Στην ταινία «Ρώσικη Κιβωτός» (2002) του Αλεξάντερ Σοκούροφ (γενν. 1951), ένας αφηγητής (το πρόσωπο του οποίου δεν βλέπουμε) συναντιέται με έναν Γάλλο διπλωμάτη του 18ου αιώνα και μαζί διασχίζουν το Μουσείο του Ερμιτάζ, στις αίθουσες του οποίου αναβιώνουν 300 χρόνια ρωσικής Ιστορίας: από τον Πέτρο Α’ έως την πτώση της δυναστείας των Ρομανόφ.
Η διαδρομή δεν διακόπτεται καθότι η ταινία έχει γυριστεί εξ ολοκλήρου σε ένα μονοπλάνο με ψηφιακή κάμερα· αυτού του είδους η μη διακεκομμένη διαδρομή είναι αντίστοιχη της σύνδεσης των γεγονότων της Ιστορίας, αλλά και της συνομιλίας των εκθεμάτων εκάστοτε μουσείου. Ώστε, όσον αφορά ιστορικά και άλλα τεκταινόμενα, να είναι σαφής μία χρονική συνέχεια ή κάποια σύνδεση.
Παραλληλίζουμε το πρόσωπο του αφηγητή το οποίο δεν βλέπουμε, με το ίδιο το πρόσωπο της Ιστορίας. Αυτό που, σαν ανιχνεύσει τον κατάλληλο επισκέπτη να περιδιαβαίνει στις αίθουσες του μουσείου, βρίσκει την ευκαιρία να του ξετυλίξει όσα έχουν συμβεί και εξιστορούνται μέσα από τα εκθέματα.
Διότι, το ίδιο το μουσείο αποτελεί έναν ζωντανό οργανισμό που επίκειται φροντίδας και προσοχής από την πολιτεία και τους επισκέπτες· τους επισκέπτες εκείνους που θα επικεντρώσουν τον αμφιβληστροειδή τους στα εκθέματα σαν ερασιτέχνες αρχαιολόγοι προκειμένου να ρουφήξουν όσα περισσότερα μπορούν από αυτά, και όχι ως απλοί περαστικοί.
Τους επισκέπτες που σαν σταθούν μπροστά από ένα αρχαιολογικό εύρημα, έναν πίνακα ζωγραφικής, ένα γλυπτό, ένα βίντεο, ένα τεχνολογικό επίτευγμα, ένα γεωλογικό εύρημα, ένα πείραμα, μία πιθανή αναπαράσταση του μέλλοντος, μπορούν να τα ενσωματώσουν στη σκέψη τους καθένας με τον δικό του τρόπο.
Η «ποικιλία» στα ανωτέρω εκθέματα έγκειται στις ποικίλες κατηγορίες των μουσείων –στο δικό μας αμφιβληστροειδή, αποτελούν μία ξεχωριστή κοινότητα εντός της πραγματικότητας και –εκτός από τον εκπαιδευτικό τους χαρακτήρα– συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής. Συμπεριλαμβανομένης της θεραπευτικής τους λειτουργίας· μία πανάκεια για την ψυχική υγεία και ισορροπία, μία ανάγκη που διαφαίνεται και από την ύπαρξη προγραμμάτων art therapy.
Πηγή φωτ.: Shutterstock
Η μορφολογία τους ως κτίρια που χτίζονται ή εγκαθίσταται εντός ενός περιβάλλοντος, τα καθιστά και μεταφορικά στυλοβάτες του πολιτισμού. Υπάγονται σε αυτόν και τον παράγουν, και αυτό αυτομάτως τα καθιστά υποψήφια θύματα: του βανδαλισμού – διότι, πώς μπορεί να αντισταθεί ο πολιτισμός απέναντι στη βαρβαρότητα;
Ένα παράδειγμα, ο βανδαλισμός, με μπογιές, της πρόσοψης του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης του Ιδρύματος Γουλανδρή, στο Παγκράτι, τον Μάρτιο του 2021. Όπως και o βανδαλισμός που έχουν κατά καιρούς υποστεί δημόσια γλυπτά, ο εσωτερικός βανδαλισμός των μουσείων με την κλοπή έργων τέχνης (βλ. σχετικά «Η ποινή για έναν κλεμμένο Πικάσο») ή την «επίθεση» στα έργα (βλ. σχετικά «Τα ''Ηλιοτρόπια'' και οι θύτες»).
Τα καθιστά (σ.σ τα μουσεία) επίσης υποψήφια θύματα γεωπολιτικών εξελίξεων, ενώ, τη Σύμβαση της Χάγης για την υποχρέωση προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς σε περίπτωση ενόπλων συγκρούσεων μπορεί να «σπάσει» μια φυσική καταστροφή, καθότι αυτή δεν έχει δεσμευτεί για το αντίθετο (βλ. σχετικά «Ποια η τύχη ενός μνημείου εν μέσω μιας καταστροφής;»).
«Θύματα» επίσης τυχόν αδιαφορίας μας σαν μπούμε στις αίθουσές τους και απλώς κοιτάξουμε χωρίς να δούμε. Αν και (επί ελληνικής επικράτειας), τα στοιχεία που δίνει η ΕΛΣΤΑΤ για την επισκεψιμότητα των μουσείων είναι θετικά και αντικατοπτρίζουν την ανάγκη των ανθρώπων να περιηγηθούν σε έναν χώρο πολιτισμού και να εκπαιδεύσουν το βλέμμα τους –κάτι που την περίοδο της κοινωνικής απομόνωσης, λόγω της πανδημίας, είχαν στερηθεί. Να βρεθούν δηλαδή διά ζώσης σε έναν χώρο πολιτισμού, καθότι, όπως θυμόμαστε, μετά την αναστολή λειτουργίας τους, υπήρξε περιορισμένος αριθμός επισκεπτών.
Ενίοτε, και να συνδέσουν ένα μουσείο με μία ζωτικής σημασίας ανάμνηση ή ένα πρόσωπο, όπως εξιστορείται στο βιβλίο «Η καρδερίνα» της Ντόνα Ταρτ, ακόμη και με ιδέες που πρώτη φορά αναπτύξαμε κατά την περιήγησή μας σε ένα ή και περισσότερα μουσεία, παρατηρώντας τα εκθέματα.
Με διάθεση παιδιών ή εφήβων κάθε που αντικρίζουν κάτι καινούργιο προκειμένου να το ανακαλύψουν, με πνεύμα ώριμο ώστε να το εντάξουν στη σκέψη τους, να κάνουν παραλληλισμούς.
Ξεναγός του μουσείου Rijksmuseum (Άμστερνταμ) και τουρίστες παρατηρούν τα έργα του Γιοχάνες Βερμέερ
Μία διαφορετική κάθε φορά συνθήκη η επίσκεψη σε κάθε ένα από τα μουσεία, τα οποία έχουν τη δική τους γιορτή· κάθε χρόνο, στις 18 Μαΐου. Καθιερώθηκε ως Διεθνής Ημέρα Μουσείων, το 1977, από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM), στην προσπάθειά του να αναδείξει τον ρόλο των μουσείων στη σύγχρονη κοινωνία.
Το μήνυμα αυτής της επετείου είναι να γίνουν τα μουσεία φορείς πολιτισμικών ανταλλαγών «με σκοπό την ενίσχυση της μόρφωσης, την προώθηση της αμοιβαίας κατανόησης, την ειρήνη και τη συνεργασία μεταξύ των λαών», αναφέρει στην ιστοσελίδα του το Ελληνικό Τμήμα του ICOM. Το οποίο, όπως αναφέραμε σε προηγούμενο σημείωμά μας, επέλεξε για το 2023, θεματική εορτασμού της Διεθνούς Ημέρας Μουσείων, τα «Μουσεία, Αειφορία και Ποιότητα Ζωής».
Τιμώμενος φορέας για το 2023 από το Ελληνικό Τμήμα του Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων ICOM είναι το Ίδρυμα Γουλανδρή (Παγκράτι). Όπως και τα υπόλοιπα μουσεία της χώρας υποδέχονται το κοινό στις 18 Μαΐου, με ελεύθερη είσοδο και σειρά δράσεων που υπάγονται στη γενική εορταστική θεματική.
Το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Ιδρύματος Γουλανδρή. Πηγή φωτ.: Facebook / B&E Goulandris Foundation
Με την προκειμένη θεματική, τα μουσεία μας υπενθυμίζουν το ρόλο και τη δύναμή τους ώστε να συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της αειφορίας και της βελτίωσης της ποιότητας ζωής του κοινωνικού συνόλου.
Κεντρική φωτογραφία: Λήψη από το εσωτερικό του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης του Ιδρύματος Γουλανδρή. Πηγή φωτ.: Facebook / B&E Goulandris Foundation