David Hockney, A Bigger Interior With Blue Terrace and Garden, 2017 © Metropolitan Museum of Art
Ο David Hockney είναι ένας καλλιτέχνης που έχει προβληθεί όσο λίγοι τα τελευταία χρόνια. Στο Λονδίνο, μόνο, έχουν γίνει τρεις εκθέσεις αφιερωμένες στο έργο του μέσα σε πέντε χρόνια (βλ. Royal Academy και νωρίτερα φέτος, Tate Britain, της οποίας η έκθεση ταξίδεψε και στο Κέντρο Πομπιντού στο Παρίσι). Πολλοί, βέβαια, αμφισβητούν το κατά πόσο θα έπρεπε να ασχολούμαστε τόσο με έναν καλλιτέχνη που, εν πολλοίς, έφτασε στο απόγειο της καριέρας του τη δεκαετία του ''60 και τα θέματά του είναι αρκετά προφανή και επαναλαμβανόμενα.
Σίγουρα ο ογδοντάχρονος πλέον Hockney δεν είναι ο Jasper Johns ή ο Gerhard Richter. Αλλά έχει το δικό του μεγαλείο, το οποίο απορέει από το ότι ανέκαθεν ακολουθούσε ανοιχτά τις δικές του επιθυμίες -συμπεριλαμβανομένης της έλξης του για άλλους άνδρες-, ενώσο εξερευνούσε έντονα τους τρόπους με τους οποίους η τέχνη και η ζωή δίνουν τροφή η μία στην άλλη, τόσο οπτικά όσο και συναισθηματικά. Και αυτό είναι εύκολα αντιληπτό στη νέα αναδρομική έκθεση του έργου του που παρουσιάζει το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης (ΜΕΤ), η οποία αναπτύσσεται ως μια σειρά από καλά επιμελημένες μικρές εκθέσεις.
David Hockney, Portrait of an Artist (Pool With Two Figures), 1972 © Charlie Rubin / The New York Times
Η έκθεση του ΜΕΤ καλύπτει την εκτεταμένη καριέρα του Hockney, η οποία μπαίνει πλέον στην έβδομη δεκαετία της, παρουσιάζοντας μόνο 60 καμβάδες και ένα μικρό αριθμό από σχέδια και φωτοκολλάζ. Εκτείνεται σε οκτώ αίθουσες, κάθε μία από τις οποίες κρύβει τις δικές της εκπλήξεις. Γι'' αυτό και αξίζει να αφιερώσει χρόνο κανείς στην έκθεση που έστησε ο Ian Alteveer, επιμελητής μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης στο ΜΕΤ, το οποίο συνεργάστηκε για την έκθεση με την Tate Britain και το Κέντρο Πομπιντού, το οποίο πρόσφατα κατέβασε τη μεγάλη αναδρομική έκθεση του καλλιτέχνη.
Η προσέγγιση σε αυτό το στενό πλαίσιο αφήνει στην άκρη πολλές ενδιαφέρουσες παραμέτρους της καλλιτεχνικής πρακτικής του Hockney, όπως τυπώματα και σχέδια για σκηνικά, εξαιρετικά σχέδια τοπίων και βίντεο. Υπάρχουν μόνο 21 σχέδια για προσωπογραφίες, κυρίως από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και από τη δεκαετία του 1970 και καθόλου πρόσφατα, ίσα για να επιβεβαιώσουν το εξαιρετικό σχέδιο του καλλιτέχνη. Πέντε από τα σχεδόν Κυβιστικά φωτογραφικά κολλάζ του, τα οποία ξεκινούν περίπου από το 1982, σηματοδοτούν την απεξάρτησή του από την προοπτική ενός σημείου.
Τα φωτοκολλάζ αποτελούν ένα είδος πύλης προς τις τελευταίες τρεις αίθουσες με τις τεράστιες τοπιογραφίες, τα εσωτερικά δωματίων και, πιο πρόσφατα, τη θέα από τηντέντα με το έντονο μπλε κάλυμμα πάνω από την πισίνα και τον κήπο του σπιτιού του Hockney στο Λος Άντζελες. Σε αυτές τις σκηνές με τις έντονες επιφάνειες και τις άλλες φορές πολλαπλές, άλλες φορές αντίθετες οπτικές γωνίες, αποδεικνύει ότι η κληρονομιά κινημάτων όπως ο Φωβισμός, ο Κυβισμός, ο Μεταϊμπρεσσιονισμός και η βιομορφική αφαίρεση έχουν μεγάλο περιθώριο για περαιτέρω ανάπτυξη -με τη βοήθεια υγιών δόσεων κλίμακας, μεγέθυνσης και αυθορμητισμού στη χρήση του χρώματος
Αριστερά: David Hockney, The Other Side, 1991-1993. Κέντρο: David Hockney, Large Interior, Los Angeles, 1988 © Charlie Rubin / The New York Times
Η ζωγραφική είναι το μέσο εκκίνησης για τον Hockney: από εκεί ξεκινά για να μεταβεί σε άλλα εικονιστικά μέσα και εκεί που πάντοτε γυρνά για να μεταφέρει στοιχεία που ανακαλύπτει από τους άλλους πειραματισμούς του. Κάποιοι παρομοιάζουν τη ζωγραφική του με αυτήν του Raoul Dufy λόγω θεματολογίας, αλλά πατόλο που η καλλιτεχνική περιέργεια του Hockney εκκινεί από ένα ηλιόλουστο τοπίο, τα χρώματά του έχουν περισσότερο κάτι από την τολμηρή χρήση χρώματος του Matisse. Αυτό που αναμφισβήτητα ξεπροβάλει σε ό,τι κάνει είναι η αγάπη του για τους φίλους και την οικογένειά του, το πόσο απολαμβάνει τα οπτικά δώρα της φύσης, καθώς και η σύνθεση άλλων καλλιτεχνικών μέσων και η μελέτη της οπτικής αντίληψης.
Αυτά είναι προφανή και στις εικόνες ομοφυλοφιλικής αγάπης και συντροφικότητας που ζωγράφισε ενώσο ήταν φοιτητής στο Royal College of Art, ανακαλύπτοντας την γκέι ζωή στο Λονδίνο και όντας ήδη ένα ανερχόμενο αστέρι (Η πρώτη ατομική έκθεσή του στην Kasmin Gallery στο Λονδίνο το 1963 ξεπούλησε.) Τα έργα αυτά, τα οποία δημιουργήθηκαν όταν ακόμα η ομοφυλοφιλία ήταν ποινικό αδίκημα στη Βρετανία, έχουν να εκτεθούν στη Νέα Υόρκη από το 1988 -οπότε και έγινε η πρώτη αναδρομική του έργου του στο ΜΕΤ. Είναι δεκαετίες μπροστά από την τέχνη ταυτότητας του φύλου που διαχώρισε τον εαυτό της από άλλα είδη τέχνης. Είναι αποκαλυπτικά έργα για τις νεότερες γενιές, συμπεριλαμβανομένων ζωγράφων που χρησιμοποιούν εικονιστική ζωγραφική για να πουν τις δικές τους ιστορίες, όπως το έργο του ενθαρρύνει την αντίληψη ότι η ζωγραφική δεν έχει όρια.
Από αριστερά: David Hockney, Looking at Pictures on a Screen, 1977, My Parents, 1977, Henry Geldzahler and Christopher Scott, 1968-1969, Mr. and Mrs. Clark and Percy, 1970-1971 © Charlie Rubin / The New York Times
Οι πιο πρώιμοι πίνακες υποδεικνύουν ότι ο Hockney είχε δώσει προσοχή στον Αφηρημένο Εξπρεσσιονισμό, την εικονιστική ζωγραφική του Bacon και τη χρήση διάσπαρτων αριθμών, κειμένων και προϊοντικών ετικέτων που προανήγγειλαν την Pop Art. Κορυφώνονται στο The Third Love Painting (1960), στο οποίο μια μεγάλη φαλλική φιγούρα με μαύρες τρίχες στο κεφάλι περιλαμβάνει ένα μικρό κουτί με ένα κείμενο γραμμένο στο χέρι: τους τελευταίους στίχους ενός ποιήματος του Walt Whitman για την ευτυχία του να ξαπλώνεις δίπλα στον εραστή σου "κάτω από το ίδιο πάπλωμα μια κρύα νύχτα (under the same cover in the cool night)".
Ο ομοερωτισμός είναι προφανής στο Cleaning Teeth, Early Evening (10pm) W11 του 1962, όπου δύο πλάσματα που μοιάζουν με φλούδες προσφέρουν ευχαρίστιση το ένα στο άλλο, με τα γεννητικά τους όργανα να εικονίζονται ως κόκκινα κουτιά Colgate. Όπως και στο αλά Bacon The Cha-Cha That Was Danced in the Early Hours of 24th March του 1961. Εδώ μια θολή φιγούρα με λευκό κουστούμι και τακούνια κουβαλά μια τσάντα χειρός και χορεύει μπροστά από αφηρημένα τετράγωνα κόκκινου και μπλε. Το όνομά της, Peter, αναφέρεται, όπως και η αντίδραση του καλλιτέχνη: “Αγαπώ κάθε κίνηση (I love every movement)”.
David Hockney, Cleaning Teeth, Early Evening (10pm) W11, 1962 © Astrup Fearnley Collection, Όσλο, Νορβηγία
Η επόμενη ομάδα από πίνακες -10 από το 1962 έως το 1965- είναι μια ισχυρή ένδειξη της καλλιτεχνικής ανάπτυξής του, την οποία ώθησαν τα ταξίδια του στην Ιταλία και τη Νέα Υόρκη και, στις αρχές του 1964, στο Λος Άντζελες, το οποίο φαντασιωνόταν για κάποιον καιρό για το ηλιόλουστο κλίμα και τα περιοδικά του. Απόδειξη αυτού είναι το γοητευτικά αθώο Domestic Scene, Los Angeles του 1963, το οποίο δείχνει έναν άνδρα να φορά μόνο κάλτσες και μια ποδιά και να πλένει την πλάτη ενός άλλου άνδρα που κάνει ντους -φιγούρες από περιοδικά όπως το Young Physique.
David Hockney, Domestic Scene, Los Angeles, 1963 © The Metropolitan Museum of Art
Σε αυτούς τους πίνακες, το αμήχανο εικονιστικό στυλ του Hockney ρέπει προς το νατουραλισμόawkward figurative style fleshes out toward naturalism, ισορροπώντας επίμονα ανάμεσα στην τέχνη και την εικονογράφηση. Η χρήση διάφορων σημείων αναφοράς γίνεται πιο εμφατική, όπως και η έκθεση του γυμνού καμβά. Όψεις αφαίρεσης του Χρωματικού Πεδίου εμφανίζονται ως λωρίδες έντονου χρώματος για ουράνια τόξα, ήλιους και βουνά, όπως στο California Art Collector.
David Hockney, California Art Collector, 1964 © Συλλογή Giancarlo Giammetti, Νέα Υόρκη
Υπάρχει ένας ενοποιητικός νατουραλισμός, βασισμένος στην παρατήρηση πραγματικών ανθρώπων, τοποθεσιών και πραγμάτων. Στο The Room, Tarzana, μια ήσυχη εικόνα γύρω από την επιθυμία του 1967, ο εραστής του καλλιτέχνη έχει ξαπλώσει μπρούμυτα σε ένα κρεβάτι, γυμνός κάτω από τη μέση. Το σκηνικό έχει στηθεί με φόρμες σε καθαρές γραμμές, χρώματα που μοιάζουν να μπαίνουν σχεδόν το ένα μέσα στο άλλο και οπτικές γωνίες ενός μόνο σημείου σχεδόν που δοξάζουν τους ουρανούς, τις πισίνες, την αρχιτεκτονική και τα γρασίδια του Λος Άντζελες. Η αφαίρεση παραμονεύει, ειδικά στα A Bigger Splash και A Lawn Being Sprinkled.
Από αριστερά: David Hockney, A Lawn Being Sprinkled, 1967, The Room, Tarzana, 1967 και Man in Shower in Beverly Hills, 1964 © Charlie Rubin / The New York Times
Εν τέλει, το γεωμετρικό σκηνικό του απαλύνεται και ο καμβάς κατοικείτα από τους οικείους του καλλιτέχνη, οι οποίοι στέκονται ή κάθονται ακίνητοι, συνήθως σε ζευγάρια, στα σπίτια τους ή στο εργαστήριό του. Τους αποδίδει με μια εξαίσια τρυφερότητα, ψυχολογική λεπτότητα και τεχνική φινέτσα. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται οι Christopher Isherwood και Don Bachardy, ο Ossie Clark και η γυναίκα του, Celia Birtwell, ο Henry Geldzahler, ο επιμελητής που ίδρυσε το τμήμα τεχνών του 20ού αιώνα του ΜΕΤ, καθώς και ο Christopher Scott.
Άλλα πορτραίτα τοποθετούνται στο εργαστήριο του καλλιτέχνη. Σε ένα, ο Geldzahler κοιτάζει μόνος του αναπραγωγές πινάκων, όπως τη Βάπτιση του Χριστού του Piero della Francesca, η οποία είναι καρφιτσωμένη σε ένα παραπέτασμα. Σε ένα άλλο, οι γονείς του Hockney κάθονται σα να προσγειώθηκαν από το καθιστικό τους στο Yorkshire, με την ίδια αναπαραγωγή πίνακα του Piero della Francesca να αντανακλάται σε έναν καθρέφτη ξυρίσματος-αντίκα. Αυτά τα γεμάτα προσωπικές λεπτομέρειες έργα φέρουν κάτι από τη δεξιοτεχνία των Μεγάλων Ζωγράφων της Αναγέννησης και του Ιμπρεσσιονισμού.
Από αριστερά: David Hockney, Looking at Pictures on a Screen, 1977 και My Parents, 1977 © Charlie Rubin / The New York Times
Σε όλη την έκθεση, οι καμβάδες του Hockney είναι ζωντανοί και παλεύουν με διάφορους τρόπους να κάνουν τις τρεις διαστάσεις δύο -μία τάση που θεωρεί ότι είναι εγγεγραμμένη στο DNA των καλλιτεχνών από την εποχή των σπηλαίων. Κοιτώντας προσεκτικά, στα έργα του ανακαλύπτουμε λωρίδες γρασιδιού, χαλιών, τουίντ υφασμάτων, στάλες νερού, πουαντιγιστικές ταπετσαρίες, βούλες κόκκινου και μπλε και πολλά άλλα. Όλα αυτά μέσα σε ένα πλαίσιο αρχιτεκτονικής της φόρμας και του χρώματος, το οποίο εντείνεται από το χρώμα και από στοιχεία αφαίρεσης.
Στην τελευταία αίθουσα της έκθεσης, οι πίνακες της μπλε ταράτσας του Hockney συνοδεύονται από ένα animation σε τρεις οθόνες των σχεδίων του σε iPad, την πιο πρόσφατη εφόρμησή του στις νέες τεχνολογίες: τέτοιες δοκιμές ξεκίνησε να κάνει πριν από δεκαετίες με το φωτοτυπικό και το φαξ.
Στις οθόνες, κάθε είδους γραμμές, σημάδια και χρώματα συγχωνεύονται σε έργα με τη θέα που έχει ο Hockney από το παράθυρο της κρεβατοκάμαράς του στο Bridlington, το οποίο βρίσκεται κοντά στη γενέτειρά του στο Yorkshire, όπου έζησε πρόσφατα για κάποιο διάστημα. Σε αυτές τις εναλλαγές λεπτομερειών και στυλ, διάθεσης, φωτός και εποχών, μπορεί να δει κανείς τον τρόπο με τον οποίο βλέπει, επεξεργάζεται αυτό που βλέπει και δημιουργεί ο καλλιτέχνης. Τι πιο ουσιαστικό από αυτό.
David Hockney, 27 Νοεμβρίου 2017 - 25 Φεβρουαρίου 2018, Μητροπολιτικό Μουσείο Νέας Υόρκης
Πηγή: New York Times