Μας καλωσόριζε με το χαμόγελό της και με τη χαρακτηριστική (και ελαφρώς βραχνή) φωνή της και έβαζε τη δική της σφραγίδα στις συνεντεύξεις Τύπου του Μουσείου Μπενάκη για τις περιοδικές του εκθέσεις. Λόγος μεστός και ευχάριστος εκείνος της Δέσποινας Γερουλάνου, της γυναίκας που για περισσότερα από τριάντα χρόνια σφράγισε με την προσφορά της την πορεία και το έργο του Μουσείου Μπενάκη. Το όνομά της επίσης συνδεδεμένο με το θέατρο για όσο το υπηρέτησε, έχοντας τον «τίτλο» της τελευταίας θεατρικής παρτενέρ του Δημήτρη Χορν.
Ανακαλούμε δύο φράσεις της από συνέντευξή της τον Ιανουάριο 2023, καθότι «υπηρέτησε» παραπάνω από έναν τομείς: «Μεγαλώνοντας, δεν ήξερα τι ήθελα να γίνω, όπως και τώρα δεν ξέρω τι θέλω να γίνω όταν μεγαλώσω. Ήθελα να γίνω τα πάντα και να κάνω χίλια πράγματα μαζί».
Ανατρέχουμε στον Οκτώβριο του 2019 οπότε και είχε υποδεχθεί περιορισμένο αριθμό δημοσιογράφων στην οικία των Πάτρικ και Τζόαν Λη Φέρμορ στην Καρδαμύλη της Μάνης –η οικία αποτελεί δωρεά του ζεύγους Φέρμορ στο Μουσείο Μπενάκη. Ανατρέχουμε και στον Φεβρουάριο του 2023, οπότε και είχε καλωσορίσει όλη την Ευρώπη από το παλαιό Ελαιουργείο της Ελευσίνας, την ημέρα που πραγματοποιήθηκε η τελετή έναρξης της 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης.
Και όσοι είχε καλωσορίσει την μνημονεύουν μετά την αναγγελία του θανάτου της, σε ηλικία 65 ετών, την Τρίτη 18 Απριλίου, Ημέρα της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Έως την ηλικία των 65 της χρόνων η Δέσποινα Γερουλάνου διετέλεσε πρόεδρος του Δ.Σ. της διοργάνωσης 2023 Ελευσίς Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, πρόεδρος του Δ.Σ. του Μουσείου Μπενάκη, διευθύντρια των γκαλερί του εν λόγω μουσείου αναδιοργανώνοντας το πρώτο πωλητήριο του Μουσείου και ιδρύοντας τέσσερις νέους χώρους για την προώθηση και υποστήριξη παραδοσιακών και σύγχρονων εφαρμοσμένων τεχνών και σχεδιασμού.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, έδωσε στους θαμώνες και μη του μουσείου τη δυνατότητα να θαυμάζουν και μικρού τύπου εκθέσεις στους χώρους του πωλητηρίου, όπου ούτως ή άλλως διατίθενται αντικείμενα – έργα τέχνης. Θυμόμαστε τις σειρές που είχε επιμεληθεί «Αναζητήσεις στην Ύλη» (καλοκαίρι 2022) και «Η Βιτρίνα της Κριεζώτου 3» (φθινόπωρο 2019) μέσα από τις οποίες αναδείχθηκαν σημαντικοί εκπρόσωποι των εφαρμοσμένων τεχνών και του design, όπως η Έλλη Ξείππα.
Η καινοτομία της (σ.σ της Δέσποινας Γερουλάνου) ακολούθησε μία (σ.σ καινοτομία) της μητέρας της και εγγονής του Αντώνη Μπενάκη, Αιμιλίας Γερουλάνου-Καλλιγά, η οποία ήταν η πρώτη που είχε διοργανώνει τα πρώτα εκπαιδευτικά προγράμματα στο Μουσείο Μπενάκη και το φωτογραφικό του αρχείο.
Η δημιουργική δύναμη και εργατικότητα της Δέσποινας Γερουλάνου, όπως και η επιθυμία της να διατηρηθούν οι ελληνικοί «θησαυροί» του μουσείου ως απόδειξη της συνέχειας του μεγαλείου της Ελλάδας και της ιστορίας της, στηρίζονται στο οικογενειακό περιβάλλον όπου μεγάλωσε και στις σπουδές της στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και στη Δραματική Σχολή του Ελληνικού Θεάτρου Τέχνης (Θέατρο Τέχνης) Κάρολος Κουν, καθώς και στην ίδια τη δημιουργική της φύση.
Η ίδια, είχε σχεδιάσει και εκθέσει κοσμήματα στο πλαίσιο ομαδικών και ατομικών εκθέσεων, από το 1992. Είχε παρακολουθήσει μαθήματα ζωγραφικής, γλυπτικής και κοσμημάτων, στο Παρίσι, λίγο αφότου αποφάσισε να εγκαταλείψει το θέατρο, το οποίο είχε υπηρετήσει μεταξύ 1983 και 1990. Αλλά ήξερε ότι ήθελε να δημιουργεί με τα χέρια της.
Το θέατρο
Τελευταία θεατρική παρτενέρ του Δημήτρη Χορν, η Δέσποινα Γερουλάνου (αδερφή του Παύλου Γερουλάνου) είχε συνεργαστεί με τον σημαντικό Έλληνα ηθοποιό και τη σύζυγό του, Έλλη Λαμπέτη, με τους οποίους ήταν και γείτονες στο σπίτι όπου μεγάλωσε. Κατόπιν παρότρυνσης του Χορν έπαιξε στον «Αρχιμάστορα Σόλνες» του Αλέξη Σολομού, έπαιξε επίσης στο «Βαριετέ» του Νίκου Παναγιωτόπουλου και είχε συμμετάσχει και στα πρώτα γυρίσματα του «Ταξιδιού στα Κύθηρα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Μεταξύ άλλων, ήταν εκπρόσωπος της Ελλάδας στο Πολιτιστικό Συμβούλιο του Michelangelo Foundation for Creativity and Craftsmanship. Τη θυμόμαστε ως τη «μεγάλη κυρία» του Μουσείου Μπενάκη, την ευγενή οικοδέσποινά του.
Κεντρική φωτογραφία: Η Δέσποινα Γερουλάνου. Φωτ: Γιώργος Βιτσαρόπουλος. Πηγή: Μουσείο Μπενάκη