Της Αννίτας Αποστολάκη*
Αυτήν την εβδομάδα ανοίγει στο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο η πρώτη ανασύσταση έκθεσης στην Ελλάδα. Η επιμελητική ομάδα της Εθνικής Πινακοθήκης–Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτζου (ΕΠΜΑΣ), μετά από μακρόχρονη έρευνα της κ. Όλγας Μεντζαφού-Πολύζου, επίτιμης διευθύντριας συλλογών της ΕΠΜΑΣ, κατάφερε να συγκεντρώσει τα έργα της πρώτης έκθεσης που έκανε η «Ομάδα Τέχνη» το 1917 στα γραφεία του Ελεύθερου Τύπου. Και καθώς η ΕΠΜΑΣ παραμένει κλειστή, η έκθεση αυτή βρήκε στέγη στο Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο, με τη γενναιόδωρη στήριξη του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, το οποίο εξακολουθεί να χρηματοδοτεί εκθέσεις παρά το πλούσιο πρόγραμμα που παρουσιάζει πλέον στο δικό του Κέντρο Πολιτισμού.
Η «Ομάδα Τέχνη» μπορεί να μην είναι γνωστή σε πολλούς, ανάμεσα στα μέλη της, όμως, ήταν μερικοί από τους πιο γνωστούς καλλιτέχνες του ελληνικού μοντερνισμού: Περικλής Βυζάντιος, Κωνσταντίνος Μαλέας, Νικόλαος Οθωναίος, Λυκούργος Κογεβίνας, Νικόλαος Λύτρας, Παύλος Μαθιόπουλος, Μιχάλης Τόμπρος και φυσικά, ο Κωνσταντίνος Παρθένης.
Νικόλαος Λύτρας, Γελοιογραφίες καλλιτεχνών (1917), μολύβι σε χαρτί τετραδίου
Η έκθεση αποκτά ενδιαφέρον ήδη από την προθήκη με έντυπα της εποχής, η οποία εισάγει το θεατή στο κλίμα, πριν μπει στην πρώτη αίθουσα. Μέσα σε αυτήν, σχέδια και σκίτσα καλλιτεχνών της ομάδας, αποκαλύπτουν την πραγματική σχεδιαστική δύναμή τους. Για παράδειγμα, οι Γελοιογραφίες καλλιτεχνών (1917) με μολύβι σε χαρτί τετραδίου του Νικόλαου Λύτρα, γιου του γενάρχη της Σχολής του Μονάχου, Νικηφόρου Λύτρα, που απεικονίζουν με χιουμοριστικό τρόπο τους Ζευγώλη, Χριστοφή, Βυζάντιο, Ιακωβίδη, Στεφανόπουλο, Λύτρα, Τόμπρο και Τριανταφυλλίδη, δε στερούνται σε τίποτα της νευρώδους γραμμής του Daumier ή της χιουμοριστικής προσέγγισης του Toulouse-Lautrec –και αν δε γνωρίζαμε τη χρονολογία τους και τις βλέπαμε εκτός πλαισίου, θα μπορούσαμε κάλλιστα να πιστέψουμε ότι είναι σύγχρονες.
Η ανάγκη για ρήξη με το παρελθόν
Ζώντας στο Μόναχο την εποχή του Εξπρεσιονισμού του «Γαλάζιου Καβαλάρη» και έχοντας υπόψιν του προφανώς το κίνημα της «Γέφυρας», ο Νικόλαος Λύτρας (1883-1927) ήταν ο εμπνευστής της Ομάδας. «Οι καλλιτέχνες της Ομάδας Τέχνη αισθάνονταν την ανάγκη να σπάσουν τα δεσμά τους με το παρελθόν, να αμφισβητήσουν τα μέχρι τότε αυτονόητα και δεδομένα και να αναζητήσουν κάτι νέο στην τέχνη», όπως είπε η κ. Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, διευθύντρια της ΕΠΜΑΣ. Ένθερμο υποστηρικτή σε αυτήν την προσπάθεια είχαν τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος είχε επισκεφθεί την πρώτη έκθεση της ομάδας το 1917, και προχώρησε σε ενέργειες για να κατοχυρωθεί συνταγματικά η ενίσχυση της καλλιτεχνικής παραγωγής της χώρας και η προβολή της στο εξωτερικό.
Την αίσθηση αυτής της πρώτης έκθεσης στον Ελεύθερο Τύπο έχουν επιχειρήσει να ανασυστήσουν οι επιμελητές της έκθεσης. Τα έργα στην πρώτη αίθουσα είναι τοποθετημένα έτσι ώστε να θυμίζουν τον τρόπο έκθεσης στα σαλόνια του 19ου αιώνα –τον τρόπο, δηλαδή, με τον οποίο είχαν επιλέξει να εκθέσουν τα έργα τους τότε οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες της «Ομάδας Τέχνη», παρά το ότι επέλεξαν ως χώρο της έκθεσης τα γραφεία μιας εφημερίδας. Μια επιλογή που δε θα έπρεπε να μας κάνει ιδιαίτερη εντύπωση αν αναλογιστούμε την επιλογή των Ιμπρεσιονιστών να κάνουν την πρώτη έκθεσή τους στο φωτογραφείο του Ναδάρ, αντίστοιχα ως μία κίνηση ρήξης με τους κατεστημένους χώρους έκθεσης έργων τέχνης.
Γρηγόριος Ζευγώλης, Χρυσόμυιγα (πριν το 1917)
Το ανθρώπινο στοιχείο
Η θεματική ενότητα της πρώτης αίθουσας εστιάζει στο ανθρώπινο στοιχείο: ξεχωρίζουν οι προσωπογραφίες του Νικόλαου Λύτρα, οι σκηνές με γυναίκες του λιγότερο γνωστού Όθωνα Περβολαράκη (1887-1974) Ήρα [Πόζα] (πριν το 1917), με τέμπερα σε χαρτί, που φαίνεται τόσο χαρακτηριστική του μοντέλου παρόλη την αίσθηση του non finitο που έχει, και Παπαρούνες (1919), με την έντονη διακοσμητικότητα και την ιδιαίτερη στάση της κοπέλας, η οποία θα μπορούσε να είναι πολύ μεταγενέστερη, οι σκηνές από τη νυχτερινή ζωή στα μπαρ του Περικλή Βυζάντιου (1893-1972), αλλά και οι εντελώς μεταϊμπρεσιονιστικές σκηνές παιδιών στην παραλία του επίσης λιγότερο γνωστού Θεόφραστου Τριανταφυλλίδη (1881-1955). Το γλυπτό Χρυσόμυιγα (πριν το 1917) του επίσης όχι και τόσο γνωστού Γρηγόριου Ζευγώλη (1886-1950) μεταφέρει εξίσου ζωντανά στο γλυπτικό λόγο την παιδική ψυχοσύνθεση, με την έκφραση φόβου και αηδίας που έχει πλάσει στο πρόσωπο του μικρού κοριτσιού που κοιτάζει τη χρυσόμυγα που έκατσε πάνω στην ποδιά της.
Ελληνική φύση και αστικό τοπίο
Διπλάσια σε μέγεθος, η επόμενη αίθουσα αφήνει τον απαραίτητο χώρο σε ένα -αν όχι το πιο- προσφιλές θέμα των ελλήνων ζωγράφων των προηγούμενων δύο αιώνων: τις τοπιογραφίες. Φυσικά και αστικά τοπία έχουν συγκεντρωθεί και εδώ το ένα πλάι στο άλλο, αφήνοντάς μας να περιπλανηθούμε στο ελληνικό τοπίο μέσα από τη ματιά των καλλιτεχνών της «Ομάδας Τέχνη». Δε γίνεται να μην παρασυρθεί κανείς εδώ από τις απόψεις της ελληνικής φύσης ή της περιοχής γύρω από την Ακρόπολη του Κωνσταντίνου Μαλέα (1879-1928) και τις απόψεις της Κέρκυρας του Λυκούργου Κογεβίνα (1887-2940), άλλοτε μεταϊμπρεσιονιστικές και άλλοτε ιμπρεσιονιστικές, αλλά πάντοτε με το χαρακτηριστικό έντονο ελληνικό φως.
Έκπληξη προκαλούν τα βραδινά τοπία πριν από το 1917 του Νικόλαου Οθωναίου (1877-1950), που έχουν την ποιότητα των έργων του Caspar David Friedrich, αλλά και οι βαθιά επηρεασμένες από τη Ναΐφ τέχνη νεκρές φύσεις του Δημήτριου Γαλάνη (1882-1966). Ακόμη περισσότερο, σαστίζει κανείς με το εντελώς συμβολιστικό έργο Αρμονία (περ. 1918-1919) και το ατμοσφαιρικό Τραγούδι του νερού (περ. 1918-1919) του σχεδόν άγνωστου σήμερα Παύλου Ροδοκανάκη (1891-1958). Σε αυτήν την αίθουσα, σα για να συμπληρώσουν τα τοπία, έχουν τοποθετηθεί οι γλυπτικές μορφές του Μιχάλη Τόμπρου (1889-1974) και του Ζευγώλη: η Νεαρή κοπέλα, Η σύζυγος του καλλιτέχνη και η Κυρία του Συρμού, όλες δημιουργήματα από πλαστελίνη γύρω στο 1917 του Ζευγώλη είναι η αποκάλυψη, διότι είναι τόσο ρεαλιστικά, αλλά συνάμα και τόσο γελοιογραφικά μικρά (33-54 εκ. ύψος) γλυπτά, που όντως καταφέρνουν να μεταφέρουν τη φύση και τη χάρη διαφορετικών τύπων γυναικών της εποχής.
Γρηγόριος Ζευγώλης, (από αριστερά προς τα δεξιά) Η σύζυγος του καλλιτέχνη, Κυρία του Συρμού & Νεαρή κοπέλα (περ. 1917), πλαστελίνη, ύψος: 54, 33 & 35 εκ. αντίστοιχα
Η πρωτοπορία του Κωνσταντίνου Παρθένη
Η έκθεση κλείνει –πώς αλλιώς, άλλωστε- με μία αίθουσα αφιερωμένη εξ ολοκλήρου σε πίνακες του Κωνσταντίνου Παρθένη (1878/1879-1967). Όσο εξοικειωμένος και αν είναι κανείς με τα έργα του Παρθένη, πάντα υπάρχει κάτι καινούριο να ανακαλύψει: όπως, ας πούμε, το σχεδόν πουαντιγιστικό Λίμνη με ομίχλη (περ. 1900) από τη Συλλογή της Εθνικής Τράπεζας και η πρωτοποριακή για τα τότε ελληνικά δεδομένα χρωματική παλέτα των έργων Τοπίο ονείρου [Το πράσινο βράδυ, Ροζ σύννεφο] και Το τριανταφυλλένιο καμπαναριό, και τα δύο έργα του 1907 από τη συλλογή του Ιδρύματος Ιστορίας Ελευθέριος Βενιζέλος. Αυτά τα δύο πρώιμα έργα μαρτυρούν τη βαθιά επίδραση που είχε ασκήσει στον καλλιτέχνη ο Gustav Klimt και το κίνημα της Secession της Βιέννης, όπου σπούδασε, και βοηθούν στο να καταλάβουμε πώς μετεξελίχθηκε η ζωγραφική του συγκρίνοντάς τα με τα μεταγενέστερα έργα του καλλιτέχνη που βρίσκονται στην αίθουσα.
Το ενδιαφέρον με την περίπτωση του Παρθένη και την «Ομάδα Τέχνη» είναι ότι, ενώ είχε έντονη παρουσία στην καλλιτεχνική ζωή της Αθήνας στις αρχές του αιώνα, μετά την επιστροφή του από τις σπουδές του στο Παρίσι το 1911 διέμεινε στην Κέρκυρα και λησμονήθηκε. Χρειάστηκε η πρόταση του Κογεβίνα, για να τον συμπεριλάβουν στην ομάδα και εν τέλει, ο Παρθένης ήταν εκείνος που ξεχώρισε στην «Έκθεση έργων Ελλήνων καλλιτεχνών» που έγινε το 1919 στην γκαλερί La Boetie στο Παρίσι. Σε αυτήν την επιβλητική σε μέγεθος έκθεση παρουσιάστηκαν 200 έργα ζωγραφικής, χαρακτικής και γλυπτικής –οι Κογεβίνας, Μαλέας και Παρθένης είχαν την τιμητική τους, καθώς συμμετείχαν με 45, 30 και 30 έργα αντίστοιχα, σα μικρές αναδρομικές.
Πλην του Παρθένη, η έκθεση σε γενικές γραμμές απογοήτευσε το παρισινό κοινό. Αυτά που θεωρούνταν για το ελληνικό φιλότεχνο κοινό ως καινοτομίες, ήταν προ πολλού πεπερασμένα στο εξωτερικό, ενώ πολλοί περίμεναν να δουν έργα με περισσότερο οριενταλιστικό αέρα (κατά τη μέχρι και σήμερα συνήθη εξωτικοποιημένη αντιμετώπιση της Ελλάδας από τους ξένους). Δεν ήταν σε θέση να κατανοήσουν ότι για το ελληνικό φιλότεχνο κοινό αυτά τα έργα και αυτό το ζωγραφικό στυλ αποτελούσαν πρωτοπορία και ότι ήταν ανώριμο για να δεχτεί οτιδήποτε παραπάνω –κάτι που, φυσικά, γνώριζαν οι καλλιτέχνες της «Ομάδας Τέχνη», οι οποίοι ήταν εξοικειωμένοι με όλα τα σύγχρονά τους καλλιτεχνικά κινήματα.
Ποια ήταν, λοιπόν, η σημασία της βραχύβιας «Ομάδας Τέχνη», η οποία δε διέθετε καν κάποιο θεωρητικό μανιφέστο, όπως όλα τα καλλιτεχνικά κινήματα της εποχής, και η οποία μετά την πτώση του Βενιζέλου αναδιπλώθηκε;
Η σημασία της έγκειται στο ότι ήταν το πρώτο ελληνικό καλλιτεχνικό κίνημα που διαμορφώθηκε για να διεκδικήσει τη ρήξη των δεσμών με το παρελθόν και το δικαίωμα στην πρωτοπορία. Και αυτό είναι το πιο σημαντικό: «να στηρίζουμε οποιαδήποτε μορφή τέχνης, όσο πρωτοποριακή και αν είναι αυτή, γιατί μόνο έτσι ο πολιτισμός μας θα μπορέσει να εξελιχθεί και να περάσει στο επόμενο στάδιο», όπως είπε η Υπουργός Πολιτισμού, κ. Λυδία Κονιόρδου, στη συνέντευξη τύπου.
Έχοντας στο μυαλό τη σημασία στήριξης οποιασδήποτε καλλιτεχνικής προσπάθειας και τη σημασία που είχε για την καλλιτεχνική παραγωγή η «Ομάδα Τέχνη», παρά την αμφισβήτηση που δέχτηκε, είναι ευκαιρία στο τέλος της έκθεσης να κάνετε μία παύση και να επισκεφθείτε τους υπέροχους κήπους του μουσείου. Σε αυτούς φιλοξενείται το ηχητικό «γκράφιτι», όπως το έχουν ονομάσει, του πρόσφατα εκλιπόντος Benjamin Patterson When Elephants Fight, It Is the Frogs that Suffer (2016), στο πλαίσιο της documenta 14. Είναι, ίσως, η καταλληλότερη στιγμή για να επισκεφθεί κανείς το έργο, καθώς ακόμη και αν δεν καταλάβει την πρόθεση του καλλιτέχνη, θα είναι σε θέση να κατανοήσει ότι ο πειραματισμός και το ανοιχτό μυαλό είναι αυτά που βοηθούν όχι μόνο την τέχνη να πάει μπροστά, αλλά και εμάς να την εκτιμήσουμε.
Διάρκεια έκθεσης: 7 Ιουνίου - 29 Οκτωβρίου 2017
*Ιστορικός τέχνης