθείσα προεκλογική περίοδο οι πολιτικές δυνάμεις δεν βρήκαν ούτε λεπτό όχι μόνο να εκθέσουν απόψεις και θέσεις αλλά ούτε και να παραθέσουν κατάλογο με τα υποψήφια θέματα που θα επιθυμούσαν να θέσουν υπό Συνταγματική Αναθεώρηση. Το άρθρο 16, περί ιδιωτικών ΑΕΙ, είναι το μόνο που ακροθιγώς έχει συζητηθεί.
Η έκφραση ανησυχιών για τις κατά τ’ άλλα αφανέρωτες «προθέσεις» Μητσοτάκη από ιδεολογικούς «φρουρούς» της Δημοκρατίας (μας) συμπίπτει, δυστυχώς, με την τακτική του ΣΥΡΙΖΑ να υποδαυλίζει φόβους για αυταρχική υποτίθεται μελλοντική συμπεριφορά Μητσοτάκη. Όλα αυτά είναι φυσικά «δίκη προθέσεων» ή αλλιώς μια ύστατη προσπάθεια της Κουμουνδούρου να ξορκίσει το «παντοδύναμο» όπως χαρακτηρίζει εκλογικό αποτέλεσμα της 21/5. Όπου στην καθαρή αυτοδυναμία προσδίδονται οι δήθεν «αντιδημοκρατικές» διαστάσεις της παντοδυναμίας. Οι δυο παράλληλες αλλά από διαφορετικές πλευρές προσεγγίσεις δεν θέλουν φυσικά να λάβουν υπόψιν τη θέληση και την επιθυμία της πλειοψηφίας να μετατοπιστεί ένα βήμα μπροστά, συγκρίνοντας δύο Πρωθυπουργούς. Το πρόβλημα για τους ανησυχούντες συνεχίζεται με την επιλογή της πλειοψηφίας να προκρίνει τον Μητσοτάκη ως τον καταλληλότερο να φέρει αποτέλεσμα. Άλλωστε, αυτό δήλωναν οι περισσότεροι στις δημοσκοπήσεις της τετραετίας. Τώρα το έδειξαν και στην κάλπη.
Πίσω από το φόβητρο της «παντοδυναμίας» που ανεμίζει ο Τσίπρας κρύβεται η διαπιστωμένη αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ. Στερείται πολιτικής στόχευσης, ιδεών για το τι θα ήθελε να κάνει, προτάσεων για την υλοποίηση αυτών των ιδεών και φυσικά διαχειριστικών δυνατοτήτων. Γενικώς δεν έχει περιεχόμενο. Αυτό δεν κρύβεται πλέον. Ούτε κάτω από την καλλιέργεια μίσους, «εχθροπάθειας», φανατισμού που εύχομαι, ειλικρινά, να έχουν καταδικαστεί ολοκληρωτικά. Δίνουν προς τα έξω την εικόνα ότι παλεύουν να εμποδίσουν το σκόρπισμα τους, όμως θεωρώ αδύνατο να μην σκέφτεται η πλευρά Τσίπρα και ο ίδιος φυσικά πως εάν θέλει να συνεχίσει ως συστημικός πολιτικός δεν μπορεί να πάει πουθενά όσο συμπορεύεται μέσα σε αυτό το σχήμα. Εκ των πραγμάτων είναι η επόμενη στιγμή για τον Α. Τσίπρα η εξέλιξη με το δικό του κόμμα ή ο ΣΥΡΙΖΑ χωρίς τον ίδιο. Υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι ο εκείνος όχι μόνο αξιολογεί θετικά την Πρωθυπουργική του θητεία αλλά και ότι έχει συναίσθηση των δεδομένων που απορρέουν. Δεν έχει ρωτηθεί ποτέ για αυτό, τουλάχιστον ως προς τις αντισυστημικές θέσεις που πήρε ως Αρχηγός της αξ. Αντιπολίτευσης μετέπειτα…
Στο ΠΑΣΟΚ, η ξεκάθαρη «γραμμή» που διατυπώθηκε προτού αρχίσει η δεύτερη προεκλογική περίοδος δίνει προφανώς περαιτέρω αέρα στα πανιά του Μητσοτάκη. Η άρνηση σύμπραξης, συμπόρευσης με τη ΝΔ σε μια, εάν απαιτηθεί, κυβέρνηση συνεργασίας, τοποθετεί τον Ανδρουλάκη στη γωνία της στείρας αντιπαράθεσης. Δεν γνωρίζουμε ακόμη εάν ψηφοφόροι, εκτός ΝΔ και μη οπαδοί Μητσοτάκη που τον ψήφισαν ξανά στις 21/5 θα επιμείνουν για άλλη μια φορά επειδή φοβούνται κινδύνους. Αντιθέτως, κάποιοι άλλοι βλέποντας την ευρεία νίκη Μητσοτάκη, να υποστηρίξουν στην επόμενη αναμέτρηση το ΠΑΣΟΚ ώστε να προσεγγίσει ακόμη περισσότερο στην αξ. Αντιπολίτευση, υποσκελίζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ.
Κατόπιν αυτών, καλείται ο Κ. Μητσοτάκης, ως βασικός παίκτης που συγκεντρώνει όλα τα φώτα, να περιγράψει κατά την προεκλογική εκστρατεία τη νέα Νέα Δημοκρατία, να αποσαφηνίσει με ενάργεια και συγκεκριμένα τι ακριβώς θέλει να κάνει όταν ζητά απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Να αποκρούσει με γερά επιχειρήματα όσους αμφιβάλλουν για τις δημοκρατικές του αντιλήψεις και διασπείρουν στην κοινωνία «φίδια» ότι κρύβει συμπεριφορές απολυταρχικού ηγέτη τις οποίες θα ξεδιπλώσει εάν κερδίσει με άνετη πλειοψηφία. Να εξηγήσει την σημασία της σταθερής αυτοδυναμίας. Διευκρίνισε σε συνέντευξη του στην «ΚτΚ» ότι δεν σημαίνει ασυδοσία.
Και εμείς, όσοι δεν επιθυμούμε, αυγουστιάτικες περιπέτειες, πρέπει να γνωρίζουμε ότι το ενδεχόμενο ατυχήματος δεν έχει απομακρυνθεί. Καραδοκεί. Επιπλέον όμως εάν κρατήσουμε, ως πλειοψηφία, την άποψη ότι ο Μητσοτάκης είναι ο καταλληλότερος να φέρει την πρόοδο και την εξέλιξη ας μην του επιτρέψουμε να επικαλεστεί την επόμενη ημέρα, ότι δεν του δώσαμε αρκετή δύναμη να προχωρήσει τολμηρά και θαρραλέα. Να μην κρυφτεί πίσω από μια αδύναμη αυτοδυναμία, να μην εξαρτάται από τις διαθέσεις δύο τριών βουλευτών. Θα έχουμε χάσει, άλλη μια φορά, την ευκαιρία των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων.
Αλλά και κάτι ακόμη: Την ευκαιρία να παρακολουθούμε και να ελέγχουμε τον Πρωθυπουργό, ασφυκτικά…